Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Η Παναγία των Χαρίτων, το νοσοκομείο και η ακτογραμμή


 
The northern part of Zakynthos town in the middle of the 18th century. In this drawing it appears that Alexander Drummond placed the town on a French naval map in such a way that the buildings would not interfere with the depiction of the coastline.

Το βόρειο τμήμα της πόλης της Ζακύνθου στα μέσα του 18ου αιώνα. Σε αυτό το σχέδιο φαίνεται ότι ο Alexander Drummond τοποθέτησε την πόλη πάνω σε ένα Γαλλικό ναυτικό χάρτη με τρόπο που τα κτίρια να μην αποκρύπτουν την απεικόνιση της ακτογραμμής.

 

One of the matters that have been the subject of a lot of speculation in Zakynthos is the shape of the coastline in past centuries. It is obvious that to the south of the town, in the area of Argasi, the sea has advanced. A bridge of the old coastal road, constructed in the early years of the 19th century, now stands surrounded by shallow sea water on the sandy beach. The ruins of known churches that were once by the sea, like St Constantine, are now completely submerged.

Ένα από τα ζητήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών εικασιών στη Ζάκυνθο είναι το σχήμα της παραλίας στους περασμένους αιώνες. Είναι φανερό πως στα νότια της πόλης, στην περιοχή του Αργασιού, η θάλασσα έχει προωθηθεί. Μια γέφυρα του παραλιακού δρόμου, κατασκευασμένη στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα, τώρα στέκεται περικυκλωμένη από νερό στην αμμουδιά. Τα ερείπια γνωστών παραλιακών εκκλησιών, όπως ο Άγιος Κωνσταντίνος, έχουν τώρα καταλήξει κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

The opposite has happened around the port. To a great extent this is the result of human activity. Rocks that were thrown in the sea to act as wave-breakers caused silting of some areas and earthquake debris was dumped elsewhere. Also, masses of clay have been washed down the slopes of the castle hill. We know for certain that the sea was coming in much deeper in the area in front of the church of St Dionysius not too long ago. The town’s biggest square, where the statue of Dionysios Solomos stands, is where Venetian galleys once moored. Based on descriptive evidence, Leonidas Zoes, a prolific researcher of Zakynthos history, gave his view of where the coastline was in the early 16th century as shown below by the dotted line (1). This would have the then Catholic monastery of Santa Maria delle Grazie right by the sea (see red arrow).

Το αντίθετο έχει γίνει στην περιοχή του Πόρτου. Σε μεγάλο βαθμό αυτό είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Βράχοι που είχαν ριχτεί στη θάλασσα σαν κυματοθραύστες προκάλεσαν την απόθεση άμμου σε κάποια σημεία ενώ τα μπάζα σεισμών εναποτέθηκαν αλλού. Επίσης, οι βροχές έχουν παρασύρει μάζες αργίλου από το λόφο του Κάστρου. Γνωρίζουμε σίγουρα πως η θάλασσα εισχωρούσε βαθύτερα στην περιοχή μπροστά από τον Άγιο Διονύσιο (Άμμος) σχετικά πρόσφατα. Η μεγαλύτερη πλατεία της πόλης, όπου σήμερα βρίσκεται το άγαλμα του Δ. Σολωμού, βρίσκεται εκεί που κάποτε άραζαν Βενετικά κάτεργα. Βασισμένος σε περιγραφικά στοιχεία, ο πολυγραφότατος ερευνητής της Ζακυνθινής Ιστορίας Λεωνίδας Ζώης κατέθεσε την άποψη του για το που βρισκόταν η ακτογραμμή στις αρχές του 16ου αιώνα, όπως φαίνεται από τη διακεκομμένη γραμμή (1). Σύμφωνα με αυτή το αλλοτινό Καθολικό μοναστήρι της Παναγίας των Χαρίτων θα ήταν σχεδόν πάνω στη θάλασσα (βλέπε βέλος).


The map of the Venetian engineer Nicolò Gentilini (2) below, made in 1632, shows that Zoes’ assumptions were exaggerated, at least as far as the northern part of the town is concerned (to the right of the page in the map above).

Ο χάρτης του Βενετού μηχανικού Nicolò Gentilini (2) κάτω, φτιαγμένος το 1632, δείχνει ότι οι εκτιμήσεις του Ζώη ήταν μάλλον υπερβολικές, τουλάχιστον όσον αφορά το βόρειο τμήμα της πόλης (στα δεξιά του παραπάνω χάρτη).


In the first half of the 17th century, only around a hundred years later, we see a whole building block, or square, and a hospital interjected between Santa Maria and the sea. There is also a coastal road, adjacent to the hospital, leading, along the base of the hill, all the way to the spring of Kryoneri at the northern end of the bay. The monastery buildings are not shown by Gentilini, only a church. The entrance points inland, unlike the entrance of the 20th century church, which faced the sea (east). This, in my opinion, shows that the depicted church is just a symbol and not a representation of the actual building. The practice – not without exceptions – was that the sanctuaries of the catholic churches faced west, while those of the orthodox faced east. 

Στο πρώτο ήμισυ του 17ου αιώνα, μόλις μια εκατονταετία αργότερα, βλέπουμε ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, ή πλατεία, και ένα νοσοκομείο να παρεμβάλλονται μεταξύ της Παναγίας και της θάλασσας. Υπάρχει επίσης ένας παραλιακός δρόμος, εφαπτόμενος του νοσοκομείου, που οδηγεί κατά μήκος της βάσης του λόφου, ως την πηγή του Κρυονεριού στο βόρειο άκρο του όρμου. Τα κτίρια της μονής δεν απεικονίζονται από τον Gentilini, μόνο η εκκλησία. Η είσοδος της βλέπει δυτικά, αντίθετα με την είσοδο του 20ου αιώνα, η οποία έβλεπε προς τη θάλασσα. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, δείχνει ότι η εικονιζόμενη εκκλησία ήταν απλό σύμβολο και όχι απεικόνιση του πραγματικού κτιρίου. Η πρακτική – όχι χωρίς εξαιρέσεις – ήταν τα ιερά των καθολικών εκκλησιών να βλέπουν δυτικά και των ορθόδοξων ανατολικά.

To the east of S. Maria we see a mole or jetty projecting into the sea. The north side of it is made up of rocks and on the south side there is a long, two-storey building, marked as hospital. We have a reference by the local noble Angelos Soumakis, in his description of a synchronous revolt, to a Friars’ Mole (Flaromolos) in the northern part of the town (3). It is quite likely that this mole by S. Maria was called the Friars’ Mole, either because it belonged to the catholic monastery or because of its proximity to it.

Στα ανατολικά της Παναγίας βλέπουμε ένα μικρό μόλο να προεξέχει. Η βόρεια πλευρά του αποτελείται από βράχους και στη νότια βρίσκεται ένα μακρόστενο, διώροφο κτίριο, σημειωμένο σαν νοσοκομείο. Έχουμε μια αναφορά του ντόπιου ευγενή Άγγελου Σουμάκη, στη περιγραφή του Ρεμπελιού των ποπολάρων του 1628, σε κάποιο ‘Φλαρόμωλο’ (φλάρηδες ήταν οι καθολικοί μοναχοί) στο βόρειο μέρος της πόλης (3). Είναι πολύ πιθανό αυτός ο μόλος κοντά στην Παναγία να λεγόταν Φλαρόμωλος, είτε επειδή ανήκε στο μοναστήρι είτε λόγω της εγγύτητας του.

 

The jetty that appears here, from an unpublished 1678 map of Grenville Collins found in the British National Archives, is most likely the Friars’ Mole. The bell-tower close to it must be that of S. Maria.

Ο μόλος που φαίνεται εδώ, από ένα ανέκδοτο χάρτη του Grenville Collins του 1678 από τα Βρετανικά Εθνικά Αρχεία, είναι πιθανότατα ο Φλαρόμωλος. Το κοντινό καμπαναριό πρέπει να ήταν της Παναγίας των Χαρίτων.

The hospital was founded by order of the Venetian General Provveditor of the Sea, an A. Corner, according to Leonidas Zoes (4). He mentions no date but an Andrea Corner was active in the area around 1650 (5). Whatever the date, a hospital near Santa Maria existed already. Zoes says it was rebuilt in 1817, without mentioning any relocation. We continue with Zoes’ Lexicon, and under ‘foundling-hospital’ (6) we read that on 22 September 1678 the Provveditor Andrea Corner ordered all abandoned babies be taken to the relevant department of the hospital, opposite Santa Maria delle Grazie and by the sea, to be looked after there. However, Provveditor of Zakynthos was not Andrea Corner in 1678 but Jacomo Corner. It appears that Zoes has confused the two members of the Corner family. He may have even wrongly deduced the foundation of the hospital because of the creation of the foundling hospital.

Το νοσοκομείο ιδρύθηκε με διαταγή του Γενικού Προβλεπτή της Θάλασσας, κάποιου A. Corner, σύμφωνα με τον Λεωνίδα Ζώη (4). Δεν αναφέρει χρονολογία αλλά κάποιος Andrea Corner δραστηριοποιήθηκε στην περιοχή γύρω στα 1650 (5). Όποια και αν ήταν η χρονολογία, νοσοκομείο δίπλα στην Παναγία των Χαρίτων υπήρχε ήδη. Ο Ζώης λέει πως ξαναχτίστηκε το 1817 χωρίς να αναφέρει αλλαγή θέσης. Συνεχίζουμε με το Λεξικό του Ζώη και στο λήμμα ‘εκθετοτροφείον’ (6) διαβάζουμε ότι στις 22 Σεπτεμβρίου του 1678 ο Προβλεπτής Ανδρέας Κορνέρ διέταξε όλα τα εγκαταλειμμένα μωρά να μεταφέρονται στο σχετικό παράρτημα του νοσοκομείου, έναντι του ναού της Παναγίας των Χαρίτων παρά την θάλασσαν, για να φροντιστούν εκεί. Όμως, προβλεπτής Ζακύνθου δεν ήταν ο Andrea Corner το 1679 αλλά ο Jacomo Corner. Φαίνεται ότι ο Ζώης μπέρδεψε τα δύο μέλη της οικογένειας Corner. Είναι δε πιθανό να είχε λανθασμένα  συμπεράνει την ίδρυση του νοσοκομείου λόγω της ίδρυσης του εκθετοτροφείου.

Over a century later, a little before the end of the Venetian era, John Howard (7) mentioned briefly both, the hospital and the foundling-hospital:

The Hospital is a long room, containing fourteen beds, in which were only six patients. Over this room is a sort of foundling-hospital.

In 1841 John Davy (8) wrote:

The charitable institutions of these islands are few in number, and, with one or two exceptions, generally of little efficacy. They are comprised in a small civil hospital, one in Corfu and one in Zante; in a foundling-hospital, one in each of these islands; in a Monte di Pietà (9), also one in each; and in a lunatic asylum.

Πάνω από ένα αιώνα αργότερα, λίγο πριν το τέλος της Βενετοκρατίας, ο John Howard (7) έκανε μια σύντομη αναφορά στο νοσοκομείο και στο εκθετοτροφείο:

Το Νοσοκομείο είναι ένας μακρύς θάλαμος, που περιέχει δεκατέσσερις κλίνες, στις οποίες υπήρχαν μόνο έξι ασθενείς. Πάνω από αυτό το θάλαμο υπάρχει ένα είδος εκθετοτροφείου.

Το 1841 ο John Davy (8) έγραψε:

Τα ευαγή ιδρύματα αυτών των νησιών είναι λίγα σε αριθμό, και, με μία ή δύο εξαιρέσεις, γενικά μικρής αποτελεσματικότητας. Αποτελούνται από ένα μικρό πολιτικό νοσοκομείο, ένα στην Κέρκυρα και ένα στη Ζάκυνθο/ ένα εκθετοτροφείο, από ένα σε κάθε νησί/ και ένα Monte di Pietà (9), επίσης από ένα σε κάθε νησί/ και  ένα ψυχιατρείο.

In the late 19th century plan below (10) the red arrow is pointing at Santa Maria. Building No 4 is the hospital, still on a mole. Several more moles had been built by then by the nobles, whose houses were built by the sea.

Στο χάρτη του τέλους του 19ου αιώνα παρακάτω (10) το κόκκινο βέλος δείχνει την Παναγία των Χαρίτων. Το κτίριο Νο 4 είναι το νοσοκομείο, ακόμη πάνω σε μόλο. Αρκετοί ακόμη μόλοι (ρεπάρα) είχαν φτιαχτεί μέχρι τότε από τους ευγενείς, των οποίων οι κατοικίες είχαν χτιστεί κοντά στη θάλασσα.

 
The hospital continued to be just east of Santa Maria until the earthquake of 1953. An annex of the hospital was at the north side of the open area in front of the church. From the written and pictorial evidence mentioned, I think we can safely conclude that the coastline of that part of the town changed little from the 16th century to the middle of the 20th. The main alterations came by the deposition of materials and the construction of houses, jetties and wave-breakers in the aristocratic area of Repara, immediately to the south of the hospital. However, the characteristic curvature of the coastline remained recognisable and directly comparable with the 1632 map. We can be quite certain that the location of the hospital, partly built on the Friar’s Mole, did not change in that time. For the most part, its form, as a long, rectangular, two-storey building, did not change either.

Το νοσοκομείο συνέχισε να βρίσκεται στα ανατολικά της Παναγίας των Χαρίτων μέχρι το σεισμό του 1953. Ένα παράρτημα του βρισκόταν στη βόρεια πλευρά του ανοιχτού χώρου μπροστά από την εκκλησία. Από τα γραπτά και εικονογραφικά στοιχεία που αναφέραμε, νομίζω ότι μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια ότι η ακτογραμμή αυτού του σημείου της πόλης δεν μεταβλήθηκε σημαντικά από τον 16ο αιώνα μέχρι τα μέσα του 20ου. Οι σημαντικότερες μεταβολές προήλθαν από την απόθεση υλικών και την κατασκευή σπιτιών, μόλων και κυματοθραυστών στην αριστοκρατική περιοχή των Ρεπάρων, στα νότια του νοσοκομείου. Όμως η χαρακτηριστική καμπυλότητα της ακτογραμμής παρέμεινε αναγνωρίσιμη και ευθέως συγκρίσιμη με το χάρτη του 1632. Μπορούμε να είμαστε αρκετά σίγουροι ότι η θέση του νοσοκομείου, χτισμένου κατά ένα μέρος πάνω στο Φλαρόμωλο, δεν άλλαξε σε αυτό το διάστημα. Η βασική του μορφή, σαν μακρύ, ορθογώνιο, διώροφο κτίσμα,  δεν άλλαξε επίσης.

With regards to the church of Santa Maria we can confidently say that it stood opposite the hospital in the period 1632 – 1953. The only discrepancy is the distance of the church from the sea (excluding the mole), which in the 1632 map appears to be almost 80 metres, measured in Venetian passi (11). This is almost double the distance in the late 19th century. While the church was rebuilt at exactly the same spot after the earthquake of 1893 (12) the suspicion is generated that in the 17th century it was situated further inland, as the land behind its latest known location were monastery grounds (13).

Σχετικά με την εκκλησία της Παναγίας μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι στην περίοδο 1632 – 1953 στεκόταν απέναντι από το νοσοκομείο. Η μοναδική ανωμαλία είναι η απόσταση της εκκλησίας από τη θάλασσα (εξαιρουμένου του μόλου), η οποία στο χάρτη του 1632 φαίνεται να είναι σχεδόν 80 μέτρα, μετρημένη σε Βενετικά passi (11). Είναι σχεδόν διπλάσια από την απόσταση στα τέλη του 19ου αιώνα. Ενώ η εκκλησία ξαναχτίστηκε στο ίδιο ακριβώς σημείο μετά το σεισμό του 1893 (12) γεννιέται η υποψία ότι το 17ο αιώνα βρισκόταν βαθύτερα στην ξηρά, μιας και ο χώρος πίσω από την τελευταία γνωστή της θέση ανήκε στο μοναστήρι (13).

However, examining the 1632 map one can see that Gentilini was not at all concerned with accurate measurements and the scale of the map is only indicative. The distance between San Marco and Santa Maria appears to be roughly 250 m, very close to the actual of about 243 m today. St Nicholas of the Mole though is shown to be 438 m from San Marco, when their distance today is only 221 m and it is known that neither of the two churches has moved from its original position. Santa Maria is shown to be about 750 m from the spring of Kryoneri. In fact the distance is more like 1430 m. The supposed discrepancy cannot then be a reason to believe that Santa Maria may have moved.

Εξετάζοντας όμως το χάρτη του 1632 βλέπει κανείς ότι τον Gentilini δεν τον απασχόλησε καθόλου η ακρίβεια των μετρήσεων και η κλίμακα του χάρτη είναι μόνο ενδεικτική. Η απόσταση Αγίου Μάρκου και Παναγίας των Χαρίτων εμφανίζεται να είναι κάπου 250 μ, πολύ κοντά στη πραγματική των 243 μ περίπου σήμερα. Ο Άγιος Νικόλας του Μόλου όμως δείχνεται να είναι 438 μ από τον Άγιο Μάρκο, όταν η απόσταση τους σήμερα είναι μόνο 221 μ και είναι γνωστό ότι καμία από τις δύο εκκλησίες δεν μετακινήθηκε από την αρχική της θέση. Η Παναγία δείχνεται να είναι περίπου 750 μ από την πηγή του Κρυονεριού. Στην πραγματικότητα η απόσταση είναι κοντά στα 1430 μ. Η δήθεν ανωμαλία δεν μπορεί λοιπόν να αποτελέσει λόγο να πιστεύουμε πως η Παναγία των Χαρίτων μετακινήθηκε.

Another source of uncertainty is a book written in the 19th century by the Orthodox Archbishop of Zakynthos Nikolaos Katramis (14). He stated that Santa Maria delle Grazie was built in 1488 – when the Latin Bishop of Zakynthos was Marco de Franceschi – on an islet that later became joined with the land. If this is true then the initial position of the church was different to that of 1953. The owners of the house that now stands there informed me that they reached sand when they were digging for the foundations (15). This they told me in support of the information Santa Maria had been built on an islet, of which they were aware. In fact, the existence of sand reveals that the spot was, at some point in the distant past, covered by water or a sandy beach. A naturally formed islet based on a layer of sand at that particular location is in my opinion absolutely impossible. There is a remote possibility that there may have been some kind of ‘permanent’ sandbank, on which deposited rocks and soil eventually created an artificial islet. However, no large rocks were found during the construction of the house.

Μια άλλη πηγή αβεβαιότητας είναι το βιβλίο που έγραψε το 19ο αιώνα ο Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου Νικόλαος Κατραμής (14). Έγραψε ότι η Παναγία των Χαρίτων χτίστηκε το 1488 – όταν Λατίνος Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου ήταν ο Marco de Franceschi – πάνω σε μια νησίδα που αργότερα ενώθηκε με την ξηρά. Αν αυτό αληθεύει τότε η αρχική θέση της Παναγίας ήταν διαφορετική από αυτήν του 1953. Οι ιδιοκτήτες του σπιτιού που τώρα στέκεται σε εκείνο το σημείο με πληροφόρησαν ότι βρήκαν άμμο όταν έσκαβαν για τα θεμέλια (15). Αυτό μου το είπαν για να υποστηρίξουν την πληροφορία ότι η Παναγία είχε χτιστεί πάνω σε νησίδα, για την οποία ήταν ενήμεροι. Αντίθετα, η ύπαρξη άμμου φανερώνει ότι εκείνο το σημείο ήταν κάποτε υποθαλάσσιο ή αμμουδιά. Ένα φυσικά διαμορφωμένο νησί πάνω σε στρώμα άμμου σε εκείνη τη συγκεκριμένη τοποθεσία είναι κατά τη γνώμη μου εντελώς αδύνατο. Υπάρχει μια απομακρυσμένη περίπτωση να υπήρχε εκεί κάποιου είδους ‘μόνιμη’ σύρτη (σχηματισμός άμμου), πάνω στην οποία τοποθετήθηκαν βράχοι και χώμα σχηματίζοντας μια τεχνητή νησίδα. Όμως δεν βρέθηκαν μεγάλοι βράχοι κατά την κατασκευή του σπιτιού.

Katramis gave the information in the chapter about the ‘tomb of Cicero’. Without going into too many details about this, halfway through the 1540s, which is about 20 years before Andreas Vesalius was buried there, a defensive wall was being built for the monastery. While digging for its foundations a Roman grave was unearthed, in the shape of a sarcophagus, bearing an inscription referring to a Marcus Tullius Cicero. While the tomb was later lost, and today the discovery is believed by many to have been a fabrication, several people claimed they had seen it, and some described it, in the following 15 years. I consider the testimony of the English trader John Locke particularly valuable, as he was not in any way connected with the Catholic Church or Zakynthos and was simply passing on his way to the Holy Land (16). Whatever explanation one chooses to believe, an ancient grave was found very close to the church of Santa Maria. In my opinion it would have been most peculiar to have someone buried on a tiny islet. Locke also says that ‘there was in time past a streete where the tombe stoode’. How could you have a street on a sea rock? I think the information about the existence of an islet, on which Santa Maria was built, cannot be relied upon. If there was ever such an islet it was probably closer to the known coastline and may have formed the Friar’s Mole.

Ο Κατραμής έδωσε την πληροφορία στο κεφάλαιο για τον ‘τάφο του Κικέρωνα’. Χωρίς να μπούμε σε μεγάλες λεπτομέρειες για την υπόθεση αυτή, στα μέσα της δεκαετίας του 1540, μια εικοσαετία πριν θαφτεί εκεί ο Ανδρέας Βεσάλιος, φτιαχνόταν ένα αμυντικό τείχος για το μοναστήρι. Καθώς σκάβονταν τα θεμέλια του βρέθηκε ένας Ρωμαϊκός τάφος, σε σχήμα σαρκοφάγου, με επίγραμμα αναφερόμενο σε κάποιο Μάρκο Τούλλιο Κικέρωνα. Αν και ο τάφος αργότερα χάθηκε, και σήμερα η ανακάλυψη θεωρείται από πολλούς σαν απάτη, αρκετοί άνθρωποι υποστήριξαν πως τον είδαν, και μερικοί τον περιέγραψαν, στα επόμενα 15 χρόνια. Θεωρώ τη μαρτυρία του Άγγλου εμπόρου John Locke ιδιαίτερα πολύτιμη, αφού δεν είχε καμιά σχέση με την Καθολική Εκκλησία ή τη Ζάκυνθο και ήταν απλώς περαστικός στο δρόμο για τους Αγίους Τόπους (16). Όποια εξήγηση και να πιστέψει κανείς, ένας αρχαίος τάφος βρέθηκε πολύ κοντά στην Παναγία των Χαρίτων. Κατά τη γνώμη μου θα ήταν πολύ παράξενο να έχει θαφτεί κάποιος πάνω σε μια ξέρα. Ο Locke λέει επίσης ότι ‘παλιότερα υπήρχε δρόμος εκεί που βρισκόταν ο τάφος’. Πως θα μπορούσε να υπάρχει δρόμος πάνω σε ένα θαλάσσιο βράχο; Νομίζω πως η πληροφορία περί ύπαρξης νησίδας, πάνω στην οποία είχε χτιστεί η Παναγία, δεν είναι βάσιμη. Αν ποτέ υπήρχε τέτοια νησίδα είναι πιο πιθανό να ήταν κοντύτερα στη γνωστή ακτογραμμή και ίσως είχε σχηματίσει το Φλαρόμωλο.

Katramis also says that Santa Maria was built next to a Franciscan monastery and not that it was part of it. To make matters worse, some of the sources, like Giovanni Zuallardo (17), refer to the Fransiscan monastery as Annuntiata, while others call it Santa Maria delle Grazie. Luckily, Leonidas Zoes’ account of the creation of the monastery, based on documental evidence now lost (18), both makes sense and explains adequately the sequence of events (19).

Λέει επίσης ο Κατραμής πως η Παναγία των Χαρίτων ήταν χτισμένη δίπλα σε ένα μοναστήρι Φραγκισκανών και όχι ότι ήταν μέρος του. Ακόμα χειρότερα, μερικές πηγές, όπως ο Giovanni Zuallardo (17), αναφέρονται στο Φραγκισκανό μοναστήρι σαν Annuntiata (Ευαγγελίστρια) ενώ άλλοι το λένε Santa Maria delle Grazie (Παναγία των Χαρίτων). Ευτυχώς, η εκδοχή του Λεωνίδα Ζώη για τη δημιουργία του μοναστηριού, βασισμένη σε έγγραφα που έχουν πια χαθεί (18), αφενός είναι λογική και αφετέρου εξηγεί ικανοποιητικά την αλληλουχία των γεγονότων (19).

According to Zoes, in 1506 a small chapel existed – which may have been founded in 1488 as Katramis says. Zoes mentions that it was built on an islet but only as something that others had previously mentioned and seems cautious on this subject. At around 1517 a brotherhood was formed and they were given the chapel for their religious needs by the Latin bishop. The chapel had two altars, one of Santa Maria di Loreto and the other of Annunziata. It was enlarged or rebuilt into a church and the Provveditor Sebastiano Contarini granted the brotherhood land nearby for the establishment of a monastery. Between 1526 and 1530 the procurators and the monks granted in turn some pieces of monastery land to certain individuals. In the years between 1544 and 1549 the monastery was considerably enlarged and that was when the tomb of Cicero was discovered. In the years that intervened between the discovery of Cicero’s tomb and the burial of Vesalius a scion of the powerful Seguro family attended lessons there. He was to become St Dionysius, the patron saint of the island.

Σύμφωνα με το Ζώη, το 1506 υπήρχε ένα μικρό παρεκκλήσι – το οποίο ίσως να είχε χτιστεί το 1488 όπως λέει ο Κατραμής. Ο Ζώης αναφέρει ότι ήταν χτισμένο σε νησίδα αλλά μόνο σαν κάτι που είχαν αναφέρει άλλοι παλιότερα και φαίνεται επιφυλακτικός πάνω σε αυτό το ζήτημα. Γύρω στα 1517 δημιουργήθηκε μία αδελφότητα και τους δόθηκε το παρεκκλήσι από τον Λατίνο επίσκοπο για τις λατρευτικές τους ανάγκες. Το παρεκκλήσι είχε δύο βωμούς, της Santa Maria di Loreto και της Annuntiata. Μεγεθύνθηκε ή ξαναχτίστηκε σαν εκκλησία και ο Προβλεπτής Sebastiano Contarini παραχώρησε στην αδελφότητα γη εκεί γύρω για την ίδρυση μονής. Μεταξύ 1526 και 1530 οι επίτροποι και οι μοναχοί παραχώρησαν με τη σειρά τους τμήματα μοναστηριακής γης σε διάφορα άτομα. Μεταξύ των ετών 1544 και 1549 το μοναστήρι επεκτάθηκε σημαντικά και τότε ήταν που βρέθηκε ο τάφος του Κικέρωνα. Στα χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ της ανακάλυψης του τάφου του Κικέρωνα και της ταφής του Βεσάλιου ένας γιός της ισχυρής οικογένειας των Σιγούρων παρακολούθησε μαθήματα εκεί. Ήταν ο Άγιος Διονύσιος, προστάτης του νησιού.

There is very little information about the monastery and its church from 1564 to 1632. We have to rely on the few travellers that mention it. Zuallardo in 1586 mentions the Turkish looting of 1571 and that the monastery was small but says nothing about the overall condition of the church (20). Johannes Cotovicus, when he visited in 1598, thought the church was spacious and the monastery quite elegant (21). George Sandys in 1610 mentions the monastery without any remark on its condition (22). Finally, Thomas Coryat visited Santa Maria in 1613 but only remarked on the remnants of the “tomb of Cicero” outside (23).

Πολύ λίγες πληροφορίες υπάρχουν για το μοναστήρι και την εκκλησία από το 1564 μέχρι το 1632. Είμαστε αναγκασμένοι να αρκεστούμε στις αναφορές λίγων ταξιδιωτών. Ο Zuallardo το 1586 αναφέρει την Τουρκική λεηλασία του 1571 και ότι το μοναστήρι ήταν μικρό αλλά δεν λέει τίποτα για την γενικότερη κατάσταση της εκκλησίας (20). Ο Johannes Cotovicus, κατά την επίσκεψη του το 1598, θεώρησε την εκκλησία ευρύχωρη και το μοναστήρι αρκετά καλαίσθητο (21). Ο George Sandys το 1610 κάνει αναφορά στο μοναστήρι χωρίς καμιά παρατήρηση για την κατάσταση του (22). Τέλος, ο Thomas Coryat επισκέφτηκε τη Σάντα Μαρία το 1613 αλλά μόνο σημείωσε τα απομεινάρια του τάφου του Κικέρωνα απέξω.

Concluding, it appears that the strip of land on which the northern part of the town is built was not 500 years ago as narrow as Zoes believed. Otherwise we would have to accept a great expansion in just one century, a change bigger than in the subsequent four put together. Already in 1544, and for some time before that, a road passed by the church. Santa Maria started as a small chapel, possibly built in 1488. If the chapel was indeed on an islet then it could not have been where the church stood between 1632 and 1953. A more likely position for the islet, if it ever existed, is where the hospital was constructed later. Though we cannot be absolutely certain about the location of the church between the beginning of the 16th century and 1632 we have no indication that it changed. It is likely that it was damaged more times than we will ever know and sometimes required rebuilding. It makes sense that it was rebuilt in the very same spot, probably on the same foundations and with the same stones, which would have made the whole enterprise more economical.

Συνοψίζοντας, φαίνεται ότι η λωρίδα γης πάνω στην οποία βρισκόταν το βόρειο μέρος της πόλης πριν από 500 χρόνια δεν ήταν όσο στενή πίστευε ο Ζώης. Διαφορετικά θα έπρεπε να δεχτούμε μια μεγάλη επέκταση μέσα σε ένα μόνο αιώνα, μεταβολή μεγαλύτερη από ότι στους επόμενους τέσσερις μαζί. Ήδη το 1544, και για ένα διάστημα πιο πριν, δίπλα στην εκκλησία περνούσε δρόμος. Η Παναγία των Χαρίτων ξεκίνησε σαν μικρό παρεκκλήσι, που πιθανόν χτίστηκε το 1488. Αν το παρεκκλήσι ήταν όντως πάνω σε νησίδα τότε δεν μπορεί να ήταν στο σημείο που στεκόταν η εκκλησία μεταξύ 1632 και 1953. Μια πιο πιθανή θέση για τη νησίδα, αν υπήρξε ποτέ, είναι εκεί που αργότερα κατασκευάστηκε το νοσοκομείο. Αν και δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι για τη θέση της εκκλησίας από τις αρχές του 16ου αιώνα μέχρι το 1632 δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι άλλαξε. Είναι πολύ πιθανό ότι έπαθε ζημιές περισσότερες φορές από όσες θα μάθουμε ποτέ και μερικές φορές χρειάστηκε να ξαναχτιστεί. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι ξαναχτίστηκε στο ίδιο σημείο, πιθανότατα πάνω στα ίδια θεμέλια και με τις ίδιες πέτρες, κάτι που θα έκανε την όλη επιχείρηση πιο οικονομική.

 

 

 

-----------------------------------------------------------------------

(1)  D. Zivas, Η αρχιτεκτονική της Ζακύνθου από τον ΙΣΤ' μέχρι τον ΙΘ' αιώνα, Athens 1970, pic. 21.

Δ. Ζήβας, Η αρχιτεκτονική της Ζακύνθου από τον ΙΣΤ' μέχρι τον ΙΘ' αιώνα, Αθήνα 1970, εικ. 21.

(2)  A plan of the "Citta del Zanthe;" drawn 15 Dec. 1632, by Nicolò Gentilini, on a scale of 60 paces to an inch, British Library. Only a detail presented here.

A plan of the "Citta del Zanthe;" drawn 15 Dec. 1632, by Nicolò Gentilini, on a scale of 60 paces to an inch, Βρετανική Βιβλιοθήκη. Μόνο μία λεπτομέρεια παρουσιάζεται εδώ.

(3)  Konstantinos Sathas, Ελληνικά Ανέκδοτα, Athens 1867, v. I, p. 179.

Κ. Σάθας, Ελληνικά Ανέκδοτα, Αθήνα 1867, τ. 1ος, σ. 179.

(4)  L. Zoes, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου, Athens 1963, v. I, p. 481.

Λ. Ζώης, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου, Αθήνα 1963, τ. 1ος, σ. 481.

(5)  Andrea Corner was governor of Zakynthos between 1649 and 1651. He became also involved in the affairs of Zakynthos and Cephalonia in the years 1653 and 1654.

Ο Andrea Corner ήταν προβλεπτής Ζακύνθου μεταξύ 1649 και 1651. Αναμίχθηκε επίσης στις υποθέσεις της Ζακύνθου και της Κεφαλονιάς τα έτη 1653 και 1654.

(6)  See 4, p. 181.

Βλέπε 4, σ. 181.

(7)  J. Howard, An Account of the Principal Lazarettos of Europe, 2nd edition, London 1791, v. Ii, p. 62.

J. Howard, An Account of the Principal Lazarettos of Europe, 2η έκδοση, Λονδίνο 1791, τ. 2ος, σ. 62.

(8)  J. Davy, Notes and Observations on the Ionian Islands and Malta, London 1842, v. ii, p. 117.

J. Davy, Notes and Observations on the Ionian Islands and Malta, Λονδίνο 1842, τ. 2ος, σ. 117.

(9)  Charitable pawnbroker.  The building, constructed in 1680 very close to San Marco square, housed the town’s archives in the ground floor and was burnt down in the earthquake of 1953.

Μη κερδοσκοπικό ενεχυροδανειστήριο. Το κτίριο, χτισμένο το 1680 πολύ κοντά στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, στέγαζε το αρχειοφυλακείο στο ισόγειο και κάηκε στη σεισμοπυρκαγιά του 1953.

(10)  See 1, pic. 43.

Βλέπε 1, εικ. 43.

(11)  One passo was roughly equal to 1.74 metres.

Ένα passo ήταν περίπου 1.74 μέτρα.

(12)  The bell-tower was not reconstructed.

Το καμπαναριό δεν ξαναχτίστηκε.

(13)  This we know from a topographic plan of the monastery from 1806 amongst other sources.

Αυτό το γνωρίζουμε από ένα τοπογραφικό σχέδιο της μονής του 1806 ανάμεσα σε άλλες πηγές.

(14)  N. Katramis, Φιλολογικά Ανάλεκτα Ζακύνθου, Zakynthos 1880, p. 455.

Ν. Κατραμής, Φιλολογικά Ανάλεκτα Ζακύνθου, Ζάκυνθος 1880, σ. 455.

(15)  The house replaced an earlier, much smaller house, which had been built there after the 1953 earthquake.

Το σπίτι αντικατέστησε ένα παλιότερο, μικρότερο σπίτι, το οποίο είχε χτιστεί εκεί μετά το σεισμό του 1953.

(16)  Richard Hakluyt, The Principal Navigations, Voyages, Traffiques and Discoveries of the English Nation, v. 5, 1904, The voyage of M. John Locke to Jerusalem, pp. 82 – 83.

Richard Hakluyt, The Principal Navigations, Voyages, Traffiques and Discoveries of the English Nation, τ. 5ος, 1904, The voyage of M. John Locke to Jerusalem, σσ. 82 – 83.

(17)  Giovanni Zuallardo, Il devotissimo Viaggio Di Gierusalemme, Rome 1595, pp. 85 – 86.

Giovanni Zuallardo, Il devotissimo Viaggio Di Gierusalemme, Ρώμη 1595, σσ. 85 – 86.

(18)  Zoes was the keeper of the archives that were destroyed in 1953. He used notarial deeds and wills from the 1st half of the 16th century to support his writings. 

Ο Ζώης ήταν υπεύθυνος του Αρχείου που καταστράφηκε το 1953. Χρησιμοποίησε νοταριακά έγγραφα και διαθήκες του πρώτου μισού του 16ου αιώνα για να υποστηρίξει τα λεγόμενα του.

(19)  See 4, pp. 509 – 510.

Βλέπε 4, σσ. 509 – 510.

(20)  See 17.

Βλέπε 17.

(21)  Itinerarium Hierosolymitanum et Syriacum, Antwerp 1619, p. 50.

Itinerarium Hierosolymitanum et Syriacum, Αμβέρσα 1619, σ. 50.

(22)  A relation of a journey begun Anno Domini 1610, 1621 edition, p. 8.

A relation of a journey begun Anno Domini 1610, έκδοση 1621, σ. 8.

(23)  Hacluytus Posthumus or Purchas His Pilgrimes, Glasgow 1905, v. 10, ch. 12, pp. 291 – 292.

Hacluytus Posthumus or Purchas His Pilgrimes, Glasgow 1905, τ. 10ος, κεφ. 12, σσ. 291 – 292.

 

 

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

From double Dutch to Greek – η μετάφραση ενός κειμένου του 1485


When an Anglophone considers something completely incomprehensible he says ‘It’s all Greek to me’, exactly as the Greeks say ‘It’s all Chinese to me’. Strangely, and probably due to historical reasons, the Anglophones also consider incomprehensible the, related to English, Dutch language. The expression double Dutchmeans gibberish.

Όταν ένας Αγγλόφωνος θεωρεί κάτι εντελώς ακαταλαβίστικο λέει ‘Its all Greek to me’, δηλαδή ‘Αυτά μου φαίνονται Ελληνικά’, ακριβώς όπως οι Έλληνες λένε ‘Αυτά μου φαίνονται Κινέζικα’. Περιέργως, και μάλλον για ιστορικούς λόγους, ακαταλαβίστικα θεωρούνται από τους Αγγλόφωνους και τα, συγγενή με τα Αγγλικά, Ολλανδικά. Η έκφραση ‘double Dutch’, ή μπερδεμένα Ολλανδικά σε ελεύθερη μετάφραση, είναι ανάλογη της δικής μας ‘Κορακίστικα’.

If there is one form of Dutch that could justifiably be termed double Dutch this is certainly the medieval one. As I have found out, it is very difficult to understand for the average Dutchman of today, or for a Fleming of Belgium, who essentially speaks exactly the same language.  As you would expect, there is no software that will offer you even a partial and erroneous automatic translation. So, quite some time ago, I found myself with an unknown, 15th century Flemish text in my hands, which obviously contained information about the Strophades islets and Zakynthos, but did not know what it actually said.

Αν κάποια μορφή της Ολλανδικής θα μπορούσε να δικαιολογήσει το χαρακτηρισμό ‘double Dutch’ αυτή είναι σίγουρα η μεσαιωνική. Όπως διαπίστωσα είναι ελάχιστα κατανοητή στο μέσο Ολλανδό του σήμερα, ή σε Φλαμανδό του Βελγίου, ο οποίος ουσιαστικά μιλάει την ίδια ακριβώς γλώσσα. Φυσικά δεν υπάρχει κανένα λογισμικό που να σου προσφέρει μία έστω λειψή και λανθασμένη αυτόματη μετάφραση. Έτσι, πριν από καιρό, βρέθηκα να έχω στα χέρια μου ένα άγνωστο Φλαμανδικό κείμενο του 15ου αιώνα, το οποίο ήταν φανερό ότι μιλούσε για τα Στροφάδια και τη Ζάκυνθο, χωρίς όμως να γνωρίζω τί λέει.

Joos van Ghistele, who wrote the text, was a nobleman born in Ghent, in today’s Belgium, in 1446. Almost nothing is known about him, except that in 1481 he undertook a long journey in the Mediterranean and the Middle East, reaching as far as Aden, and wrote down a description of his tour. He returned to Antwerp on the 24th of June 1485 and died four decades later. His writings were published 32 years after his death (1). The considerable success of the book led to new editions in 1563 and 1572 but it has never yet been translated in its entirety (2). The piece that is of interest to us is part of the description of the return journey.

Ο Joos van Ghistele, ο συγγραφέας του κειμένου, ήταν ένας ευγενής που γεννήθηκε στη Γάνδη του σημερινού Βελγίου το 1446. Σχεδόν τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό γι αυτόν, εκτός από το ότι το 1481 έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, φτάνοντας μέχρι το Άντεν, και κατέγραψε τις εντυπώσεις του. Επέστρεψε στην Αμβέρσα στις 24 Ιουνίου 1485 και πέθανε τέσσερες δεκαετίες αργότερα. Τα γραφτά του εκδόθηκαν 32 χρόνια μετά το θάνατο του (1). Η σημαντική τους επιτυχία οδήγησε σε επανεκδόσεις το 1563 και το 1572 αλλά δεν μεταφράστηκαν στην ολότητα τους ποτέ μέχρι τώρα (2). Το κομμάτι που μας ενδιαφέρει είναι μέρος της περιγραφής του ταξιδιού της επιστροφής.

It is quite likely that Andreas Vesalius, in preparation for his ill-fated journey to the Holy Land in 1564, had acquired a copy and read the popular book that had recently been published twice in his native tongue. Whether he had read it or not, it is thanks to him that we gained a Greek translation of the text written by his compatriot (3).

Είναι πολύ πιθανό ο Ανδρέας Βεσάλιος, προετοιμαζόμενος για το μοιραίο ταξίδι του 1564 στους Αγίους Τόπους, να είχε προμηθευτεί και διαβάσει το δημοφιλές βιβλίο που είχε πρόσφατα εκδοθεί δύο φορές στη μητρική του γλώσσα. Είτε το είχε διαβάσει όμως είτε όχι, εμείς αποκτήσαμε χάρις σε αυτόν μια Ελληνική μετάφραση του εν λόγω κομματιού που έγραψε ο συμπατριώτης του (3).

His compatriots, our friends and fellow travellers in a long journey – in the organising of the celebrations in 2014 for the 500 years from the birth and the 450 from the death of the great anatomist, and the search for his lost grave – men who amongst them know everything that is known about Vesalius today and search for what is not, Professor Emeritus Dr Omer Steeno, Dr Maurits Biesbrouck and Dr Theodoor Goddeeris, got to grips with the obscure text as soon as they were asked and translated it to English. While offering our thanks, which I should also extend to all the other friends of Vesalius who offered to assist, I would like to simultaneously point out that this text is one of ‘the riches that we have gained on the way and that we do not expect Ithaca to give us’ (4).

Συμπατριώτες του, δικοί μας φίλοι και συνταξιδιώτες σε μακρύ ταξίδι – στη διοργάνωση των εορτασμών για τα 500 χρόνια από τη γέννηση και τα 450 από το θάνατο του μεγάλου ανατόμου το 2014, και στην έρευνα για τον χαμένο τάφο του – άνθρωποι που μεταξύ τους γνωρίζουν όλα όσα είναι σήμερα γνωστά για το Βεζάλιο και αναζητούν όσα δεν είναι, ο Ομότιμος Καθηγητής Δρ Omer Steeno, ο Δρ Maurits Biesbrouck και ο Δρ Theodoor Goddeeris, καταπιάστηκαν αμέσως μόλις τους ζητήθηκε με το δυσνόητο κείμενο και το μετέφρασαν στα Αγγλικά. Ενώ τους απευθύνουμε τις ευχαριστίες μας, τις οποίες θα πρέπει να εκτείνω και σε όλους τους άλλους φίλους του Βεσάλιου που προθυμοποιήθηκαν να συνδράμουν, θα ήθελα ταυτόχρονα να επισημάνω πως αυτό το κείμενο είναι από ‘τα πλούτη που κερδίζουμε στο δρόμο και που δεν προσδοκούμε να μας δώσει η Ιθάκη’ (4).

The translated text:

Having sailed past all the aforementioned cities you will pass a very small but beautiful island, completely flat and without mountains, which is called Strivali (5), earlier (called) Stampfaria (6), and it is uninhabited, except for some Greek monks (caloyers), who have made a church there in an old castle rather well protected from attacks, and it is not larger than six miles (7). Deep gashes in the rocks give you drinking water, as if by a miracle of God. Straight across the middle runs a sea channel, large enough for a small ship to pass, nothing bigger. At this spot a great miracle happened when the body of St Mark the Evangelist, patron of Venice, was being brought from Alexandria. So it happened that the ship with the body of St Mark, with a capacity of up to a hundred barrels, was being pushed in the sea by strong winds and a storm. The sailors could no longer control the course of the ship and she reached the aforementioned island and passed through the narrow channel without damage, something completely impossible if there had been no miracle. In the church of St Mark in Venice nowadays, one still finds a painting with that miracle (8). This being said, and sailing further for a while, one passes an island called Zakynthos (Jante), somewhat larger than Cerigo (9), with mountains not very big and in the middle beautiful plains but with some mountains at both ends. It has woods and is somewhat longer than wide. There is a splendid city with a fortress, populated and in ancient times it was called Lanemorosa Jasintus.

Το μεταφρασμένο κείμενο:

Αφού παραπλεύσεις όλες τις προαναφερθείσες πόλεις θα περάσεις ένα πολύ μικρό αλλά όμορφο νησί, τελείως επίπεδο και χωρίς βουνά, που λέγεται Strivali (5), παλιότερα λεγόταν Stampfaria (6), και είναι ακατοίκητο, εκτός από Έλληνες μοναχούς (caloyers), που φτιάξανε μια εκκλησία εκεί σε ένα παλιό κάστρο αρκετά καλά προστατευμένο από επιθέσεις, και δεν είναι μεγαλύτερο από έξι μίλια (7). Βαθιές σχισμές στους βράχους δίνουν νερό, σαν από Θεϊκό θαύμα. Ακριβώς στη μέση το διατρέχει ένα θαλάσσιο κανάλι, που μόλις χωράει να περάσει ένα μικρό πλοίο, τίποτα μεγαλύτερο. Σε αυτό το σημείο έγινε ένα μεγάλο θαύμα όταν φέρνανε από την Αλεξάνδρεια το σώμα του Αγίου Μάρκου του Ευαγγελιστή, προστάτη της Βενετίας. Έτυχε το πλοίο με το σώμα του Αγίου Μάρκου, με εκτόπισμα μέχρι και εκατό βαρέλια, να σπρώχνεται στη θάλασσα  από δυνατό άνεμο και καταιγίδα. Οι ναυτικοί δεν μπορούσαν πλέον να ελέγξουν την πορεία του πλοίου και έφτασε στο εν λόγω νησί και πέρασε μέσα από το στενό κανάλι χωρίς να πάθει ζημιά, πράγμα εντελώς αδύνατο αν δεν είχε γίνει θαύμα. Στην εκκλησία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία βλέπει κανείς σήμερα μία εικόνα με αυτό το θαύμα (8). Μετά από αυτό, αρμενίζοντας λίγο ακόμα, περνάει κανείς ένα νησί που λέγεται Ζάκυνθος (Jante), λίγο μεγαλύτερο από το Τσιρίγο (9),  χωρίς πολύ ψηλά βουνά και με όμορφους κάμπους στη μέση αλλά με κάποια βουνά στα δύο άκρα. Δασωμένο και κάπως μακρόστενο. Έχει μια ωραιότατη πόλη με ισχυρό κάστρο, κατοικημένη, και στα αρχαία χρόνια λεγόταν Lanemorosa Jasintus.

Van Ghistele provides no new information about the Strophades. He simply repeats what was known to all the sailors crossing the Ionian Sea in the 15th century. His description is not even completely accurate since he refers to one island split in the middle and not to a larger and a smaller island. Van Ghistele, like most seamen and pilgrims, did not stop at those islands. He must have just seen them from some distance. Their waters, full of reefs, were dangerous to anyone unfamiliar with them. At night, or when visibility was bad, it was prudent for someone to avoid the whole area because, due to their low altitude, they could not be seen. Only when the passing galleys had run out of water, or when the wind had completely dropped, would they approach them.

Όσον αφορά τα Στροφάδια ο δεν μας δίνει καμιά άγνωστη πληροφορία. Απλώς επαναλαμβάνει ότι ήταν γνωστό σε όλους τους ναυτικούς που έπλεαν στο Ιόνιο το 15ο αιώνα. Η περιγραφή δεν είναι καν απόλυτα ακριβής αφού αναφέρεται σε ένα νησί χωρισμένο στη μέση και όχι σε ένα μεγαλύτερο και ένα μικρότερο νησί. Ο van Ghistele, όπως και οι περισσότεροι ναυτικοί και προσκυνητές, δεν είχε σταματήσει στα νησιά αυτά. Απλώς πρέπει τα είχε δει από κάποια απόσταση. Τα νερά τους, γεμάτα υφάλους, ήταν επικίνδυνα για όποιον δεν τα γνώριζε. Τη νύχτα, ή όταν η ορατότητα ήταν κακή, ήταν συνετό να αποφεύγει κάποιος ολόκληρη την περιοχή γιατί λόγω του μικρού υψομέτρου τους δεν φαίνονταν. Μόνο όταν τα περαστικά κάτεργα είχαν ξεμείνει από νερό ή είχε πέσει τελείως ο αέρας τα προσέγγιζαν.

Regarding Zakynthos though he gives an interesting, and at the same time unexpected, piece of information. The city, he says, was splendid, with a strong castle and inhabited.  This contrasts with what was believed until now. Zakynthos had by then been in Venetian possession for three years, having changed hands three times since 1479. The Ottoman attack of that year had abolished the Duchy of Santa Maura, to which Zakynthos belonged, along with Santa Maura (Leucas) itself, Cephalonia and Ithaca. 

Για τη Ζάκυνθο όμως μας δίνει μια ενδιαφέρουσα, και ταυτόχρονα απροσδόκητη, πληροφορία. Η πόλη, λέει, ήταν ωραιότατη, με ισχυρό κάστρο και κατοικημένη. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με αυτά που πιστεύαμε μέχρι τώρα. Η Ζάκυνθος βρισκόταν ήδη τρία χρόνια στην κατοχή των Βενετών, έχοντας αλλάξει χέρια τρεις φορές από το 1479. Η Οθωμανική επίθεση εκείνου του έτους είχε καταλύσει το Δουκάτο της Αγίας Μαύρας, στο οποίο ανήκαν, εκτός από την ίδια την Αγία Μαύρα (Λευκάδα), η Ζάκυνθος, η Κεφαλονιά και η Ιθάκη.

Zakynthos suffered a little less than the rest of the islands, where the Turks had landed killing those who resisted and enslaving anyone they came across. Approximately 10,000 of Zakynthos’ 25,000 inhabitants were subjects of Venice, in their overwhelming majority Moreote refugees of the Turkish-Venetian war of 1463 – 1479. In addition, the Venetians had established in Zakynthos a corps of stradiots or stratioti, light horsemen from the Morea, captained by Nikolaos Bochalis and Petros Bozikis (in Greek). At the last minute they were re-enforced with the veteran Petros Buas, so they had reached 500 in number.

Η Ζάκυνθος υπέφερε κάπως μικρότερα δεινά από τα υπόλοιπα νησιά, όπου οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν σκοτώνοντας όποιον αντιστεκόταν και αιχμαλωτίζοντας όποιον εύρισκαν. Περίπου 10.000 από τους 25.000 κατοίκους της Ζακύνθου ήταν Βενετοί υπήκοοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία Μοραΐτες πρόσφυγες του Τουρκοβενετικού πολέμου 1463 – 1479. Επιπλέον, οι Βενετοί είχαν από καιρό εγκαταστήσει στη Ζάκυνθο σώμα Στρατιωτών, ελαφρών ιππέων από το Μοριά, με καπεταναίους τον Νικόλαο Μπόχαλη και τον Πέτρο Μποζίκη. Φρόντισαν να τους ενισχύσουν την τελευταία στιγμή με το βετεράνο Πέτρο Μπούα, έτσι που έφτασαν τους 500 σε αριθμό.

The Venetians, who had signed a peace treaty with the Ottomans at the start of the year, insisted that all their subjects should be evacuated before the Turks landed. They underlined their determination by victoriously repelling at least two landing attempts. So, in the two months the stand-off lasted, many locals managed to escape along with the Venetian subjects. However, when the Turks finally landed, according to the Venetian chronicler Stefano Magno, they sold to the Venetian fleet the Zacynthians they captured for the trivial amount of 40 aspers each and destroyed all the island’s settlements (10). Magno says that roughly the same happened in Cephalonia.

Οι Βενετοί, οι οποίοι είχαν υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τους Οθωμανούς στις αρχές του χρόνου, επέμειναν να αποχωρήσουν όλοι οι υπήκοοι τους πριν την αποβίβαση των Τούρκων. Την αποφασιστικότητα τους την υπογράμμισαν ανατρέποντας νικηφόρα τουλάχιστον δύο προσπάθειες απόβασης. Έτσι, στους δύο μήνες που κράτησε η αντιπαράθεση, μαζί με τους Βενετούς υπηκόους κατάφεραν να αποχωρήσουν και πολλοί ντόπιοι. Όταν όμως τελικά οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν, σύμφωνα με το Βενετό χρονικογράφο Stefano Magno, πούλησαν στο Βενετικό στόλο όσους Ζακυνθινούς αιχμαλώτισαν για το ευτελές ποσό των 40 άσπρων το άτομο και κατάστρεψαν όλους τους οικισμούς του νησιού (10). Τα ίδια περίπου λέει ο Magno και για την Κεφαλονιά.

Relying on Magno, Dinos Konomos adds an imaginary description of how raging Turks occupied themselves for three months levelling Zacynthos (11). Konomos also claims, and this is repeated by others, that one of the conditions of the treaty, in which the Sultan Bayezid II accepted Venetian sovereignty over Zakynthos, was that the castle must not be rebuilt (12). If this was true, how could one accept van Ghistele’s phrase about a splendid city with a strong castle? Would the Venetian guard have the time to rebuild them alone, on a practically deserted island that did not even officially belong to Venice yet and its fate was being negotiated with the Sultan? The description of the physical characteristics of the island by van Ghistele is, however, extremely accurate. It shows someone who had visited it and had probably viewed it from the castle.

Σε αυτά στηριζόμενος ο Ντίνος Κονόμος δίνει μια κατά φαντασίαν περιγραφή του πως οι μαινόμενοι Τούρκοι ασχολήθηκαν επί τρίμηνο με την ισοπέδωση της Ζακύνθου (11). Ισχυρίζεται επίσης ο Κονόμος, και επαναλαμβάνεται από άλλους, ότι ένας από τους όρους της συνθήκης, με την οποία ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Β’ αποδέχθηκε τη Βενετική κυριαρχία στη Ζάκυνθο, ήταν να μην ανοικοδομηθεί το κάστρο (12). Αν όμως ίσχυαν αυτά, πως μπορεί κανείς να δεχθεί τη φράση του van Ghistele περί ωραιότατης πόλης με ισχυρό κάστρο; Πρόλαβε η Βενετική φρουρά να τα ξαναχτίσει μόνη της, σε ένα ουσιαστικά έρημο νησί, το οποίο δεν ανήκε καν στη Βενετία επίσημα και η τύχη του ήταν αντικείμενο διαπραγματεύσεων με το Σουλτάνο; Η περιγραφή πάντως των φυσικών χαρακτηριστικών του νησιού από το van Ghistele είναι εξαιρετικά ακριβής. Δείχνει κάποιον που το είχε επισκεφτεί και που μάλλον είχε αγναντέψει τη θέα από το κάστρο.

The answer can only be that the Ottomans would not have destroyed fortifications and buildings that they intended to use. There was no condition in the treaty with Bayezid to not rebuild the castle. The only condition set by the treaty, the text of which has been published by P. Chiotes (13) and in Italian translation by E. Lunzi (14), was the annual payment of 500 ducats by Venice. Besides this, Magno, a few pages later, detracts what he had written.

Η απάντηση μπορεί να είναι μόνο ότι οι Οθωμανοί δεν θα κατέστρεφαν οχυρώσεις και κτίρια που σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν. Δεν υπήρχε κανένας όρος στη συνθήκη με τον Βαγιαζήτ περί μη ανοικοδόμησης του κάστρου. Ο μοναδικός όρος της συνθήκης, το κείμενο της οποίας έχει δημοσιευθεί από τον Π. Χιώτη (13) και σε Ιταλική μετάφραση από τον Ε. Λούντζη (14), ήταν η ετήσια πληρωμή από τη Βενετία 500 δουκάτων. Ο Magno επίσης, μερικές σελίδες πιο κάτω, αναιρεί αυτά που είχε γράψει.

He says (15) that the Duke of Santa Maura Leonardo Tocco, who had escaped to the Kingdom of Naples in Italy, returned to Cephalonia in August 1481 with a Neapolitan fleet comprising of 13 galleys, 2 fuste and one brigantine, in charge of which was Bernardo Villamarin. He found a few Turks in a fortification by the port and asked them to convey to those in the principal castle and the city, meaning the Castle of St George, his request to surrender it to him. They refused and Leonardo, abstaining from any hostile act, left for Zakynthos a few days later. The scene was repeated, with Leonardo trying to convince the Turks to hand over to him the Castle of St Stephen, and after a second refusal he departed empty handed (16). Naturally, neither the Turks lived amongst ruins nor did Leonardo ask them to surrender a pile of rubble.

Λέει (15) ότι ο Δούκας της Αγίας Μαύρας Λεονάρδος Τόκκο, ο οποίος είχε δραπετεύσει στο Βασίλειο της Νεάπολης στην Ιταλία, επέστρεψε στην Κεφαλονιά τον Αύγουστο του 1481 με ένα Ναπολιτάνικο στόλο από 13 γαλέες, 2 φούστες και ένα μπριγκαντίνι, επικεφαλής του οποίου ήταν ο Bernardo Villamarin. Βρήκε λίγους Τούρκους οχυρωμένους στο λιμάνι και τους ζήτησε να μεταφέρουν σε αυτούς που βρίσκονταν στο κυρίως κάστρο και στην πόλη, δηλαδή στο Κάστρο του Αγίου Γεωργίου, το αίτημα να του τα παραδώσουν. Αυτοί αρνήθηκαν και ο Λεονάρδος, χωρίς να προβεί σε καμία εχθροπραξία, αναχώρησε για τη Ζάκυνθο λίγες μέρες αργότερα. Η σκηνή επαναλήφθηκε, με τον Λεονάρδο να προσπαθεί να πείσει τους Τούρκους να του παραδώσουν το Κάστρο του Αγίου Στεφάνου, και μετά από μια δεύτερη αρνητική απάντηση αναχώρησε άπρακτος (16). Φυσικά, ούτε οι Τούρκοι ζούσαν μέσα σε ερείπια ούτε ο Λεονάρδος ζήτησε να του παραδοθούν μπάζα.

Van Ghistele also says that the city was populated and he could not have meant by the guard only. What we did know until now is a reference to the population of Zakynthos, in that year exactly, in what is known as the Chronicle of Georgilas (17).

Ο van Ghistele λέει ακόμη ότι η πόλη ήταν κατοικημένη και δεν μπορεί να εννοούσε μόνο τη φρουρά. Αυτό που εμείς γνωρίζαμε μέχρι τώρα ήταν μια αναφορά στον πληθυσμό της Ζακύνθου, ακριβώς εκείνο το χρόνο, στο λεγόμενο Χρονικό Γεωργιλά (17):

In fourteen [eighty] five, [1485], there were thirty six families in the whole Island of Zakynthos – in fourteen [eighty] nine we became one hundred and thirty six families.

Εις τους χιλίους τετρακοσίους [ογδοήντα] πέντε, [1485], ήτανε εις όλο το Νησί της Ζακύνθου φαμελιές τριάντα έξη – εις τους χιλίους τετρακοσίους [ογδοήντα] εννιά εγινήκαμε φαμελιές εκατόν τριάντα έξι.

This chronicle is about the wanderings of the Athenian family of Theodosis and its permanent settlement in the area of Skinari, in the extreme north of the island. Could the city have really been populated when there were only thirty six families, many of which would have been dispersed all over the island? The conclusion of all the historians of Zakynthos who have written about this issue, that only about thirty families remained after the Turkish attack of 1479, hidden in caves and ravines, no longer appears correct. This is because they never correlated the phrase of the Chronicle with the one following it:

Το συγκεκριμένο χρονικό αναφέρεται στην περιπλάνηση της Αθηναϊκής οικογένειας Θεοδόση και την τελική της εγκατάσταση στο Σκινάρι Βολιμών. Πως λοιπόν μπορεί να ήταν πραγματικά κατοικημένη η πόλη όταν υπήρχαν μόνο τριάντα έξι οικογένειες, πολλές από τις οποίες θα ήταν διάσπαρτες σε όλο το νησί; Το συμπέρασμα που έχει βγει από όσους ιστορικούς της Ζακύνθου έχουν ασχοληθεί με το θέμα, ότι δηλαδή μόνο καμιά τριανταριά οικογένειες είχαν απομείνει μετά την Τουρκική επίθεση του 1479, κρυμμένες σε σπηλιές και λαγκάδια, δεν φαίνεται πια σωστό. Και αυτό γιατί δεν συσχέτισαν ποτέ αυτή τη φράση του Χρονικού με την αμέσως επόμενη:

Anyone coming to this Island would go and register with the Podestà (18) and ask for land to own, and there was great confusion, because someone else would come and put more into the fiefs and take them.

Όγοιος ερχότουνα εις τούτο το Νησί επήγαινε και εγραφότουνα εις τον Ποτεστά (18) και εγύρεβε και τόπο και εφεουδάριζε, και έγινε μεγάλη σύγχυσις, ότι άλλος ερχότουνα και έβανε εις τα φέουδα περισσότερο και τα έπαιρνε.

The acceptance of a correlation between the two phrases changes the meaning. The chronicler was not referring to all the families of the island but only to those that had newly arrived, those in search of land. In addition, it is quite obvious that the families of the stradiots were not included, since they did not have to bid – as the chronicle allows us to understand was the norm – to obtain land. In fact we know neither how many Zacynthians did not manage to escape before the Turkish landing, nor how many of those avoided death or capture in the three days – and not three months – of terror that customarily followed every Ottoman conquest. It is most likely that the number of families that remained after the conquest was far greater than thirty. Three days were marginally enough at that time for someone to cross the mountains of Zakynthos from the south to the north (19). To search them the Turks would have needed much longer.

Η αποδοχή συσχετισμού των δύο φράσεων αλλάζει το νόημα. Δεν μίλαγε ο χρονικογράφος για όλες τις οικογένειες του νησιού αλλά μόνο για τις νεοφερμένες, αυτές που αναζητούσαν γη. Είναι μάλιστα φανερό πως από αυτές τις οικογένειες εξαιρούνταν αυτές των Στρατιωτών, αφού αυτοί δεν χρειαζόταν να πλειοδοτήσουν – όπως αφήνει να εννοηθεί το χρονικό ότι γινόταν – για να πάρουν γη. Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε πόσοι Ζακυνθινοί δεν κατόρθωσαν να διαφύγουν πριν την Τουρκική απόβαση, ούτε πόσοι από αυτούς απέφυγαν το θάνατο ή την αιχμαλωσία στο τριήμερο – και όχι τρίμηνο – του τρόμου, που εθιμικά ακολουθούσε κάθε Οθωμανική κατάκτηση. Το πιο πιθανό είναι ότι ο αριθμός των οικογενειών που παρέμεινε στη Ζάκυνθο μετά την κατάκτηση ήταν πολύ μεγαλύτερος από τριάντα. Τρεις ημέρες ήταν οριακά αρκετές εκείνο τον καιρό για να διασχίσει κανείς τα βουνά της Ζακύνθου από νότο προς βορρά (19). Για να τα ερευνήσουν οι Τούρκοι θα χρειάζονταν πολύ περισσότερο.

To them we should add those of the escapees that returned soon after the Venetian conquest of the island to reclaim their properties and, at least some of them, to examine the possibility of permanent resettlement. Along with the stradiots and the rest of the military they would have formed a customer base capable of attracting merchants, professionals and craftsmen, and giving life to the formerly prosperous island’s capital.

Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν όσοι από τους διαφυγόντες επέστρεψαν λίγο μετά την κατάληψη του νησιού από τους Βενετούς για να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους και, ένα μέρος τουλάχιστον, να διερευνήσει τη δυνατότητα μόνιμης επανεγκατάστασης. Μαζί με τους Στρατιώτες και τους υπόλοιπους της φρουράς θα είχαν αποτελέσει μια πελατειακή βάση ικανή να προσελκύσει εμπόρους, επαγγελματίες και τεχνίτες, και να δώσει ζωή στην πρωτεύουσα του μέχρι πριν λίγα χρόνια εύπορου νησιού.

The year 1485 is a landmark in the history of Zakynthos. It is the year in which, officially, the island became part of the Venetian Stato da Màr and signals its rebirth after the great disaster of 1479. Joos van Ghistele’s brief reference helps us see a picture of Zakynthos, in exactly that year, which is closer to the truth. It is a gift that has arrived from Flanders, where it has been kept for 527 years.

Το 1485 είναι ένα έτος ορόσημο στην ιστορία της Ζακύνθου. Είναι η χρονιά που, επίσημα πια, το νησί αποτέλεσε μέρος του Βενετικού Stato da Màr και σηματοδοτεί την αναγέννηση του από τη μεγάλη καταστροφή του 1479. Η σύντομη αναφορά του Joos van Ghistele μας βοηθάει να αποκτήσουμε μια εικόνα της Ζακύνθου, εκείνο ακριβώς το χρόνο, που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα. Είναι ένα δώρο που μας ήρθε από τη Φλάνδρα, όπου ήταν φυλαγμένο για 527 χρόνια.

 

------------------------------------------------------------------------------ 

(1)  Ambrosius Zeebout, Tvoyage Van Mher Joos Van Ghistele, Ghent (Γάνδη) 1557.

(2)  Only the part of his wanderings related to Egypt has been translated to French: Renée Bauwens-Préaux, Le Voyage en Egypte de Joos van Ghistele 1482 – 1483, Cairo 1976.

Μόνο το τμήμα των περιηγήσεων του που αφορά την Αίγυπτο έχει μεταφραστεί στα Γαλλικά: Renée Bauwens-Préaux, Le Voyage en Egypte de Joos van Ghistele 1482 – 1483, Κάιρο 1976.

(3)  Page 391 of the 1998 edition, edited by R.J.G.A.A. Gaspar.

Σελ. 391 της έκδοσης του 1998, επιμέλεια R.J.G.A.A. Gaspar.

(4)  I am borrowing from the great poem of Constantine Cavafy ‘Ithaca’ in place of an answer to well meant doubts about how meaningful is the search for Vesalius’ grave. An English translation of the poem can be found here.

Πρόκειται όπως καταλάβατε για δάνειο από τον Καβάφη. Επέχει θέση απάντησης σε κάποιες καλοπροαίρετες αμφιβολίες για το κατά πόσο έχει νόημα η έρευνα για τον τάφο του Βεσάλιου.

(5)  The Italian name of the Strophades.

Η Ιταλική ονομασία των Στροφάδων.

(6)  Pope Boniface VIII, in a letter of 1299 calls the Strophades monastery Sancta Maria de Tropharia. The Spaniard Pero Tafur in 1436 calls it Estanfárie. The reason is probably that the name of the larger of the two islets is Stamphane.

Ο Πάπας Βονιφάτιος Η΄, σε μια επιστολή του 1299 αποκαλεί τη Μονή των Στροφάδων Sancta Maria de Tropharia. Ο Ισπανός Pero Tafur το 1436 την αποκαλεί Estanfárie. Ο λόγος είναι μάλλον η ονομασία Σταμφάνη της μεγαλύτερης από τις δύο νησίδες.

(7)  If he meant the circumference of the whole island complex then he is not far off the truth.

Αν εννοεί την περιφέρεια ολόκληρου του συμπλέγματος των νησίδων δεν πέφτει πολύ έξω.

(8)  This is Paolo Veneziano’s creation of 1345, which still exists, as mentioned in the relevant blog entry (in Greek).

Πρόκειται για δημιουργία του Paolo Veneziano του 1345, η οποία υπάρχει ακόμα όπως αναφέρθηκε στη σχετική με το θαύμα αυτό ανάρτηση.

9)  Cythera.

Κύθηρα.

(10)  K. Sathas, Documents inédits relatifs à l'histoire de la Grèce au moyen âge, Paris 1880, v.VI, p. 217.

Κ. Σάθας, Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, Παρίσι 1880, τ. 6ος, σ. 217.

(11)  Dinos Konomos, Ζάκυνθος – Πεντακόσια χρόνια (1478-1978), Τόμος τρίτος, Πολιτική Ιστορία, (τεύχος Α΄, 1478-1800), Athens 1979, pp. 21 – 22. See also p. 27.

Ζάκυνθος – Πεντακόσια χρόνια (1478-1978), Τόμος τρίτος, Πολιτική Ιστορία, (τεύχος Α΄, 1478-1800), Αθήνα 1979, σσ. 21 – 22. Βλέπε επίσης σ. 27.

(12)  Dinos Konomos, Ζάκυνθος – Πεντακόσια χρόνια (1478-1978), Τόμος πρώτος, Καστρόλοφος και Αιγιαλός, Athens 1979, p. 15.

Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος – Πεντακόσια χρόνια (1478-1978), Τόμος πρώτος, Καστρόλοφος και Αιγιαλός, Αθήνα 1979, σ. 15.

(13)  P. Chiotes, Ιστορικά Απομνημονεύματα της Νήσου Ζακύνθου, v. II, Corfu 1858, pp. 636 – 637.

Π. Χιώτης, Ιστορικά Απομνημονεύματα της Νήσου Ζακύνθου, τ. 2ος, Κέρκυρα 1858, σσ. 636 – 637.

(14)  Ermanno Co. Lunzi, Della Condizione Politica delle Isole Ionie, Venice 1858, pp. 215 – 216.

 Ermanno Co. Lunzi, Della Condizione Politica delle Isole Ionie, Βενετία 1858, σσ. 215 – 216.

(15)  See 10, p. 228.

Βλέπε 10, σ. 228.

(16)  In my opinion, the failed, according to some historians, campaign of Leonardo Tocco was in reality an undercover reconnaissance mission.  Less than a month later his younger brother Antonio conquered Cephalonia and Zakynthos by force, using Catalan mercenaries. He established a short-lived pirate state, which was abolished by the Venetians. They first occupied Zakynthos in 1482 and the following year besieged Antonio in the Castle of St George in Cephalonia. The defenders surrendered after executing Antonio, to the pleasure of the remaining Cephalonians.

Κατά τη γνώμη μου, η κατά κάποιους ιστορικούς αποτυχημένη εκστρατεία του Λεονάρδου Τόκκο ήταν στην πραγματικότητα συγκαλυμμένη αναγνωριστική αποστολή. Λιγότερο από ένα μήνα αργότερα ο νεώτερος αδελφός του Αντώνιος κατέλαβε την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο δια της βίας, χρησιμοποιώντας Καταλανούς μισθοφόρους. Εγκαθίδρυσε ένα πρόσκαιρο πειρατικό κράτος, το οποίο κατέλυσαν οι Βενετοί. Πρώτα κατέλαβαν τη Ζάκυνθο το 1482 και τον επόμενο χρόνο πολιόρκησαν τον Αντώνιο στο Κάστρο του Αγίου Γεωργίου στην Κεφαλονιά. Η φρουρά παραδόθηκε αφού προηγουμένως εκτέλεσε τον Αντώνιο, προς τέρψιν όσων Κεφαλλονιτών είχαν απομείνει.

(17)  Dinos Konomos, Ζακυνθινά χρονικά (1485-1953), Athens 1970, p. 21.

Ντίνος Κονόμος, Ζακυνθινά χρονικά (1485-1953), Αθήνα 1970, σ. 21.

(18)  Italian, meaning the highest ranking representative of government on the island.

Από το Ιταλικό Podestà, τον ανώτατο εκπρόσωπο της κυβερνητικής εξουσίας στο νησί.

(19)  In 1824 John Davy and his companions, with a local guide, set off from Katastari on the 27th of August, went to the monastery of Spiliotissa and that of St George of the Cliffs, and then turned south, reaching Keri on the 1st of September. They had to exchange their horses for mules because of the roughness of the terrain. Davy was not of course in any hurry but it is indicative that it took him six days.

Το 1824 ο John Davy και η συντροφιά του, με ντόπιο οδηγό, ξεκίνησε από το Καταστάρι στις 27 Αυγούστου, πήγε στη Σπηλιώτισσα και στον Άι Γιώργη στα Γρεμνά, και μετά στράφηκε νότια, φτάνοντας στο Κερί την 1η Σεπτεμβρίου. Τα άλογα τους αναγκάστηκαν να τα αλλάξουν με μουλάρια λόγω του δύσβατου εδάφους. Ο Davy βέβαια δεν βιαζόταν αλλά είναι ενδεικτικό ότι χρειάστηκε έξι μέρες.
Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .