Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2020

Καλό κουράγιο

Χριστούγεννα και κοντεύει χρόνος. Χωρίς να μπορούμε να τα πούμε σαν άνθρωποι, να δουλέψουμε όπως πρώτα, να ταξιδέψουμε. Είπα να σας στείλω μερικές εικόνες από τη ζωή εδώ. Δεν είναι όλα μαύρα. 23 Δεκεμβρίου χτές, πήγαμε βόλτα στο ποτάμι, τον Τάμεση. Δεν έκανε κρύο, είχε καμιά δεκαριά βαθμούς. Όμως η καλοκαιρινή πράσινη πανδαισία έχει εξαφανιστεί. Κι έτσι όμως είναι όμορφα.
Το ποτάμι έχει πολύ νερό αλλά ο κόσμος είναι λίγος, τουλάχιστον στο Richmond. Τα μαγαζιά βέβαια είναι κλειστά, τα περισσότερα.
Γλάροι, πάπιες και ερωδιοί ξεκουράζονται πάνω στις βάρκες.
Ένα από τα λίγα ανοιχτά μαγαζιά.
Πουλάει και λάδι και άλλα καλά από την Ελλάδα. Δεν χρειάζεται να ρωτήσεις τόπο καταγωγής των ιδιοκτητών. Σίγουρα Κρητικοί.
Πιο κάτω, σ' ένα δέντρο που φυτρώνει σ΄ένα νησάκι, υπάρχουνε πέντε με έξι μεγάλες φωλιές. Οι ένοικοι; Ερωδιοί.
Στο επόμενο νησάκι άλλο δέντρο, με καμιά δωδεκαριά κορμοράνους. Μεγάλα πουλιά αλλά όχι τόσο όσο οι ερωδιοί. Έρχονται και προσγειώνονται ατζαμήδικα. Η ώρα είναι περασμένες τρεις, σκοτάδι σε λιγότερο από ώρα. Μέχρι τότε το δέντρο θα έχει γεμίσει.
Με τίποτα δεν φτάνουν τους ερωδιούς.
Συνεχίζουμε τον περίπατο θαυμάζοντας τη φύση. Εδώ Λιβανέζικοι κέδροι στη βορεινή πλευρά του ποταμού.
Λίγο πιο πέρα διάφορα σκάφη αραγμένα. Και μερικά πλωτά σπίτια. Ανάμεσα τους κυματίζει περήφανα η σημαία της Καταλωνίας.
Συνεχίζουμε, σε ένα στενό παραποτάμιο δρόμο. Από τη μια το ποτάμι και από την άλλη μια αντιπλημυρική τάφρος. Σχεδόν γεμάτη κι αυτή.
Απέναντι μας το Isleworth. Λίγο αριστερά, δεν φαίνεται, είναι η pub London Apprentice. Αρκετά πιο μέσα είναι το σπίτι μου. Νυχτώνει, ώρα για επιστροφή.
Και τσουπ, να κι άλλος ένας μετανάστης. Είχα πρωτοδεί παπαγαλάκια στην ίδια περιοχή πριν πάνω από είκοσι χρόνια. Τότε δεν τα ήξερε κανείς. Τώρα το Λονδίνο είναι γεμάτο. Κι ένας κορμοράνος πάει βιαστικός για το δέντρο.
Αυτό το τελευταίο είναι σημερινό. Πιο ωραία μέρα, με ήλιο αλλά πολύ πιο κρύα. Ο σκίουρος όμως είναι καλά προστατευμένος.
Καλά Χριστούγεννα και νά είστε καλά. Ο επόμενος χρόνος, δεν μπορεί, θα είναι καλύτερος.

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Ο Μουχτάρ Πασάς, ο Κωλέττης, ο Μπάυρον και η Ρούσσω

 


Στις 28 Νοεμβρίου του 1993, στο ένθετο της Καθημερινής Επτά Ημέρες, δημοσιεύτηκε η παραπάνω φωτογραφία με την εξής λεζάντα: Η πρώτη Ελληνίδα κάτοικος του Σίδνεϊ, η Αικατερίνη Πλέσσα-Κράμερ, ήταν η κόρη της περίφημης Κυρά-Βασιλικής του Αλή Πασά! Έφτασε στην Αυστραλία ακολουθώντας το σύζυγο της, που υπηρετούσε αρχικά στον Αγγλικό στρατό κατοχής, στα Επτάνησα. Επρόκειτο για ένα αφιέρωμα στον Ελληνισμό της Αυστραλίας και το συγκεκριμένο άρθρο ήταν γραμμένο από τον Hugh Gilchrist (1916 – 2010), συγγραφέα, ερευνητή, πρώην πρέσβη της Αυστραλίας στην Αθήνα, και θερμό φιλέλληνα. Καμία όμως παραπέρα αναφορά δεν γινόταν στο άρθρο για αυτή τη γυναίκα.

Έτυχε και το διάβασα, μία ή δύο μέρες αργότερα, τόσο κάνανε να έρθουνε στο εξωτερικό οι χρυσοπληρωμένες ελληνικές εφημερίδες. Δεν ξέρω τι επίδραση είχε η λεζάντα της φωτογραφίας σε άλλους, εγώ όμως, όντας Ζακυνθινός, έμεινα αποσβολωμένος. Έχουμε μάθει, όχι εντελώς αδικαιολόγητα, το επώνυμο Πλέσσας να το θεωρούμε Ζακυνθινό. Στη Ζάκυνθο αυτοί που το φέρουν, μαζί με αυτούς που λανθασμένα το γράφουν Πλαίσας, μετριούνται σε εκατοντάδες. Υπάρχουν μερικοί στην Κεφαλονιά και ίσως στην Κέρκυρα, αλλά πολύ λίγοι. Το πρόβλημα όμως ήταν κυρίως ότι η Κυρά-Βασιλική δεν έζησε ποτέ στα Εφτάνησα. Πως στην ευχή βρέθηκε στα Εφτάνησα η κόρη της; Αν υποθέσουμε ότι είχε κόρη, γιατί απ’ όσο ξέρουμε δεν έκανε παιδιά. Έτσι ξεκίνησα να βρω την αλήθεια ή μάλλον το λάθος.

Το λάθος ήταν πως η μητέρα της Αικατερίνης Πλέσσα-Κράμερ ήταν η Κυρά Βασιλική αλλά όχι του Αλή Πασά. Του Μουχτάρ Πασά ήταν, πρωτότοκου γιού του Αλή. Και η κόρη της καμία σχέση δεν είχε με τη Ζάκυνθο. Η ιστορία της όμως είναι απόλυτα συναρπαστική, σχεδόν μαγική, και αξίζει να την πούμε. Είναι η ιστορία μιας κοπέλας που μεγάλωσε μπαινοβγαίνοντας στο παλάτι του Μουχτάρ στα Γιάννενα, αρραβωνιάστηκε τον μετέπειτα πρωθυπουργό της Ελλάδας, γνώρισε το Λόρδο Μπάυρον στο σπίτι του θείου της στο Μεσολόγγι και τελικά έφυγε από την Ελλάδα για να μη γυρίσει πίσω ποτέ.

Η Κυρά Βασιλική του Αλή Πασά, κόρη του Κίτσου Κονταξή, γεννήθηκε σε ένα χωριό που σήμερα βρίσκεται πολύ κοντά στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, την Πλεσίβιτσα. Την Πλεσίβιτσα, που μερικές φορές τη λέγανε και Πλέσσα, σήμερα τη λένε Πλαίσιο, σύμφωνα με την κακομοιριά του 20ου αιώνα. Η λέξη Πλεσίβιτσα δεν έχει νόημα ούτε στα Ελληνικά ούτε στα Αλβανικά. Η καταγωγή της λέξης είναι μάλλον σλαβική και σημαίνει τόπος ακάλυπτος, καραφλός. Είναι παράξενο το πως τόσα χωριά Ελληνικά, Αλβανικά και Βλάχικα βρέθηκαν με ονόματα σλαβικά. Ίσως κάποιου Σέρβου κτηματία. Όπως φαίνεται υπήρχαν τότε αρκετοί Πλεσσαίοι στην Πλεσίβιτσα, αν και τώρα πια δεν υπάρχει κανένας. Και στ’ αλήθεια δεν ξέρει κανείς αν αυτοί ονόμασαν έτσι το χωριό ή το χωριό τους έδωσε το όνομα του. Προσωπικά πιστεύω ότι έγινε το δεύτερο. Όπως και αν ήταν κάποιος γνωστός σε ένα χωριό συχνά έπαιρνε το όνομα του χωριού του όταν μετανάστευε.

Η Πλεσίβιτσα ήταν χωριό Ελληνόφωνο αν και κοντά σε Αλβανόφωνα χωριά. Στον παρακάτω χάρτη οι κίτρινες περιοχές είναι αυτές όπου μιλιόντουσαν και οι δύο γλώσσες. Στις υπόλοιπες μιλιόντουσαν μόνο Ελληνικά. Έτσι τουλάχιστον μας λέει ο Ηπειρώτης Παναγιώτης Αραβαντινός το 19ο αιώνα.



Δεν ξέρω αν κάτοικοι της Πλεσίβιτσας κατέβηκαν νότια πριν από εφτακόσια περίπου χρόνια μαζί με τους Αρβανίτες. Όμως νομίζω πως δεν έχουν σχέση με τους Πλεσσαίους της Ζακύνθου. Πιστεύω πως αυτοί οι τελευταίοι κατάγονται από την άλλη Πλέσσα, τη σημερινή Αγία Αναστασία, στα δεξιά του χάρτη. Το λέω αυτό επειδή πολύ κοντά σε αυτή την Πλέσσα υπάρχει ένα άλλο χωριό που λέγεται ακόμα Ψήνα. Τώρα πια τα χωρίζει η Εγνατία, με την Πλέσσα στην μεριά του Μαντείου και την Ψήνα αντίθετα, αλλά είναι πολύ κοντά. Λοιπόν, ένα από τα σόγια των Ζακυνθινών Πλεσσαίων, που το γνωρίζω πολύ καλά, λέγονται ακόμα και σήμερα Ψηναίοι.

Κλείνει η παρένθεση, πίσω στην Πλεσίβιτσα. Κατά διαβολική σύμπτωση από το ίδιο χωριό προερχόταν και μια άλλη Κυρά Βασιλική, συγγενής της Κονταξή και επίσης πολύ όμορφη. Δεν ξέρω σίγουρα ποιά ήταν μεγαλύτερη, έχω δει διαφορετικές χρονολογίες για την Κονταξή, όμως νομίζω πως ήταν αυτή πιο μεγάλη κατά πέντε χρόνια περίπου. Η άλλη ήταν κόρη κάποιου Αναστάση Πλέσσου, έμπορου, που την πάντρεψε με έναν άλλο Πλέσσο, Γεώργιο Χατζηκώστα, μπακάλη στις Σέρρες της Μακεδονίας, στα δεκατέσσερα της.

Η Βασιλική Πλέσσου είχε πέντε αδελφούς αλλά οι τρεις ήταν ξενιτεμένοι. Δεν είναι γνωστό που γεννήθηκε, μάλλον στην Πλεσίβιτσα, όμως παντρεμένη έμενε στα Γιάννενα. Το λέω αυτό με σιγουριά παρόλο που ξέρουμε πως το σπίτι της ήταν κοντά στην εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Είχε εκκλησία της Αγίας Μαρίνας στην Πλεσίβιτσα αλλά είχε και στα Γιάννενα, στην αρχή της Καλούτσιανης, ανάμεσα στα Λιθαρίτσια και τη λίμνη για όσους ξέρουν. Εκεί λοιπόν την επισκεπτόταν ο σύζυγος της, συχνά-πυκνά ερχόμενος από τις Σέρρες και η Κυρά Βασιλική ήταν πανέμορφη. Σας δίνω την περιγραφή της από τον σύγχρονο της Γιαννιώτη Αθανάσιο Π. Ψαλίδα:

 

Ή περίφημη Βασιλική του Μουχτάρ πασά ήταν / πολλά ώμορφη, μέ ανάστημα μέτριο, λιγυρό / καί παχουλό, πρόσωπο φεγκάρι, μάτια μάβρα σχιστά / καί γλυκά, όπου έπνεαν τον' έρωτα, φρύδια μάβρα / καί καμαρωτά, τζίνορα μάβρα, μακριά καί δοξαρωτά, / μίτη κοντηλένια, στόμα δακτυλίδι, δόντια μαργα/ριταρένια, αχείλια κοραλενια, άστήθι πλατύ καί / κρεβατωτό, βυζιά ορθά καί μικρά, χέρια μικρά / καί γρουμπουλά, καθώς καί ποδάρια, φωνή γλυκή καί / μελωδική, πνεύμα πεταχτό καί διαπεραστικό, καί σύν/τομα νά είπώ αριστούργημα τής φύσης' έτραγουδού/σε αγγελικά, καί εχόρευε τεχνικώτατα, καί έπαιζε τό / ταμπούρι άρμονικώτατα’ καί ήταν τέτοια, οπού όχι τον / Μουχτάρ πασσάν, αλλά καί κάθε έναν ήμπορούσε νά / αιχμαλω τεύση μέ τά κάλλη της, καί τέτοια εφυλάχθη/κε ώς τά τριάντα χρόνια, καί ύστερα έπάχηνε καί / έχόντρηνε πολύ, καί έξέπεσαν τά θέλγητρά της.

Γέννησε πρώτα ένα κορίτσι, σε ηλικία 15 χρονών, μας λέει, την Αικατερίνη. Τη φωνάζανε όμως Ρούσσω χαϊδευτικά. Πιθανόν επειδή ήταν κοκκινομάλλα. Τον άλλο χρόνο έκαμε αγόρι, τον Αναστάσιο, έτσι πάλι μας λέει ο Ψαλίδας. Κάνει όμως λάθος. Ο Αναστάσης ή Τασούλας ήταν ο μεγαλύτερος, γεννημένος στις 17 Μαρτίου 1808.  Η Ρούσσω γεννήθηκε το 1809. Κάποια στιγμή από εκεί και πέρα η Βασιλική άρχισε να νταραβερίζεται με το Μουχτάρ. Πρέπει να ήταν 16 ή 17 χρονών. Ο Μουχτάρ ήταν γεννημένος περίπου το 1768, ήταν δηλαδή πάνω από 40. Ήρθε ο άντρας της και τη βρήκε γκαστρωμένη μας λέει ο Ψαλίδας. Έφυγε χωρίς να πει τίποτα και σε εφτά μήνες γεννήθηκε ο Κωστάκης ή Κωστούλας, γύρω στα 1813.

Ο Μουχτάρ έβαλε φρουρούς να φυλάνε την ερωμένη του. Δεν άφηνε πια να τη δει κανένας εκτός από τα αδέλφια της. Έκαμε κι άλλο παιδί, ένα κοριτσάκι, αλλά τούτο το έστειλε στο τσιφλίκι του, στους Δραμεσιούς κοντά στο Μαντείο, «με βυζάχτρα και τροφό». Έδωσε στη Βασιλική χάνια, σπίτια και λεφτά. Της έφτιαξε σπίτι δίπλα στο καινούργιο του μέγαρο. Μήνυσε και στον άντρα της, μέσω του αδελφού της, να μην πάει στα Γιάννενα γιατί θα βάλει να τον σκοτώσουν.

Η Ρούσσω στο μεταξύ μεγάλωνε και την αρραβωνιάσανε με τον Ιωάννη Κωλέττη, γιατρό του Μουχτάρ.  Ήταν δεν ήταν 11 χρονών τότε. Ο Κωλέττης, ο οποίος ήταν πάνω από 45 χρονών και δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν την ήθελε βέβαια αλλά δεν μπορούσε να πει όχι στον πασά. Ο Μουχτάρ φρόντισε για τα προικιά της μικρής, περιλαμβανομένου και σπιτιού με κόστος 20000 γρόσια. Σύμφωνα με τον Ψαλίδα η Ρούσσω ήταν 12 χρονών και η μάνα της είχε ασχημύνει. Έτσι ο Μουχτάρ εκμεταλλευόταν και την κόρη και δεν την έδινε στο γιατρό του. Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω με το πρώτο, ούτε 11 δεν ήταν,  και για το δεύτερο να πω ότι, όπως είδαμε, ο Ψαλίδας λέει πως η Βασιλική χόντρυνε και ασχήμυνε μετά τα 30. Δεν είχε όμως φτάσει καλά ούτε στα 28 το 1821, τη χρονιά που έγραφε ο Ψαλίδας. Θεωρώ πολύ πιθανότερο αυτό που έγραψε ο Γιαννιώτης συγγραφέας Αναστάσιος Γούδας, ομολογουμένως νεώτερος του Ψαλίδα, ότι ήταν ο Κωλέττης που ανέβαλε συνέχεια το γάμο και σε πρώτη ευκαιρία ακύρωσε τον αρραβώνα.

                                                   O Ιωάννης Κωλέττης

Το καλοκαίρι του 1820 ο Αλή Πασάς διέταξε τα χαρέμια των παιδιών του να πάνε στο Τεπελένι. Ο Μουχτάρ βρισκόταν στο Μπεράτι. Η Ρούσσω με τη μάνα της βρέθηκαν λοιπόν στο Τεπελένι ενώ τα αγόρια δόθηκαν στο θείο τους. Ο Τούρκικος στρατός έφτασε στα Γιάννενα και διαγούμισε τις περιουσίες του Αλή και όλων των συγγενών του. Ο θείος της Ρούσσως έγραψε στον πατέρα της το Νοέμβριο να έρθει να πάρει τα παιδιά του. Ο πατέρας της, ο Γεώργιος Πλέσσος, έφτασε στην Ήπειρο το Φεβρουάριο και πήρε τα αγόρια. Μετά πήγε στο Τεπελένι και πήρε την κόρη του μαζί με μία ψυχοκόρη για να την πάει στον πατέρα της στην Άρτα. Η γυναίκα του αρνήθηκε να τον ακολουθήσει.

Ο Γεώργιος δεν έμεινε στα Γιάννενα ούτε πήγε πίσω στις Σέρρες ή όπου αλλού έκανε δουλειές. Σύμφωνα με τη νεκρολογία του Κωστούλα ήταν μυημένος στη Φιλική Εταιρεία. Ξέρουμε ότι υπήρχαν τρεις Πλεσσαίοι στην Εταιρεία. Οι δύο ήταν Πλεσιβιτσιώτες, Κωνσταντίνος και Νικόλαος,  και ο άλλος ήταν ένας 32χρονος Γιαννιώτης έμπορος που έμενε στην Κωνσταντινούπολη όταν έγινε μέλος το 1818. Έτσι μας λέει η Επιθεώρηση Χωροφυλακής, έτος 1982, τεύχος 148. Ίσως ήταν αυτός. Εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι μαζί με τα παιδιά του. Εκεί είχε εγκατασταθεί και ο συγγενής του Γεώργιος Κίτσος (Κονταξής), αδελφός της Κυράς Βασιλικής του Αλή Πασά και αρχηγός των Ηπειρωτών. Ο Γεώργιος υπηρέτησε υπό τις διαταγές του. Το ίδιο και ο μεγαλύτερος του γιός, ο Τασούλας, που είχε πιάσει το καριοφίλι από τα δεκατρία του.

Στο σπίτι του Κίτσου η Ρούσσω γνώρισε το Μπάυρον, στους τρεισήμισι μήνες που βρισκόταν εκεί. Η θύμηση του φιλέλληνα ποιητή  τη συντρόφεψε μέχρι τα βαθειά της γεράματα και ήταν ένα όνομα γνωστό στη μακρινή Αυστραλία. Μετά το θάνατο του Λόρδου, κάποια στιγμή πριν την τρίτη πολιορκία του Μεσολογγιού, η Ρούσσω με το μικρότερο αδελφό της, τον Κωστούλα, κατάφεραν να φτάσουν στον Κάλαμο, ένα νησάκι της Λευκάδας πολύ κοντά στη Ρούμελη. Σε αυτό το νησάκι, που ο σημερινός πληθυσμός του δεν φτάνει ούτε τους 500 ανθρώπους είχαν μαζευτεί πάνω από δέκα χιλιάδες πρόσφυγες.



Ο πατέρας της και ο μεγαλύτερος αδελφός της είχαν μείνει στο Μεσολόγγι για να το υπερασπιστούν. Ειδικά ο πατέρας της είχε σημαντική θέση ανάμεσα στους Ηπειρώτες και ήδη από το Σεπτέμβριο του 1824 βρισκόταν σε επαφή με Βρετανούς τραπεζίτες για δάνειο. Πραγματικά, μείνανε μέχρι τη δραματική έξοδο και μάλιστα γλυτώσανε και οι δύο.

Στο μεταξύ, στον Κάλαμο η Ρούσσω γνώρισε το διοικητή του νησιού, έναν Ιρλανδό λοχαγό, που στα 33 του χρόνια είχε λάβει μέρος σε πολλές μάχες και μάλλον κούτσαινε αφού είχε τραυματιστεί σοβαρά δύο φορές στο ίδιο πόδι. Ο James Henry Crummer, παλαίμαχος του Βατερλό, παντρεύτηκε τη δεκαεξάχρονη Ελληνίδα το 1825, ή στις 17 Φεβρουαρίου 1827 σύμφωνα με δίγλωσσο έγγραφο που σώζεται. Είναι πιθανόν και οι δύο χρονολογίες να είναι σωστές, δηλαδή να παντρεύτηκαν πρώτη φορά με ορθόδοξο και δεύτερη με διαμαρτυρόμενο γάμο. Το 1829 φύγανε για Αγγλία και μετά Ιρλανδία μαζί με τα πρώτα δίδυμα, την Amelia και τη Helen. Εκείνο το χρόνο ήρθαν τα επόμενα δίδυμα Vasilikos και John.

Το 1832 ο James προσπάθησε να παραιτηθεί λόγω προβλημάτων με το χτυπημένο του πόδι όμως είχε περάσει πολύς καιρός από τον τραυματισμό του. Έτσι τρία χρόνια αργότερα η οικογένεια αποβιβάστηκε στην Αυστραλία με το σύνταγμα του James. Από όσο γνωρίζουμε η Ρούσσω, που τώρα πια λεγόταν Catherine Crummer, ήταν η πρώτη Ελληνίδα που εγκαταστάθηκε εκεί. Άλλα οχτώ παιδιά ακολούθησαν μέχρι το 1847: Robert Sherer, Eliza Bettina, Juliana Catinca, Augusta Louisa, Henry Samuel, Mary, που πέθανε μωρό, Κatharine και Theresa Alexandria. Το 1840 ο άντρας της έγινε ταγματάρχης και επειδή το σύνταγμα έφευγε για Ινδίες αποφάσισε να αποστρατευτεί. Από τότε μέχρι το 1864 έκανε τον αστυνομικό. Πέθανε τρία χρόνια αργότερα και θάφτηκε με στρατιωτικές τιμές δίπλα στην κόρη του Augusta Louisa και τον αβάπτιστο γιό της. Η Augusta Louisa είχε πεθάνει εκείνο το καλοκαίρι, στη γέννα του πρώτου της παιδιού.

                             Ο James Henry Crummer σε προχωρημένη ηλικία

                                                    Η Eliza και η Augusta το 1864

Ανάμεσα στα πράγματα που άφησε ο άντρας της βρίσκονται δύο γράμματα στα Ελληνικά, για τα οποία δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η Catherine ήξερε το περιεχόμενο τους ή αν απάντησε. Είναι πολύ πιθανό ότι δεν ήξερε ανάγνωση και γραφή. Το πρώτο είναι από τον αδελφό της Κωστούλα, το 1829. Το γράμμα στάλθηκε στον Κάλαμο αλλά πρέπει να τους βρήκε στη Βρετανία. Είναι φανερό ότι η οικογένεια της δεν είχε ιδέα για το γάμο της και φαίνεται επίσης ότι ο Κωστούλας, που είχε πάει στον Κάλαμο με την αδερφή του, είχε φύγει από χρόνια πριν. Η δεύτερη επιστολή, γραμμένη το 1834, είναι από τον Τασούλα, όπου της λέει πως έφερε τη μάνα τους από τη Θεσσαλονίκη και ότι θα μετακομίσει από το Ναύπλιο στην Αθήνα.

Δεν γνωρίζουμε τίποτα για την Κυρά Βασιλική όλα αυτά τα χρόνια, όμως δεν άντεξε πολύ ακόμη. Πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία γύρω στα σαράντα. Ο άντρας της, ο Γεώργιος Πλέσσος, έζησε μερικά χρόνια ακόμη. Ήταν Ελεγκτής του Ελεγκτικού Συνεδρίου και αντιπρόσωπος στην Δ΄ Εθνική των Ελλήνων Συνέλευση. Η άλλη της κόρη, από το Μουχτάρ, φαίνεται πως είχε σχέσεις με τους αδελφούς της αλλά τίποτε περισσότερο δεν είναι γνωστό. Ο Κωστούλας  σπούδασε στην Ιόνιο Ακαδημία και ήταν κρατικός υπάλληλος από το 1833 ως το 1850. Μετά έμπορος στην Κωσταντινούπολη. Πέθανε το 1864.

Για τον Τασούλα γνωρίζουμε πολύ περισσότερα. Μετά την Επανάσταση αφιέρωσε τη ζωή του στην Ελληνική Χωροφυλακή. Ήταν για μερικά χρόνια βουλευτής με τον Κουμουνδούρο αλλά μετά, το 1872, έχασε τη δουλειά του και φυλακίστηκε από την κυβέρνηση του Δεληγιώργη. Μετά από δύο χρόνια επανήλθε στη Χωροφυλακή δικαιωμένος και αποστρατεύτηκε μόλις το 1883 με το βαθμό του Υποστρατήγου. Πέθανε τον επόμενο χρόνο. Στην κηδεία του ήταν ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης, ο καθηγητής Πανεπιστημίου Π. Παπαρηγόπουλος και άλλες προσωπικότητες. Από το σπίτι του, στην οδό Σόλωνος, τον συνόδευσαν μόνο δύο εξαδέλφες του και ένας ανιψιός. Δεν είχε κάνει δική του οικογένεια.

Η Catherine έζησε ως τα 1907. Η είδηση του θανάτου της δημοσιεύτηκε σε πολλές Αυστραλιανές εφημερίδες αναφέροντας την σαν τον τελευταίο άνθρωπο που είχε συναντήσει το Λόρδο Βύρωνα. Δεν είναι γνωστό αν έμαθε πως ο πρώην αρραβωνιαστικός της, ο Βλάχος γιατρός Κωλέττης, έγινε πρωθυπουργός. Τη σχέση της μητέρας της με το Μουχτάρ δεν τη συζήτησε ποτέ. Αν και τα περισσότερα παιδιά της είχαν πεθάνει νωρίτερα άφησε απογόνους, οι οποίοι υπάρχουν ακόμη.

                             Η Catherine Crummer ή Αικατερίνη Πλέσσου το 1864

Κυριακή 1 Μαρτίου 2020

Οι Στρατιώτες του Saint-Denis και οι τσάγδαροι




Η Βασιλική του Saint-Denis είναι ένα από τα ιστορικότερα κτίρια της Γαλλίας. Χτίστηκε το 12ο αιώνα στη ομώνυμη πόλη, που σήμερα αποτελεί ένα από τα βόρεια προάστια του Παρισιού. Καθολικό αβαείου είναι μια από τις πρώτες εκκλησίες γοτθικού ρυθμού και ήταν ο τόπος ταφής των Γάλλων βασιλιάδων. Ένα από τα εντυπωσιακότερα ταφικά μνημεία είναι του Λουδοβίκου του 12ου (Louis XII), ενός σχετικά λαοφιλή μονάρχη, που βασίλεψε από το 1498 μέχρι το 1515. Βρίσκεται μάλιστα στο εσωτερικό του ναού και όχι στην υπόγεια κρύπτη.
Φωτογραφία από Myrabella / Wikimedia Commons, CC BY-SA 3.0, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=18611160

Στη βάση του το μνημείο περιβάλλεται από ένα είδος ανάγλυφου διαζώματος. Αναπαριστά το μεγαλύτερο θρίαμβο του Λουδοβίκου, τη μάχη του Agnadello. Εκεί, το Μάιο του 1509, ο Γάλλος βασιλιάς τσάκισε στρατιωτικά τη Βενετία. Ήταν μια νίκη που του χαρίστηκε στο πιάτο αφού οι κοντοτιέροι διοικητές των Βενετικών δυνάμεων, δύο εξάδελφοι καταγόμενοι από την οικογένεια Ορσίνι, χώρισαν τον ήδη μειονεκτούντα αριθμητικά στρατό τους στα δύο και ο ένας τους ενεπλάκη χρησιμοποιώντας μόνο το μισό. Η άλλη φάλαγγα δεν έσπευσε να βοηθήσει τον υπόλοιπο στρατό με αποτέλεσμα να κατανικηθεί με τεράστιες απώλειες. Όταν δε αυτοί που δεν είχαν πολεμήσει έμαθαν το αποτέλεσμα φρόντισαν να λιποτακτήσουν μαζικά, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Ιταλίας στα χέρια των Γάλλων.

Το στρατό της Βενετίας ως συνήθως αποτελούσαν κυρίως μισθοφόροι, πολλοί από τους οποίους προέρχονταν από της Βενετικές κτήσεις. Ειδικά οι Στρατιώτες, ελαφροί ιππείς που είχαν ρόλο αντίστοιχο με τους σημερινούς καταδρομείς, θεωρούνταν ιδιαίτερα επικίνδυνοι. Ήταν γνωστοί και στους Γάλλους, ήδη από τη μάχη του Fornovo to 1495. Eίχαν μάλιστα φροντίσει να προσλάβουν και αυτοί Στρατιώτες τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν τη μάχη του Agnadello. Έτσι σε πολλά σημεία της σύνθεσης βλέπουμε τα χαρακτηριστικά καπέλα, τα καφτάνια μέχρι τον αστράγαλο, τα κυρτά σπαθιά και τον ανατολίτικο τρόπο ιππασίας των Στρατιωτών.



Και βέβαια είχαν απώλειες. Όπως αυτός που κείτεται κάτω από το άλογο του, χτυπημένοι και οι δύο πιθανότατα από την ίδια ομοβροντία Γάλλων αρκεβουζιέρων. Προκαλούσαν τόσο φόβο και ανησυχία οι ξαφνικές επιδρομές τους που οι στρατοί της εποχής εξόπλιζαν τις οπισθοφυλακές τους με αρκεβούζια και πυροβολικό για να τους αντιμετωπίσουν.

                

Στην παρακάτω εικόνα φαίνεται πως υποχωρούν. Ίσως είναι υποχώρηση πραγματική, ίσως όμως είναι μια από τις γνωστές δήθεν υποχωρήσεις τους για να παρασύρουν τον εχθρό σε καταδίωξη και διάσπαση της παρατάξεως του. Ενέδρες, πλαγιοκοπήσεις και επιθέσεις στα μετόπισθεν ήταν οι συνήθεις τακτικές τους. Οι Βενετοί διέθεταν ένα εξαιρετικό εργαλείο για πόλεμο φθοράς και αυτό ακριβώς είχε διαταγή να κάνει ο κοντοτιέρος Bartolomeo dAlviano. Παράκουσε τη διαταγή, ηττήθηκε και αιχμαλωτίστηκε. Ακόμα χειρότερα οι μισοί από τους άνδρες του σκοτώθηκαν.
 

Εδώ Στρατιώτες σε παράταξη. Ακριβώς απέναντι τους, κοντά σε ένα γεφύρι και ένα νερόμυλο, άλλη παράταξη Στρατιωτών (φαίνεται στην αρχική φωτογραφία). Δεν είναι ξεκάθαρο αν απεικονίζουν αντίπαλους σχηματισμούς Στρατιωτών ή αν πρόκειται για κάποιο ελιγμό λαβίδας. Πιο πίσω το πυροβολικό. Οι Βενετοί εγκατέλειψαν 30 κανόνια στο πεδίο της μάχης.







Θα πρέπει να πούμε πως οι Στρατιώτες δεν ήταν οι μόνοι Ρωμιοί μισθοφόροι που βρέθηκαν στην Ιταλία εκείνη την εποχή. Οι Βενετοί είχαν φέρει σε κάμποσες περιπτώσεις και τους λεγόμενους τσαγδάρους ή τζαγδάρους (Zagdari). Πολύ λιγότερο γνωστοί από τους Στρατιώτες, οι τσάγδαροι αποτελούν ένα μικρό ιστορικό μυστήριο. Εκεί που συμφωνούν οι ιστορικοί είναι πως οι τσάγδαροι προέρχονταν από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Ήδη από το Χρονικόν του Μορέως, δηλαδή δύο αιώνες νωρίτερα, ο όρος σήμαινε αυτόν που δεν έχει στον ήλιο μοίρα.
Ο Κωνσταντίνος Σάθας στο Έλληνες Στρατιώται εν τη Δύσει ισχυρίζεται, χωρίς να αρνείται τη χαμηλή κοινωνική και οικονομική θέση των τσαγδάρων, ότι ονομάστηκαν έτσι επειδή ήταν οπλισμένοι με ακόντιο που ονομαζόταν ζάγδα. Λέει επίσης ότι συνεργάζονταν στενά με τους Στρατιώτες. Το δεύτερο σίγουρα δεν στέκει αφού το πλεονέκτημα των Στρατιωτών ήταν η ταχύτητα. Κανένας πεζός δεν μπορούσε να τους ακολουθήσει. Και το πρώτο όμως είναι πολύ αμφίβολο. Στη μάχη του Agnadello μάλιστα οι τσάγδαροι δεν ήταν καν οπλισμένοι με ακόντια. Ο Andreas Mocenigo που περιέγραψε τη μάχη αυτή στο Belli memorabilis Cameracensis adversus Venetos historiae libri vi, λέει:

Από την Κρήτη ήρθαν Τσάγδαροι, μισοάγριοι τοξότες, και από την Πελοπόννησο, και από όλη την Ελλάδα, την Ιλλυρία, τη Λιβουρνία, τη Δαλματία, τη Μυσία, τη Μακεδονία, (ήρθαν) Στρατιώτες, ελαφροί ιππείς που φορούσαν πίλους και έφεραν δόρατα ...
Οι τσάγδαροι δυστυχώς δεν απεικονίζονται στον τάφο του Λουδοβίκου. Δεν είχαν ποτέ τη φήμη των Στρατιωτών στην Ευρωπαϊκή ήπειρο αν και οι Κρητικοί τοξότες συνέχισαν να υπηρετούν τη Βενετία για πολλές γενιές ακόμα. Αλλά ας μη ζητάμε πολλά. Ακόμα και οι Στρατιώτες δεν είναι δοσμένοι με απόλυτη πιστότητα. Είναι φανερό πως ο Φλωρεντινής καταγωγής καλλιτέχνης στον οποίο αποδίδεται το μνημείο, ο Jean Juste, δεν είχε ο ίδιος δει ποτέ Στρατιώτες. Η απεικόνιση τους είναι εμπνευσμένη από κάποιο άλλο έργο, άγνωστο σε μας.

Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2019

Αποστολή εξετελέσθη



Το 2064 θα γίνουν και πάλι εκδηλώσεις με αφορμή τα 500 χρόνια από το θάνατο του Βεσάλιου. Σαν τόπος θανάτου και ταφής του Πατέρα της Ανατομίας η Ζάκυνθος θα είναι πιθανότατα το επίκεντρο των εκδηλώσεων αυτών. Δεν ξέρω για σας αλλά εγώ δυστυχώς θα απουσιάζω με πολύ καλή δικαιολογία.

Επειδή ευελπιστώ ότι τότε θα ομιλείται ακόμη στη Ζάκυνθο κάποια μορφή της Ελληνικής – διατηρώ μάλιστα λίγες ελπίδες ότι θα διαβάζεται κιόλας – αποφάσισα να μεταφράσω την εισήγηση μου στο εορταστικό συνέδριο του Σεπτεμβρίου 2014 στα Ελληνικά – μετά από 5 ακριβώς χρόνια –και να σας την παρουσιάσω μαζί με αρκετές από τις διαφάνειες που χρησιμοποίησα. Μετέφρασα  ορισμένες από αυτές όσο καλύτερα μπορούσα.  Συμπληρώνεται επίσης με 31 σημειώσεις, που θα μπορούσαν να είναι διπλάσιες ή τριπλάσιες αφού οτιδήποτε αναφέρω σε αυτό το πολύ συμπυκνωμένο κείμενο – η παρουσίαση έπρεπε να γίνει μέσα σε 20 λεπτά – βασίζεται σε στοιχεία.   

Και πολλές είναι θα μου πείτε. Τι μας ζαλίζεις πάλι με το θάνατο του Βεσάλιου; Μα τα θέλετε και τα παθαίνετε αγαπητοί μου. Εγώ δεν είχα καμία απολύτως πρόθεση να ασχοληθώ με το ζήτημα. Εσείς σαν κοινωνία αιφνιδιαστήκατε εκεί γύρω στην πρωτοχρονιά του 2012. Οι δικοί σας ταγοί, κατακόκκινοι, το φυσάγανε και δεν κρύωνε με αφορμή την εξαφάνιση μιας μαρμάρινης πλάκας από ένα λιοστάσι του Πισινόντα. Κίνηση απελπισίας οπωσδήποτε αλλά μου ζητήθηκε να συνδράμω. Σαν απόδημος Ζακυνθινός δεν μπορούσα παρά να κάνω ότι πέρναγε από το χέρι μου. Το έχουμε αυτό οι απόδημοι – ρε ψυχανάλυση που μας χρειάζεται! Μάζεψα πληροφορίες, προσπάθησα να βάλω τα πράγματα στη σωστή τους βάση, να εμψυχώσω τους αναγνώστες μου. Είχα τότε, Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012, γράψει σε αυτό εδώ το ιστολόγιο:

 ‘Μπορεί το Βέλγιο να είναι τρανό κεφαλοχώρι στην καρδιά της Φραγκιάς και η Ζάκυνθος μια κουτσουλιά τόπος στα ανοιχτά του Κατάκολου, όμως θα τους πούμε όχι μόνο που θάφτηκε ο Βεζάλ αλλά και πως πέθανε – και τα ακριβή αίτια θανάτου από πάνω! Με αυτή την προοπτική το ιστολόγιο σχεδιάζει μια άσκηση ανατομίας, ανατομίας πληροφοριών, που καθυστερεί λίγο λόγω έλλειψης κάποιων ‘χειρουργικών εργαλείων’. Βρίσκονται όμως υπό παραγγελία, κάνετε λίγο υπομονή και θα την κάνουμε τη μπαλιά. Ελπίζω μόνο να υπάρχει σε κείνη την επιτροπή που σκαρώνει ο Δήμος και ένας ντετόρος μέντικος με καλό κεφάλι, γιατί για να σκοράρουμε πρέπει να είμαστε καλοί στο ψηλό παιχνίδι.’

Αυτή η δήλωση θεωρήθηκε αλαζονική. Από φίλους. Όσοι δεν με γνώριζαν και έτυχε να τη διαβάσουν πρέπει να πίστεψαν πως είμαι για δέσιμο. Και βέβαια δεν βρέθηκε κανένας γιατρός με καλό κεφάλι για να πάρει την πάσα που ετοιμαζόμουν να κάμω. Όχι επειδή δεν υπάρχουν πολλοί τέτοιοι στη Ζάκυνθο αλλά γιατί κανείς από αυτούς δεν θα μπορούσε να πάρει στα σοβαρά ένα θεόμουρλο που έλεγε θρασύτατα πως θα εξιχνιαστεί ένα μυστήριο 450 χρόνων. Ένα αίνιγμα που δεν είχαν καταφέρει να λύσουν τρανταχτά ονόματα της επιστήμης τους. Επιπλέον, ο Ιατρικός Σύλλογος Ζακύνθου, που θα ήταν συνδιοργανωτής των εκδηλώσεων, αποσύρθηκε τελείως μετά από διαφωνίες με το Δήμο και τη Βελγική Πρεσβεία.

Έτσι αναγκάστηκα να κάμω ο ίδιος το ντετόρο. Και τον ισπετόρο και τον αβοκάτο ακόμα. Για δυόμιση χρόνια έκαμα πραγματικά το μουρλό. Ζήτησα πληροφορίες μέχρι και από την Αγία Αικατερίνη – το μονή του Σινά ρε παιδιά, αλίμονο.  Έμαθα ακόμα και πως φυτεύανε και ποτίζανε παλιά τα καρπούζια στις όχθες του Νείλου.

Για το ότι το πλοίο του Βεσάλιου δεν ναυάγησε, ούτε στο Λαγανά ούτε πουθενά αλλού, και για το ότι είχε ταφεί στη Σάντα Μαρία δεν χρειάστηκε ιδιαίτερη προσπάθεια για να πειστούν οι Βέλγοι. Τα ίδια άλλωστε τους έλεγαν οι δικοί τους ιστορικοί.  Διέθεταν από χρόνια μια τρομερή τριάδα γιατρών, τους Biesbrouck, Goddeeris και Steeno, που δούλευαν πάντα μαζί και τους οποίους ο τότε πρόξενος του Βελγίου στην Αθήνα Theo Dirix αποκαλούσε Κέρβερο. Είχαν πολλά χρόνια ενασχόλησης με την Ιστορία της Ιατρικής και οι συνδυασμένες γνώσεις τους, ιδιαίτερα όσον αφορά το Βεσάλιο, ήταν και παραμένουν αξεπέραστες. Αυτοί γνώριζαν πως είναι αδύνατον μετά από ναυάγιο οι επιστολές που μετέφερε ο Βεσάλιος να φτάσανε στεγνές στη Μαδρίτη, όπου φυλάγονται μέχρι σήμερα. Άλλωστε ένα ναυάγιο είναι αντίθετο με όλες τις πληροφορίες της εποχής και επινοήθηκε πολλές γενεές αργότερα. Γνώριζαν επίσης δύο ανεξάρτητες μαρτυρίες ότι ο τάφος του Βεσάλιου βρισκόταν στη Σάντα Μαρία. Ο θεόμουρλος απλώς τους έδωσε και μία τρίτη.

Παρόλα αυτά οι διοργανωτές φέρανε αρχαιολόγο στα Καλογεράτα του Πισινόντα, ο οποίος τους βεβαίωσε ότι η περιοχή δεν παρουσίαζε κανένα ενδιαφέρον. Έτσι, το βασικό τους πρόβλημα τότε ήταν πως μετά τους σεισμούς του ’53 η θέση της Σάντα Μαρίας δεν ήταν γνωστή. Κανένα ίσως σημείο της Χώρας δεν αλλοιώθηκε σε τέτοιο βαθμό με την ανοικοδόμηση όσο η θέση μιας από τις πιο ιστορικές εκκλησίες του νησιού. Ακόμα και η πλατεία ανάμεσα στην εκκλησία και το παλιό, παραλιακό νοσοκομείο, η Πλατεία Βεσαλίου, είχε εξαφανιστεί. Εκεί θεώρησαν πως ο θεόμουρλος μπορεί να έχει κάποια χρησιμότητα πέραν του να αποτελεί Ζακυνθινό μαϊντανό σε Βελγικό Waterzooi. Κατά διαβολική σύμπτωση ο θεόμουρλος είχε βασιμότατες οικογενειακές πληροφορίες για την ακριβή θέση της Σάντα Μαρίας. Πρέπει όμως να ειπωθεί πως αυτό δεν έφτανε για να καθοριστεί η θέση της επιστημονικά και με απόλυτη ακρίβεια. Σε αυτό συνέβαλαν αρκετοί και κυρίως η Μαρία Σιδηροκαστρίτη- Κοντονή.  Μπορεί η σχετική εισήγηση στο συνέδριο να έφερε μόνο τα ονόματα της Sylviane Dederix – τώρα πλέον του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης – και του θεόμουρλου όμως πιθανότατα δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη συμβολή της Μαρίας.

Ήταν άσχημα τα μαντάτα για τους Βέλγους. Στο σημείο που βρισκόταν η εκκλησία το πιθανότερο είναι να είχαν πάρει σβάρνα τον τάφο οι μπουλντόζες το ’53. Αν όχι, τότε ο Βεσάλιος βρίσκεται σε χώρο ιδιωτικό, κάτω από κάποιο λυόμενο ή αυλή όπου δεν μπορούν να ερευνήσουν. Μόνο τυχαία θα βρεθεί μετά από κάποια μελλοντική εκσκαφή.

Στο μεταξύ ο θεόμουρλος επέμενε πως είχε βρει τη λύση του μυστηρίου και πως ο Βεσάλιος είχε πεθάνει από σκορβούτο. Για τους Βέλγους η αιτία θανάτου ήταν ζήτημα δευτερεύον. Είχαν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στην εύρεση του σκελετού. Και όμως η περί σκορβούτου εισήγηση δεν πέρασε εντελώς απαρατήρητη. Αναφέρθηκε σε εορταστική συνεδρίαση του Συλλόγου Ιστορίας της Ιατρικής της Ουρουγουάης από τον πρόεδρο της και μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Ιατρικής της χώρας αυτής José Enrique Pons το Δεκέμβριο εκείνου του χρόνου. Ένα χρόνο αργότερα, στις 3 Σεπτεμβρίου 2015, ο Κέρβερος, σε άρθρο τους στο περιοδικό των αποφοίτων Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Leuen (Λουβαίνη), έγραψαν πως σίγουρα ο Βεσάλιος πέθανε από κάποια ασθένεια και ανέφεραν τη θεωρία του σκορβούτου σαν πιθανότητα. Το 2016 ο Efrain Miranda, εκτελεστικός διευθυντής της Αμερικανικής εταιρείας Clinical Anatomy Associates, Inc. και πρώην καθηγητής Νευροανατομίας στο Πανεπιστήμιο της Χιλής, παρών στη Ζάκυνθο το 2014, ζήτησε να αναρτήσει τη θεωρία στην ιστοσελίδα της εταιρείας του συνοδεύοντας τη με πολύ κολακευτικά σχόλια. Το βιβλίο The Fabrica of Andreas Vesalius των Dániel Margócsy, Mark Somos και Stephen N. Joffe (ο τελευταίος ήταν παρών το 2014), έκδοση του 2018, παραπέμπει τους αναγνώστες του και σε αυτό εδώ το ιστολόγιο για πληροφορίες σχετικά με το θάνατο του Βεσάλιου.

Μόνο μια απόπειρα έγινε να καταρριφθεί η θεωρία σε αυτή την πενταετία. Κάπως απρόσμενα από τον Theo Dirix με τη συνεργασία του Βέλγου γιατρού Rudi Coninx σε ένα άρθρο τους το Σεπτέμβριο του 2017. Οποιαδήποτε απογοήτευση μετριάστηκε από ανακούφιση γιατί επιτέλους ο Theo είχε πάρει θέση. Του απάντησα και αυτός παρέπεμψε το ζήτημα στον Κέρβερο και μια εργασία που είχαν στα σκαριά. Ουσιαστικά όταν μιλάει αυτή η τριάδα για το Ανδρέα Βεσάλιο τότε μιλάει το Βέλγιο. Η τελική τους θέση ήρθε το Δεκέμβριο του 2018 μέσω του Κροατικού περιοδικού  Acta medico-historica Adriatica. Μεταφράζω από το άρθρο τους, Ο Johann Bachoven von Echt (1515. – 1576.) και η εργασία του για το σκορβούτο: Ένας οιωνός για το θάνατο του Βεσάλιου;

(...)

Ωστόσο, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Echtius στη συνάντηση του με το Metellus και το Boucher – το μάρτυρα από τη Νυρεμβέργη – στην Κολωνία λίγο μετά το θάνατο του Βεσάλιου, πρέπει να είχε το σκορβούτο στο μυαλό του σαν πιθανή αιτία θανάτου του Βεσάλιου ή ότι πρέπει να το είχαν συζητήσει. Η περιγραφή του Echtius των τελικών σταδίων, που μας δίνει προς το τέλος της εργασίας του Signa propinquiora, & certiora (Πιο αξιόπιστα και σίγουρα συμπτώματα), φέρει χτυπητή ομοιότητα με τη διήγηση του μάρτυρα στην επιστολή του Metellus.

Ωστόσο, ο πρώτος που σκέφτηκε το σκορβούτο σαν πιθανή αιτία θανάτου του Ανδρέα Βεσάλιου πολύ πρόσφατα ήταν ο Παύλος Πλέσσας. Αφιέρωσε μια διεξοδικά τεκμηριωμένη μελέτη στο ερώτημα, και αν και δεν είναι επιβεβαιωμένη τα συμπεράσματα του είναι αρκετά πειστικά.

(...)

Τώρα που ο Παύλος Πλέσσας έχει δείξει πειστικά ότι η έλλειψη βιταμίνης C μπορεί να ήταν πρόβλημα και ότι επίσης ήταν δυνατή εκείνο τον καιρό – ακόμη και στη Μεσόγειο – το σκορβούτο αποδεικνύεται μια τρίτη πιθανή εξήγηση του θανάτου του Βεσάλιου (όπως επίσης κάποια άλλη ασθένεια ή εξάντληση από την έλλειψη φαγητού και νερού). Θα εξηγούσε γιατί κάποιοι πέθαναν και κάποιοι παρέμειναν υγιείς. Τα διαφορετικά τους δρομολόγια και κατά συνέπεια η διατροφή του καθενός την περίοδο πριν μπαρκάρουν, ίσως εξηγεί τη ζωτική διαφορά σε σωματικά αποθέματα βιταμίνης C.

Αν και το σκορβούτο δεν έχει αποδειχθεί με επιστημονική βεβαιότητα σαν το αίτιο θανάτου του Βεσάλιου – αφού οι ιστοί του δεν μπορούν να εξεταστούν για βιταμίνη C – φαίνεται για την ώρα να είναι τουλάχιστον μια ενδιαφέρουσα υπόθεση εργασίας.

Όπως καταλαβαίνετε οι Βέλγοι ιστορικοί παραδέχονται ότι το σκορβούτο αποτελεί εξήγηση του θανάτου του Βεσάλιου. Ότι αποτελεί λύση του αινίγματος αλλά ότι δεν είναι η μοναδική. Θα έπρεπε άραγε να είμαι ικανοποιημένος από αυτό; Ναι, ίσως θα έπρεπε αν η εξάντληση από πείνα και δίψα ήταν πιθανή. Είναι πραγματικά εκπληκτικό ότι στο ίδιο τους το κείμενο αφιέρωσαν ολόκληρη παράγραφο (239 λέξεις) για να δείξουν πως είναι απίθανο να είχε αφεθεί ο Βεσάλιος να πεθάνει από πείνα και δίψα ενόσω το πλήρωμα βρισκόταν σε σχετικά καλή κατάσταση. Και στο τέλος ζητάνε από τους αναγνώστες τους να το δεχτούν σαν πιθανή εξήγηση! Θα έπρεπε ίσως να είμαι ευχαριστημένος αν το ‘κάποια άλλη ασθένεια’ μπορούσε να θεωρηθεί πιθανή εξήγηση ή λύση του μυστηρίου. Όχι όμως όταν έχω πιεστικά αλλά μάταια απευθύνει εδώ και πολύ καιρό το ερώτημα-πρόκληση: Ποία άλλη ασθένεια θα μπορούσε να ήταν; Πέστε μου σας παρακαλώ έστω μία, δώστε μου ένα παράδειγμα. Στο δικό μου το λεξικό το ‘κάποια άλλη ασθένεια’ είναι συνώνυμο της υπεκφυγής.

Σε μια ολόκληρη πενταετία καμία ασθένεια που να μπορεί να ήταν η αιτία θανάτου δεν έχει προταθεί. Η πιθανότητα τροφικής δηλητηρίασης που ανέφεραν οι Dirix και Coninx δεν είναι δυστυχώς σοβαρή. Είναι αδύνατο ένας σπουδαίος γιατρός να μην αναγνώρισε τα συμπτώματα της στους ήδη άρρωστους συντρόφους του και να εξακολούθησε να τρώει τα ίδια χαλασμένα τρόφιμα. Η θεωρία του σκορβούτου είναι η μοναδική εξήγηση που υπάρχει. Και τολμώ να προβλέψω ότι θα παραμένει η μοναδική εξήγηση το 2064 εκτός αν ... έχει ήδη επιβεβαιωθεί με την εύρεση των οστών του θεμελιωτή της Ανατομίας.

Πιστεύω λοιπόν ότι έχω πλήρως εκπληρώσει την αλαζονική υπόσχεση που σας έδωσα το 2012. Γι αυτό γράφω πάλι σήμερα, για να αναφέρω ότι η αποστολή εξετελέσθη και ο αντικειμενικός σκοπός επετεύχθη. Η μετάφραση της εισήγησης μου του 2014 είναι το μόνο που σας χρωστάω ακόμα και βρίσκεται λίγο παρακάτω. Δεν είναι άσμα σε σκυλάδικο, θέλει κάποια νοητική προσπάθεια, αλλά έλλειψη τσαγανού δεν υπάρχει. Ίσως θα πρέπει, ποτέ δεν είναι αργά, να πάρει θέση ο Ιατρικός Σύλλογος Ζακύνθου για το θάνατο του Βεσάλιου. Αφορά την Ιστορία του τόπου τους και της επιστήμης τους. Για να σταματήσουν επιτέλους τα Ζακυνθινόπουλα να μαθαίνουν για το δήθεν ναυάγιο στο Λαγανά και πράσινα άλογα περασμένων εποχών.





Ισχυρότατες ενδείξεις ότι ο Βεσάλιος πέθανε από σκορβούτο
Οι συνθήκες θανάτου του Ανδρέα Βεσάλιου στη Ζάκυνθο το 1564 μπορεί να έχουν περιγραφεί στη μία εκ δύο διαφορετικών αναφορών, γραμμένων από τρεις άσχετους μεταξύ τους ανθρώπους μεταξύ των ετών 1565 και 1573, σε πέντε ξεχωριστά κείμενα. Καμία άλλη πληροφορία από ανθρώπους που θα μπορούσαν να γνωρίζουν κάποια γεγονότα δεν έχει επιβιώσει από όσο είναι γνωστό.
Σε δύο από αυτά τα κείμενα ο συγγραφέας Petrus Bizarus ισχυρίζεται ότι ένας περιοδεύων χρυσοχόος βρήκε το μεγάλο ανατόμο εγκαταλελειμμένο σε μια άθλια καλύβα σε μια ερημική παραλία, ετοιμοθάνατο από μια απροσδιόριστη ασθένεια (1). Ο ανώνυμος χρυσοχόος, παρά την ισχυρή αντίθεση των ντόπιων, τον έθαψε με τα ίδια του τα χέρια σε ένα κομμάτι γης που αγόρασε γι αυτό το σκοπό.
Η εγκυρότητα της αναφοράς του Bizarus φαίνεται αμφίβολη λόγω της διάχυτης αοριστίας της και της απιθανότητας τέτοιας μεταχείρισης ενός σημαντικού άρχοντα, τόσο από της Βενετικές αρχές της Ζακύνθου όσο και από τους ίδιους τους συντρόφους του. Ακόμα πιο σημαντική είναι η ασυμβατότητα αυτής της αναφοράς με τις μαρτυρίες των Christoph Fürer von Haimendorf (2) και Giovanni Zuallardo (3), οι οποίοι είδαν τον τάφο του Βεσάλιου στο Φραγκισκανό μοναστήρι της Παναγίας των Χαρίτων, το 1565 και το 1586 αντίστοιχα. Οι μαρτυρίες τους υποστηρίζονται επίσης από αυτήν του Filippo Pigafetta (4). Από τις περιγραφές τους είναι φανερό πως ο Βεσάλιος είχε θαφτεί με αρκετή ευπρέπεια και όχι απλώς για να αποτραπεί η βεβήλωση του νεκρού από άγρια ζώα.
Η αντίπαλη αναφορά δίνεται από δύο επιστολές του Johannes Metellus (5), γραμμένες το 1565, και άλλη μία του Reinerus Solenander (6) ένα χρόνο αργότερα. Άλλοι δύο σύγχρονοι του Βεσάλιου, οι Carolus Clusius και Heinrich Pantaleon, έδωσαν συντομευμένες εκδοχές της ίδιας ιστορίας χωρίς επιπλέον πληροφορίες και, γι αυτό, δεν θα συζητηθούν. Σύμφωνα με τους Metellus και Solenander για την ταφή του Βεσάλιου πλήρωσε ένας συνταξιδιώτης του, κάποιος Georgius Boucherus από τη Νυρεμβέργη, ο οποίος επέστρεφε από την Αίγυπτο. Αυτή η εξιστόρηση δεν είναι απλώς συμβατή με τις μαρτυρίες αυτών που είδαν τον τάφο του Βεσάλιου αλλά η αξιοπιστία της ενισχύεται από την αναφορά του Metellus σε ταφόπλακα, που φρόντισε ο Boucherus να τοποθετηθεί, και τη δήλωση του Solenander ότι ο Βεσάλιος ήταν θαμμένος ‘δίπλα σε ένα εκκλησάκι ή ναό κοντά στο λιμάνι της Ζακύνθου’. Η Παναγία των Χαρίτων ήταν η μοναδική Δυτική εκκλησία κοντά στο λιμάνι εκείνη την εποχή (7).  
Με ένα απρόσμενο τρόπο η αξιοπιστία της αναφοράς αυτής ενισχύεται ακόμα περισσότερο από τα απίστευτα γεγονότα που περιγράφει. Γιατί αν κάποιος σκοπεύει να παρουσιάσει μια κατασκευασμένη αναφορά είναι φυσικό να προσπαθήσει να την κάνει όσο γίνεται πιο πιστευτή. Ακόμα και αν ο στόχος είναι να εντυπωσιάσει ή να συγκλονίσει, οι συγκλονιστικές επινοήσεις πρέπει να έχουν αληθοφανείς και ευκολονόητες εξηγήσεις. Εδώ αντίθετα ακούμε για ένα πλοίο που αδυνατούσε να προσεγγίσει ξηρά για σαράντα μέρες, για σοβαρή έλλειψη τροφής και νερού, το επακόλουθο ξέσπασμα μιας αρρώστιας που προξένησε πολλούς θανάτους αλλά κατά παράξενο τρόπο προσέβαλε μόνο τους προσκυνητές, ότι ο Βεσάλιος εκδήλωσε κατάθλιψη και άγχος – τα οποία κατά την πεποίθηση του Metellus συνέβαλαν στην ασθένεια του – τις ικεσίες του στο πλήρωμα να μην ρίξουν το πτώμα του στη θάλασσα, και τελικά τον θάνατο του μόλις πάτησαν στην ξηρά – μια πολύ ξαφνική κατάρρευση μπροστά στην πύλη της πόλης σύμφωνα με το Metellus. Θα δειχτεί ότι αυτή η αλληλουχία απίθανων γεγονότων έχει μια λογική, αρκετά πιθανή μάλιστα, και μοναδική εξήγηση.
Ο Metellus και ο Solenander συμφωνούν στις περισσότερες λεπτομέρειες της ιστορίας, σε σημείο που φαίνεται πως η αρχική πηγή των πληροφοριών τους ήταν το ίδιο πρόσωπο, ωστόσο οι εκδοχές τους δεν είναι απαράλλαχτες. Ο Metellus υποστηρίζει πως πήρε τις πληροφορίες του από τον ίδιο το Georgius Boucherus, με παρόντα ένα αξιόπιστο μάρτυρα, αλλά δεν γνωρίζουμε πόσες φορές επαναλήφθηκε η διήγηση πριν φτάσει στον Solenander. Γι αυτό, αν και ο Solenander παρέχει κάποιες πολύ χρήσιμες πληροφορίες, είναι η διήγηση του Metellus, παρά τις εικασίες του, που πρέπει να θεωρηθεί πιο πιστή (8).
Είναι ξεκάθαρο, και από τις δύο εκδοχές, ότι μετά από μερικές εβδομάδες ταξιδιού, ξέσπασε μια αρρώστια πάνω στο πλοίο. Επίσης – πιο ξεκάθαρο στον Metellus παρά στον Solenander – ότι ο Βεσάλιος υπήρξε θύμα της ίδιας ασθένειας, η οποία ήταν κατά κάποιο τρόπο συνδεδεμένη με τις ελλείψεις τροφίμων και νερού. Μπορεί εύκολα να βγει το συμπέρασμα ότι το ξέσπασμα της μυστηριώδους νόσου δεν φαίνεται να οφειλόταν σε μολυσματική μετάδοση επί του πλοίου. Ούτε το πλήρωμα ασθένησε ούτε ο Boucherus παρουσίασε συμπτώματα, είτε στη διάρκεια του ταξιδιού είτε στους επόμενους μήνες, παρόλο που συγχρωτιζόταν στενά με τους ασθενήσαντες για τουλάχιστον σαράντα μέρες. Κατά συνέπεια, η νόσος ήταν αποτέλεσμα είτε κάποιου παθογόνου παράγοντα με τον οποίο ήρθαν σε επαφή οι προσκυνητές είτε κάποιας έλλειψης θρεπτικών ουσιών.
Επαφή με παθογόνο παράγοντα θα έπρεπε να είχε γίνει πριν την επιβίβαση τους στο πλοίο, με πιθανή εξαίρεση την κατανάλωση τροφίμων στα οποία δεν είχε πρόσβαση το πλήρωμα. Σε αυτή την περίπτωση θα είχαν αρρωστήσει από τυφοειδή πυρετό, ο οποίος έχει περίοδο επώασης μέχρι και 30 ημέρες. Όμως, επιπλοκές και θάνατος από τυφοειδή συνήθως συμβαίνουν την τρίτη εβδομάδα νόσησης, κάτι που θα ήταν κοντά στο τέλος του ταξιδιού. Ο Βεσάλιος δεν θα προλάβαινε να αγχωθεί, να αρρωστήσει, να του δημιουργηθούν επιπλοκές και να πεθάνει μόλις πάτησαν στη στεριά. Η ξαφνική του κατάρρευση και θάνατος επίσης δεν συνάδουν με θάνατο από τυφοειδή.
Εξετάζοντες τους παθογόνους παράγοντες επί της ξηράς μπορούμε να τους διαχωρίσουμε σε λοιμώξεις μεταδιδόμενες από φορείς (ξενιστές) και δηλητηριάσεις. Είναι όμως αδιανόητο τα θύματα ενός δηλητηρίου του 16ου αιώνα να μην εκδήλωσαν συμπτώματα για εβδομάδες μετά από θανατηφόρα δόση. Γι αυτό μόνο νόσοι μεταδιδόμενες από φορείς χρειάζεται να εξεταστούν, και από αυτές μόνο όσες είναι ιδιαίτερα θανατηφόρες και ήταν παρούσες στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Καμία όμως από αυτές δεν συμβαδίζει με αυτά που μας λέει ο Metellus για τη νόσο.



Εξετάζοντας τις ασθένειες τις οφειλόμενες σε διατροφικές στερήσεις χρειάζεται να ασχοληθούμε μόνο με αυτές που θα μπορούσαν να προκαλέσουν πολλαπλούς θανάτους μέσα σε έξι εβδομάδες από την πρώτη εμφάνιση συμπτωμάτων, και που θα μπορούσαν να εμφανιστούν κάτω από τις επικρατούσες συνθήκες του ταξιδιού και τα κοινωνικοοικονομικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Έτσι, μόνο το σκορβούτο φαίνεται να ικανοποιεί τα κριτήρια. Πολλοί μπορεί να σκεφτούν πως ούτε το σκορβούτο είναι ικανοποιητικός υποψήφιος επειδή πιστεύεται ότι έξι εβδομάδες δεν επαρκούν για την εμφάνιση του.
Στην πραγματικότητα πολύ συχνά το σκορβούτο δεν αργούσε να εμφανιστεί και να προκαλέσει θανάτους. Σύμφωνα με το ναυτικό γιατρό Thomas Trotter ήταν συνηθισμένο σε ένα Βρετανικό πολεμικό του Στόλου της Μάγχης το 18ο αιώνα να χάνει μια δωδεκάδα ναυτικούς από σκορβούτο και να έχει άλλους πενήντα στο νοσοκομείο μετά από ένα ταξίδι μόλις οκτώ εβδομάδων (9).


Ένας ασθενής με σκορβούτο σπάνια επιζούσε για εφτά εβδομάδες και πολλοί πέθαιναν πολύ νωρίτερα (10).



Πρέπει επίσης να υποδειχτεί ότι το ταξίδι του Βεσάλιου δεν κράτησε μόνο εβδομάδες. Έφυγε από τη Βενετία πριν τις 24 Μαΐου (11) και πέθανε στη Ζάκυνθο στα μέσα Οκτωβρίου, ένα ελάχιστο πέντε μηνών. Τουλάχιστον δύο από αυτούς τους πέρασε πάνω σε πλοία και τους υπόλοιπους σε συνθήκες ημι-ερήμου ή ερήμου. Οι Άγιοι Τόποι τον καιρό του Βεσάλιου ήταν άνυδροι και επί το πλείστον άγονοι, ιδιαίτερα το κατακαλόκαιρο. Πολλοί προσκυνητές, ταραγμένοι από αυτό που είχαν αντικρίσει, πίστευαν ότι την περιοχή την είχε καταραστεί ο Θεός (12).



 Δεν παράγονταν καθόλου λαχανικά και μόνο λίγα σταφύλια, που καλλιεργούσαν χριστιανοί, και σύκα, από αυτοφυή φυτά, μπορεί να ήταν ώριμα εκείνη την εποχή του χρόνου. Και τα δύο αυτά φρούτα περιέχουν πολύ λίγη Βιταμίνη C (13).



Η παραδοσιακή φυτική φαρμακευτική από μια περιοχή λίγο βορειότερα της Ιερουσαλήμ αποκαλύπτει μια όχι και τόσο αναπάντεχη κληρονομιά. Αρκετά φυτά θεωρούνται αποτελεσματικά εναντίον του σκορβούτου από ντόπιους κομπογιαννίτες (14). Αυτό σημαίνει πως το σκορβούτο ήταν πολύ γνωστό στην περιοχή μέχρι πρόσφατα. Υπάρχει επίσης ένα πιο συμπαγές στοιχείο από όχι και τόσο παλιά: σε μια αναφορά των Ηνωμένων Εθνών του 1951 αναφέρεται ότι όχι μόνο πολλοί από τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες υπέφεραν από μια ήπια μορφή σκορβούτου αλλά και ότι ήταν ευρύτατα διαδεδομένο σε όλο τον πληθυσμό της Ιορδανίας και της Γάζας (15). Η Γάζα είναι πολύ πιο εύφορη σε σύγκριση με την Ιερουσαλήμ. Εφόσον οι ντόπιοι υπέφεραν από σκορβούτο τί τύχη μπορούσε να επιφυλάσσεται στους περιπλανώμενους ξένους; Όταν δεν βρισκόντουσαν εν κινήσει, προσκυνητές όπως ο Βεσάλιος έμεναν και έτρωγαν σε μοναστήρια. Ο Fredrik Hasselquist, ένας φυσιοδίφης του 18ου αιώνα, συνάντησε ένα ξέσπασμα σκορβούτου μεταξύ των μοναχών ενός τέτοιου ακριβώς (καθολικού) μοναστηριού, αυτού της Βηθλεέμ (16). Ο Hasselquist  απέδωσε την ασθένεια στη βρώση παστών ψαριών και τη συνεχή διαμονή εντός της μονής.  
Στην πραγματικότητα ο Βεσάλιος, ο οποίος περιόδευε σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες, ήταν σε χειρότερη θέση από τους μοναχούς. Σε ένα κλινικό πείραμα οι Michelsen και Keys έδειξαν (17) ότι, σε συνθήκες παρόμοιες με αυτές που θα είχε αντιμετωπίσει ο Βεσάλιος, μέχρι και 4 mg Βιταμίνης C την ημέρα χάνονται μέσω εφίδρωσης, ανεξάρτητα από την πρόσληψη της μέσω τροφής και την συγκέντρωση της στο πλάσμα. Ο Βεσάλιος δεν θα είχε περάσει την εξουθενωτική αγωγή των εξετασθέντων πειραματικά, όμως η σωρευτική επίπτωση της μακράς παραμονής του στην περιοχή θα ήταν σημαντική.
Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι ο Βεσάλιος έμεινε στους Αγίους Τόπους για τρεις ολόκληρους μήνες. Ο Hubert Languet έγραψε (18) ότι σκόπευε να επισκεφτεί τη Μονή του Σινά, και ο Metellus υπαινίχθηκε ότι ίσως είχε στην πραγματικότητα συναντήσει τον Boucherus στην Αίγυπτο. Αν αυτό αληθεύει θα είχε περάσει μέχρι ενάμιση μήνα σε μια από τις χειρότερες ερήμους του πλανήτη.



Η διατροφή του θα ήταν παρόμοια με αυτήν του πλοίου: διατηρημένα τρόφιμα ή μακράς διάρκειας μαζί με λίγο φρέσκο κρέας, όλα εξαιρετικά φτωχά σε Βιταμίνη C (19). Το σύντομο πέρασμα του από το εύφορο Δέλτα του Νείλου δεν θα τον είχε βοηθήσει ιδιαίτερα αφού θα είχε συμπέσει με την ετήσια πλημμύρα του ποταμού, όταν όλη σχεδόν η καλλιεργήσιμη γη ήταν είτε πλημμυρισμένη είτε φυτεμένη πρόσφατα. Το μόνο φρούτο που θα υπήρχε σε αφθονία στην Αίγυπτο στις αρχές Σεπτεμβρίου ήταν οι χουρμάδες αλλά αυτοί δεν περιέχουν σχεδόν καθόλου Βιταμίνη C (20).



Αναφορά στα συμπτώματα του Βεσάλιου δεν ήταν μέσα στις προθέσεις του Metellus. Ανέφερε όμως δύο άθελα του. Το πρώτο είναι το άγχος του Βεσάλιου και ο φόβος, αν και ο Metellus τα θεώρησε σαν ένα από τα αίτια της ασθένειας. Οι Kinsman και Hood έδειξαν (21) ότι, στην πραγματικότητα, διαταραχές της προσωπικότητας και ιδιαίτερα υποχονδρίαση, κατάθλιψη και υστερία, είναι τα απολύτως πρώτα συμπτώματα του σκορβούτου.



Τέτοιες διαταραχές φαίνεται να έχουν φυσιολογική μάλλον παρά καθαρά ψυχολογική βάση σύμφωνα με τη Harrison (22). Αξίζει να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με το Solenander, ο Βεσάλιος ήταν εκ φύσεως λιγομίλητος και μελαγχολικός, κάτι που μπορεί να είναι ένδειξη πως, άγνωστο ακόμα και στον ίδιο, ήταν ήδη άρρωστος όταν τον συνάντησε ο Boucherus.
Η κατάθλιψη θεωρούνταν αίτιο και όχι σύμπτωμα του σκορβούτου για αιώνες μετά το θάνατο του Βεσάλιου όπως μπορούμε να δούμε σε μία Έκθεση Υγειονομικής Επιτροπής από τον Αμερικανικό Εμφύλιο. Μαζί του αναφερόταν ένα ακόμα γενεσιουργό αίτιο του σκορβούτου: η νοσταλγία (23). Ο Thomas Trotter, που την είχε αποκαλέσει ‘σκορβουτική Νοσταλγία’, παρατήρησε ότι ήταν ‘ο προάγγελος του σκορβούτου’ και την περιέγραψε σαν ‘μια επιθυμία να βρίσκεσαι στη στεριά’ (24).



Ενστικτωδώς ο ασθενής επιθυμούσε να βρίσκεται εκεί που μπορούσε να βρει τη θεραπεία για την ασθένεια του. Η πιο αξιοπερίεργη διάσταση της διαταραγμένης συμπεριφοράς του Βεσάλιου ήταν ο φόβος της ταφής στη θάλασσα. Ήταν ως αν η επιθυμία του να βρίσκεται στη ξηρά ήταν τόσο ισχυρή ώστε να μην μπορεί να αντέξει τη σκέψη ότι θα έμενε μακριά της για πάντα.
Το δεύτερο αναφερόμενο σύμπτωμα είναι η κατάρρευση και ο ακαριαίος θάνατος του Βεσάλιου. Ο ξαφνικός θάνατος όσων υπέφεραν από σκορβούτο, συχνά ενώ αισθάνονταν αρκετά καλά για να έχουν εμπλακεί σε κάποια δραστηριότητα και πάσχιζαν στα όρια της αντοχής τους, έχει παρατηρηθεί και τεκμηριωθεί σε αρκετές ιατρικές διατριβές και σε εξιστορήσεις μακρινών θαλασσινών ταξιδιών (25). Τόσοι πολλοί πέθαναν βγαίνοντας από το κύτος του πλοίου στο κατάστρωμα, ή κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την αποβίβαση, που πιστευόταν ότι η αλλαγή αέρα μπορούσε να σκοτώσει έναν ασθενή με σκορβούτο (26). Έτσι ακριβώς περιγράφεται ο θάνατος του Βεσάλιου: έπεσε νεκρός, λίγο μετά την αποβίβαση του και ενώ προσπαθούσε να διανύσει τη μικρή απόσταση ως τα πρώτα κτίρια της Ζακύνθου.



Ο Metellus αναφέρει άλλον ένα μάρτυρα της διήγησης από τον Boucherus του τρομακτικού τους ταξιδιού και του τέλους του Βεσάλιου. Μαζί του ήταν ο φίλος του Johannes Echtius, διαπρεπής γιατρός. Ο Echtius ήταν ένας από μια δράκα μόνο γιατρών, οι οποίοι είχαν μελετήσει τη νέα θανάσιμη ασθένεια, το σκορβούτο, και ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έγραψε σχετική διατριβή (27). Σε αυτή τη διατριβή είχε δώσει όνομα στην ασθένεια: scorbutus. Είναι δύσκολο να μην αισθανθεί κανείς πως αυτή η συνάντηση μεταξύ του Echtius και του Boucherus δεν ήταν εντελώς τυχαία, όμως, αφού τίποτε άλλο δεν είναι γνωστό σχετικά, οποιαδήποτε υπόθεση και αν κάνουμε, όσο λογική και αν είναι, θα παραμείνει απλή εικασία.
Ευτυχώς, η παρουσία του Echtius σε αυτή τη συνάντηση μας δίνει την ευκαιρία να διακρίνουμε, μέσα από τις επιστολές του φίλου του, κατά πόσον ο ειδικός του 16ου αιώνα πίστευε ότι το σκορβούτο ήταν η αιτία θανάτου του Βεσάλιου. Ο Echtius είχε προσδιορίσει έξι παράγοντες που έκαναν κάποιον ευάλωτο στο σκορβούτο, το οποίο πίστευε ότι ήταν μεταδοτικό. Ο πρώτος ήταν ανθυγιεινή διατροφή με χαλασμένα τρόφιμα, όπως στα καράβια, και η χρήση μολυσμένου νερού σε συνθήκες έλλειψης καθαρού. Οι υπόλοιποι πέντε μπορούσαν όλοι να οδηγήσουν σε σκορβούτο ανεξάρτητα, ακόμη και αν η διατροφή ήταν καλή, επειδή δημιουργούσαν περίσσεια μέλαινας χολής, η οποία κατά τη γνώμη του ήταν η αιτία της ασθένειας. Σαν νούμερο πέντε είχε καταγράψει το άγχος.



Είναι εύκολο να δούμε τι υποδείκνυε ο Metellus όταν κατηγορούσε το Βεσάλιο ότι δεν διέθεσε αρκετά για τις ανάγκες του. Οι προσκυνητές συνήθιζαν να παίρνουν μαζί δικές τους προμήθειες για να συμπληρώνουν την άνοστη τροφή του πλοίου. Ο Echtius και ο Metellus πίστευαν πως η τροφή του πλοίου εξέθεσε το Βεσάλιο στον κίνδυνο του σκορβούτου και ότι ο ίδιος δεν πήρε αρκετή δική του. Οι μεταγενέστερες ελλείψεις έκαναν τα πράγματα χειρότερα και, επιπλέον, εξανάγκασαν το Βεσάλιο να καταφύγει στην πόση μπαγιάτικου και βρώμικου νερού. Η ακραία ανησυχία του, αφού η ασθένεια είχε ήδη εμφανιστεί σε άλλους, έκανε σχεδόν αναπόφευκτη την εμφάνιση σκορβούτου και στον ίδιο. Η ξαφνική κατάρρευση και ο θάνατος του δεν ήταν έκπληξη γι αυτούς εφόσον αυτό το συχνό αποτέλεσμα του σκορβούτου αναφέρεται στη διατριβή του Echtius (28).
Με την έκφραση της βεβαιότητας του για τους λόγους που οδήγησαν στο θάνατο του Βεσαλίου ο Metellus δείχνει ότι πρέπει να είχε ακλόνητη γνώμη για το ποιά ακριβώς ασθένεια τον είχε σκοτώσει. Και όμως, εντελώς παράδοξα, δεν την αναφέρει ονομαστικά σε καμία από τις δύο επιστολές του. Και πάλι, μόνο το σκορβούτο μπορεί να εξηγήσει πειστικά αυτή την παράλειψη. Ο Echtius είχε γράψει την επί του σκορβούτου διατριβή του το 1541 με τη μορφή επιστολής (29), η οποία είχε μείνει για πολύ καιρό άγνωστη ακόμη και σε μερικούς από τους λίγους γιατρούς οι οποίοι είχαν δείξει έντονο ενδιαφέρον για την ασθένεια. Η διατριβή δεν δημοσιεύθηκε ως το 1564, το έτος θανάτου του Βεσάλιου, σε ένα βιβλίο του Balduinus Ronsseus (30), και ακόμη και τότε αποδόθηκε λανθασμένα στον Johannes Wierus, ο οποίος την είχε στείλει στο Ronsseus. Αυτό το λάθος ήταν δυνατό μόνο επειδή ο Ronsseus, παρόλο που είχε δείξει ενδιαφέρον για το σκορβούτο από δεκαετίας τουλάχιστον (31), δεν την είχε υπόψη του μέχρι τότε. Κατά συνέπεια δεν είχε πιθανότατα ξανασυναντήσει ούτε το όνομα scorbutus. Όταν οι γιατροί εκείνης της εποχής δεν συνέχεαν το σκορβούτο με τη Φωτιά του Αγίου Αντωνίου (εργοτισμό), το μαύρο ίκτερο (λεπτοσπείρωση), τη σύφιλη ή τη λέπρα, αυτοί που είχαν κάποια ιδέα για το τι αντιμετώπιζαν το ονόμαζαν magni lienes (μεγαλοσπληνία) ή στομακάκη και σκελετύρβη. Θα ήταν ματαιοπονία για το Metellus να πληροφορήσει τους ανταποκριτές του, έναν εκδότη και ένα θεολόγο, ότι ο Βεσάλιος είχε πεθάνει από μια ασθένεια που ο Echtius είχε αποκαλέσει scorbutus ενώ η λέξη στερούνταν νοήματος ακόμη και για καλά πληροφορημένους γιατρούς.
Ο Echtius μπορεί να ήταν παγκόσμια αυθεντία επί του σκορβούτου αλλά υπήρχαν πλευρές της ιστορίας του Boucherus που πρέπει να τις είχε βρει προβληματικές. Η ασθένεια είχε ξεσπάσει στη Μεσόγειο, μια περιοχή που θεωρούνταν ελεύθερη σκορβούτου. Η διατροφή του πληρώματος ήταν κακή, δούλευαν σκληρά και συχνά αγρυπνούσαν τα βράδια – νούμερα 1, 3 και 4 αντίστοιχα στον κατάλογο του με τα προκαταρκτικά αίτια του σκορβούτου – και όμως έμειναν απρόσβλητοι. Η σκορβουτική Νοσταλγία παρέμεινε απαρατήρητη για άλλους δύο αιώνες, έτσι η παράξενη συμπεριφορά του Βεσάλιου πρέπει να του δημιούργησε ερωτηματικά. Κατά συνέπεια ο Echtius, μαζί με το Metellus, δεν είναι δυνατόν να είχαν εφεύρει αυτή την ιστορία, απλούστατα επειδή δεν ήταν ικανοί να δουν ότι πραγματικά τα πάντα σε αυτή είχαν νόημα. Ούτε ο Boucherus θα μπορούσε να είχε πλάσει την ιστορία επειδή γνώριζε πολύ λιγότερα για το σκορβούτο, αν γνώριζε το παραμικρό. Η πιθανότητα τα γεγονότα να είχαν επινοηθεί και συγκροτηθεί σε σύνολο τυχαία είναι εντελώς αμελητέα, δεδομένου του τέλειου συσχετισμού με συνθήκες που ευνοούσαν το ξέσπασμα σκορβούτου, τη χρονική στιγμή του ξεσπάσματος, και τα συμπτώματα που περιγράφηκαν. Πολύ περισσότερο αν όλα αυτά συνδυαστούν με την κατοπινή παρουσίαση της ιστορίας στον πλέον πεπειραμένο ειδικό επί του σκορβούτου σε όλο τον πλανήτη.
Δια ταύτα, προτείνεται ότι οι επιστολές του Metellus δίνουν την αληθινή εκδοχή των τελευταίων ημερών του Βεσάλιου και, ταυτόχρονα, ότι ο Βεσάλιος, υποφέροντας από σκορβούτο και σοβαρά επηρεασμένος από σκορβουτική Νοσταλγία, κατόρθωσε να φτάσει στο νοτιότερο τμήμα του μυθικού βασιλείου του Οδυσσέα – τη γη που περισσότερο απ’ όλες έχει συνδεθεί από την αυγή της Ιστορίας με τη νοσταλγία – και απέθεσε εκεί το άψυχο σώμα του.  
-------------------------------------------------------------------------- 
1)  Historia di Pietro Bizari della guerra fatta in Ungheria dall'invictissimo imperatore de'christiani contra quello de'Turchi, Λυών, 1568, σ. 179; Επίσης στο Pannonicum bellum, του ιδίου, Βασιλεία, 1573, σ. 284.
2)  Itinerarium Aegypti, Arabiae, Palaestinae, Syriae, aliarumque Regionum Orientalium, Νυρεμβέργη, 1621, σ. 2.
3)  Il devotissimo Viaggio Di Gierusalemme, Ρώμη, 1595, σσ. 85 – 86.
4)  Theatro del Mondo di A. Ortelio: da lui poco inanzi la sua morte riveduto, e di tavole nuove et commenti adorno, et arricchito, con la vita dell' autore. Traslato in lingua Toscana dal Sigr F. Pigafetta, 1608/1612, πληροφορίες για το Χάρτη 217. Ο Pigafetta, σχολιάζοντας σχεδόν δύο δεκαετίες μετά την επίσκεψη του στη Ζάκυνθο τον Ιούλιο του 1586, έδωσε λανθασμένα το όνομα του τόπου αναπαύσεως του Βεσαλίου σαν το μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Όμως, δεν αφήνει αμφιβολία για το ποιό μοναστήρι εννοούσε στην πραγματικότητα συμφωνώντας με την ιστορία του Zuallardo περί λαφυραγώγησης της ταφικής επιγραφής από τους Τούρκους το 1571. Υπήρχε πράγματι μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου στη Ζάκυνθο. Βρισκόταν όμως μέσα στο κάστρο και, κατά συνέπεια, δεν λαφυραγωγήθηκε ποτέ από τους Τούρκους. Η Παναγία των Χαρίτων από την άλλη βρισκόταν στην περιοχή που είναι γνωστό πως λαφυραγωγήθηκε. Είμαι ευγνώμων στον Marcel van den Broecke  για την αποστολή φωτογραφιών από το πρωτότυπο κείμενο που βρίσκεται στη Koninklijke Bibliotheek  της Χάγης.
5)  Η επιστολή του Metellus στο Georgius Cassander δημοσιεύτηκε στο Illustrium & clarorum Virorum EPISTOLAE SELECTIORES, Superiore saeculo scriptae vel a Belgis, vel ad Belgas, του Petrus Bertius, Λέιντεν, 1617, σσ. 372 – 373.
Ο Βεσάλιος, με κάποια υπόσχεση χρημάτων, ήθελε να πλουτίσει περισσότερο – από την Ισπανία, τον περασμένο χρόνο, ξεκίνησε για την Ιερουσαλήμ, όχι με εμπόρους, παρά με συντροφιά προσκυνητών – και για τον εαυτό του παρείχε μάλλον άθλια εφόδια και τρόφιμα. Κατά την επιστροφή, συνάντησε κάποιο Georg Boucher από τη Νυρεμβέργη, που επέστρεφε από την Αίγυπτο και την πόλη του Καΐρου, ο οποίος άφησε το πλοίο του για να ταξιδέψει μαζί του. Για 40 ολόκληρες μέρες ήταν έρμαιο καταιγίδων, αφού δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν ξηρά. Ο Βεσάλιος είχε εφοδιάσει τον εαυτό του ανεπαρκέστατα, λαμβάνοντας υπόψη την αθλιότητα του ψωμιού και του νερού, και (επειδή) πολλοί πέθαναν, και τελικά ρίχτηκαν στη θάλασσα, αρρώστησε (από) ψυχικές ασθένειες και φόβο, εκλιπαρώντας συχνά τους ναύτες να μην τον ρίξουν στη θάλασσα αν πέθαινε. Τελικά το πλοίο οδηγήθηκε στη Ζάκυνθο, στην οποία, μόλις μπόρεσε αποβιβάστηκε – μπήκε στην πόλη, (και) μπροστά από την πύλη, πέθανε. Έτσι, αυτός που μου τα είπε αυτά, ο σύντροφος του, (του) έβαλε μια [ταφό]πλακα. Τέτοιο ήταν το τέλος ενός κατά τα άλλα λαμπρού ανθρώπου, που έδειχνε υπερβολική ζέση στο χρήμα – σε αυτόν, ο οποίος γνώριζε πολλά για τα μέρη του ανθρώπινου σώματος, θα περίμενε κανείς ότι η παιδεία θα την είχε σβήσει.
Η σύντομη επιστολή του στον Arnoldus Birckmannus είναι αδημοσίευτη αν και μια Αγγλική μετάφραση βρίσκεται στο βιβλίο του Charles Donald O'Malley Andreas Vesalius of Brussels, 1514-1564. Ένα φωτοαντίγραφο παραχωρήθηκε ευγενικά από το Cushing/Whitney Medical Historical Library του Yale University, το οποίο καθαρογράφτηκε από τον Maurits Biesbrouck.
Κάποιος από τη Νυρεμβέργη λέει ότι ότι τον περασμένο Οκτώβριο ο Ανδρέας Βεσάλιος πέθανε ενώ επέστρεφε από την Ιερουσαλήμ. Συνέβη ως εξής: επειδή ο Βεσάλιος φλεγόταν από πλεονεξία, ξόδεψε πολύ λίγα χρήματα για το ταξίδι που είχε προγραμματίσει, αν και μετά την επιστροφή του θα λάβαινε πολλά, από πολλούς, από τους οποίους είχε πάρει συγκεκριμένη υπόσχεση για αυτό το ζήτημα – λόγω της μεγάλης του απληστίας εμπιστεύτηκε τον εαυτό του σε ένα πλοίο προσκυνητών, και όχι στον εμπορικό στόλο της Βενετίας, για τον οποίο είχε συστατικές επιστολές από το Φίλιππο και όπου μια αίτηση για πίστωση θα αντιμετωπιζόταν ευνοϊκά, και επίσης λόγω απληστίας εφοδιάστηκε ανεπαρκέστατα. Στην επιστροφή συνάντησε αυτό τον άνθρωπο από τη Νυρεμβέργη, ο οποίος επέστρεφε στη Βενετία από την Αίγυπτο, και τον έπεισε να τον συντροφέψει, αφήνοντας το πλοίο του, και ο οποίος δέχτηκε πρόθυμα λόγω της κοινής τους γλώσσας. Πάλι ο Βεσάλιος εφοδιάστηκε άθλια –έρμαιο των καταιγίδων για σαράντα ολόκληρες μέρες, αφού δεν μπορούσαν να βγουν σε στεριά, αρκετοί αρρώστησαν, εν μέρει λόγω έλλειψης παξιμαδιού, εν μέρει νερού για χρήση, και οι νεκροί ρίχτηκαν στη θάλασσα. Με αυτό το γεγονός το μυαλό του Βεσάλιου ήταν τόσο φαγωμένο από την ψυχική οδύνη που αρρώστησε από φόβο και συχνά παρακαλούσε, αν πέθαινε, να μην τον δώσουν στα ψάρια για τροφή όπως τους άλλους. Το πλοίο τελικά έπλευσε στη Ζάκυνθο – λίγο μετά το κόπασμα της θάλασσας, ο Βεσάλιος αποβιβάστηκε μόλις μπόρεσε και προχώρησε προς την πύλη της πόλης, και έπεσε νεκρός στο έδαφος. Ο σύντροφος από τη Νυρεμβέργη έβαλε μια πλάκα στον τάφο του. Ο ίδιος άνθρωπος μου τα είπε αυτά παρουσία του Echtius. Αναλογίσου λοιπόν πως ο ελεεινός θάνατος ενός τόσο διακεκριμένου ανθρώπου θα γίνει παράδειγμα για πολλούς.
6)  Maurits Biesbrouck, Theodoor Goddeeris and Omer Steeno, The Last Months of Andreas Vesalius: a Coda, VesaliusActa Internationalia Historiae Medicinae, Τ. XVIII, No 2, Δεκέμβριος 2012, σσ. 70 – 71, από το  Vergnügung müssiger Stunden,oder allerhand nutzliche zur heutigen galanten Gelehrsamkeit dienende Anmerckungen του Thomas Theodor Crusius, έκδοση του 1722.
Αφού επιβιβάστηκε σε πλοίο εκεί, έπλευσε προς την Ιερουσαλήμ και περιόδευσε σε εκείνα τα μέρη. Όταν όλοι οι σύντροφοι του είχαν επισκεφθεί τα πάντα εκεί επέστρεψαν δια θαλάσσης. Στην αρχή, λόγω του θυελλώδους καιρού, εξετράπησαν από την πορεία τους, και όταν είχαν οδηγηθεί στην ανοιχτή θάλασσα ο αέρας έπεσε τόσο πολύ (θα μπορούσε να πει κανείς ότι επικράτησε πλήρης νηνεμία) που το πλοίο περιφερόταν για αρκετές εβδομάδες στην ίδια περίπου θέση. Ήταν κατακαλόκαιρο και έκανε μεγάλη ζέστη. Τότε οι περισσότεροι από τους επιβάτες αρρώστησαν και πολλοί πέθαναν. Όταν είδε τους νεκρούς να ρίχνονται στη θάλασσα για πολλές μέρες διαδοχικά, ο Βεσάλιος αποκαρδιώθηκε και αρρώστησε ο ίδιος, χωρίς όμως να πει τίποτα. Ενώ περιφέρονταν έτσι γύρω από το ίδιο σημείο άρχισαν να τελειώνουν οι προμήθειες. Υπήρχε ανεπάρκεια σε όλα και σοβαρή έλλειψη πόσιμου νερού. Μια ημερήσια μερίδα δινόταν στον καθένα, αλλά – επειδή κρατούσαν αποθεματικό έκτακτης ανάγκης – ούτε σταγόνα παραπάνω από όσο εθεωρείτο απολύτως αναγκαίο. Έχοντας βρεθεί σε αυτή την απελπιστική θέση, ο Βεσάλιος, που ήταν λιγόλογος από τη φύση του, μελαγχολικός και δεν είχε προετοιμαστεί για τέτοιο ενδεχόμενο, δεν έτυχε καμιάς περίθαλψης, καθώς τα απαραίτητα είχαν πλέον εξαντληθεί, και άρχισε να γίνεται πιο σοβαρά άρρωστος. Όταν, ασθενής ο ίδιος, ήταν αναγκασμένος να βλέπει τους συνταξιδιώτες του να ρίχνονται στη θάλασσα καθημερινά, πήγε και παρακάλεσε τον κυβερνήτη και άλλους ναυτικούς να μην τον πετάξουν στη θάλασσα αν πάθαινε κάτι ή αν πέθαινε. Αφού περιπλανήθηκαν για πολύ καιρό, άρχισε τελικά να δυναμώνει ο αέρας και μπόρεσαν να σηκώσουν πανιά με ευνοϊκό άνεμο. Στο μεταξύ ο Βεσάλιος κειτόταν άρρωστος στο αμπάρι, χωρίς κανέναν να τον εμψυχώσει ή να τον φροντίσει. Όταν φάνηκε η ξηρά όλοι ξέσπασαν σε ξέφρενους πανηγυρισμούς αλλά αυτός χειροτέρεψε. Πήγαν να του το πουν μόνο όταν έφτασαν στη Ζάκυνθο και καθώς έμπαιναν στο λιμάνι και μάζευαν τα πανιά ο Βεσάλιος ξεψύχησε μέσα στο τρίξιμο των σχοινιών και το θόρυβο από τις καμήλες. Ικανοποιήθηκε όμως η μεγαλύτερη επιθυμία του, δηλαδή να βγάλουν το σώμα του στην παραλία και να ταφεί στην ξηρά, δίπλα σε ένα παρεκκλήσι ή ναό, που βρίσκεται κοντά στο λιμάνι της Ζακύνθου. Αυτά τα έχει πει ένας έμπορος από τη Νυρεμβέργη, ο οποίος συνταξίδεψε με το Βεσάλιο από τη Βενετία. Όταν έφτασαν στην Κύπρο ο έμπορος άφησε τους συνταξιδιώτες του εκεί και αναχώρησε για την Αλεξάνδρεια με άλλο πλοίο. Από εκεί ταξίδεψε στο Κάιρο, και μετά, αφού τελείωσε τις δουλειές του, επέστρεψε στην Κύπρο όπου, κατά μεγάλη σύμπτωση, συνάντησε το ίδιο πλοίο και τους ίδιους συντρόφους. Αφότου επανενώθηκε μαζί τους υποβλήθηκε στους ίδιους κινδύνους και βίωσε την ίδια μοίρα με τους συνταξιδιώτες του. Ωστόσο, επέστρεψε στη Βενετία αφήνοντας το Βεσάλιο στη Ζάκυνθο όπου τον έθαψε. Μόλις η γυναίκα του έμαθε το θάνατο του συζύγου της παντρεύτηκε σε σύντομο διάστημα έναν άλλο, κάποιον ευγενή. Ο Βεσάλιος άφησε στην κόρη του δώδεκα χιλιάδες τάληρα και ετήσιο εισόδημα μεγαλύτερο από εφτακόσια.
7)  Το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία βρισκόταν ψηλά στο λόφο πάνω από το λιμάνι και του Αγίου Φραγκίσκου ακόμα ψηλότερα, μέσα στο κάστρο. Ο Άγιος Μάρκος χτίστηκε αργότερα, το 17ο αιώνα.
8)  Υπάρχουν πρόσθετοι λόγοι γι αυτό. Στην εκδοχή του Solenander έγιναν προσπάθειες να εξηγηθούν κάποιες πλευρές της ιστορίας, οι οποίες μπορεί να μην ήταν τίποτε περισσότερο από εικασίες κάποιου ενδιάμεσου πληροφοριοδότη δοσμένες σαν βάσιμη πληροφόρηση. Ένα παράδειγμα είναι ότι, σύμφωνα με τον Solenander, ο Boucherus συνάντησε το Βεσάλιο και τους άλλους προσκυνητές στη Βενετία, και ταξίδεψε μαζί τους ως την Κύπρο όπου χώρισαν. Αυτός πήγε στην Αίγυπτο και αυτοί συνέχισαν για την Ιερουσαλήμ. Κατά την επιστροφή του ταξίδεψε και πάλι μέσω Κύπρου και κατά σύμπτωση συνάντησε τους ίδιους συνταξιδιώτες πάνω στο ίδιο πλοίο. Όλα αυτά είναι δυνατά αλλά απίθανα, ιδιαίτερα αν εννοούσε ότι το πλοίο περίμενε τους προσκυνητές για τρεις μήνες. Υπάρχει ακόμη η υποψία ότι τουλάχιστον ένα σημείο της αρχικής ιστορίας ‘διορθώθηκε’ σκόπιμα: ο Metellus λέει ότι ο Βεσάλιος κατέρρευσε και απεβίωσε λίγο μετά την αποβίβαση, ενώ ο Solenander λέει ότι πέθανε πάνω στο αγκυροβολημένο πλοίο. Η κρατούσα αντίληψη επιτάσσει ένας ετοιμοθάνατος να μην αποβιβάζεται και περπατάει στην παραλία της Ζακύνθου αλλά να ξεψυχάει πάνω στο πλοίο του. Αυτό δεν είναι πάντα σωστό αλλά ο πειρασμός για λίγη πλαστική χειρουργική επί της ιστορίας είναι κατανοητός.
9)  Medicina Nautica: an Essay on the Diseases of Seamen, Τόμος III, Λονδίνο 1803, σ. 387.
10)  James Lind, A Treatise on the Scurvy, Λονδίνο 1772, σ. 281.
11)  Αυτή είναι η ημερομηνία έκδοσης του Examen, στον πρόλογο του οποίου ο Francesco dei Franceschi αναφέρει την επίσκεψη του Βεσαλίου στη Βενετία.
12)  Η περιγραφή του Felix Faber είναι τυπική: Αλλά ακόμη και εγώ είπα κρυφά στα βάθη της ψυχής μου: κοίτα, αυτή είναι η γη όπου υποτίθεται πως ρέει γάλα και μέλι. Αλλά δεν βλέπω καθόλου χωράφια για ψωμί, αμπέλια για κρασί, ούτε κήπους, ούτε πράσινα λιβάδια, ούτε περιβόλια, αλλά είναι όλη βραχώδης, καμένη από τον ήλιο και άνυδρη.
13)  Τα σύκα περιέχουν περίπου 2 mg σε 100 g, τα σταφύλια 3,2 mg. Στοιχεία από το Υπουργείο Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Κάποιος, του οποίου τα αποθέματα Βιταμίνης C είναι πολύ χαμηλά, θα έπρεπε να τρώει 10 – 12 σύκα ή 60 ρόγες σταφυλιού καθημερινά μόνο και μόνο για να μη διαβεί το κατώφλι του σκορβούτου. 
14)  Το 6% των φυτικών ειδών σε χρήση, σύμφωνα με τη Raeda Tawfeeq Ebrahim Daoud στο Studies on Folkloric Medicinal Plants Used by Palestinians in the Qalqilia District, An-Najah National University, Ναμπλούς 2008, σ. 32, πίνακας 3.3.
15)  Assistance to Palestine Refugees, Report of the Director of the United Nations Relief and Works Agency for Palestine Refugees in the Near East, Γενική Συνέλευση, Επίσημα Πρακτικά: Έκτη Συνεδρίαση, Παράρτημα No 16 (A/1905), 28 Σεπτεμβρίου 1951, Κεφάλαιο 1, 31.
16)  Voyages and Travels in the Levant in the Years 1749, 50, 51, 52, Λονδίνο 1766, σ. 147.
17)  Olaf Mickelsen και Ancel Keys, The composition of sweat, with special reference to the vitamins, The Journal of Biological Chemistry, 1943, σσ. 479 - 490.
18)  Adam Melchior, Vitae Germanorum medicorum, Φρανκφούρτη επί του Μάιν 1620, σ. 133. Επίσης σε ένα χειρόγραφο με τίτλο De morte Vesalii ex letteris Huberti Langueti, scriptis ad D. D. Casparu[m] Peuceru[m], National Library of Medicine, Bethesda, Ουάσιγκτον (χειρόγραφο E 86).
19)  Σύμφωνα με το Felix Faber, ο οποίος ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους το τελευταίο τέταρτο του 15ου αιώνα, η διατροφή σε μια προσκυνητική γαλέ(ρ)α αποτελείτο από ψωμί ή παξιμάδι, πανάδα (ψωμόσουπα), τυρί, αυγά και αρνί ή ψάρι. Επίσης από μαρούλι με λάδι όταν το έβρισκαν. Βλέπε Fratris Felicis Fabri Evagatorium in Terrae Sanctae, τομ. 1, Στουτγάρδη 1843, σσ 136 – 137. Τον καιρό του Βεσάλιου το ταξίδι στη Μεσόγειο με ιστιοφόρο και όχι με γαλέα είχε γίνει πολύ πιο συνηθισμένο. Αυτά τα πλοία δεν χρειάζονταν να πιάσουν τόσο συχνά σε λιμάνι για νερό όπως οι γαλέες, γι αυτό μίκραιναν οι πιθανότητες μαρουλοσαλάτας. Για το ταξίδι του στην έρημο ο Faber πήρε παξιμάδι, καπνιστό κρέας, καπνιστό τυρί, καπνιστό ψάρι, αυγά, ρύζι, αμύγδαλα, λάδι, βούτυρο, ξύδι, αλάτι, κρασί, ζωντανά πουλερικά, σταφίδες και κρεμμύδια. Πληροφορίες από το βιβλίο Once to Sinai: The further pilgrimage of Friar Felix Fabri, του H.F.M. Prescott, Νέα Υόρκη 1958. Από αυτά μόνο τα κρεμμύδια περιέχουν αξιόλογες ποσότητες Βιταμίνης C όταν είναι ωμά αλλά σχεδόν καθόλου όταν τηγανιστούν. Για προφανείς λόγους το βράσιμο δεν ήταν δημοφιλές στην έρημο.
20)  Οι χουρμάδες Deglet noor περιέχουν μόνο 0.4 mg ανά 100 g. Οι χουρμάδες Medjool καθόλου. Στοιχεία από το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.
21)  Robert A. Kinsman και James Hood, Some behavioral effects of ascorbic acid deficiency, The American Journal of Clinical Nutrition, Απρίλιος 1971.
22)  Fiona E. Harrison, Behavioural and neurochemical effects of scurvy in gulo knockout mice, Journal for Maritime Research, Τόμος 15, Τεύχος 1, 2013.
23)  Report of a Committee of the Associate Medical Members of the Sanitary Commission on the Subject of Scurvy with Special Reference to Practice in the Army and Navy, Ουάσιγκτον 1862, σ. 17.
24)  Observations on the Scurvy, 2η Έκδοση, Λονδίνο 1792, σσ. 44 – 45.
25)  Για παράδειγμα Richard Walter, A voyage round the world in the years MDCCXL, I, II, III, IV, 5η έκδοση, Λονδίνο 1749, σ. 101 και James Lind, A Treatise on the Scurvy, Λονδίνο 1772, σ. 132 and σ. 281.
26)  Thomas Trotter, Observations on the Scurvy, 2η Έκδοση, Λονδίνο 1792, σ. 48.
27)  De Scorbuto, vel Scorbutica passione Epitome το 1541.
28)  “… aliquoties vero desinit subito, ac mortali deliquio animi”.
29)  Η επιστολή απευθυνόταν σε κάποιο Dr Blienburchius στην Ουτρέχτη. Βλέπε Petrus Forestus, Observationum et Curationum  Medicinalium, Tomus Secundus, Libri decem posteriores, Ρουέν 1553, σ. 419.
30)  De magnis Hippocratis Lienibus Libellus, Αμβέρσα 1564, σσ. 26a – 31b.
31)  Βλέπε De magnis lienibus Hippocratis, Plinique stomacace seu sceletryrbe epistola του 1555 στη σελίδα 152 του De hominis primordiis hystericisque affectibus centones, του Ronsseus δημοσιευμένο το 1559. Είμαι υπόχρεος στο Theodoor Goddeeris για την υπόδειξη.



Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .