Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Teixeira. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Teixeira. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 17 Απριλίου 2012

Έμποροι και λαθρέμποροι στο Πόρτο πριν τέσσερεις αιώνες

Πλοία και βάρκες απέναντι στον Εξηνταβελόνη το 17ο αιώνα.

Στα 1893 – 94 ο Σπυρίδων Δε Βιάζης έγραψε μια σημαντικότατη σειρά άρθρων στον ‘Παρνασσό’ με τίτλο ‘Ιστορικαί σημειώσεις περί σταφίδος εν Επτανήσω και ιδίως εν Ζακύνθω’. Σε αυτήν περιγράφει την ιστορία του ‘μαύρου χρυσού’, που αποτέλεσε τον κυριότερο παράγοντα ευημερίας της Ζακύνθου από το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα ως την Ένωση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Μεγάλο μέρος της εργασίας του Δε Βιάζη ασχολείται με τις προσπάθειες της Βενετίας, αφέντρας των νησιών του Ιονίου από τα τέλη του 15ου αιώνα μέχρι και την εκπνοή του 18ου, να ελέγξει, για ίδιον όφελος, την παραγωγή και το εμπόριο του πολύτιμου αυτού αγαθού.

Η χειρότερη κρίση που προκάλεσε η Βενετική σταφιδική πολιτική ήταν στη διάρκεια της επταετίας 1602 – 1609, όταν είχε απαγορευθεί τελείως η απευθείας εξαγωγή σταφίδας από τα Ιόνια νησιά. Για αυτήν την έντονα φορτισμένη περίοδο, όταν η οικονομική καταστροφή της Ζακύνθου, της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης κόντευε να γίνει μη αναστρέψιμη, ο Δε Βιάζης ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες του υπομνήματος διαμαρτυρίας του Συμβουλίου της Κοινότητας της Ζακύνθου, με ημερομηνία 8 Οκτωβρίου του 1602. Σε αυτό το υπόμνημα, γραμμένο κάτι λιγότερο από δύο μήνες μετά την απόφαση που επέβαλε την εξαγωγή Επτανησιακής σταφίδας μόνο μέσω Βενετίας, εκφράζονται οι εύλογοι φόβοι των Ζακυνθινών και διαφαίνεται η απελπισία τους. Για το τι επακολούθησε όμως παρέχει ελάχιστες, σχεδόν επιγραμματικές, πληροφορίες. Γι αυτά τα πολύ δύσκολα χρόνια μπορούμε σήμερα να πούμε μερικά πράγματα επιπλέον, ρίχνοντας λίγο περισσότερο φως στο κεφάλαιο αυτό της Ιστορίας μας, και ίσως έτσι καταφέρουμε να διακρίνουμε αμυδρά το λιμάνι της Ζακύνθου εκείνη την εποχή, το Πόρτο.

Όταν ο John Locke επισκέφθηκε τη Ζάκυνθο στο τέλος Ιουλίου του 1553 έμεινε έκπληκτος από τους κομπασμούς των ντόπιων για τη στρατιωτική τους δύναμη. ‘Μου φαίνεται παράξενο,’ έγραψε, ‘ότι μπορούν να διατηρούν τόσους άνδρες σε αυτό το νησί, γιατί το καλύτερο προϊόν τους είναι το κρασί και όλα τα υπόλοιπα είναι της συμφοράς.’ (1) Είναι φανερό ότι η μαζική παραγωγή σταφίδας και η απορρόφηση της από τους Άγγλους δεν είχε ακόμη ξεκινήσει, όπως άλλωστε προκύπτει από τα στοιχεία του Δε Βιάζη. Μέσα σε μια γενιά όμως η παραγωγή και το εμπόριο είχαν εκτοξευτεί. Τόσο, που στις 26 Ιανουαρίου του 1581 (1580 με το Βενετικό ημερολόγιο), και όχι το 1584 όπως λέει ο Δε Βιάζης, η Βενετία επέβαλε βαρύτατη φορολογία στην αγορά του προϊόντος, το νέο δασμό ή nuova imposta. Για κάθε χίλιες λίτρες το Βενετικό κράτος εισέπραττε δέκα δουκάτα, ποσό που συχνά υπερδιπλασίαζε το κόστος της σταφίδας για τους ξένους εμπόρους. Ο πρωτεύων λόγος της επιβολής δεν ήταν ούτε η χρησιμοποίηση των προσόδων για την αγορά αποθεμάτων σταριού – κάτι για το οποίο οι Βενετοί ανησυχούσαν πραγματικά αλλά για λόγους στρατηγικούς και όχι φιλανθρωπικούς – ούτε μια γενικότερη επιθυμία αύξησης των κρατικών εσόδων. Ήταν μια αντίδραση στην πολιτική της Αγγλίδας βασίλισσας Ελισάβετ, η οποία με την προστατευτική της πολιτική εμπόδιζε τη Βενετική εμπορική δραστηριότητα στη χώρα της. Στόχος ήταν, στην πραγματικότητα, η εκδίωξη των Άγγλων από τη Ζάκυνθο.

Η Αγγλική όρεξη για σταφίδα όμως ήταν ακόρεστη. Αν και περιέχει μια δόση υπερβολής, είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε για τους Άγγλους ο Βενετός πρεσβευτής στο Λονδίνο Alvise Contarini στις 23 Φεβρουαρίου του 1629 (2):

Αυτός ο λαός καταναλώνει περισσότερη σταφίδα από όση όλος ο υπόλοιπος κόσμος μαζί, και είναι τόσο συνηθισμένοι σε αυτή την πολυτέλεια και τους αρέσει τόσο πολύ, που λέγεται πως άνθρωποι κρεμάστηκαν επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα για να την αγοράσουν, σε κάποιες δημοφιλείς γιορτές, στις οποίες είναι παράδοση (να την καταναλώνουν).

 Έτσι το εμπόριο του ‘μαύρου χρυσού’ συνέχισε να διογκώνεται και ανάγκασε τους Βενετούς να εντείνουν τα μέτρα περιορισμού της παραγωγής, φτάνοντας ακόμα και στο ξερίζωμα καλλιεργειών. Η παρουσία των Άγγλων, και σε μικρότερο βαθμό των Ολλανδών, των Γάλλων και των Ισπανών, παραγκώνιζε τους Βενετούς εμπόρους από τον πατροπαράδοτο χώρο της κυριαρχίας τους, την ανατολική Μεσόγειο. Και, ενώ δυσκολεύονταν οι Βενετοί να τα βγάλουν πέρα με το θεμιτό ανταγωνισμό, γρήγορα προστέθηκαν έντονα φαινόμενα λαθρεμπορίου και διαφθοράς, αναμενόμενα απότοκα των δικών τους φορομπηχτικών επιλογών. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά φούντωσε στο τέλος και η πειρατεία, ιδιαίτερα όταν στα τελειώματα του πολέμου των Άγγλων με τους Ισπανούς πολλοί πρώην ‘νόμιμοι’ κουρσάροι οδηγήθηκαν στο δρόμο της παράνομης και αδικαιολόγητης ληστείας.

Βενετσιάνικο εμπορικό σε απεικόνιση του 1629.

***

Με την κατάσταση που επικρατούσε ίσως να μην είναι εντελώς άσχετη η απόφαση για την οικοδόμηση Λαζαρέτων, δηλαδή λοιμοκαθαρτηρίων, στην Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο το 1588. Φαίνεται πως η καραντίνα, κάποια μορφή της οποίας πιθανότατα προϋπήρχε του λοιμοκαθαρτηρίου, χρησιμοποιήθηκε σαν ένα ακόμα όπλο στην προσπάθεια να βρεθούν οι Βενετοί έμποροι και ναυτικοί σε θέση πλεονεκτικότερη των ανταγωνιστών τους. Την άνοιξη του 1599 επισκέφθηκε τη Ζάκυνθο ο Thomas Dallam πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη. Το πλοίο του ήταν Αγγλικό και είχε κάνει τελευταίο σταθμό στο Αλγέρι, από όπου είχαν κάνει πανιά στις 4 Απριλίου. Έφτασαν στη Ζάκυνθο στις 20 του μήνα και λέει χαρακτηριστικά (3):

Ο Πρεβεδούρος (κυβερνήτης) και εκείνοι οι αξιωματούχοι που του παραστέκονται, τους οποίους λένε σινιόρους της υγείας, δεν μας επέτρεπαν να βγούμε στην ξηρά επειδή ερχόμαστε από το Αλγέρι, όπου ζουν Τούρκοι, και φέραμε μερικούς Τούρκους από εκεί με το πλοίο μας – παρόλα αυτά μετά από έξι μέρες μας δώσανε pratique (4), δηλαδή άδεια να αποβιβαστούμε. Η διαταγή είναι όσοι έρχονται από οποιοδήποτε μέρος της Τουρκίας, και δεν έχουν υγειονομικό έγγραφο από κάποιο Βενετό ή Ιταλό, να παραμένουν είτε επί του πλοίου ή στη φυλακή που λέγεται Λαζαρέτο για δέκα μέρες – αν στο μεταξύ κάποιος αρρωστήσει πρέπει να μείνουν για άλλες δέκα μέρες και ούτω καθεξής, μέχρι να αποκατασταθεί η υγεία τους.

Βλέπουμε λοιπόν πως ένα Βενετικό πλοίο, ερχόμενο για παράδειγμα από τη Σμύρνη, μπορούσε να αποφύγει την καραντίνα με ένα πιστοποιητικό του εκεί Βενετού προξένου, που βεβαίωνε ότι δεν υπήρχε εκεί επιδημία. Τέτοιο χαρτί ίσως να μην ήταν πάντα εύκολο για τους Άγγλους να το αποκτήσουν. Στην περίπτωση του Dallam οι υγειονόμοι έκαναν και κάποια ‘έκπτωση’, ίσως επειδή το πλοίο είχε ήδη περάσει πάνω από δύο βδομάδες στη θάλασσα ώσπου να φτάσει. Ο Dallam στην επιστροφή του από την Κωνσταντινούπολη στην Αγγλία όμως, κάνοντας και πάλι στάση στη Ζάκυνθο, αναγκάστηκε να εξαντλήσει τη δεκαήμερη καραντίνα. Εντελώς διαφορετική ήταν η αντιμετώπιση των Βενετικών πλοίων, ιδιαίτερα όταν μετέφεραν σημαίνοντα πρόσωπα. Ας δούμε τι έγραψε ο Πορτογάλος Pedro Teixeira στα τέλη Μαΐου του 1605, ερχόμενος με ένα Βενετικό πλοίο από την Αλεξανδρέττα και έχοντας κάνει στάση στην, επίσης Οθωμανική, Κύπρο (5):

Όταν μπήκαμε στο λιμάνι περάσαμε τη νύχτα πάνω στο πλοίο και βγήκαμε όλοι στην ξηρά το πρωί. Παρά το ότι πιστοποιήθηκε ότι είμαστε όλοι υγιείς συναντήσαμε μεγάλες δυσκολίες στο να πάρουμε pratique, ζήτημα στο οποίο η Σινιορία επαγρυπνεί ιδιαίτερα. Σαν μεγάλη χάρη, και επειδή δείχτηκε μεγάλο ενδιαφέρον, μας κρατήσανε σε μια αποθήκη μέχρις ότου οι υγειονόμοι αποφασίσουν τι να μας κάνουν. Ο Κυβερνήτης (της Ζακύνθου), ο διοικητής της μοίρας (του στόλου) (6), και άλλοι διακεκριμένοι φίλοι του συντρόφου μας, του Piero dal Ponte, έκαναν ότι μπορούσαν για μας. Παρόλα αυτά δεν μας άφησαν ελεύθερους πριν τις τρεις το απόγευμα – τόσο αυστηρά χειρίζονται αυτή την υπόθεση αυτά τα έθνη. Κατά τη διάρκεια της καθυστέρησης και της κράτησης μας, εξεπλάγην από την αφθονία των δώρων και των αναψυκτικών που στάλθηκαν στον Piero dal Ponte. Είμαστε γύρω στα σαράντα άτομα, και όμως δεν σταματήσαμε να τρώμε και να πίνουμε όλη μέρα, για να μην πω για αυτά που δόθηκαν στους φρουρούς μας, αν και δεν τα χρεώσανε σε μας όπως γίνεται εδώ συνήθως.

Όσο και αν ο Teixeira θεωρούσε τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε το πλοίο τους αυστηρό, στην πραγματικότητα έμειναν σε καραντίνα για μερικές ώρες μόνο. Αν και δεν υπάρχει αμφιβολία πως ρόλο έπαιξαν και οι διασυνδέσεις του Piero dal Ponte, φαίνεται καθαρά το πόσο ελαστικοί δείχνονταν οι υγειονόμοι στην εφαρμογή των κανονισμών όταν ήθελαν. Πιο κάτω ο Teixeira αφήνει να διαφανεί ένας άλλος λόγος που επέβαλε να μην μείνουν περισσότερο στη διάθεση της sanità (υγειονομείου):

Η άφιξη (του πλοίου μας) ήταν αρκετά ενοχλητική για μερικούς άλλους που ήδη φορτώνανε στο λιμάνι. Επειδή είναι νόμος, σε όλα τα λιμάνια της Σινιορίας, ότι κανένα άλλο πλοίο δεν θα φορτώσει όταν είναι διαθέσιμο Βενετικό αμπάρι.

***

Βλέποντας οι Βενετοί ότι τα μέτρα που είχαν πάρει στη δεκαετία του 1580 δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα εξέδωσαν διάταγμα το 1602, με το οποίο απαγόρευαν να γίνεται απευθείας εξαγωγή σταφίδας στο εξωτερικό. Όλος ο καρπός προς εξαγωγή έπρεπε να συγκεντρώνεται στη Βενετία και εκεί θα πληρωνόταν από τους ξένους εμπόρους και η nuova imposta. Υποχρεώνονταν ακόμη οι πλοίαρχοι που θα πήγαιναν στη Βενετία για να φορτώσουν σταφίδα να έχουν φέρει άλλα αγαθά για ξεφόρτωμα, όχι όμως αγαθά από το Λεβάντε. Ο χρόνος που ανακοινώθηκε το διάταγμα σήμαινε πως τα νέα θα μαθαίνονταν στη Ζάκυνθο ακριβώς τη στιγμή που οι Άγγλοι θα ετοιμάζονταν να φορτώσουν, έχοντας μάλιστα ήδη πληρώσει. Όλο το εμπόρευμα φορτώθηκε σε Βενετικά πλοία και στάλθηκε στη Βενετία, σε πολλές όμως περιπτώσεις η σταφίδα βράχηκε και οι Άγγλοι ισχυρίζονταν ότι έπαθαν ζημιά 50.000 δουκάτων.

Ο νέος αυτός νόμος, ακόμη και αν θα πήγαιναν οι Άγγλοι πλοίαρχοι στη Βενετία, σήμαινε την εξόντωση των μικροπαραγωγών και των μικρεμπόρων του Ιονίου, οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα να προωθήσουν το εμπόρευμα για πώληση στο μυχό της Αδριατικής. Επιπλέον οι Ζακυνθινοί πρόβλεψαν στο υπόμνημα διαμαρτυρίας τους πως οι Άγγλοι αντί να πάνε στη Βενετία θα στρέφονταν προς τις Τουρκοκρατούμενες περιοχές του Μοριά και της Ρούμελης. Αυτό ακριβώς έγινε – ελάχιστοι Άγγλοι ψώνισαν από το λιμάνι της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας. Οι υπόλοιποι τράβηξαν για τις Τουρκοκρατούμενες περιοχές γύρω από τον Πατραϊκό Κόλπο. Επειδή όμως οι ποσότητες που μπορούσαν να βρουν εκεί δεν επαρκούσαν, φρόντιζαν να συμπληρώνουν με λαθραίες ποσότητες από τη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά. Αν η βαριά φορολογία της nuova imposta ήταν μέχρι τότε απλώς κίνητρο για λαθρεμπορία, το νέο διάταγμα κυριολεκτικά ανάγκαζε τους Επτανήσιους να παρανομήσουν.

Ο δραστήριος και αυστηρός πρεβεδούρος της Ζακύνθου Maffio Michiel έδωσε μια εικόνα της κατάστασης που αντιμετώπιζε σε τρεις αναφορές του προς το Δόγη και τη Γερουσία την άνοιξη του 1604. Στην πρώτη, με ημερομηνία 8 Μαρτίου, έγραφε (7):

Στα μισά του περασμένου μήνα έφτασε σε αυτό το λιμάνι το Αγγλικό πλοίο ‘Little Phoenix’, με πλοίαρχο το Robert Olet, από τη Βενετία με σταφίδα, και το Αγγλικό πλοίο ‘Greyhound’, από τη Σμύρνη και τη Χίο, με βαμβάκι, μετάξι κ.α., και τα δύο με προορισμό την Αγγλία. Πληροφορήθηκα ότι τη νύχτα, κρυφά, σταφίδες φορτώθηκαν και στα δύο πλοία παράνομα. Καθώς είναι αδύνατο σε αυτή την ανοιχτή παραλία να χρησιμοποιήσω βία, σχεδίασα ένα τέχνασμα για να φέρω τους δύο πλοιάρχους στο κάστρο, έτσι ώστε, ενώ τους κρατούσα ομήρους, να ψάξω ελεύθερα τα σκάφη τους. Το σχέδιο μου πέτυχε με το ‘Little Phoenix’ αλλά η έρευνα δεν αποκάλυψε τίποτα ενοχοποιητικό. Ο πλοίαρχος του ‘Greyhound’ όμως αρνήθηκε να παρουσιαστεί μπροστά μου, χρησιμοποιώντας διάφορες δικαιολογίες. Γι αυτό έστειλα τον αξιωματικό μου μαζί με το Ναύαρχο (;) να ερευνήσουν το πλοίο μια μέρα που ο πλοίαρχος δεν ήταν πάνω. Εκεί, ανάμεσα στις μπάλες με το βαμβάκι, βρήκαν μερικές σταφίδες και αμέσως προσπάθησαν να ξεκρεμάσουν το πηδάλιο του ‘Greyhound’ για να συλλάβουν το πλοίο. Το πλήρωμα όμως ξεσηκώθηκε και τους έδιωξε. Σήκωσαν άγκυρα και βγήκαν εκτός βολής αμέσως – και για έξι μέρες έμειναν στα ανοιχτά με τη σημαία μάχης να ανεμίζει (8). Καθώς δεν είχα τη δύναμη να τους τιμωρήσω για το θράσος τους προχώρησα στην απαγγελία κατηγοριών, τη δίκη και την τιμωρία του πλοιάρχου και ενός εμπόρου, οι οποίοι είχαν αγοράσει σταφίδες.

Θα πρέπει εδώ να εξηγήσουμε τι εννοούσε ο Michiel με τη φράση ‘ανοιχτή παραλία’. Το λιμάνι της Ζακύνθου, ανέκαθεν μικρό, βρισκόταν στην περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται η πλατεία Σολωμού. Από το βορρά το προστάτευε ένας υποτυπώδης λιμενοβραχίονας που εκτεινόταν μέχρι τη νησίδα πάνω στην οποία ήταν χτισμένος ο Άγιος Νικόλας του Μόλου. Οι συνεχείς επιχώσεις, που επέβαλε η ανάπτυξη της πόλης (του Borgo della Marina), είχαν μικρύνει το λιμάνι ακόμη περισσότερο. Στα μέσα του 16ου αιώνα υπήρχε χώρος μόνο για ένα κάτεργο (9). Επειδή εκτός από πρόβλημα χώρου μπορεί να υπήρχε και πρόβλημα βάθους, είναι πιθανό να μην μπορούσε να αράξει μέσα στο λιμάνι ούτε ένα μεγάλο εμπορικό, αφού το βύθισμα τους ήταν τουλάχιστον υπερδιπλάσιο από αυτό ενός κάτεργου. Έριχναν λοιπόν άγκυρα έξω από το λιμάνι, μέσα στον όρμο που σχηματίζεται από το Κρυονέρι στα βόρεια ως τον Άγιο Σπυρίδωνα του Αργασιού, και ακόμη πιο πέρα ως την Πούντα Νταβία, στα νότια.

Το τόξο αυτό τους πρόσφερε στοιχειώδη μόνο προστασία από τους πιο συνηθισμένους ανέμους της περιοχής. Η ελλιπής αυτή προστασία αντισταθμιζόταν σε ένα βαθμό από την εξαιρετική ποιότητα του βυθού, που επέτρεπε πολύ καλή αγκυροβόληση. Η ακτογραμμή  λοιπόν που προσπαθούσε να ελέγξει ο πρεβεδούρος ήταν πολύ μεγάλη, πάνω από εφτά χιλιόμετρα, και σε αυτή θα πρέπει να προστεθεί μια θαλάσσια έκταση ανάλογου μήκους και πλάτους αρκετών εκατοντάδων μέτρων. Δεν μπορούσε να επιβάλλει τη θέληση του ούτε με το πυροβολικό της εποχής, που είχε δραστικό βεληνεκές μόνο λίγες εκατοντάδες μέτρα.

Ο όρμος της Ζακύνθου σε επιπεδομετρικό χάρτη του 1625. Στην πραγματικότητα ο όρμος είναι πολύ πιο ανοικτός και εκτεταμένος.

Η δεύτερη αναφορά του Michiel, μόλις δύο μέρες αργότερα (10).

Παρά τις διαταγές, οι οποίες απαγορεύουν την εξαγωγή σταφίδας, τόσο οι Άγγλοι όσο και οι ντόπιοι συνεχίζουν να λαθρεμπορεύονται. Δώδεκα νησιώτες περιμένουν να δικαστούν, αν και μερικοί άλλοι έχουν ήδη καταδικαστεί σε πολύ αυστηρές ποινές. Τις προάλλες έδιωξα ένα Αγγλικό πλοίο από το λιμάνι, αλλά παρέμεινε στα ανοιχτά ώσπου οι ντόπιοι φόρτωσαν λαθραία ένα φορτίο σταφίδα. Την ίδια μέρα, προς το βράδυ, οι τελωνειακοί μου βρήκαν μια βάρκα με είκοσι έξι σακιά σταφίδα στην πόρτα μιας αποθήκης – οι περισσότερες από αυτές τις αποθήκες είναι σε θέσεις πολύ ευνοϊκές για λαθρεμπόριο. Στη βάρκα, και γύρω από την αποθήκη, ήταν δεκαέξι άντρες οπλισμένοι με αλαβάρδες, σπαθιά και άλλα είδη όπλων, οι οποίοι χρησιμοποίησαν βία για να εμποδίσουν τους τελωνειακούς να κατασχέσουν τη βάρκα ή να μπουν στην αποθήκη. Αυτό θα το είχαν καταφέρει εύκολα αλλά όταν έφτασε επιτόπου ο Καπετάνιος των αρκεμπουζιέρων αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, και οι τελωνειακοί πήρανε τη βάρκα και σφραγίσανε την αποθήκη, μέσα στην οποία υπήρχε μία άλλη βάρκα, ήδη φορτωμένη σταφίδες για να τις πάει στο πλοίο. Έχω ανακηρύξει εγκληματίες δύο από αυτούς τους πολίτες, τα ονόματα των υπολοίπων δεν τα ξέρω ακόμη. Θα τους τιμωρήσω σύμφωνα με το νόμο. Η Γαληνότητα σας θα συμπεράνει από αυτό ότι είμαι τελείως αδύναμος να ελέγξω αυτό το λαθρεμπόριο. Τους λόγους τους έχω ήδη εξηγήσει και δεν θα τους επαναλάβω. Αν η ανώτατη εξουσία δεν λάβει μέτρα οι εντολές της δεν θα γίνονται σεβαστές.

Από αυτό που λέει ο Michiel καταλαβαίνουμε πως οι σαραγιάντες (σταφιδέμποροι) είχαν τις αποθήκες τους πάνω στη θάλασσα.  Ίσως πάνω στην άμμο – στα βόρεια της πόλης υπήρχε η Σαμπιονέρα, αμμουδιά που έφτανε μέχρι το Κρυονέρι, και στα νότια, από το σημερινό Άγιο Λουκά περίπου, η Μεγάλη Σαμπιονέρα ή ο Άμμος, μέχρι το ποτάμι, που πιο πέρα συνεχιζόταν με τους Άμμους των Κήπων. Ίσως πάλι να ήταν φτιαγμένες πάνω σε κάποιο ρεπάρο (11). Η αποθήκη ήταν αναγκαία γιατί αν βρεχόταν η σταφίδα θα ήταν άχρηστη. Βοηθούσε όμως και στο να μη βλέπει κανείς απέξω τι φορτώνανε. Μόλις νύχτωνε για τα καλά άνοιγαν τα φύλλα της πόρτας που έβλεπε στη θάλασσα και η βάρκα με το παράνομο φορτίο σπρωχνόταν στα βαθιά. Έφευγε με κατεύθυνση το φανάρι του πλοίου που περίμενε, αθέατη και σχεδόν τελείως αθόρυβη. Ήταν πια σχεδόν αδύνατο να τους συλλάβουν.

Τον Απρίλιο εξακολουθούσε να υπάρχει απούλητη σταφίδα – πριν την απαγόρευση θα είχε πουληθεί το Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο – και οι Βενετοί εξακολουθούσαν το κυνήγι του λαθρεμπορίου. Στις 21 του μήνα έγραφε ο Michiel (12):

Στις 5 αυτού του μήνα έφτασε στο λιμάνι το Αγγλικό πλοίο ‘Pearl’, με πλοίαρχο τον Ezechiel Cripps, από την Κωνσταντινούπολη. Ο ιδιοκτήτης και ο υπεύθυνος φορτίου ανέβηκαν, ως συνήθως, στο κάστρο για να μου αναφέρουν. Τους είπα ότι, αν ήθελαν να μείνουν στο λιμάνι, θα έπρεπε να μου δώσουν εγγύηση ότι δεν θα φορτώσουν σταφίδα, και ότι δεν θα αναχωρούσαν πριν τους γίνει έρευνα. Είπαν ότι δεν είχαν δουλειά εδώ και μόλις αποβίβαζαν κάποιους επιβάτες θα απέπλεαν. Τους είπα ότι τους έδινα όλη την ημέρα αλλά θα έπρεπε να αποπλεύσουν πριν νυχτώσει – και έτσι πήγαν κάτω στο λιμάνι. Το σούρουπο έμαθα ότι ήταν ακόμη στο λιμάνι και δεν έδειχναν ότι ετοιμάζονται για απόπλου, γι αυτό έστειλα τον αξιωματικό μου κάτω να τους πει να ξεκουμπιστούν αμέσως αλλιώς θα έπαιρνα άλλα μέτρα. Απαίτησαν γραπτή δήλωση για τους λόγους της αποβολής τους. Μετά από αυτή την αναιδή και θρασεία απάντηση, και βλέποντας καθαρά ότι σκόπευαν να μείνουν και να εκτελέσουν κάποιο κρυφό σχέδιο, διέταξα ένα κανόνι να τους σκοπεύσει, και έδωσα εντολή στον μεγαλοπρεπή Alvise Marcello, που βρισκόταν στο λιμάνι με τη γαλέα του, να επιβάλλει την εκτέλεση των διαταγών μου αλλά να μη βάλει σε κίνδυνο το πλοίο του ή το πλήρωμα του. Αμέσως έστρεψε τα κανόνια του προς το Αγγλικό και μετά ρίχτηκε από μία κανονιά, πρώτα από το κάστρο κα μετά από τη γαλέα. Καμιά δεν χτύπησε το ‘Pearl’, και αμέσως σήκωσε άγκυρα και έφυγε για τη Γλαρέντζα, όπου έμεινε αρκετές μέρες.

Από αυτά βλέπει η Γαληνότητα σας τη θρασεία συμπεριφορά των Αγγλικών πλοίων στα λιμάνια σας – είναι αποφασισμένοι να αγνοούν όλες τις διαταγές και να κάνουν ότι τους αρέσει. Αν ο ένδοξος Σινιόρ Giacomo Giustinian, Διοικητής του Στόλου των γαλεών, όργωνε αυτά τα νερά τα πράγματα θα πήγαιναν καλύτερα, και αυτό το θρασύ έθνος ή θα κρατιόταν μακριά ή θα υπάκουε στους κανονισμούς.

Εδώ ο Michiel μας λέει ποιά ήταν η συνήθης διαδικασία όταν ένα πλοίο άραζε στον όρμο της Ζακύνθου. Οι υπεύθυνοι πήγαιναν κατευθείαν στον πρεβεδούρο να εξηγήσουν το σκοπό της επίσκεψης τους και ήταν αυτός που καθόριζε αν, και με ποιές προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να μείνουν (13). Φυσικά αυτό γινόταν μόνο αν τα υγειονομικά τους έγγραφα ήταν εντάξει ή έρχονταν από λιμάνι από το οποίο τέτοια έγγραφα δεν χρειάζονταν.

***

Αξίζει ίσως εδώ να ανοίξουμε μια παρένθεση για να κάνουμε κάποιες υποθέσεις σχετικές με το τί γινόταν εκείνη την εποχή όταν ένα πλοίο έφτανε στο λιμάνι. Οι πρώτοι άνθρωποι με τους οποίους θα συνομιλούσαν οι ναυτικοί μόλις έριχναν άγκυρα θα ήταν οι υγειονόμοι. Γνωρίζουμε ότι, σε κατοπινά χρόνια, το Υγειονομείο – που στα τέλη του 17ου αιώνα βρισκόταν κοντά στον Άγιο Νικόλα του Μόλου, σε οίκημα που ανήκε στην εκκλησία – είχε δικό του σκάφος για να προσεγγίζει τα νεοαφιχθέντα πλοία. Το σκάφος της Σανιτάς διατηρήθηκε τουλάχιστον μέχρι το τέλος της Αγγλοκρατίας, όταν το κουμάντο του το είχε ο Βερνάρδος Λεφτάκης. Τον καιρό του Michiel τέτοιο σκάφος μάλλον δεν υπήρχε ακόμη. Γνωρίζουμε ότι στις 9 Απριλίου 1586 αρκετοί Άγγλοι από το πλοίο Hercules, προερχόμενο από το Βρίστολ και έχοντας πιάσει προηγουμένως στη Μάλτα, προσπάθησαν να βγουν στη Ζάκυνθο αλλά δεν τους επιτράπηκε και γύρισαν στο πλοίο τους. Πήγαν στην Πάτρα και στις 24 Απριλίου ξαναγύρισαν στη Ζάκυνθο, όπου αυτή τη φορά τους επιτράπηκε να αποβιβαστούν μετά από αρκετές διαδικασίες. Ο αφηγητής μάλιστα λέει ότι τον περιποιήθηκαν πολύ στο ‘English house’ (μάλλον το πρακτορείο της Αγγλικής ‘Εταιρείας της Βενετίας’) (14).

Η πρώτη επαφή, από μακριά, γινόταν οπωσδήποτε με το σινιάλο του κάστρου. Αν και δεν γνωρίζουμε σίγουρα, είναι πιθανό ότι πλησίαζαν με αναρτημένη τη σημαία τους, δηλώνοντας έτσι την εθνικότητα τους. Κατόπιν τη χαμήλωναν σημαντικά, σαν δείγμα σεβασμού στην κυρίαρχη δύναμη του λιμανιού. Γνωρίζουμε ότι εκείνη ακριβώς την εποχή οι Άγγλοι είχαν απαιτήσει, και πετύχει, να χαμηλώνουν οι Ολλανδοί τις σημαίες τους και να μαζεύουν τις γάμπιες των πρωραίων ιστών τους όταν συναντούσαν Αγγλικό πλοίο σε νερά που θεωρούνταν Αγγλικά. Το μάζεμα της γάμπιας, και την αποστολή βάρκας με τον πλοίαρχο του εμπορικού στις πολεμικές γαλέες, είχαν πετύχει σχεδόν ταυτόχρονα οι Βενετοί από τους Άγγλους.

Αυτό το μάζεμα της γάμπιας είχε την έννοια ότι το πλοίο έκοβε ταχύτητα, δίνοντας στο άλλο πλοίο το πλεονέκτημα και αποδεικνύοντας έτσι τις καλές του προθέσεις. Την ίδια έννοια είχαν και οι κανονιοβολισμοί, που αργότερα χαρακτηρίστηκαν χαιρετιστήριοι. Άδειαζε δηλαδή τα κανόνια του το πλοίο, αποδεικνύοντας τη φιλική του διάθεση, και το άλλο πλοίο ανταποκρινόταν με παρόμοιο τρόπο. Το ίδιο γινόταν αν το πλοίο περνούσε μπροστά από φρούριο ή το προσέγγιζε. Με τον καιρό η διαδικασία έγινε εντελώς συμβολική και ο χαιρετισμός από τις δύο πλευρές δινόταν με μια άσφαιρη κανονιά.

Με την ευκαιρία ας περιγράψουμε μια σκηνή που έλαβε χώρα έξω από το ‘Πόρτο’ το 1586 και που φαίνεται ότι δεν ήταν τότε καθόλου σπάνια (15). Οι Άγγλοι έμπαιναν στη Μεσόγειο σε νηοπομπές, από το φόβο των Ισπανών, με τους οποίους δεν βρίσκονταν ακόμα σε πόλεμο τυπικά – η εμπόλεμη κατάσταση κράτησε από το 1588 ως το 1604 – αλλά αλληλοχτυπιόντουσαν μόλις έβρισκαν, ή κατασκεύαζαν, κάποια αφορμή. Περνώντας τη Σικελία, που ανήκε στους Ισπανούς, χώριζαν και τραβούσε ο καθένας για τον προορισμό του. Συχνά έδιναν ραντεβού στη Ζάκυνθο για την επιστροφή αφού η θέση της βόλευε τις συγκλίνουσες πορείες τους και ήταν νησί ‘γνωστό σε όλους τους πιλότους’. Μια τέτοια νηοπομπή από 5 πλοία είχε αποφασίσει να συναντηθεί στο Τζάντε για ανεφοδιασμό σε τρόφιμα και νερό, και να ξεκινήσει το ταξίδι της επιστροφής. Το πλοίο από την Κωνσταντινούπολη έφτασε πρώτο πολύ νωρίς και ξεκίνησε τη συμφωνημένη εικοσαήμερη αναμονή. Οι υπόλοιποι δεν άργησαν πολύ και σύντομα έφτασαν τα δύο πλοία από την Τρίπολη του Λιβάνου. Η συνάντηση γιορτάστηκε με εκατέρωθεν κανονιοβολισμούς, τύμπανα, τρουμπέτες και ανάρτηση σημαιών. Λίγες μέρες αργότερα έφτασαν και τα δύο πλοία από τη Βενετία, οπότε επαναλήφθηκαν οι συνηθισμένοι χαιρετισμοί.

Περίμεναν να ανεφοδιαστούν οι νεοφερμένοι αλλά στο μεταξύ είχε φτάσει στη Ζάκυνθο η πληροφορία ότι οι Ισπανοί είχαν μαζέψει δύο ισχυρούς στόλους και τους περίμεναν. Ο ένας στόλος, από 30 πολεμικές γαλέες, βρισκόταν στα στενά του Γιβραλτάρ και ο άλλος, από 20, ήταν χωρισμένος μεταξύ Μάλτας και Σικελίας. Η γνώμη των Ζακυνθινών ήταν πως με τέτοιο συσχετισμό δυνάμεων οι Άγγλοι θα καταστρέφονταν αν δεν απέδιδαν τιμές προς το Ισπανικό στέμμα. Οι Άγγλοι έπεσαν πάνω στους Ισπανούς κοντά στο νησί Παντελλερία, νότια της Σικελίας, στις 13 Ιουλίου, όπου βρέθηκαν αντιμέτωποι με 13 γαλέες. Οι Ισπανοί έστειλαν μία φρεγάτα (ελαφρύ σκάφος με κουπιά) και τους ζήτησαν να στείλουν τους πλοιάρχους τους και τους υπεύθυνους φορτίου στη γαλέα του Ισπανού ναυάρχου μαζί με όλα τους τα έγγραφα, επειδή, όπως είπαν, βρισκόντουσαν σε νερά του βασιλιά της Ισπανίας. Οι Άγγλοι αρνήθηκαν και ακολούθησε πεντάωρη μάχη, κατά την οποία οι Ισπανοί έπαθαν αρκετές ζημιές και αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν.

Αγγλικό πλοίο συγκρούεται με μεγαλύτερο Ισπανικό στα τέλη του 16ου αιώνα.

Αυτό γινόταν και με πλοία που προσέγγιζαν το λιμάνι της Ζακύνθου εκείνο τον καιρό, έστελναν τον πλοίαρχο και τον υπεύθυνο φορτίου στο κάστρο με τα έγγραφα τους. Οι υπόλοιπες διαδικασίες μόλις άρχιζαν να διαμορφώνονται στις αρχές του 17ου αιώνα και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το τι ακριβώς συνέβαινε. Το πλοίο του Pedro Teixeira, πέφτοντας πάνω σε τέσσερες Μαλτέζικες γαλέες κοντά στη Ρόδο, χρησιμοποίησε σήματα καπνού για να εξασφαλίσει ότι δεν θα του επιτεθούν.

Το τι γινόταν αν κάποιο πλοίο άραζε στη Ζάκυνθο χωρίς άδεια εξαρτιόταν από την εθνικότητα του, το αν υπήρχαν συμφωνίες μεταξύ της χώρας του και της Βενετίας, αλλά και το συσχετισμό δυνάμεων, τόσο στο λιμάνι όσο και γενικότερα. Ο Teixeira μας πληροφορεί ότι αν κάποιο Τουρκικό πλοίο έμπαινε σε Βενετικά ύδατα ή λιμάνι χωρίς άδεια μπορούσε να συλληφθεί, και αν το πλήρωμα πρόβαλλε αντίσταση μπορούσε να φονευθεί, αρκεί αυτό να γινόταν μέσα σε 24 ώρες. Αν περνούσαν οι 24 ώρες τότε έπρεπε να αφήσουν το πλοίο ελεύθερο. Το ίδιο βράδυ με τον Teixeira μπήκε στο λιμάνι, χωρίς άδεια, ένα Τουρκικό κάτεργο κυνηγημένο από δύο Χριστιανικά. Όταν όμως μαθεύτηκε ότι πάνω στο πλοίο βρισκόταν ο ‘βασιλιάς’ του Αλγερίου (πασάς στην πραγματικότητα), που πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη να δει το σουλτάνο, το άφησαν ελεύθερο με τον όρο να αναχωρήσει αμέσως.

***

Κλείνοντας την παρένθεση ας ξαναγυρίσουμε στο εμπόριο, όπου μέσα σε λίγα χρόνια η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο, με τη σταφίδα να πουλιέται σε εξευτελιστικές τιμές ή και να μένει απούλητη, και την τοπική οικονομία να έχει δεχτεί σοβαρό πλήγμα, αφού οι Άγγλοι είχαν μεταφέρει τις δραστηριότητες τους στα λιμάνια που ελέγχονταν από τους Οθωμανούς. Χαμένοι δεν έβγαιναν μόνο οι Επτανήσιοι αλλά και η ίδια η Βενετία, αφού έχανε τεράστια ποσά σε δασμούς. Έτσι, το Φεβρουάριο του 1609 (1608 με το Βενετικό ημερολόγιο) οι Ζακυνθινοί έστειλαν στη Βενετία μια διμελή αντιπροσωπεία, σε μια ύστατη προσπάθεια να ανατραπεί η απαγόρευση εξαγωγής. ‘Πρέσβεις’ της Κοινότητας της Ζακύνθου ήταν ο Εμμανουήλ Βολτέρρας και ο Εμμανουήλ Βλαστός, οι οποίοι υπέβαλαν σχετικό αίτημα στη Γερουσία στις 13 Φεβρουαρίου. Η Γερουσία ζήτησε τη γνώμη των Εφόρων επί του Εμπορίου (Savii alla Mercanzia) και των δύο τελευταίων γκουβερναδόρων της Ζακύνθου, του Maffio Michiel και του Geronimo Corner. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ο Michiel, ο οποίος μισούσε τους Άγγλους όσο θανάσιμα τον μισούσαν και αυτοί, αναγνώρισε το αδιέξοδο της Βενετικής πολιτικής. Ανέφεραν λοιπόν στη Γερουσία οι δύο πρώην αξιωματούχοι στις 20 Μαρτίου 1609 (17):

Επιχειρήματα εναντίον του νόμου του 1602 που απαγορεύει τέτοιες πωλήσεις στους Δυτικούς.

Ο νόμος είναι επιζήμιος και δεν επιτυγχάνει το σκοπό του.

Οι Δυτικοί και κυρίως οι Άγγλοι, όντας αποκλεισμένοι από τη Ζάκυνθο έχουν μεταφέρει την επιχειρηματική τους δραστηριότητα στην Πάτρα, όπου διαθέτουν πρόξενο και αντιπροσώπους. Στέλνουν εκεί τα φορτία από kersey, londrina (16), κασσίτερο και άλλα είδη που ξεφορτώνονταν και πουλιόντουσαν στη Ζάκυνθο προς όφελος των τελωνείων – και έτσι όλο το κέρδος της Γαληνότητας σας μεταφέρεται στην Τουρκία. Το εμπόριο σταφίδας της Πάτρας και του Μοριά μεγαλώνει με αυτό τον τρόπο. Οι Άγγλοι έχουν δώσει προκαταβολές για να μπορέσουν οι κάτοικοι να καλλιεργήσουν σταφίδα και έχουν προσπαθήσει να δώσουν κίνητρα σε καλλιεργητές να πάνε εκεί από τη Ζάκυνθο, και το εμπόριο τώρα γίνεται στην Πάτρα, τη Ναύπακτο, το Αιτωλικό, τα Βασιλικά και την Κόρινθο. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτό (το εμπόριο) θα αυξηθεί σύντομα – και εναπόκειται εντελώς στους Άγγλους, οι οποίοι πολύ γρήγορα θα είναι αδιάφοροι στο Ζακυνθινό προϊόν – είναι ήδη γνωστό πόσο μικρή ποσότητα σταφίδας αγόρασαν από τη Βενετία από τότε που πέρασε αυτός ο νόμος. Είναι σκληρό για τους κατοίκους της Ζακύνθου να βλέπουν το χρυσάφι που έπρεπε να ερχόταν σε αυτούς να πηγαίνει στην Τουρκία.

Επίσης το στάρι που ερχόταν με αυτά τα πλοία κρατούσε χαμηλά την τιμή του σταριού από το Μοριά.

Η Γαληνότητα σας χάνει 36 με 40.000 δουκάτα το χρόνο που έφερνε η nuova imposta από τη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά. Ξένα πλοία συχνάζουν στα λιμάνια του Λεβάντε όλο και περισσότερο – δεν έρχονται στη Βενετία με τα φορτία τους, όπως ήταν το σχεδιαζόμενο αποτέλεσμα του Νόμου. Πάνε στην Πάτρα, φορτώνουν σταφίδα από το Μοριά και συμπληρώνουν όση λείπει με λαθραία σταφίδα που στέλνεται από τη Ζάκυνθο στη Γλαρέντζα τη νύχτα. Καμία αστυνόμευση δεν φέρνει αποτέλεσμα, γιατί τα νησιά είναι ανοιχτά και οι κάτοικοι σε πλήρη συνεννόηση με τους αγοραστές.

Όλο το εμπόριο της Ζακύνθου υποφέρει, δεν υπάρχει εκεί φορτίο για τα Βενετικά πλοία.

Οι Άγγλοι και οι άλλοι κάνουν εμπόριο μεταξύ Πάτρας, Μεσσίνας και Λιβόρνο. Φορτώνουν λάδι από τη Μεθώνη και την Κορώνη – αυτό το λάδι ερχόταν παλιότερα στη Βενετία.

Όλες αυτές οι ανωμαλίες θα εξαλειφθούν εύκολα αν η Κυβέρνηση επέστρεφε στις προηγούμενες συνθήκες, επιτρέποντας την ελεύθερη εξαγωγή από τα δύο νησιά για τη Δύση, υποκείμενη στη nuova imposta επί της σταφίδας. Διότι αν γινόταν γνωστό στους Άγγλους ότι οι αξιωματούχοι σας δεν θα επέτρεπαν σε κανένα πλοίο που έχει ξεφορτώσει στην Πάτρα να φορτώσει σταφίδα στη Ζάκυνθο, θα ήταν τόσο πρόθυμοι να αγοράσουν ελεύθερα σταφίδα στη Ζάκυνθο που θα παρατούσαν την Πάτρα, την οποία προτίμησαν μόνο για να περιμένουν για σταφίδα και επειδή είχαν αποφασίσει να μην πάνε για κανένα λόγο στη Βενετία. Το εμπόριο θα επέστρεφε στη Ζάκυνθο, και θα εισέρεε στάρι επειδή οι Άγγλοι προτιμούν να εμπορεύονται εκεί παρά στην Τουρκία. Τα έσοδα των τελωνείων θα αυξηθούν και η Γαληνότητα σας δεν θα χάνει όπως από τότε που πέρασε ο Νόμος.

Απομένει να αποκρούσουμε την ένσταση ότι αν αναζωογονηθεί το εμπόριο της σταφίδας σε αυτά τα νησιά τα χωράφια θα εγκαταλείψουν την καλλιέργεια σιτηρών, τα νησιά θα εξαρτώνται από ξένες χώρες για σιτηρά και θα υπάρχει κίνδυνος να χαθούν. Αλλά η Γαληνότητα σας πρόσφατα απαγόρευσε το φύτεμα άλλων κλημάτων με ποινή το ένα τρίτο της σοδειάς. Αν αυτός ο κανόνας τηρηθεί δεν θα υπάρχει καινούργιο φύτεμα. Δεύτερον, όλα τα σταφιδάμπελα είναι αμμώδη ή αργιλώδη, και κατά συνέπεια ακατάλληλα για σιτηρά ενώ είναι από τη φύση τους κατάλληλα για αμπέλια και σταφίδες. Τίποτα δεν θα ήταν πιο απεχθές στους κατοίκους από το να υποχρεωθούν να καλλιεργούν σιτηρά σε γη που ταιριάζει σε αμπέλια. Τρίτον, υπάρχει ένα κονδύλι 50.000 δουκάτων στο ταμείο της Ζακύνθου ειδικά για την αγορά σιτηρών. Όπως και να έχει αν τα λιμάνια είναι γεμάτα με πλοία ο Κυβερνήτης μπορεί πάντα να στέλνει μερικά για σιτηρά στο Αρχιπέλαγος ή στην Αλβανία.

Η σχετική αναφορά των Εφόρων δόθηκε στις 31 Μαρτίου και ουσιαστικά συμφωνεί σε όλα τα σημεία με τους Michiel και Corner. Εντύπωση προκαλεί η ειλικρίνεια της αναφοράς σε ορισμένα σημεία, που θα ήταν αφοπλιστική αν δεν ήταν τόσο ωμή (18).

Η έλλειψη σιτηρών στη Ζάκυνθο οφείλεται κατά ένα μέρος στη φύση του χώματος και κατά το άλλο στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος της γης σε χρήση για την παραγωγή σιτηρών είναι τώρα φυτεμένο με αμπέλια. Αποφασίστηκε ένας νόμος για να εμποδίσει την επέκταση των αμπελιών. Η nuova imposta μπήκε σε ισχύ το 1580, όχι τόσο για να αυξήσει τα δημόσια έσοδα αλλά για να διώξει τους Δυτικούς από το εμπόριο της Ζακύνθου και να το επαναφέρει στους Βενετούς. Αυτή η πράξη δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, και το 1602 πέρασε ένας νόμος που απαγόρευε την εξαγωγή σταφίδας από τη Ζάκυνθο για τη Δύση, με σκοπό να αναγκάσει όλη τη σταφίδα να έρχεται στη Βενετία, όπου θα φορτωνόταν για τη Δύση μετά την πληρωμή της nuova imposta.

Οι Έφοροι έκαναν συγκεκριμένες προτάσεις για επιστροφή στα ισχύοντα προ του 1602 αλλά και επιπλέον φορολογία για να χτιστούν μεγαλύτερες σιταποθήκες (fonteghi). Επίσης πρότειναν την παραχώρηση της είσπραξης της nuova imposta σε ιδιώτη για να καταπολεμηθεί το λαθρεμπόριο. Η Σερενίσσιμα δεν μπορούσε πια παρά να αναγνωρίσει ότι είχε χάσει το παιχνίδι που προσπάθησε να παίξει στις πλάτες των Ζακυνθινών. Στις 9 Μαΐου 1609 συγκατένευσε στην απόσυρση του νόμου του 1602 και προκήρυξε πλειοδοτικό διαγωνισμό για το συμβόλαιο είσπραξης των δασμών στις 15 Ιουλίου.

Η απόπειρα αυτή απαγόρευσης της εξαγωγής σταφίδας από τη Ζάκυνθο δεν ήταν η μοναδική. Η επόμενη ήρθε από τους Άγγλους, 30 χρόνια μετά τη Βενετική. Ούτε αυτή πέτυχε. Η σταφίδα συνέχισε να είναι η κινητήρια δύναμη της Ζακυνθινής οικονομίας για πολύ καιρό. Οι συνεχείς αυξήσεις όμως των δασμών είχαν στα τέλη του 18ου αιώνα οδηγήσει τον πολύτιμο καρπό, απούλητο, στα στομάχια των γουρουνιών. Ήταν η εποχή που η Βενετία είχε για τα καλά βουλιάξει στην παρακμή, εκεί που την είχε από καιρό καταδικάσει ο παραμερισμός της από τις αναδυόμενες ναυτιλιακές δυνάμεις της Δύσης. Άρχιζε, δύσκολα, μια νέα εποχή.

Η πηγή του μαύρου χρυσού, ο κάμπος της Ζακύνθου.



------------------------------------------------------------------------------  

(1)  Του είχαν πει ότι διέθεταν 20.000 ένοπλους και μπορούσαν να μαζέψουν 500 με 600 καβαλάρηδες μέσα σε μία ώρα. Η υπερβολή ήταν μάλλον σκόπιμη. Δεν γνώριζε κανείς αν ο περαστικός έμπορος με τον οποίο συζητούσε ήταν στην πραγματικότητα κατάσκοπος, ούτε αν ο προσκυνητής των Αγίων Τόπων, όπως ο Locke, θα πιανόταν σε λίγες μέρες αιχμάλωτος και θα μαρτυρούσε τα πάντα στους πειρατές. The voyage of M. John Locke to Jerusalem, The Principal Navigations, Voyages, Traffiques and Discoveries of the English Nation του Richard Hakluyt, τ. 5, 1904, σ. 83.

(2)  Calendar of State Papers Relating to English Affairs in the Archives of Venice, τόμος 21: 1628-1629, έκδοση 1916, σ. 553.

(3)  Early voyages and travels in the Levant, The diary of Master Thomas Dallam 1599 - 1600, έκδοση του 1893, σ. 19.

(4)  Η Γαλλική λέξη pratique, με ελληνική απώτερη καταγωγή (πρακτική), είναι ο διεθνής όρος για άδεια επιβίβασης μετά την εκπλήρωση των υγειονομικών προϋποθέσεων.

(5)  The Travels of Pedro Teixeira: with his Kings of Harmuz and extracts from his Kings of Persia, μετάφραση του William F. Sinclair, εισαγωγή και σημειώσεις του Donald Ferguson, έκδοση του 1902, σσ. 145 – 146.

(6)  Εκείνη τη μέρα είχαν φτάσει στη Ζάκυνθο δέκα Βενετσιάνικες γαλέες.

(7)  Calendar of State Papers Relating to English Affairs in the Archives of Venice, τόμος 10: 1603-1607, Έκδοση 1900, σσ. 135 – 136.

(8)  Η σημαία μάχης ήταν μια σημαία πολύ μεγάλων διαστάσεων στο ψηλότερο σημείο του πλοίου. Την αναρτούσαν σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής, έτσι ώστε να φαίνεται μέσα από τους καπνούς και να γνωρίζουν τα σύμμαχα πλοία τη θέση τους και ότι εξακολουθούν να πολεμούν. Σε πολλές περιπτώσεις η ανάρτηση της γινόταν για εκφοβισμό αλλά στο συγκεκριμένο επεισόδιο ήταν επίδειξη ανυποχώρητης αποφασιστικότητας.

(9)  Δημήτρης Αρβανιτάκης, Τι χωράει σε ένα μίλι; Οι παρενέργειες της δημιουργίας της πόλης του Αιγιαλού, Ζάκυνθος: Λογοτεχνικό Ιστορικό και Λαογραφικό Ημερολόγιο 2001, σ. 139.

(10)  Όπως σημ. 7, σ. 137.

(11)  Κατασκευή από ογκόλιθους που προεξείχε από την ξηρά μέσα στη θάλασσα και ήταν συνηθισμένη στη Ζάκυνθο. Υπήρχε και περιοχή που λεγόταν Ρεπάρα. Η λέξη προέρχεται από το Ιταλικό riparo, που σημαίνει καταφύγιο.

(12)  Όπως σημ. 7, σσ. 144 - 145.

(13)  Αργότερα την αίτηση στον πρεβεδούρο την έκανε ο πρόξενος, όταν υπήρχε. Αν και οι Άγγλοι είχαν ιδρύσει πρακτορείο στη Ζάκυνθο από χρόνια, και μερικοί έμποροι έμεναν στη Ζάκυνθο μόνιμα, φαίνεται ότι δεν υπήρχε ακόμη πρόξενος στις αρχές του 17ου αιώνα.

(14)  Collection of the Early Voyages, Travels, and Discoveries, of the English Nation, του Richard Hacluyt, τόμος 2ος, έκδοση 1810, σ. 419. Ίσως ο λόγος για τον οποίο δεν τους επιτράπηκε η αποβίβαση στη Ζάκυνθο την πρώτη φορά ήταν ότι μετέφεραν 20 Τούρκους, πρώην σκλάβους σε Ισπανικό κάτεργο, τους οποίους είχε απελευθερώσει ο Sir Francis Drake.

(15)  Όπως προηγούμενη σσ. 422 – 426.

(16)  Kersey και Londrina ήταν είδη μάλλινων υφασμάτων.

(17)  Calendar of State Papers Relating to English Affairs in the Archives of Venice, τόμος 11: 1607-1610, έκδοση 1904, σσ. 246 – 247.

(18)  Όπως προηγούμενη σσ. 253 – 255.

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Όλα όσα είπε ο Teixeira για τη Ζάκυνθο

Γαλιόνι, 1580, Στοά των Χαρτών, Βατικανό

The baffling winds and the current forced us off our course almost to Barbary; whence, with a strong west wind, we shaped our course northwards, to make a landfall. After three days on this course, on Saturday, the 28th, in the morning watch, we made an islet called Strival (Strophades). It may be five miles about, and is flat and uninhabited, but for a monastery of caloiros with some cattle. There is good water, for which both Christian and Turkish galleys frequent it.

Presently, as the light grew, we saw the Isle of Zante, for which we were bound, and continued our voyage thither. We rounded it by the east, and at six in the evening we cast anchor in the port, which is on the northern coast (actually north-eastern).

This Isle of Zante is sixty miles about, and as it were fenced around with high mountains, amidst which lies a spacious plain, full of vineyards, olive groves, and cornfields. These last yield only four months supply, and for the rest of the year the island depends on imported grain. Wherefore the Signory of Venice, who own the Isle, keep there at all times a great store of millet, so that in case of urgent need they can help the people. But as to the vineyards and olive orchards, the produce of so little land seems past belief; for of dried Corinthian grapes (Zante currants), one year with another, they gather from fifteen to twenty thousand arrobas (172.5 to 230 tons by my calculations). Their wine comes to between sixteen and eighteen thousand pipes (kegs), of the best quality, and the olive oil to over five hundred pipes.

On this account the Isle is much frequented by French, English, and other ships. The climate is indifferent, but there is plenty of good fruit and herbs, of flowers, useful or fragrant, and of honey. But wood is scarce, and must be imported, and there is no great plenty of fish.

In and about the city there is plenty of water, but in the rest of the Isle it is scarce; and I was told by credible persons — though I saw it not myself — that in some places they sometimes knead their bread with wine, for want of water (This is true for paximadhi, a kind of biscuit, but to give it flavour and not because of water shortage).

There are two ports, the better in the north, where is the chief town of the Isle. It may have three thousand houses of cut stone and lime, with tiled roofs, at the foot of a high mountain, whereon is a citadel. This is the residence of the Governor, impregnable by its position and fortification, well armed and garrisoned, and provided with all else needful for its defence.

The natives are Greeks, and there are amongst them in the city thirty or forty houses of Jewish merchants, besides others in the towns and hamlets, whereof the Isle has several. I was invited to one of these, called Gayetan (Ghaitani), to see certain games in honour of a Greek saint's feast. These were attended by most of the folk of the city, only three miles away. As soon as we got into the town, we found in the streets great fires at which were roasted whole from three hundred to four hundred sheep, for the purchase and entertainment of the visitors.

After that, the guests from the city and from other towns joined those of the village in messes, and danced together, to the music of their own voices, having a precentor to whom the rest answered. After that they had jousts, and other very pleasant pastimes.

The other port on the southern coast is called Chery (Keri), and lies five miles away from this, by the level way through the valley above mentioned. There is here a town of the same name, and near it a pond, from within which arises constantly and abundantly a black and fine bitumen like tar (this is mentioned by Herodotus and today it is known as Herodotus’ Spring). Salt also is made in the Isle, enough for its own needs, and some is exported. Those who come here for trade export, besides local produce, silk, wax, hides, saffron, galls, and other goods, imported in great abundance from the Morea. This, the old Peloponnese, lies only ten miles east of the Isle, and on a hill thereof one can see a fine castle, commonly called "Castel Torneze" (Chlemoutzi or Clarenza castle). All this was lately Venetian territory, but now the Turks possess it.

The night after our arrival a Turkish galley entered the port, in flight, as they said, from two Christian galleys that had chased her. Next morning there came in seven, belonging to the Signory of Venice, and three more joined them later on. Upon the Turkish galley's entrance, inquest was speedily made as to the rights and wrongs of her case; and after much debate they let her go free, on condition of instant departure, finding that she had aboard the King of Argel (Algiers), bound for Constantinople on a summons from the Grand Turk. But most men thought this was but a pretence.

By the terms existing between them, no Turkish galleys may enter the ports or waters of the Signory without their express permission; and, if found therein, these are fair prize, and their companies, if they resist, subject to military execution, provided that it be done within twenty-four hours of capture. After that term they may neither be slain nor held captive, but must be set free; and he who should transgress (sic) these rules would be subject to severe punishment.

Upon our coming into port we stayed aboard for the night, and all went ashore in the morning. Though we had clean bills of health great difficulties were made about granting pratique, wherein the Signory are most vigilant. As a great favour, and on special interest made, we were detained in a warehouse whilst the health officers took counsel how to deal with us.

The Governor, the praveedor (provveditor) of the squadron, and other distinguished friends of our comrade, Piero dal Ponte, did all they could for us. Yet we could get no release until three o'clock of the afternoon; so strictly is the business managed amongst those nations. During this delay and confinement, I wondered at the abundance of presents and refreshments sent to Piero dal Ponte. We were about forty in number; yet we never stopped eating and drinking of the same all day; to say nothing of
plenty that was given to our guards, though these were not paid at our cost, as is the practice here.

On our release, Piero dal Ponte carried Domenico Calegary and myself to visit the proveditor of the squadron, and there to the citadel to the Governor, both of whom used him with much honour and favour. The rest of our time we spent in seeing whatever was worth it, while our ship took in cargo. Her arrival was inconvenient enough to some others already loading in the port. For it is the law, in all ports of the Signory, that no other ship may take in cargo while a Venetian bottom is available.
There is in this port a fishery which I noted as remarkable. In July and August there come to this and other isles, from the archipelago, great shoals of savalos. Of these the fishermen picket a living female to a stake or cane, set in the harbour bottom with good scope of horsehair line. The male fish, seeing the decoy, resort to her at once, and the men strike them without intermission. Yet the heat of desire will allow no warning way into their silly brains; and so, with many such decoys, the men take innumerable fish. They salt the flesh and roe, which last are called butargas and much esteemed in all those regions.

I saw in this Isle great use of negro slaves, some of whom were brought direct from Africa; but most by the English, who had got them in past years by plundering the Portuguese ships from Guynea and Angola.

Twelve land miles north-west of this port is the Isle of Safalonya (Cephalonia), also Venetian territory; and at twenty miles to the northward are clearly seen some islets called Scorsolary (Curzolari or Echinades), where was the sea-fight between the Turk and the League, wherein the Senor Don John of Austria was captain-general (Battle of Lepanto).

To conclude, the women of this Isle are mostly good-looking, and ride in men's fashion when they go into the country. Both men and women live, and sing, and dance very much like our Portuguese of the province 'twixt Duero and Minho.

We stayed here eight days for want of a wind, which we would not lose when we got it, sailing at noon on Sunday, the 5th of June. But it headed us in the evening, and as we could not clear the sound betwixt Zante and Safalonya, we must needs put back into port. It is worth consideration that, from Harmuz to this place, I never left port without being forced so to put back, and could make no fair start. The wind that drove us back brought into port a ship of Venice from Naples, bringing, amongst other news, that of the birth of our Lord the Prince of Spain, and of the creation of the Holy Father, Pope Paul the Fifth, of which we were all glad. The same day we had word that the corsair Murat Arrays (Murat or Murad Reis) was in the Gulf of Venice with seven galleys.

On Tuesday, the Sth of June, the wind began to favour us, and we sailed again with two other ships. One of these was a Venetian, homeward bound from Cypro, and the other a little English ship, also bound for Venice. I thought that as she was lighter and swifter, she might make a better voyage, and committed to a friend of mine, of Zante, who took passage aboard her, a packet of papers for Venice. But it is ill to count on what may chance at sea; and this ship, after suffering much trouble, and being forced into Corfu to water, got into Venice twenty days later than we did.

We ourselves, sailing with that favouring wind, made but twelve miles through the Sound, and could not get out of it with our best endeavour. For the wind headed us, and drove us back. Without returning into port, we rounded the Isle southwards, and after three days beating against head winds, on Thursday, the 16th of the month, we saw Corfu far in the north.

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010

Οι πανούργοι κέφαλοι του Πόρτου.

Μωσαϊκό της Πομπηίας


Εκτός από την περιγραφή ενός πανηγυριού και την πληροφορία για την προέλευση των Αφρικανών σκλάβων της Ζακύνθου ο Pedro Teixeira έγραψε και  για κάτι άλλο που του έκανε εντύπωση.

Υπάρχει ένας τρόπος ψαρέματος σ’ αυτό το λιμάνι που τον θεώρησα αξιοσημείωτο. Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο έρχονται σ’ αυτό και σε άλλα νησιά, από το αρχιπέλαγος, μεγάλα κοπάδια savalos. Από αυτά οι ψαράδες δένουν ένα ζωντανό θηλυκό σε ένα παλούκι ή καλάμι, καρφωμένο στον πάτο του λιμανιού, με μπόλικη πετονιά από αλογοουρά. Τα αρσενικά, βλέποντας το δόλωμα, την πλησιάζουν αμέσως, και οι ψαράδες τα χτυπάνε ασταμάτητα. Εν τούτοις, η θέρμη της επιθυμίας δεν επιτρέπει καμιά προειδοποίηση στα ανόητα μυαλά τους – και έτσι, με πολλά τέτοια δολώματα, οι άνθρωποι πιάνουν αμέτρητα ψάρια. Παστώνουν τη σάρκα και τα αυγά, τα οποία λέγονται butargas και τα έχουν περί πολλού σε όλα αυτά τα μέρη.

Είναι αναγκαίο να γίνουν κάποιες παρατηρήσεις πάνω σ’ αυτά που μας άφησε ο Pedro. Τα ψάρια που ονομάζει savalos λέγονται πανούργοι στα Ελληνικά. Ανήκουν στην οικογένεια των Κλυπεϊδών, είναι δηλαδή συγγενείς της γνωστής μας ρέγκας. Με δεδομένη την περιγραφή του ψαρέματος τους, μόνο κατ’ ευφημισμόν θα μπορούσαν αυτά τα ψάρια να λέγονται πανούργα. Η αναπαραγωγική πράξη και η ωοτοκία τους γίνονται πάντα σε γλυκό νερό. Το ποτάμι της Ζακύνθου δεν έχει ούτε σταγόνα γλυκό νερό το καλοκαίρι, μόνο θαλασσινό, άρα αποκλείεται να έρχονταν πανούργοι για αναπαραγωγή.

Τα ψάρια που έρχονται σε μεγάλους αριθμούς, αν και όχι πια όσο παλιά, είναι οι κέφαλοι – από Ιούλιο μέχρι και Οκτώβριο. Το ψάρεμα τους γίνεται συχνά με πεζόβολο και το τέχνασμα που αναφέρει ο Πορτογάλος χρησιμοποιείται, που και που, ακόμα.


Βυζαντινή μικρογραφία του 11ου αιώνα, που βρίσκεται στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, αναπαριστά νυχτερινό ψάρεμα με φανό (πυροφάνι) και αμφίβολο (εκσφενδονιζόμενο δίχτυ, παραλλαγή του οποίου είναι και το πεζόβολο).

Ο Teixeira, πάντως, έχει δίκιο όταν λέει πως μαζικές μεταναστεύσεις αυτών των ψαριών γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Ο Τούρκος περιηγητής Evliya Çelebi αναφέρει τέτοιες μεταναστεύσεις κεφάλων στο Ναύπλιο το 1668.

Αυτό που ονομάζει ο Teixeira butargas δεν είναι άλλο από το γνωστό μας αυγοτάραχο. Γνωστό; Τι λέω τώρα; Πάνε τα χρόνια που ψάχναμε αυγοτάραχο στο σκουράτζο (καπνιστή ρέγκα για τους μη Επτανήσιους) – οι Νεοζακυνθινοί ξέρουνε μόνο το χαβιάρι. Εν πάση περιπτώσει, η ετυμολογία του butargas, που λέγεται, ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη γλώσσα, και bottarga, boutargue, botargo κλπ, είναι ενδιαφέρουσα: προέρχεται από το Αραβικό buṭariḫ που με τη σειρά του γεννήθηκε από το Βυζαντινό ᾠοτάριχον.

Αν λοιπόν δείτε, στα τέλη του καλοκαιριού ή τις αρχές του φθινοπώρου, σε κάποια αμμουδερή παραλία στο Βασιλικό ή αλλού, όταν σιγά-σιγά πηγαίνουνε καλιά τους* κοντά στο ηλιοβασίλεμα οι ‘λουόμενοι’, κάποιο μοναχικό μονομάχο να κουβαλάει το δίχτυ του – αλλά μάλλον όχι και την τρίαινα του – τσαλαβουτώντας στα ρηχά, είναι απ’ αυτούς που κρατούν αδιάλειπτη την πανάρχαια και αέναη πάλη του ψαρά και του ψαριού.



-----------------------------------------------------------------------

* Πάω καλιά μου, η έκφραση με την οποία ο Νίκος Καββαδίας κατάφερε να σπαζοκεφαλιάσει το πανελλήνιο στο ποίημα του ‘Γυναίκα’, σημαίνει απλώς φεύγω, συνήθως πάω σπίτι μου. Δεν έχει σχέση με ναυτικούς και μόνο μεταφορικά σημαίνει πεθαίνω.

Το κείμενο το μετάφρασα από το βιβλίο ‘The Travels of Pedro Teixeira: with his Kings of Harmuz and extracts from his Kings of Persia’, μετάφραση του William F. Sinclair, εισαγωγή και σημειώσεις του Donald Ferguson, έκδοση του 1902.


Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .