Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπουαίοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπουαίοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Τα σκουτάρια του Μερκούριου


 
Πριν από δυόμισι χρόνια είχα δημοσιεύσει την παραπάνω εικόνα από το βιβλίο Der Weiß-Kunig του Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α΄. Είχα πει τότε πως ο εικονιζόμενος Στρατιώτης έφερε στη λόγχη του σημαιάκι με το Βουργουνδιανό σταυρό του Αγίου Ανδρέα, σημάδι πως βρισκόταν στην υπηρεσία του αυτοκράτορα. Είχα μάλιστα παρατηρήσει πως τον ίδιο σταυρό έφερε και η σημαία που είχε χαρίσει ο Μαξιμιλιανός στο διασημότερο των Στρατιωτών, το Μερκούριο Μπούα. Δεν είχα ακόμη τότε καταλήξει στο τι απεικονιζόταν πάνω στην ασπίδα του Στρατιώτη και για αυτό το λόγο δεν είχα αναφέρει τίποτα. Είναι ένα σχήμα παράξενο, κάτι σαν ήλιος με πολύ μακριές, λεπτές και ακανόνιστες αχτίδες. Σε μια άλλη εικόνα του ίδιου βιβλίου μπορούμε να δούμε, λιγότερο καθαρά, μια παρόμοια ασπίδα.

Around two and a half years ago I had posted the above picture from the book Der Weiß-Kunig of the emperor Maximilian I. I had said then that the depicted stradiot had a pennant on his lance with the Burgundian cross of St Andrew, a sign that he was in the service of the emperor. I had also remarked that the same cross was on a flag that Maximilian had given to the most famous of the stradiots, Mercurio Bua. I had not then come to a conclusion yet as to what was depicted on the shield of the stradiot and for this reason I had not mentioned anything. It is a strange design, a little like a sun with very long, thin and irregular rays. In another picture from the same book we can see, less clearly, a similar shield.


Εδώ η απεικόνιση φαίνεται περισσότερο σαν έντομο, ένας σκορπιός ίσως, αλλά μοιάζει υπερβολικά με την πρώτη για να μας επιτραπεί η εκτίμηση πως πρόκειται για κάτι διαφορετικό. Νομίζω ότι μπορώ να καυχηθώ πως σε αυτό το ιστολόγιο έχουν δημοσιευτεί, συχνά για πρώτη φορά, περισσότερες απεικονίσεις Στρατιωτών από οπουδήποτε αλλού – και δεν εννοώ δημιουργίες των τελευταίων διακοσίων χρόνων. Όμως δεν έχω βρεί άλλους διάκοσμους ασπίδων πέρα από κάποια γεωμετρικά σχήματα, τα οποία ίσως θα μπορούσαν να μεταδώσουν το νόημα τους αν ήταν έγχρωμα αλλά δυστυχώς δεν είναι.

Here the depiction seems more like that of an insect, a scorpion perhaps, but it is too similar to the first to allow us to conclude that it is something different. I think I can boast that in this blog more depictions of stradiots have been published, often for the first time, than anywhere else – and I don’t mean creations of the last two hundred years. However, I have not found any other shield decorations, beyond some geometric designs, which could perhaps have relayed their meaning if they were coloured but unfortunately they are not.

Μια πιθανότητα που με απασχόλησε είναι το σχήμα που απεικονίζεται πάνω στην ασπίδα να είναι το μυθικό οικόσημο του Πύρρου, του αρχαίου βασιλιά της Ηπείρου, το οποίο χρησιμοποιούσε ο Μερκούριος Μπούας επαιρόμενος ότι κατάγεται από αυτόν: ένα χέρι που κράταγε τέσσερα φίδια. Οι εικονιζόμενοι Στρατιώτες είναι πιθανότατα άνδρες του Μπούα, ο οποίος υπηρέτησε το Μαξιμιλιανό ελάχιστα χρόνια πριν τη δημιουργία του βιβλίου. Δεν φαίνεται όμως να πρόκειται ούτε γι αυτό αφού τα ‘φίδια’ της ασπίδας εκτείνονται περιμετρικά προς όλες τις κατευθύνσεις.

One possibility I considered is that the design depicted on the shield is the mythical coat of arms of Pyrrhus, ancient king of Epirus, which Mercurio Bua used bragging that he was descended from him: a hand holding four snakes. Bua served Maximilian just a few years before the creation of the book and the pictured stradiots are most likely his men. However, it appears it is not that either, since the shield’s “snakes” extend in all directions.


Ευτυχώς το ασυνήθιστο σχήμα πάνω στην ασπίδα δεν είναι μοναδικό. Η μάχη που έκανε πασίγνωστους τους Στρατιώτες στην Ευρώπη ήταν του Fornovo στα 1495, όταν λεηλάτησαν προσωπικά αντικείμενα του βασιλιά της Γαλλίας Καρόλου Η΄. Στη μάχη αυτή είχε πάρει μέρος και ο Μερκούριος, σε ηλικία μόλις 17 ετών. Πολλές δεκαετίες αργότερα, στα 1578 – 79, ο Tintoretto ζωγράφισε ένα πίνακα με θέμα αυτή τη μάχη. Ο πίνακας είναι γνωστός σανΗ μάχη του Taro’.

Luckily, the unusual design on the shield is not unique. The battle that made the stradiots famous all over Europe was that of Fornovo in 1495, when they looted the personal effects of the French king Charles VIII. Mercurio had taken part in that battle himself, when he was just 17. Many decades later, in 1578 – 79, the battle was the theme of a painting by Tintoretto. It is known as “The battle of Taro”.


Στη μια άκρη του πίνακα διακρίνεται έφιππος ο Μαρκήσιος της Μάντοβα Francesco Gonzaga, περίφημος κοντοτιέρος της εποχής και αρχιστράτηγος του στρατού της Βενετίας. Ακριβώς πίσω του μια κόκκινη σημαία με μακριές πύρινες γλώσσες προς όλες τις κατευθύνσεις, που είναι σαν να ξεκινούν από τον ίδιο. Στην απέναντι πλευρά του πίνακα Στρατιώτες διασχίζουν έφιπποι τον ποταμό Taro και επιτίθενται στους Γάλλους. Μπροστά έχουν μια άσπρη σημαία με ένα σύμβολο που θυμίζει χρυσό σκαραβαίο αλλά με πόδια ολόγυρα, ακόμα και πίσω. Το σχήμα του είναι απαράλλαχτο με αυτό στο Der Weiß-Kunig και δεν πρόκειται παρά για μια μακρινή άποψη του ίδιου φλεγόμενου συμβόλου που εμφανίζεται στην κόκκινη σημαία.

In one corner of the painting the Marquis of Mantua Francesco Gonzaga, a renowned condottiero of the era and the supreme commander of the Venetian forces, can be seen on horseback. Right behind him there is a red flag with long tongues of fire that spread in all directions and are as if they emanate from Gonzaga himself. Right across the painting mounted stradiots ford the River Taro and attack the French. At the head of their formation they carry a white flag with a symbol that resembles a gold scarab but with legs all around, even at the back. Its shape is identical to the one in Der Weiß-Kunig and is in fact nothing but a distant view of the same burning symbol that we see on the red flag.


Η σημαία αυτή δεν έχει σχέση με τη Βενετία αλλά μόνο με το Francesco Gonzaga και η απεικόνιση της από τον Tintoretto είναι ιστορικός αναχρονισμός. Η μάχη του Fornovo/Taro ήταν η αφορμή για τη δημιουργία  της. Σαν αντίδραση στην κριτική που δέχτηκε ο Gonzaga για την αποτυχία του να συντρίψει αποφασιστικά τους Γάλλους, καθιέρωσε σαν έμβλημα του ένα φλεγόμενο χωνευτήριο που περιείχε ράβδους χρυσού. Μια τέτοια σημαία με φλεγόμενο χωνευτήριο θα χαρίσει ο Gonzaga στο Μερκούριο λίγα χρόνια αργότερα, το 1501. La insegna rossa con uno corizol in foco con un vaso doro dentro su donata dal Signore Francesco Gonzaga Marchese di Mantoa per capitano de cavalli lezeri del MDI, είναι η περιγραφή της στο χειρόγραφο κώδικα του 1519 που έγραψε ο Τζάνες Κορωναίος. Το κατά τον Κορωναίο corizol, γνωστότερο σαν crogiuolo, έγινε σύμβολο της Μάντοβα και το βρίσκει κανείς ακόμη σε παλιά νομίσματα αλλά και στο Δουκικό Παλάτι των Gonzaga, από όπου και η παρακάτω φωτογραφία.

This flag has nothing to do with Venice and is linked only to Francesco Gonzaga. Its inclusion by Tintoretto is a historical anachronism. The battle of Fornovo/Taro was the trigger for its creation. In reaction to criticism for his failure to decisively crush the French, Gonzaga adopted as his emblem a burning crucible that contained gold ingots. He gave Mercurio a flag with such a flaming crucible a few years later, in 1501. La insegna rossa con uno corizol in foco con un vaso doro dentro su donata dal Signore Francesco Gonzaga Marchese di Mantoa per capitano de cavalli lezeri del MDI, is how the manuscript code of 1519 by Tzanes Coroneos describes the flag. What Koroneos calls a corizol, better known as a crogiuolo, became a symbol of Mantua and can still be seen on old coins or in the Ducal Palace of the Gonzaga, as in the photograph below.


Στο Μερκούριο δόθηκαν και άλλες σημαίες: από τον Δούκα του Μιλάνου Ludovico Sforza το 1499, το Βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΒ΄ το 1503, το Μαξιμιλιανό στα 1510 και τη Βενετία το 1514. Δεν γνωρίζω αν πρόκειται για άλλον ένα αναχρονισμό ή αν οι Στρατιώτες του Μπούα είχαν πράγματι κρατήσει το σύμβολο του Gonzaga ενώ πληρώνονταν από τον Μαξιμιλιανό, σχεδόν μια δεκαετία αργότερα. Φαίνεται όμως πως για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, την αυγή του 16ου αιώνα, οι χρυσές φλόγες της Μάντοβα είχαν λάμψει πάνω στις ασπίδες τους.

Mercurio was presented with other flags too: from the Duke of Milan Ludovico Sforza in 1499, the King of France Louis XII in 1503, Maximilian in 1510 and Venice in 1514. I do not know if this is another anachronism or if Bua’s stradiots had retained the Gonzaga insignia while on Maximilian’s payroll, almost a decade later. However, it seems that for an indeterminable period of time, at the dawn of the 16th century, the golden flames of Mantua shone on their shields.

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012

Το στρατόπεδο του Μπόχαλη – μέρος Β΄

Άποψη του Κάστρου και του Γιαλού το 17ο αιώνα με ορατούς τους ανεμόμυλους της Μπόχαλης.

Το καλοκαίρι του 1479, δηλαδή αμέσως μετά το το τέλος του πολέμου με τη Βενετία, ο Μωάμεθ ο Πορθητής έβαλε σε κίνηση το τελευταίο από τα μεγαλεπήβολα σχέδια του. Μετά την Κωνσταντινούπολη ήθελε και τη Ρώμη. Σύμμαχος της Ρώμης, και κράτος παρεμβαλλόμενο γεωγραφικά ανάμεσα στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την Ιταλία, ήταν το Δουκάτο της Αγίας Μαύρας. Χρησιμοποιώντας σαν δικαιολογίες τις παλιότερες επιδρομές Στρατιωτών από εδάφη του Δουκάτου, τον γάμο του Λεονάρδου Τόκκο, για τον οποίο δεν είχε πάρει άδεια από το σουλτάνο όπως δήθεν όφειλε, και κυρίως τα οφειλόμενα στον Σαντζάκμπεη της Ηπείρου ‘κανίσκια’ (1) – σχεδιασμένη προβοκάτσια αυτό το τελευταίο – οι Οθωμανοί επιτέθηκαν στο δουκάτο.
Επικεφαλής των επιτιθέμενων ήταν ο Γκεντίκ (Φαφούτης) Αχμέτ, Πασάς του Αυλώνα στην Αλβανία, στόλαρχος και πρώην Μέγας Βεζίρης – ο ικανότερος, εμπειρότερος, και πιο ένδοξος στρατηγός της αυτοκρατορίας. Ο Λεονάρδος Τόκκο, μην μπορώντας να αντισταθεί, εγκατέλειψε το Κάστρο της Αγίας Μαύρας στη Λευκάδα για το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου στην Κεφαλονιά. Επειδή ούτε εκεί αισθάνθηκε ασφαλής έφυγε με την οικογένεια, τους θησαυρούς και τα κειμήλια του – το σημαντικότερο από τα οποία ήταν το πόδι της Αγίας Άννας – για την Ιταλία. Οι Τούρκοι κατέλαβαν διαδοχικά τη Βόνιτσα, τη Λευκάδα, και κατόπιν την Κεφαλονιά και την Ιθάκη. Παρόλο που δεν φαίνεται να συνάντησαν αντίσταση πήραν αμέτρητες χιλιάδες σκλάβους, ερημώνοντας τα πάντα. Η Ιθάκη έμεινε τελείως ακατοίκητη μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα. Μια μικρή μοίρα του Βενετικού στόλου, με διοικητή το ναύαρχο Antonio Loredan, περιορίστηκε να παρακολουθεί στενά τα τεκταινόμενα και να κάνει κάποιες ανθρωπιστικές παρεμβάσεις (2).
Σειρά είχε η Ζάκυνθος, το νοτιότερο από τα νησιά του δουκάτου. Οι Βενετοί υπήκοοι εκεί, πιθανότατα με την υποστήριξη όλου του πληθυσμού, είχαν υψώσει τη σημαία του Αγίου Μάρκου σαν μέσο προστασίας από την αναμενόμενη εισβολή. Ο Antonio Loredan ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει τη Ζάκυνθο να έχει την τύχη των άλλων νησιών, παρόλο που διακινδύνευε ένα νέο, ακόμη πιο καταστρεπτικό για τη Βενετία πόλεμο, και ταυτόχρονα το δικό του κεφάλι. Ο Γκεντίκ Αχμέτ δεν έδειξε διάθεση για σύγκρουση, παρόλο που ο στόλος του υπερτερούσε αριθμητικά του Βενετικού στην περιοχή. Μάλλον δεν ήταν η φήμη του Loredan – ήρωα του πολέμου στην Αλβανία το 1474 και με πάνω από είκοσι χρόνια πείρα στη θάλασσα – που τον σταμάτησε. Ήταν και ο ίδιος ο Γκεντίκ ακόμη μεγαλύτερος ήρωας στα μάτια των πολεμιστών του. Γενίτσαρος, είχε ανεβεί από το τίποτα όλα τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας, είχε συντρίψει τους Γενουάτες στη Μαύρη Θάλασσα και τους Καραμανίδες πρίγκιπες της Ανατολίας. Όμως ένας νέος πόλεμος με τη Βενετία θα έμπαινε εμπόδιο στα σχέδια του σουλτάνου για επίθεση εναντίον του βασιλιά της Νεάπολης και του πάπα.
Συμβιβάστηκαν, έστειλαν για οδηγίες στην Κωνσταντινούπολη,  από το σουλτάνο και το μπάιλο (Βενετό πρεσβευτή). Στο μεταξύ συμφώνησαν να περιμένουν. Οι Τούρκοι δεν περίμεναν. Ενώ ο Loredan είχε απομακρυνθεί αποβίβασαν αγήματα για να πάρουν σκλάβους.  Ήταν 7 Σεπτεμβρίου του 1479. Στη Ζάκυνθο όμως βρισκόταν πλέον ο Πέτρος Μπούας, επικεφαλής πεντακοσίων Στρατιωτών. Κυνήγησαν τους Τούρκους, ελευθέρωσαν αιχμαλώτους και πήραν κεφάλια. Ο Γκεντίκ Αχμέτ εξαγριώθηκε και έκανε απόβαση κανονική. Οι Στρατιώτες επιτέθηκαν, πέταξαν του Τούρκους στη θάλασσα, τους πήραν και τις μπομπάρδες που είχαν αποβιβάσει για να γκρεμίσουν τα τείχη του Κάστρου (3)(4). Σε αντίποινα ο πασάς επιτέθηκε σε όποιο πλεούμενο βρέθηκε στην περιοχή και συνέχισε να κάνει μικρής κλίμακας επιδρομές. Οι αψιμαχίες έδιναν και έπαιρναν. Τελικά έφτασαν οι οδηγίες από την Πόλη.
Όλοι οι Βενετοί υπήκοοι θα αποχωρούσαν ανενόχλητοι από το νησί πριν το καταλάβει το ασκέρι του πασά – αυτή ήταν η συμφωνία. Μαζί με τους υπηκόους της Βενετίας όμως έβρισκαν την ευκαιρία και αποχωρούσαν πολλοί από τους υπόλοιπους. Οι Τούρκοι έβγαλαν έξω κρυφά 500 άνδρες πριν την εκκένωση με σκοπό να αρπάξουν όσους μπορέσουν πριν πετάξει το πουλί. Μια ομάδα 20 Στρατιωτών που είχε πάει για νερό – που να φτάσει το νερό της Μπόχαλης και του Ακρωτηριού για μέχρι και 25.000 κόσμο, χώρια τα ζωντανά –  τους πήρε χαμπάρι. Μαζεύτηκαν και οι υπόλοιποι Στρατιώτες και πετσόκοψαν τους Τούρκους μέχρι τον τελευταίο. Έτσι ολοκληρώθηκε επιτυχώς η εκκένωση του πληθυσμού. Τα υπάρχοντα τους αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν, τόσο οι απλοί κάτοικοι όσο και οι Στρατιώτες.
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα γνωστά ιστορικά γεγονότα. Μπορούμε όμως, με βάση αυτά, να προχωρήσουμε σε κάποια ακόμη συμπεράσματα. Το πρώτο πράγμα που διαφαίνεται είναι ο λόγος αποστολής του Πέτρου Μπούα. Ήταν κάτι περισσότερο από ένας παλιός, έμπειρος καπετάνιος. Ήταν τότε ο πιο σημαίνων Αρβανίτης του Μοριά. Επιπλέον, καταγόταν από την ίδια περιοχή με τους Μοραΐτες πρόσφυγες στη Ζάκυνθο. Τον γνώριζαν, πολλοί από αυτούς ήταν κατά πάσα πιθανότητα παλιοί συμπολεμιστές του, ή ακόμα και συγγενείς του. Ο Μπόχαλης, αντίθετα, προερχόταν από τα σύνορα Μάνης και Αρκαδίας, ενώ ο Μποζίκης ήταν Αργείος. Σε κείνες τις κρίσιμες και αγωνιώδεις στιγμές ο Μπούας ήταν ίσως ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να πείσει τους πρόσφυγες να πολεμήσουν, ή να αποχωρήσουν, ανάλογα με τις αποφάσεις της Βενετικής εξουσίας, αντί να δράσουν σύμφωνα με τις παρορμήσεις και τα ένστικτα τους.
Δίκαια ο Μπούας αναφέρεται σαν ο ηγέτης που προξένησε στους Τούρκους δύο βαριές ήττες, πραγματικά σωτήριες για τον πληθυσμό του νησιού. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Νικόλαος Μπόχαλης και ο Πέτρος Μποζίκης κρατούσαν σημειώσεις όσο ο Μπούας πολεμούσε. Συμμετείχαν στις μάχες και αυτό αναγνωρίζεται έμμεσα σε ένα άλλο έγγραφο. ‘Το πόσο βαρειά και σημαντική για το κράτος μας είναι η συμβολή των πιστότατων Μπόχαλη και Μποζίκη, αρχηγών των Στρατιωτών μας που βρίσκονταν στο μέρος που λέγεται Ζάκυνθος, δεν υπάρχει κανείς που να μην το γνωρίζει,’ αναφέρεται (5).  
Το τι θα περίμενε τους Ζακυνθινούς χωρίς τη γενναιότητα αυτών των ανθρώπων μπορεί να το αποδώσει πειστικότατα η παρακάτω φωτογραφία. Πρόκειται για μερικά μόνο από τα οστά των σφαγιασθέντων κατοίκων του Ιταλικού Οτράντο, το οποίο ο Γκεντίκ Αχμέτ κατέλαβε ένα χρόνο αργότερα.

Όσο όμως μεγάλη και αν ήταν η συμβολή των καπεταναίων και των παλληκαριών τους, οι πολεμικές επιτυχίες δεν ανήκουν μόνο σε αυτούς. Πεντακόσιοι ελαφροί ιππείς θα ήταν απίθανο να κατόρθωναν μόνοι τους να εξαλείψουν το Τουρκικό προγεφύρωμα. Ο Γκεντίκ Αχμέτ μπορεί να ήταν μέθυσος και αθυρόστομος, και να είχε σε αυτή την περίπτωση υποτιμήσει τον αντίπαλο, αλλά ήταν ικανός και έμπειρος στρατηγός. Είχε πάρει πολλά κάστρα μέχρι τότε και κάνει κάμποσες αποβάσεις. Πριν βγάλει στην ξηρά το πυροβολικό του θα είχε αποβιβάσει χιλιάδες πεζούς και μερικούς  τουλάχιστον ιππείς. Για την απόκρουση και δίωξη τους θα ήταν αναγκαία  η κινητοποίηση όλων όσων διέθεταν οπλισμό και ήξεραν να τον χρησιμοποιήσουν. Ακόμη και η επιστράτευση  δουλοπάροικων οπλισμένων με ότι μεταποιημένο εργαλείο είχαν διαθέσιμο πρέπει να θεωρείται πιθανή.
Ίσως οι μετέπειτα σταδιοδρομίες μελών κάποιων παλιών αρχοντικών οικογενειών της Ζακύνθου σαν καπεταναίοι Στρατιωτών, όπως των Σιγούρου και Γαήτα, να έχουν τις ρίζες τους σε αυτήν εδώ τη σύγκρουση. Το βέβαιο είναι ότι οι παλιοί Στρατιώτες που είχαν βρει καταφύγιο στο νησί τη δεκαετία του 1460, και οι γιοί τους, θα είχαν πάρει μέρος στην αναμέτρηση. Οι άνθρωποι αυτοί δεν πρέπει νομίζω να θεωρούνται  περαστικοί από τη Ζάκυνθο και άσχετοι με τους σημερινούς Ζακυνθινούς.
Τα επώνυμα όλων των οικογενειών ενός μεγάλου μέρους της βορειοδυτικής Πελοποννήσου, λίγο πριν την έναρξη του Βενετοτουρκικού πολέμου 1463 – 1469, έχουν διασωθεί χάρη στους λεπτομερείς καταλόγους που συνέταξαν οι Οθωμανοί για φορολογικούς σκοπούς. Με την έναρξη του πολέμου η περιοχή επαναστάτησε συντασσόμενη με τους Βενετούς. Μετά από κάποιες αρχικές επιτυχίες οι Βενετικές δυνάμεις ηττημένες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πρόσκαιρες κατακτήσεις τους και έτσι οι επαναστάτες κατέληξαν κατά ένα μεγάλο μέρος πρόσφυγες στη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά. Μπορούμε, χάρη στη φοροεισπρακτική επιμέλεια των Τούρκων, να γνωρίζουμε τα ονοματεπώνυμα των αρχηγών νοικοκυριών από τον πληθυσμό που αποτέλεσε την πηγή των προσφύγων.
Οι Οθωμανοί είχαν φροντίσει να επισημάνουν ποιά ήταν η κυρίαρχη γλώσσα σε κάθε χωριό, τα Ρωμαίικα ή τα Αρβανίτικα. Τα ονόματα των αρχηγών Αρβανίτικων οικογενειών τα έχει δημοσιεύσει στο διαδίκτυο ο Δημήτρης Λιθοξόου, για τους δικούς του ιδεολογικοπολιτικούς λόγους. Ανάμεσα τους εντόπισα ολόκληρη εκατοντάδα επωνύμων που μαρτυρούνται στη Ζάκυνθο, κυρίως από το 16ο αιώνα (6). Από αυτά, μέχρι και το 40% έχουν σήμερα εκλείψει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν εκλείψει και οι απόγονοι αυτών των ανθρώπων μεταξύ των σημερινών Ζακυνθινών – κάθε άλλο. Από τα υπόλοιπα υπάρχουν πολλά που είναι και σήμερα πολύ διαδεδομένα. Αυτή η εκατοντάδα επωνύμων φερόταν από σχεδόν 600 οικογένειες, δηλαδή το ένα τρίτο του συνόλου. Αν και αυτό δεν αποτελεί από μόνο του απόδειξη της ιστορικής πορείας καμιάς συγκεκριμένης οικογένειας από αυτές, ο όγκος των ονομάτων αποτελεί ισχυρότατη ένδειξη ότι ένα μεγάλο μέρος των προσφύγων, Αρβανιτών και μη, έχοντας σκορπιστεί στις διάφορες Βενετικές κτήσεις σε μια δεύτερη προσφυγιά, κατέληξε και πάλι τελειωτικά στη Ζάκυνθο – είτε με τον πρώτο εποικισμό, στα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας, είτε στην τρίτη τους προσφυγιά λίγο αργότερα, όταν υπέκυψαν οι Βενετικές κτήσεις στις οποίες είχαν καταφύγει.
Πριν τελειώσουμε ας πούμε λίγα πράγματα για τους πολέμαρχους που υπεράσπισαν τη Ζάκυνθο για πάνω από δύο μήνες το φθινόπωρο του 1479. Ο Πέτρος Μπούας φαίνεται πως ήταν σε πιο προχωρημένη ηλικία από τους άλλους δύο, και ήταν γνωστή προσωπικότητα με μεγάλη επιρροή ακόμη και πριν την έλευση των Τούρκων στο Μοριά.  Ήταν ανάμεσα στους δεκατρείς Μοραΐτες άρχοντες στους οποίους απηύθυνε επιστολή ο Μωάμεθ Β΄το 1454. Στις πόλεις και τα χωριά του κάμπου της δυτικής Πελοποννήσου έκαναν κουμάντο οι Ραούληδες, ή Ράλληδες, αλλά στις κατούνες των ανεπίδεκτων εξουσίας κατοίκων της ορεινής ζώνης μόνο ο λόγος του Μπούα είχε ίσως βαρύτητα. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου έμεινε πιστός στη Βενετία και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του για μερικά ακόμη χρόνια μετά τα γεγονότα της Ζακύνθου. Πέθανε από φυσικά αίτια μια δεκαετία αργότερα.
Για τον Πέτρο Μποζίκη θα πούμε λίγο περισσότερα, γιατί μας δίνει την ευκαιρία να δείξουμε τι θεριά φωλιάζανε κάποτε εκεί που σήμερα πίνετε τον καφέ σας και τρώτε φρυγανιά με παγωτό. Δεν είχε τόση επιρροή όσο ο Μπούας, τουλάχιστον αρχικά, ούτε ήταν πάντα πιστός στη Βενετία (7). Ιππότης του Αγίου Μάρκου ο ίδιος, είχε τρεις αδελφούς: το Γεώργιο, που ήταν μάλλον μαζί με τον Πέτρο ο μεγαλύτερος, το Δήμα, επίσης Ιππότη του Αγίου Μάρκου, και το Μέξη ή Μέξα (8). Λίγο πάνω από ένα χρόνο μετά την αναχώρηση του Πέτρου από τη Ζάκυνθο ο Μέξης ακολούθησε το Θεόδωρο Μπούα, και εξήντα άλλους Στρατιώτες και τσαγδάρους (9) από το Ναύπλιο, σε μια επιδρομή εναντίον των Τούρκων του Άργους. Σέρνοντας μαζί τους κάπου τριάντα αιχμαλώτους τράβηξαν για την επαναστατημένη Μάνη, να ενωθούν με τη δύναμη του Κροκόνδειλου Κλαδά. Όλοι οι Στρατιώτες του Μοριά ήταν δυσαρεστημένοι με την συνθήκη ειρήνης αλλά περισσότερο από όλους οι Μανιάτες, αφού η Μάνη είχε παραχωρηθεί στους Τούρκους.
Μετά την ήττα του κινήματος ο Μέξης Μποζίκης και πολλοί άλλοι πήραν τα βουνά και ξεκίνησαν αυτό που σήμερα αποκαλείται κλεφτοπόλεμος. Ο Πέτρος και οι άλλοι αδελφοί, αν και δεν είχαν βγει στο κλαρί, τους παρείχαν υποστήριξη, και χρειάστηκε να αμνηστευτούν και αυτοί από τους Βενετούς προκειμένου να μεταβούν στην Ιταλία για να πολεμήσουν στον πόλεμο της Φερράρας. Είναι ενδεικτικό ότι οι Βενετοί αμνήστευσαν τους αντάρτες με την προτροπή των Οθωμανών, σε τέτοιο σημείο απελπισίας είχαν φέρει τους Τούρκους αυτοί οι πρώτοι Κλεφταρματωλοί του Μοριά (10). Παρά τον ευσεβή πόθο των Τούρκων, και των Βενετών, ότι θα γλυτώσουν από τους Κλέφτες με την αποστολή χιλιάδων Στρατιωτών στην Ιταλία ο κλεφτοπόλεμος δεν σταμάτησε. Συνεχίστηκε για αιώνες. Τον Πέτρο ακολούθησαν στην Ιταλία 540 Στρατιώτες. Λίγο μετά το γυρισμό του από εκεί οι Τούρκοι τον κατηγόρησαν ότι ήταν ο κρυφός αρχηγός των Κλεφτών. Ίσως αυτό να έχει σχέση με το ότι την άνοιξη του 1486 ο Πέτρος, ο Δήμας, ο Μέξης, και ο γιός του Πέτρου Γεώργιος στάλθηκαν δέσμιοι στη Βενετία. Απελευθερώθηκαν όμως και επέστρεψαν στο Ναύπλιο μέσα σε ένα δίμηνο (11).
Stradiot και haydut το 16ο αιώνα. Αρματωλός και Κλέφτης, οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Το 1494 οι Μποζικαίοι ξαναπήγαν στην Ιταλία για να αντιμετωπίσουν Γαλλική εισβολή. Για τη δράση τους εκεί, όπου τον Πέτρο Μποζίκη ακολούθησαν αυτή τη φορά 520 Στρατιώτες,  μεταφέρω εδώ ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Σάθα (12) – αναγκαστικά σε μονοτονικό:

Ιδού τι έγραψε τότε προς την Γερουσίαν ο προνοητής των Στρατιωτών Κονταρίνης: «Ελθόντες οι Στρατιώται εις Βεζέβενε ενεκαρδίωσαν και παρηγόρησαν τους κατοίκους.  Ενώ ο δουξ της Αυρηλίας καθ’ εκάστην ημέραν ελεηλάτει, τώρα ήλθεν η σειρά των Στρατιωτών». Και τω όντι άμα στρατωνισθέντες εν Βεζέβενε εξήλθον «δια να ίδωσιν αν οι εχθροί έχωσιν καρδιάν δια να μετρηθώσιν – η εμπροσθοφυλακή των προχωρήσασα εν μίλιον συνήντησε 40 βαρυσιδήρους ιππείς, 100 τσαγράτορας (βαλλιστροφόρους) και τρεις τοξότας, και ορμήσασα κατ’ αυτών συνέλαβεν είκοσιν εξ αιχμαλώτους, και εφόνευσεν 9 και 12 ίππους – αν δε ήσαν πολυαριθμότεροι ουδείς θα εσώζετο. Τέλος πάντων, τελευτά η έκθεσις, οι Γάλλοι εύρον τον αντίπαλον και καθ’ εκάστην οι Στρατιώται μας κάτι κάμνουσι». Μετ’ ολίγον πεντήκοντα Στρατιώται διευθύνονται προς αυτόν το γαλλικόν στρατόπεδον δια να ίδωσιν, ως έλεγον «οποίον είδος ανθρώπων ήσαν αυτοί οι Γάλλοι». Δύο αδελφοί του Πέτρου Βουζύκη έφθασαν σχεδόν εις τα εχθρικά χαρακώματα – 17 Γάλλοι ιππείς ορμώσι κατ’ αυτών, οι δε δύο Στρατιώται προσποιηθέντες φυγήν, στρέφονται δια ταχυτάτου ελιγμού και φονεύουσι δύο και αιχμαλωτίζουσιν ισαρίθμους. Την επιούσαν οι Στρατιώται στήσαντες ενέδραν φονεύουσι εννέα και αιχμαλωτίζουσιν τριάκοντα – τότε  είς των υιών του Πέτρου Βουζύκη διώκων τους εχθρούς, δεν ηδυνήθη να σταματήση τον ίππον του, όστις πηδήσας εις τα εχθρικά χαρακώματα συνελήφθη μετά του ιππέως. Ο προνοητής επρότεινε την ανταλλαγήν του νεαρού Στρατιώτου προς πλειοτέρους Γάλλους – εικάζεται όμως ότι εφονεύθη υπό των εξωργισμένων εχθρών.

Ο Μέξης σκοτώθηκε στην πολιορκία του Ναυπλίου από τους Τούρκους το 1500 και ο Γεώργιος το 1503. Οι Μποζικαίοι συνέχισαν να υπηρετούν σαν Στρατιώτες στο Ναύπλιο, μέχρι την παραχώρηση του στους Τούρκους το 1540, και σε πολλά άλλα μέρη. Κάποιος Μιχαήλ Μποζίκης εμφανίζεται και στον κατάλογο της Ζακυνθινής κομπανίας του Δημητρίου Παλαιολόγου το 1539.
Οι Μποχαλαίοι, όπως οι Μποζικαίοι, οι Μπουαίοι, και οι περισσότερες φάρες Στρατιωτών, συνέχισαν για πολύ καιρό να είναι φυτώρια πολεμιστών. Το Νικόλαο Μπόχαλη τον ξαναβρίσκουμε στο Šibenik της Δαλματίας το 1496 με 50 Στρατιώτες. Ο Κωνσταντίνος Μπόχαλης, που αναφέρει ο Ζώης, ήταν μάλλον γιός του, γιατί και αυτός αναφέρεται σαν dominus, και δρούσε μέχρι τη δεκαετία του 1530 στην υπηρεσία της Βενετίας. Έναν άλλο Μπόχαλη συναντάμε στον 5ο τόμο της Historia del rey don Hernando el Católico του Jerónimo Zurita του 16ου αιώνα. Τον περιγράφει σαν Teodoro Bocalo Griego, Capitan de Estradiotes, hombre valiente, y muy esforçado, y de quien el Gran Capitan tuvo satisfacion en esta Guerra, δηλαδή Θεόδωρο Μπόχαλη, Έλληνα, καπετάνιο Στρατιωτών, άνδρα γενναίο, και πολύ αφοσιωμένο, από τον οποίο ήταν ικανοποιημένος ο αρχιστράτηγος σε αυτό τον πόλεμο. Είχε στις διαταγές του dozientos (doscientos) Estradiotes Griegos, muy escogida gente de cavallo, δηλαδή διακόσιους  Έλληνες Στρατιώτες, πολύ διαλεχτούς καβαλάρηδες. Ο Ισπανός ιστορικός τα λέει αυτά γιατί ο Θεόδωρος Μπόχαλης βρισκόταν στην υπηρεσία των Ισπανών το 1502 στην Ιταλία. Τόσο εντυπωσιάστηκαν από τους Στρατιώτες οι Ισπανοί ώστε ο Φερδινάνδος ο Καθολικός – ο σύζυγος της γνωστής από την ιστορία του Κολόμβου Ισαβέλλας – επιστρέφοντας στην Ισπανία το 1507 τους πήρε μαζί του. Έτσι, αυτοί οι, ως επί το πλείστον, αβασίλευτοι βουνήσιοι αποτέλεσαν από τότε, και για πολλές δεκαετίες, επίλεκτο έφιππο τμήμα της Βασιλικής Φρουράς της Ισπανίας.

----------------------------------------------------------------------------------------- 
(1)  Δώρα, που στην πραγματικότητα ήταν φόρος υποτέλειας.
(2)  Οι Βενετοί εξαγόρασαν πολλούς αιχμαλώτους, οι οποίοι λόγω της υπερπροσφοράς πουλιόντουσαν για λιγότερο από μισό τσεκίνι. Ενδεικτικά ένα άλογο κόστιζε από είκοσι και πάνω. Σε μια περίπτωση οι γαλέες προσέγγισαν μια ακτή της Ιθάκης και διέσωσαν  μερικούς απελπισμένους που προσπαθούσαν να διαφύγουν.
(3)  Τα τείχη δεν ήταν αυτά που σώζονται σήμερα και που χτίστηκαν αργότερα από τους Βενετούς με νέες προδιαγραφές για να είναι ανθεκτικά στις βολές πυροβολικού της εποχής. Επιπλέον είχαν πιθανότατα πάθει σημαντικές ζημιές από μεγάλο σεισμό μια δεκαετία νωρίτερα.
(4)  Η τοποθεσία της μάχης αυτής δεν είναι γνωστή. Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη μας ότι η Ζάκυνθος εκείνη την εποχή δεν διέθετε ούτε έναν καρόδρομο και η δυσκολία μεταφοράς κανονιών δια ξηράς ήταν μεγάλη. Επομένως ο Γκεντίκ πρέπει να αποβιβάστηκε πολύ κοντά στο Κάστρο. Η παραλία του Άμμου προς νότον δεν ήταν η καταλληλότερη γιατί ο μοναδικός δρόμος ανάβασης – κακοτράχαλο μονοπάτι στην πραγματικότητα – σκαρφάλωνε στην αρκετά απότομη πλαγιά παράλληλα και ακριβώς κάτω από τα τείχη στο τελευταίο τμήμα του. Οι Οθωμανικές δυνάμεις θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτες κατά τη δύσκολη ανάβαση τόσο σε βολές από το κάστρο όσο και σε ξαφνικές αντεπιθέσεις. Τέτοιου είδους πληροφορίες θα ήταν διαθέσιμες στους Οθωμανούς από χρόνια. Αυτό αφήνει σαν μοναδική πιθανή εκδοχή, κατά τη γνώμη μου, την παραλία του Τσιλιβή.
(5)  Σάθας, Μνημεία, τόμος 7ος, σελ. 22.
1479, 11 Februarii
Quanti ponderi et importantie sit statui nostro expedire fidelissimos nostros Bocholi et Busichii capita Stratiotorum nostrorum qui fuerunt super loco Jacynthi nemo est qui ignoret, propterea Vadit pars quod in primo consilio qui congregabitur expediri debeant suprascripta et alia etiam capita Stratiotorum quemadmodum videbitur huic consilio, nec intrari posit sub aliqua alia material nisi expedita suprascripta (capita) Stratiotorum , et omnes de Collegio qui possunt ponere partes teneantur ponere opiniones suas, et expedita ipsa causa in nulla alia re posit intrari, nisi in rebus spectantibus a parte maris.
(6)  Σε καμία περίπτωση δεν ισχυρίζομαι ότι αυτά τα επώνυμα είναι τα μοναδικά. Πιθανότατα υπάρχουν και άλλα. Πολλά από τα επώνυμα είναι αλλοιωμένα και κάποια τελείως αγνώριστα. Πρέπει να επισημάνω ότι ο κατάλογος του Λιθοξόου είναι με Κροατικούς χαρακτήρες, μεταγραμμένος από άλλον με Κυριλλικούς, ενώ αρχικά τα επώνυμα είχαν γραφτεί με Αραβικούς. Οι αριθμοί δείχνουν νοικοκυριά με το ίδιο επώνυμο. Τα επώνυμα με αστερίσκο έχουν, από όσο ξέρω, εκλείψει στη Ζάκυνθο.
Αβράμης* [4], Ακρίτης* [2], Αλαμάνος [1], Ανδρόνικας* [3], Αρβανίτης* [1], Βαμβακάς [1], Βισβάρδης [4], Βλασσόπουλος [1], Βλαχιώτης [18], Βλάχος* [2], Βοζαΐτης [1(?)], Βυθούλκας [6], Γκλαβάς [7], Γκρέκας [2], Γολέμης [10], Γραμματικός* [6], Γραμματικόπουλος [1], Δαμιανός* [1], Δράμεσης* [7], Ζαπάντης* [6], Ζουπάνος (και Ζουρμπάνος στη Ζάκυνθο) [3-4], Καγκάδης* [7], Καλέντζης [4], Καλημάνης* [2], Καμπάσης [1], Καπαρέλλης [4], Καρδιοκάφτης [3], Κεφαλληνός [4], Κιούρκας [1-2], Κλάδης [3], Κόκλας [18], Κολοβός* [2], Κόμης [9], Κοτσώνης [2], Κουρτέσης [4], Κούτσης [25], Λαγούτσης [2], Λαμπέτης* [2], Λάτας [16], Λιβάνης [5], Λιόπεσης* [20], Λογοθέτης [4], Λουκίσας [7], Λόντζης ή Λούντζης [6], Λυκούρεσης [13], Μακρίσης* [2(?)], Μαλακάσης* [4], Μαντζάρος* [2], Μάντουκας* [4], Μάσκαρης* [4], Μαστραντώνης* [5], Ματαράγκας [4], Μαυρομ(μ)άτης [6], Μαυρωτάς [1], Μάνεσης [28], Μάτεσης [1], Μέγκουλας* [5], Μελίτης (στη Ζάκυνθο Μελίτας) [2-3], Μηλιώτης* [2], Μουζάκης [3], Μουρίκης [6], Μούσουρας [10], Μπαβάσης* [3], Μπάλτζας* [1], Μπαρμπούτσης* (όχι οικογένεια αλλά τοποθεσία ‘του Μπαρμπούτση’ στο Ρωμήρι το 1520) [9], Μπάστας [4], Μπάφης [5], Μπίτσης* [6], Μπούας [14], Νικηφόρος* [5], Ορφανός* [9], Παπαγιαννόπουλος* [8], Παπαδάτος [8], Παυλόπουλος* [3], Παύλος* [3], Πελεκάνος [4], Πέτας [14], Πλατυστόμου [4], Πλέσσας [21], Ράφτης [3], Ραψομάτης (Ραψομανίκης) [4], Ρένεσης [16], Ρίκκας* [2], Ρωμανός [3], Σαμάρης* [2], Σέρβος* [3], Σκλήβας [6], Σπάτας* [19], Σούλης [14], Σούρμπης [6], Στασινός [4], Σταυράκης [2], Στράτης ή Στρατής [3], Στρατίκης* [2], Στρούζας [1], Τρούσας [9], Φλεμοτόμος [1], Φλόκας* [2], Χαϊκάλης [5], Χαλανδρινός* (στη Ζάκυνθο Καλανδρινός) [1], Ψάρης [16].
(7)  Diana Gilliland Wright και John Melville Jones, The Greek Correspondence of Bartolomeo Minio Volume I: Dispacci from Nauplion, 1479 – 1483, 2008, File H.
(8)  Το όνομα Μέξης είναι Αρβανίτικο επώνυμο. Είναι πολύ πιθανό η μητέρα τους να ήταν το γένος Μέξη.
(9)  Πεζοί χωρικοί που φαίνεται πως στο Μεσαίωνα είχαν υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας στους Φράγκους άρχοντες. Η λέξη αναφέρεται στο Χρονικόν του Μορέως: Κράζει τινές του συγγενεῖς, φίλους τε καὶ γειτόνους, τσαγδάρους καὶ λιμαρικούς, βουλὴν μὲ αὐτοὺς ἀπῆρεν .... Το 15ο αιώνα, όταν υπήρξε ανάγκη, στρατολογήθηκαν από τους Βενετούς σαν μισθοφόροι και πολέμησαν ακόμη και στην Ιταλία. Σύμφωνα με το Σάθα ονομάστηκαν έτσι από την τσάγδα, το κοντό σιδερένιο δόρυ που χρησιμοποιούσαν.
(10)  Βλέπε 7.
(11)  Βλέπε 7.
(12)  Κωνσταντίνος Ν. Σάθας,  Έλληνες Στρατιώται εν τη Δύσει και η Αναγέννησις της Ελληνικής Τακτικής, 1885, σελ. 45.


Κυριακή 3 Ιουλίου 2011

Το μακρύ χέρι του βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκου του 8ου


Ένα χρόνο πριν τη σύλληψη του Θωμά Μπούα από τους ανθρώπους του βασιλιά της Γαλλίας Φραγκίσλου Α΄, ένας άλλος Μπούας παραλίγο να πληρώσει με τη ζωή του τα πάρε-δώσε του με ανθρώπους του βασιλιά της Αγγλίας. Μπορεί σε κείνη την ανάρτηση να επιτίμησα το ήθος του Φραγκίσκου αλλά ο Ερρίκος Η΄ ήταν ακόμη χειρότερος. Αρκεί να θυμίσω ότι αποκεφάλισε δύο από τις έξι συζύγους του, και υπέγραψε τις θανατικές καταδίκες δύο αγίων της Καθολικής Εκκλησίας, των Sir Thomas More και John Fisher, και μιας μάρτυρος, της κόμισσας Margaret Pole. Από αυτούς ο Thomas More ήταν πρώην συνεργάτης του και η Margaret Pole συγγενής του. Φρόντισε μάλιστα να ξεκληρίσει σχεδόν την οικογένεια της.
Στα τρία τελευταία χρόνια της βασιλείας του βρήκε αντάξιο του πράκτορα στην Ευρώπη στο πρόσωπο του συνταγματάρχη Ludovico Da lArmi, ενός τυχοδιώκτη από τη Μπολόνια. Νέος, από αρχοντική οικογένεια –  γιός πλούσιου εμπόρου και ανιψιός καρδιναλίου – κομψευόμενος, φιλόδοξος, και χωρίς ηθικούς φραγμούς, ο Da lArmi έμεινε στην ιστορία σαν ο διασημότερος βασιλικός τραμπούκος του 16ου αιώνα. Το 1541 δούλευε για το βασιλιά της Γαλλίας, έτσι τουλάχιστον πιστευόταν, οργανώνοντας εξέγερση στη Σιένα εναντίων των Ισπανών. Τον υποψιάστηκαν, το έσκασε, συνελήφθη στη Φλωρεντία των Μεδίκων, και κατάφερε να γλυτώσει το τομάρι του καρφώνοντας και παίρνοντας χάρη.
Στις αρχές του 1545 ο Ludovico Da lArmi εμφανίστηκε στη Βενετία στρατολογώντας μισθοφόρους για λογαριασμό του Ερρίκου Η΄. Στην αρχή οι Βενετοί έκαναν τα στραβά μάτια. Οι Γάλλοι, λεγόταν,  είχαν στείλει μια ντουζίνα πράκτορες να τον δολοφονήσουν. Ο ίδιος εργοδοτούσε ένα μικρό στρατό από μπράβους. Ανάμεσα τους και κάμποσοι μεγαλοτραμπούκοι που έφεραν τον τίτλο του κόμη, του μαρκήσιου, ή του ιππότη. Η Ρώμη – της οποίας υπήκοος ήταν ο Da lArmi και όπου ήταν καταζητούμενος για φόνο – πίεσε έντονα τη Βενετία να απελάσει τον άνθρωπο του σχισματικού εχθρού της Αγίας Έδρας και συμμάχου των Διαμαρτυρομένων Ερρίκου. Ο πάπας υποστήριζε πως ο Ερρίκος του είχε αναθέσει τη δολοφονία του καρδιναλίου Pole. Το Συμβούλιο των Δέκα, μη θέλοντας να διαταράξει τις σχέσεις με την Αγγλία, περιορίστηκε να θυμίσει στο Da lArmi πως η στρατολογία μισθοφόρων για ξένο στρατό ήταν παράνομη και να του κάνει συστάσεις να διάγει ήσυχο βίο.
Ιταλός μπράβος του 16ου αιώνα
Το βράδυ της 7ης Αυγούστου 1545 μία νυκτερινή αστυνομική περίπολος στη Βενετία εντόπισε μια ομάδα από περίπου δέκα ενόπλους. Τους ζήτησαν να αποκαλύψουν την ταυτότητα τους και να παραδώσουν τα όπλα τους. Αυτοί τράβηξαν σπαθιά και ακολούθησε συμπλοκή στην οποία τραυματίστηκε ένας αστυνομικός. Στο τέλος οι ένοπλοι υποχώρησαν και κλειδαμπαρώθηκαν στο σπίτι του Da lArmi. Την επόμενη μέρα εκδόθηκε ένταλμα να κυκλωθεί το σπίτι και να συλληφθούν όσοι είχαν καταφύγει εκεί. Επίσης ζητούσε από το Da lArmi, αν ήταν εκεί, να παρουσιαστεί στο Συμβούλιο. Στο σπίτι βρέθηκαν εφτά άτομα, ανάμεσα τους και ένας ιερέας, αλλά κανείς από αυτούς που είχαν πάρει μέρος στη συμπλοκή.
Την επόμενη μέρα ο Da lArmi παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως και δήλωσε πως είχε μεν πάρει μέρος στη συμπλοκή, αλλά είχε γίνει παρεξήγηση, και μέσα στο σκοτάδι είχε περάσει τους αστυνομικούς για κάποιους από τους πολλούς εχθρούς του. Μην τολμώντας να δυσαρεστήσουν τον Ερρίκο του επέτρεψαν να αποχωρήσει.
Μόλις τρεις μέρες αργότερα έφτασε στο Συμβούλιο η είδηση από τη Βενετική πόλη Τρεβίζο πως το βράδυ τρία άτομα είχαν επιτεθεί στον κόμη Curio Bua, γιό του περίφημου Μερκούριου Μπούα. Δύο από αυτούς του είχαν πιάσει κουβέντα, κοντά στο σπίτι του, και ο τρίτος τον μαχαίρωσε τρεις ή τέσσερες φορές. Κατόπιν, δύο από αυτούς ξέφυγαν μετά από καταρρίχηση των τειχών της πόλης σε σημείο όπου είχαν κρύψει άλογα, ο άλλος όμως πιάστηκε και ομολόγησε. Κατονόμασε το Ludovico Da lArmi σαν τον άνθρωπο για λογαριασμό του οποίου είχε γίνει η επίθεση. Οργισμένο το Συμβούλιο εξέδωσε ένταλμα αυθημερόν, διατάζοντας τη σύλληψη και ανάκριση, με βασανιστήρια αν χρειαζόταν, του Da lArmi και άλλων δεκατριών, οι οποίοι θεωρούνταν ένοχοι της συμπλοκής στη Βενετία και της επίθεσης στο Τρεβίζο.
Ο Da lArmi βέβαια το είχε σκάσει και, καθοδόν προς την Αγγλία, χτύπησε νυχτιάτικα την πόρτα του Βενετού πρέσβη στην αυλή του αυτοκράτορα Καρόλου Ε΄, στις Βρυξέλλες, για να δικαιολογηθεί και να μετριάσει τις εντυπώσεις. Για τον Curio Bua είπε ότι πρόθεση των ανθρώπων του ήταν μόνο να του προξενήσουν μιαν ουλή, να τον σημαδέψουν. ‘Σε κάποιον που, ενώ είχε πάρει χρήματα για να υπηρετήσει ένα Βασιλιά δεν πήγε, άξιζε πολύ μεγαλύτερη τιμωρία, όπως θα παραδεχόταν ο Δόγης, ο οποίος είναι και αυτός ηγεμόνας,’ δικαιολόγησε την πράξη του στον πρεσβευτή Bernardo Navagero. Όσον αφορά το σκοπό της επίθεσης φαίνεται ότι ψευδόταν, αφού ο Curio δέχτηκε τρία ή τέσσερα χτυπήματα – πιθανότατα από κάποιο εγχειρίδιο – και σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις Βενετικά έγγραφα μιλούν για απόπειρα φόνου. Έλεγε άραγε αλήθεια για το κίνητρο της απόπειρας; Είχε ο Curio πληρωθεί για να πολεμήσει για τον Ερρίκο και αρνήθηκε;
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε τις διαβεβαιώσεις ενός ανθρώπου σαν τον Da lArmi. Για να παραφράσω τα λόγια του Άγγλου πρέσβη στη Βενετία – του ίδιου Edmund Sigismund) Harvel που πληροφόρησε τον Ερρίκο για τη σύλληψη του Θωμά Μπούα από τους Γάλλους – ‘τίποτα σίγουρο δεν μπορεί να μαθευτεί από αυτόν’. Ο Curio δεν μπορεί να ήταν παραπάνω από 20 χρονών τότε. Ήταν γιός της Elisabetta Balbi που ο Μερκούριος Μπούας είχε παντρευτεί το 1525. Η πρώτη του γυναίκα, η Αικατερίνη Μπόχαλη, η οποία είχε γεννήσει μόνο ένα γιό, το Φλάβιο, είχε πεθάνει το 1524.
Αν ο Curio διέθετε πολεμική εμπειρία, αυτή θα ήταν ελάχιστη, και δεν θα την είχε αποκτήσει κοντά στον πατέρα του. Η μακρόχρονη σταδιοδρομία του Μερκούριου στα πεδία των μαχών είχε ουσιαστικά τερματιστεί όταν ο Curio ήταν έξι ή εφτά χρονών. Μια πολύ καλή περίληψη της σταδιοδρομίας του μπορείτε να δείτε σε αυτή την Ιταλική ιστοσελίδα. Μετά το 1532 δεν φαίνεται να είχε συμμετάσχει σε καμία μάχη. Βρισκόταν τότε στην έκτη δεκαετία της ζωής του και έπασχε από την εξαιρετικά επώδυνη κατάρα των πλουσίων, την ποδάγρα. Γνωρίζουμε μάλιστα πως το 1533 δεν μπόρεσε να παραστεί σε γκιόστρα στο Τρεβίζο, όπου ήταν μόνιμα εγκατεστημένος, λόγω της ποδάγρας. Έχουμε ξαναπεί πως ο Μερκούριος αγαπούσε ιδιαίτερα τις γκιόστρες. Έπαιρνε μέρος προσωπικά, το ίδιο και κάποιοι από τους Στρατιώτες του, όπως στη γκιόστρα του Τρεβίζο το 1518. Υποστηρίζεται ότι σε αυτό τον πίνακα του Lotto, φτιαγμένο γύρω στα 1535, ο Μερκούριος ακουμπάει στον τοίχο και το τραπέζι λόγω του άλγους του ποδιού του.

Ο Μερκούριος μάλλον πέθανε το 1542, αν και μόνο ενδείξεις υπάρχουν γι αυτό, και ο νεαρότατος Curio κληρονόμησε το βαρύτατο όνομα, τους τίτλους ευγενείας, και, πιθανότατα, την ηγεσία του λόχου των ελαφρών ιππέων. Ίσως είχε πράγματι συμφωνήσει, με μεγάλη επιπολαιότητα, να πολεμήσει για τον Ερρίκο και είχε αθετήσει την υπόσχεση του. Εξ ίσου πιθανό, αν όχι πιθανότερο, είναι να είχε αντιδράσει στις προσπάθειες του Da lArmi να στρατολογήσει κάποιους από τους δικούς του Στρατιώτες. Οπωσδήποτε δεν υπολόγισε σωστά το πόσο επικίνδυνος άνθρωπος ήταν ο Da lArmi.  Ήταν πολύ τυχερός που επιβίωσε της απόπειρας.
Ότι και να πίστευαν οι Βενετοί, ή ο πάπας, ο Ερρίκος Η΄ εμπιστευόταν τον Ludovico. Πίεσε το Βενετό πρεσβευτή στο Λονδίνο και έγραψε αυτοπροσώπως στη Σινιορία στο τέλος Σεπτεμβρίου, ζητώντας πεντάχρονη αμνηστία με δικαίωμα ασφαλούς διαμονής στη Βενετία για τον Da lArmi. Αρχικά οι Βενετοί ήταν άκαμπτοι αλλά στις 9 Δεκεμβρίου ενέδωσαν. Ψέλλισαν και κάποιες δικαιολογίες ότι για την καθυστέρηση έφταιγε ο θάνατος του Δόγη και η εκλογή νέου. Είναι χαρακτηριστικές οι οδηγίες που έδωσαν στον πρεσβευτή τους στη Ρώμη. Του είπαν να μην αναφερθεί στο ζήτημα, αν όμως του ζητηθούν εξηγήσεις να πει ότι την αμνηστία την επιθυμούσε διακαώς ο βασιλιάς της Αγγλίας και δεν μπορούσαν να αρνηθούν, γιατί είχαν πάντα καλές σχέσεις, και στην Αγγλία μένουν πολλοί υπήκοοι τους με μεγάλες επενδύσεις.
Ο Da lArmi επανήλθε θριαμβευτικά στη Βενετία τον επόμενο χρόνο, το 1546, και από εκεί διέτρεχε τη βόρειο Ιταλία στρατολογώντας, συνωμοτώντας, διαδίδοντας φήμες, και προσπαθώντας να στήσει αμφίβολες συμμαχίες. Δεν μπορούσε όμως να μείνει μακριά από καθαρά εγκληματικές ενέργειες για πολύ. Στις 3 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου εκδόθηκε στη Βενετία ένταλμα σύλληψης ενός τραπεζίτη, του Ser Mafio Bernardo, για αποκάλυψη κρατικών μυστικών και διαπραγματεύσεις με τη Γαλλία. Λιγότερο από δύο βδομάδες αργότερα ο Mafio Bernardo βρέθηκε δολοφονημένος έξω από τη Ραβέννα. Σχεδόν αμέσως προέκυψαν στοιχεία ανάμιξης του Da l’Armi. Αρνήθηκε τις κατηγορίες και, παρά το ότι νέα στοιχεία έδειχναν ότι ένα γράμμα που είχε δώσει στους δολοφόνους είχε χρησιμοποιηθεί για να παρασύρει το θύμα στον τόπο της δολοφονίας, τον άφησαν πάλι να φύγει.
Καινούργιες μαρτυρίες διέλυσαν οποιαδήποτε αμφιβολία για την ενοχή του πράκτορα. Ο Mafio Bernardo πρέπει να γνώριζε πράγματα που ο συνταγματάρχης του Ερρίκου δεν ήθελε να αποκαλυφτούν. Ο Da lArmi, καταζητούμενος πάλι στη Βενετία, βρέθηκε στο Μιλάνο στις αρχές Φεβρουαρίου. Η τύχη του όμως τον είχε εγκαταλείψει. Ο Ερρίκος Η΄είχε πεθάνει στις 28 Ιανουαρίου και το Λονδίνο δεν ενδιαφερόταν πλέον για την προστασία του. Οι κατάσκοποι τον ακολουθούσαν. Ήταν Καρναβάλια και δεν άντεξε στον πειρασμό να πάει στη γκιόστρα. Παρά το ότι ήταν μασκοφορεμένος τα εξεζητημένα και φανταχτερά ρούχα του τον έκαναν εύκολα αναγνωρίσιμο. Ακόμη και εμείς γνωρίζουμε πως ακριβώς ντυνόταν αφού ο Bonifazio τον έχει απαθανατίσει στη ‘Σφαγή των νηπίων’. Τον βλέπουμε στα δεξιά να παρακολουθεί τη σφαγή απαθής, φορώντας κόκκινο σκούφο από Ανατολίτικο μετάξι με άσπρο φτερό, πορφυρό επενδύτη από βελούδο με κρεμάμενα μανίκια, και βράκα.

Ο Ludovico Da lArmi συνελήφθη και φυλακίστηκε στο κάστρο. Με τη σύμφωνη γνώμη του αυτοκράτορα Καρόλου Ε΄, υπό την προστασία του οποίου βρισκόταν το Μιλάνο, εκδόθηκε στη Βενετία τον Απρίλιο. Διακόσιοι καβαλάρηδες με αυστηρές εντολές αποτέλεσαν τη συνοδεία του αλυσοδεμένου δολοφόνου. Μετά από δεκαπενθήμερη βασανιστική ανάκριση αποκεφαλίστηκε πάνω σε μια ψηλή εξέδρα, ανάμεσα στις δύο κολώνες στην Piazzetta di San Marco.

-----------------------------------------------------------
Για τη συγγραφή του κειμένου χρησιμοποιήθηκαν:
Eric Harrison, Henry the Eighth’s Gangster: The Affair of Ludovico Da l’Armi, The Journal of Modern History, τόμος 15ος, Δεκ. 1943.
John Addington Symonds, Renaissance in Italy: The Catholic Reaction, Μέρος 1ο, Κεφάλαιο 6ο, New York 1887.
V. Arrighi, Dizionario Biografico degli Italiani, DALL'ARMI, Ludovico.
Calendar of State Papers Relating to English Affairs in the Archives of Venice.
Maria Luisa Ricciardi, Lorenzo Lotto. Il Gentiluomo della Galleria Borghese, Artibus et Historiae, τόμος 10ος, No. 19 (1989).

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Ο Ναυπλιώτης μισθοφόρος και η χαμένη τιμή του βασιλιά της Γαλλίας


Οι γραπτές περιγραφές που έχουμε για τους Στρατιώτες είναι κυρίως από Βενετικές και Γαλλικές πηγές. Βρήκα και μια – πολύ σύντομη αλλά άκρως ενδιαφέρουσα – Αγγλική περιγραφή στον 3ο τόμο των Χρονικών του Raphael Holinshed και των συνεργατών του, που πρωτοεκδόθηκαν μεταξύ 1577 και 1586. Είναι καλοκαίρι του έτους 1513 και ο Άγγλος βασιλιάς Ερρίκος Η΄ βρίσκεται στη Γαλλία περιμένοντας να ενώσει τις δυνάμεις του με αυτές του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α΄ και να αντιπαρατεθούν στους Γάλλους.

Ανάμεσα στους Γάλλους υπήρχαν κάποιοι ελαφροί ιππείς ονομαζόμενοι Stradiots (αλλού στο ίδιο βιβλίο αναφέρονται και σαν Estradiots) με κοντούς αναβατήρες, καστόρινα καπέλα, μικρά δόρατα, και ξίφη σαν τις κυρτές σπάθες της Τουρκίας.
Το ‘μικρά δόρατα’ είναι βέβαια σχετικό, όπως μπορούμε να δούμε στην παραπάνω απεικόνιση μιας κομπανίας Στρατιωτών στην υπηρεσία του Μαξιμιλιανού Α’ από το Der Weiß-Kunig. Απλώς ήταν ελαφρύτερα από τα βαριά κοντάρια των ιπποτών και τις τεράστιες ‘σάρισες’ του πεζικού. Για τους κοντούς αναβατήρες έχουμε ήδη μιλήσει. Οι κυρτές σπάθες των Στρατιωτών είναι γνωστές. Το νέο σε αυτή την περιγραφή είναι το υλικό κατασκευής των χαρακτηριστικών καπέλων των Στρατιωτών.

Είναι νομίζω εκπληκτικό πως τα καπέλα των δανδήδων του 19ου αιώνα όχι μόνο έμοιαζαν με τα καπέλα των Στρατιωτών του 15ου και 16ου αλλά ήταν φτιαγμένα και από το ίδιο υλικό.
Αργότερα ο Ερρίκος Η’ θα προσλάβει και αυτός Στρατιώτες. Από την ίδια πηγή μαθαίνουμε πως το 1541 Στρατιώτες υπηρετούσαν στα σύνορα με τη Σκωτία, μια περιοχή όπου γίνονταν συχνά εκατέρωθεν επιδρομές, αλλά στέλνονταν και στις κατεχόμενες από τους Άγγλους περιοχές της Γαλλίας όταν χρειαζόταν.

Ένα σημαντικό ντοκουμέντο για τη δράση τους βρίσκεται στις ‘Αποδημίες’ του Κερκυραίου Νίκανδρου Νούκιου. Τα σχετικά αποσπάσματα είχε δημοσιεύσει ο, επίσης Κερκυραίος, Ανδρέας Μουστοξύδης (1). Ο Νίκανδρος, ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, τους συνάντησε στην Αγγλία και τους συνόδευσε – έφιππος και ένοπλος αλλά χωρίς να είναι γνωστό αν συμμετείχε στις μάχες – σε επιδρομές στη Σκωτία και λίγο αργότερα στη Γαλλία. Πρόκειται για Στρατιώτες από το Ναύπλιο που είχαν πριν λίγα χρόνια δει την πατρίδα τους, άπαρτη στον πόλεμο, να παραδίνεται από τη Βενετία στους Οθωμανούς για να σφραγιστεί η ειρήνη. Είχαν διαλέξει το δρόμο της προσφυγιάς και κάποιοι από αυτούς, κουβαλώντας το ριζικό τους στην κόψη του σπαθιού τους, βρέθηκαν στις εσχατιές της Εσπερίας. Αρχηγός τους ήταν ένας Θωμάς ο Αργείος, του οποίου τις αρετές εκθειάζει ο Νούκιος. Δεν μας δίνει το επώνυμο του Θωμά αλλά οι ιστορικοί πιστεύουν πως πρόκειται για κάποιο Θωμά Μπούα.
Μετά από κάποιες μικροσυμπλοκές, την άνοιξη του 1546, οι Στρατιώτες βγήκαν από τη Βουλώνη προς συνάντηση του εχθρού. Έγινε σφοδρή μάχη κατά την οποία 550 Στρατιώτες αντιμετώπισαν 1000 Γάλλους – πάνοπλους ιππείς και πυροβολικό. Ο Νούκιος δίνει παράφραση του λογυδρίου με το οποίο ο Θωμάς εμψύχωσε τους άνδρες του. ‘Δεν έχουμε φέρει από την πατρίδα μας τίποτα άλλο εκτός από την ανδρεία και την γενναιότητα μας’, και, 'Ας κάνουμε την ακτή του ωκεανού κόκκινη από το αίμα των αντιπάλων μας, και ας δείξουμε με τα έργα μας την από παλιά θρυλούμενη ανδρεία των Ελλήνων’ είναι λόγια που του αποδίδει. Στη συνέχεια σχεδίασε ένα κλασικό ελιγμό τανάλιας , στέλνοντας το πρωτοπαλίκαρο του, κάποιον Ελεάζαρο, να επιτεθεί με ένα τμήμα στα νώτα των Γάλλων. Στο τέλος οι Γάλλοι τράπηκαν σε φυγή με απώλειες πολλαπλάσιες των Στρατιωτών. Οι Στρατιώτες είχαν 35 νεκρούς και 40 τραυματίες, ανάμεσα τους και το Θωμά που επλήγη από δόρυ στο μηρό.
Σας αφήνω να απολαύσετε για λίγο, αν μπορείτε, τα ιδιοτύπως αρχαΐζοντα Ελληνικά του Νίκανδρου. Να σας πω όμως προηγουμένως ότι όταν λέει Τάμεσις δεν εννοεί τον Thames του Λονδίνου αλλά τον Tweed στα σύνορα της Σκωτίας.

Λίγο μετά τα γεγονότα που περιγράφει ο Νούκιος, στις 25 Μαΐου 1546, οι δύο βασιλιάδες έκαναν ειρήνη. Πολλοί πολεμιστές άρχισαν να απολύονται και να γυρίζουν στις πατρίδες τους. Ο Θωμάς πήγε στην Αγγλία και ο Νίκανδρος, με άλογο και λεφτά που του έδωσε ο Θωμάς, στην Ιταλία.

Ο Θωμάς μάλλον δεν μπόρεσε να απολαύσει την παχυλή αμοιβή που εισέπραξε από τον Ερρίκο Η’. Σε ένα γράμμα (2) του νέου πρεσβευτή των Άγγλων στη Γαλλία Nicholas Wotton, με ημερομηνία 28 Νοεμβρίου 1546, υπάρχει αυτό το απόσπασμα:

Ως προς τον Καπετάν Μπούα, τον Αλβανό που πιάστηκε στο Τορίνο, αυτός καταδικάστηκε, και εκτελέστηκε, τουλάχιστον ένα δεκαπενθήμερο πριν την ημερομηνία του γράμματος που μου ζητούσε να μεσολαβήσω για χάρη του. Μου λένε ότι το έσκασε με ένα μεγάλο ποσό χρημάτων του ανωτέρου του, τα οποία ο ανώτερος ήταν να τα παραδώσει στον Βασιλιά (της Αγγλίας). Και ήταν ο ανώτερος του η αιτία που συνελήφθη, και που έκανε τη διαδικασία εναντίον του – και ότι αυτός ο Μπούας δεν είπε ποτέ πως ήταν υπηρέτης της Υψηλότητας του Βασιλιά. Είπε σωστά ότι Τον είχε υπηρετήσει, αλλά είχε ξεκάθαρα φύγει, και αναζητούσε υπηρεσία στην Ιταλία. Μου το είπε ο Ναύαρχος, και μου το επιβεβαίωσε ο Καρδινάλιος του Turnon (και παρόλα αυτά δυσκολεύομαι να το πιστέψω) ότι ο Μπούας ενόσω ήταν στην υπηρεσία της Μεγαλειότητας του Βασιλιά, πρότεινε να επιστρέψει στον Γάλλο Βασιλιά με όλους τους άνδρες του, αλλά ότι ο Γάλλος Βασιλιάς είπε ότι δεν θα εμπιστευόταν κανένα τέτοιον – και ότι σίγουρα ήταν πρέπον να σκέφτεται κανείς πως σε τέτοιο άνθρωπο έπρεπε να δειχτεί λιγοστή καλοσύνη και να είναι γρήγορη η διαδικασία (δίκης και εκτέλεσης) – και έτσι ας ελεήσει ο Θεός την ψυχή του.
Στο γράμμα δεν αναφέρεται το μικρό όνομα του Μπούα και έτσι δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι ήταν ο Θωμάς. Φαίνεται όμως ότι ήταν. Όπως και ο Μπούας της επιστολής, ο Θωμάς είχε υπηρετήσει τους Γάλλους πριν πάει στην Αγγλία, γι αυτό ήταν γνωστός και σαν Thomas DArghien. Άλλωστε πόσοι καπετάνιοι με το όνομα Μπούας μπορεί να υπηρετούσαν τον Ερρίκο Η΄ εκείνη την εποχή και να ήταν αρκετά σημαντικοί ώστε να ασχολούνται μαζί τους οι κυβερνήσεις Αγγλίας και Γαλλίας; Το γράμμα αυτό φαίνεται ότι ξεσκεπάζει και διατηρεί ανεξίτηλο ένα ατιμωτικό έγκλημα του Γάλλου βασιλιά Φραγκίσκου Α΄. Η εικόνα που σχηματίζεται από τα γραφτά του Νούκιου και την επιστολή του Wotton είναι σαφής.
Ο Θωμάς δεν έμεινε για πολύ στην Αγγλία μετά το τέλος του πολέμου. Πήρε την πλουσιοπάροχη αμοιβή του και έφυγε, ίσως γιατί δεν χρειαζόταν πια ο Ερρίκος τις υπηρεσίες του, ή επειδή ο ίδιος, έχοντας αποκτήσει αρκετά χρήματα, αποζητούσε πλέον τη θαλπωρή του Μεσογειακού ήλιου. Στο δρόμο για την Ιταλία πέρασε από περιοχές που έλεγχε ο Γάλλος βασιλιάς, σίγουρος πως σε περίοδο ειρήνης δεν είχε τίποτα να φοβηθεί. Στο Τορίνο όμως τον συνέλαβαν και τον παράπεμψαν σε στημένη δίκη με χαλκευμένες κατηγορίες, παρουσιάζοντας την αμοιβή του σαν προϊόν κλοπής. Το ότι ήταν χαλκευμένες είναι φανερό, γιατί αν ο Θωμάς είχε κλέψει χρήματα που προορίζονταν για τον Άγγλο βασιλιά δεν θα είχε ζητηθεί από τον πρεσβευτή να μεσολαβήσει υπέρ του. Γνωρίζοντας οι Γάλλοι πως η σύλληψη του Μπούα θα μαθευτεί στο Λονδίνο, και ότι θα υπάρξει Αγγλική παρέμβαση και ξεσκέπασμα της σκευωρίας, φρόντισαν να γίνει η δίκη στα γρήγορα και να τον εκτελέσουν άμεσα. Πραγματικά ο Wotton βρέθηκε προ τετελεσμένου γεγονότος, το οποίο μάλιστα οι Γάλλοι προσπάθησαν να δικαιολογήσουν με περαιτέρω συκοφαντίες. Τέτοιο ήταν το εκδικητικό τους μένος εναντίον του Μπούα!
Βρίσκω τον πειρασμό της αντιπαραβολής και σύγκρισης του ήθους του μισθοφόρου με αυτό του μονάρχη ακατανίκητο. Ο Θωμάς και τα παλληκάρια του πολεμούσαν και θυσιάζονταν για να αποδείξουν την παλληκαριά τους, για να μη ντροπιάσουν την πατρίδα τους, και για να τιμήσουν το ψωμί που έτρωγαν και την υπόσχεση τους. Αυτά ήταν που μέτραγαν πάνω από όλα την κρίσιμη στιγμή πριν τη μάχη και τους έκαναν να υπερβάλλουν εαυτούς πέφτοντας ορμητικά πάνω σε πολυαριθμότερους, σιδερόφραχτους αντιπάλους. Πάνω από την προσδοκία για λάφυρα, λύτρα, και αμοιβές, στεκόταν το φιλότιμο.
Ο Φραγκίσκος Α΄, από την άλλη, ήταν ένας από τους σημαντικότερους ηγεμόνες της Ευρώπης, θεμελιωτής μεγάλων έργων, προστάτης των γραμμάτων και των τεχνών – κατά τη διάρκεια της βασιλείας του έφερε ο Leonardo da Vinci την Gioconda στη Γαλλία – και οργανωτής εξερευνητικών αποστολών στην Αμερική και τον Ινδικό Ωκεανό. Η φιλοδοξία του και η αντιζηλία του με τον αυτοκράτορα Κάρολο Ε΄τον οδήγησαν σε ολόκληρη σειρά πολεμικών περιπετειών, συνήθως άδοξων, κατά τη διάρκεια της 32-χρονης βασιλείας του. Στα 1525, αιχμάλωτος του μισητού αντιπάλου του μετά τη μάχη της Παβίας, είχε πει το περίφημο ‘Έχασα τα πάντα εκτός από την τιμή μου’. Μόλις όμως απελευθερώθηκε τον επόμενο χρόνο παρασπόνδησε με διάφορες δικαιολογίες. Λίγο αργότερα προκάλεσε σκάνδαλο στο Χριστιανικό κόσμο συμμαχώντας με τον σουλτάνο ενάντια στον αυτοκράτορα. Για την εκτέλεση του Θωμά Μπούα το 1546 δεν μπορούσε να μην είχε τουλάχιστον ενημερωθεί – ήταν μια υπόθεση που απτόταν των ευαίσθητων σχέσεων του βασιλείου του με την Αγγλία. Αποδεικνύεται, όπως και η ανώτατη φεουδαρχική κλίκα που τον περιστοίχιζε, μικρόψυχος, εκδικητικός, δολοπλόκος, και ανειλικρινής. Έχασε τη ζωή του και όλα τα γήινα αγαθά του τον επόμενο χρόνο. Η τιμή του, όπως τόσων άλλων βασιλιάδων, είχε υπάρξει μόνο σαν έννοια κενή περιεχομένου.



Ενημέρωση (αυθημερόν)
Κάποιες συμπληρωματικές πληροφορίες που βοηθούν να σχηματίσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τον τελευταίο χρόνο της ζωής του Θωμά Μπούα.
20 Ιανουαρίου
Οι καπετάνιοι Αντώνιος Στασινός και Νικόλαος Κρεζίας που είχαν υπηρετήσει ‘στο βορρά’ το προηγούμενο καλοκαίρι στέλνονται στη Βουλώνη με 50 άνδρες ο καθένας. Συνταγματάρχης των ‘Αλβανών’ είναι εκεί ο Cavalier Thomaso, δηλαδή ο Θωμάς Μπούας. Οι δύο καπετάνιοι θα εξισώσουν την αμοιβή τους (που αρχικά θα είναι 30 κορώνες το μήνα) με τους άλλους όταν συγκεντρώσουν 100 άνδρες ο καθένας.
13 Φεβρουαρίου
Γράμμα από το Συμβούλιο της Βουλώνης στον Ερρίκο Η΄ με παράπονα ότι οι δύο νεοφερμένοι καπετάνιοι και διάφοροι άλλοι, Ισπανοί και Ιταλοί, ‘κλέβουν’ Στρατιώτες από το Μπούα αντί να φέρουν από αλλού και αυτό τον στενοχωρεί πολύ. Ο Μπούας ζητάει επίσης αποζημίωση για τα άλογα των ανδρών του που έχουν σκοτωθεί και φτάνουν τα 60.
17 -20 Μαρτίου
Φαίνεται να επιχειρείται κάποια λύση με την ονομασία του Μπούα συνταγματάρχη όλων των Άλβανών’ της Βουλώνης.
7 Απριλίου
Γίνεται νυχτερινή επιδρομή του Μπούα στο Estaples. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους είναι ένας Γασκώνος και κάποιοι ‘Γερμανοί’.
25 Μαΐου
Υπογραφή συνθήκης ειρήνης
Ιούλιος
Ο Wotton, ο οποίος συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις ειρήνευσης, τοποθετείται πρέσβης του Ερρίκου στη Γαλλία. Ο Θωμάς φαίνεται ότι είναι ακόμη στην υπηρεσία του Ερρίκου.
25 Σεπτεμβρίου
Ένα γράμμα του πρέσβη στη Βενετία Edmund Harvel πληροφορεί τον Ερρίκο ότι οι Γάλλοι έχουν συλλάβει τον Καπετάν Μπούα και κινδυνεύει η ζωή του.
4 Νοεμβρίου
Ο Γάλλος πρέσβης στην Αυλή του Ερρίκου de Selve γράφει στον Φραγκίσκο Α΄ ότι ο βασιλιάς του ζήτησε να γράψει για τον Cavalier Boa, ο οποίος συνελήφθη μετά την υπογραφή της ειρήνης. Ο Μπούας όμως ίσως είναι ήδη νεκρός.
-----------------------------------------------------------------------------  
(1)  Πανδώρα, φυλ. 154, τόμος Ζ΄, 1856
(2)  State Papers, τόμος 11ος, έκδοση 1852, σελ. 358.
Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .