Τετάρτη 29 Αυγούστου 2012

Η βόρεια πύλη της Χώρας το 17ο αιώνα


Η εκκλησία του Εσταυρωμένου 501 χρόνια μετά τη θεμελίωση της.

Υπάρχει διάχυτη η εντύπωση πως η πόλη της Ζακύνθου ήταν στη διάρκεια της Βενετοκρατίας ουσιαστικά ανοχύρωτη και στηριζόταν αποκλειστικά για την άμυνα της στην ισχύ του Κάστρου του Αγίου Στεφάνου.

Είναι αλήθεια πως, σε περιπτώσεις μεγάλου κινδύνου, όταν οι δυνάμεις του εχθρού υπερείχαν συντριπτικά, το Κάστρο, όπως και άλλες οχυρές ή δύσβατες θέσεις, ήταν το τελευταίο καταφύγιο του πληθυσμού. Παραμερίζοντας όμως το ζήτημα του για πόσο καιρό θα μπορούσε το Κάστρο να υποστηρίξει με τρόφιμα και νερό τον πληθυσμό της πόλης και των κοντινών χωριών – έναν αριθμό που συνήθως ξεπερνούσε τις 10.000 – πρέπει κανείς να αναλογιστεί το κόστος της εγκατάλειψης των πάντων στα χέρια του εχθρού. Στις περιπτώσεις που οι Τούρκοι κατέλαβαν την πόλη της Ζακύνθου, όπως το 1479 και το 1571, κατέστρεψαν ότι δεν μπορούσαν να αρπάξουν. Οι Ζακυνθινοί έχασαν σπίτια, περιβόλια, ζώα, έπιπλα, προμήθειες, εργαλεία και γενικά ότι δεν μπορούσαν να πάρουν μέσα στο Κάστρο.

Επιπλέον, το πρόβλημα ασφάλειας των κατοίκων ήταν συνεχές, ιδιαίτερα τη νύχτα. Ακόμη και μια μικρή δύναμη από δύο ή τρία πειρατικά πλοία θα μπορούσε σχετικά εύκολα να διεισδύσει αιφνιδιαστικά στις παρυφές μιας εντελώς ανοχύρωτης και αφύλαχτης πόλης και, σιγουρεύοντας την οδό διαφυγής της, να προλάβει να λεηλατήσει και να πάρει σκλάβους πριν αντιμετωπίσει σοβαρή αντίδραση.

Βλέπουμε λοιπόν στην αναφορά του Προβλεπτή Tadio Morosini της 10ης Νοεμβρίου 1659 (1) να προτείνεται η κατασκευή μικρών οχυρών στο Σταυρωμένο και τον Άγιο Ηλία, παρόμοια με αυτά της περιοχής του Λαζαρέτου, τα οποία να επανδρώνονται κατά τη νύχτα για προστασία από τις κουρσάρικες επιδρομές. Το Λαζαρέτο, όπως είναι γνωστό, κάλυπτε τις παραλίες στα νότια της πόλης (Άμμοι των Κήπων) αλλά και το δρόμο που ερχόταν από τις παραλίες του Αργασιού, του Ξεροκάστελου και του Βασιλικού. Ο Άγιος Ηλίας ήταν το παλιό καθολικό μοναστήρι, κοντά στο Σταυρό, και όχι το ορθόδοξο εκκλησάκι του Εξηνταβελόνη που φτιάχτηκε 24 χρόνια αργότερα. Ένα οχυρό σε εκείνο το σημείο θα έλεγχε την δυτική πρόσβαση στην πόλη από την αμμουδιά του Τσιλιβή και τις ακτές του Ακρωτηριού. Ο Σταυρωμένος ήταν η βόρεια εσχατιά της πόλης, πάνω στη μακρόστενη λωρίδα γης που έφτανε ως το Κρυονέρι και όπου μπορούσε κανείς να εμποδίσει με ευκολία την πρόσβαση από βορρά (2).

Θα ήταν λάθος να θεωρήσει κανείς ότι δεν υπήρχαν σε αυτά τα σημεία στοιχειώδεις τουλάχιστον οχυρώσεις πριν το 1659. Το παρακάτω σχέδιο απεικονίζει την περιοχή του Σταυρωμένου το 1632 με βάση το χάρτη του μηχανικού Nicolò Gentilini (3).

 
Δίπλα στον παραλιακό δρόμο που οδηγούσε στο Κρυονέρι ή Κρύο Νερό, όπου και η ομώνυμη πηγή πόσιμου νερού, υπήρχε ένα παράξενο οικοδόμημα σε σχήμα ‘Π’, τα σκέλη του οποίου έδειχναν προς την πόλη και που προσδιορίζεται σαν ‘Alogiamenti’, δηλαδή καταλύματα ή κατοικίες. Στην αντίθετη πλευρά του οικοδομήματος απεικονίζεται κάτι σαν φράχτης. Το παράξενο είναι ότι αυτός ο ‘φράχτης’ έφτανε μέχρι τη θάλασσα, κλείνοντας τόσο το δρόμο όσο και την αμμουδιά (4). Παρόμοιοι φράχτες απεικονίζονται στον ίδιο χάρτη μπροστά από τέσσερα στρατιωτικά φυλάκια: το ένα στην πλατεία Αγίου Μάρκου και από ένα σε μικρή απόσταση από κάθε γεφύρι στα νότια της πόλης. Επιπλέον, σε θέση κεντρική σε σχέση με τα τρία φυλάκια των γεφυριών, κάπου κοντά στον Άγιο Γιώργη του Πετρούτσου,  απεικονίζεται άλλο ένα τέτοιο κτίριο σε σχήμα ‘Π’. Είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι η εγκατάσταση του Σταυρωμένου ήταν αμυντική και έπαιζε ρόλο σημείου ελέγχου, άν όχι οχυρωματικού έργου. Ήταν δηλαδή η βόρεια πύλη της πόλης.

Το Δημαρχείο του Ρεθύμνου το κοσμεί ένας πίνακας του 17ου αιώνα, γνωστός σαν Civitas Rethymnae, ο οποίος απεικονίζει την πόλη όπως ήταν πριν την κατάληψη της από τους Οθωμανούς το 1646. Στη μια γωνία του μπορεί κανείς να δει ένα συγκρότημα μικρών κτιρίων με θολωτές στέγες, τοποθετημένων σε σχήμα ‘Π’.

 
Πρόκειται για στρατώνα, και πιο συγκεκριμένα για τα ‘quartieri di stradioti’, τα καταλύματα δηλαδή των ελαφρών ιππέων της Βενετίας, των Στρατιωτών (5). Τα καταλύματα αυτά, 28 τον αριθμό αν και προβλέπονταν περισσότερα, κατασκευάστηκαν μεταξύ 1609 και 1646, είναι δηλαδή σύγχρονα των ‘Alogiamenti’ του Σταυρωμένου. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το τείχος που, όπως και ο ‘φράχτης’ στο χάρτη του Gentilini, τα προστατεύει από την εξωτερική πλευρά και φτάνει μέχρι τη θάλασσα διαθέτοντας και την απαραίτητη πύλη. Ο πίνακας αυτός του Ρεθύμνου μας δίνει μια πολύ καλή ιδέα για το τί ακριβώς υπήρχε και στην άκρη της Χώρας της Ζακύνθου εκείνη την εποχή.

Αντίθετα με το Ρέθυμνο δεν γνωρίζουμε ποιοί επάνδρωναν αυτή την, κατά τα φαινόμενα τυποποιημένη, Βενετική οχύρωση στη Ζάκυνθο. Γνωρίζουμε ότι εκείνη την εποχή, και από γενεές ολόκληρες νωρίτερα, υπηρετούσαν στη Ζάκυνθο γύρω στους 130 Στρατιώτες σε καιρό ειρήνης. Από αυτούς μόνο το 10% περίπου ήταν έμμισθοι. Σε αντίθεση με αυτούς τους stradioti provisionati οι υπόλοιποι απλώς είχαν απαλλαχθεί από το φόρο της δεκάτης ή decima και γι αυτό αποκαλούνταν stradioti decimali. Ο Άγγελος Σουμάκης, που περιγράφει το συναγερμό του 1628, δεν μας λέει ποιοί ήταν οι καπεταναίοι και οι ‘συντροφίες’ που τάχθηκαν στο Σταυρωμένο, αν και δίνει την εντύπωση ότι ήταν τσιταντίνοι και πιθανόν εθελοντές ποπολάροι. ‘Ένα μέρος από τους καβαλαρέους της στρατείας’, δηλαδή τους Στρατιώτες, λέει, βρίσκονταν στο νότιο τομέα. Γνωρίζουμε ακόμα πως εκείνη την εποχή κάποιοι από τους Στρατιώτες, πιθανότατα οι provisionati, είχαν τη βάση τους στο Tre Porte, δηλαδή την πύλη του Κάστρου προς τη μεριά της Μπόχαλης.

Αυτά δεν αποκλείουν άλλοι Στρατιώτες να είχαν τη βάση τους στο Σταυρωμένο πριν ενισχυθούν από χωραΐτες. Ούτε όμως αποκλείεται ο Σταυρωμένος να επανδρωνόταν από πολιτοφύλακες (cernide) ή Ιταλούς fanti. Κάτι που όμως συνηγορεί στην επάνδρωση από Στρατιώτες, πέρα από το αντίστοιχο του Ρεθύμνου, είναι πως το άλλο παρόμοιο συγκρότημα της Ζακύνθου, αυτό του νότιου τομέα, βρισκόταν στη γειτονιά του Αγίου Γεωργίου του Πετρούτσου. Όχι μόνο ο Άγιος Γεώργιος ήταν ο προστάτης των Στρατιωτών αλλά και οι ετήσιοι ιππικοί αγώνες, η λεγόμενη Γκιόστρα του Άι Γιωργιού, είχαν παραδοσιακά την αφετηρία τους στην εκκλησία αυτή της οικογένειας Πετρούτσου.

Η εκκλησία του Εσταυρωμένου δεν απεικονίζεται στο χάρτη. Υπάρχει μόνο το όνομα ‘Stavromeno’ έξω από το σύνορο της πόλης. Από πάνω του απεικονίζεται υπερυψωμένη άλλη εκκλησία, η Santa Veneranda. Δεν πρόκειται για κάποια άγνωστη καθολική εκκλησία. Για τους Ιταλούς Santa Veneranda είναι η δική μας Αγία Παρασκευή. Πρόκειται λοιπόν για τον κοντινό ναό της Αγίας Παρασκευής του Κλαψή, εξ ίσου παλιό ή και παλιότερο του Εσταυρωμένου, που εκείνη την εποχή ανήκε στο μητροπολίτη Ρόδου Ιερεμία Βλαστό (6). Ήταν επίσης το πρώτο, ανεπίσημο, Αγγλικό νεκροταφείο. Ο περιηγητής George Wheler έγραψε (7):

Προς το ακρωτήριο που είναι απέναντι από την Κεφαλονιά είναι μια μικρή Ελληνική εκκλησία, ονομαζόμενη Santa Veneranda,γύρω από την οποία συνήθιζαν παλιότερα οι Άγγλοι να θάβουν τους νεκρούς τους – αλλά λόγω κάποιας διαφωνίας με τον παππά άλλαξαν τελευταία τον τόπο ταφής τους – τον κάνανε ένα με δύο μίλια έξω από την πόλη, σε μια μικρή εκκλησία στον Κάμπο πίσω από το Κάστρο. Στην πρώτη υπάρχουν αρκετά μνημεία των Άγγλων Εμπόρων μας, οι οποίοι έχουν αφήσει τις σορούς τους εκεί – ...

Μετά από αυτή την εξήγηση του γιατί ο πρόξενος Sir Clement Harby – τον οποίο συνάντησε ο Wheler – προχώρησε στην ίδρυση του νεκροταφείου στη σημερινή του θέση, συνεχίζει κάνοντας κριτική στην εύπορη Αγγλική παροικία για την έλλειψη δικής τους εκκλησίας και ιερέα. Η Αγία Παρασκευή όμως, έστω και χωρίς τους Άγγλους, εξακολούθησε να προσελκύει ‘ενοίκους’ μέχρι σήμερα αφού συνεχίζει να υπάρχει σαν ναός κοιμητηριακός.

 Η Αγία Παρασκευή του Κλαψή. Φωτ. Pascale Pollier.

Προαύλιο. Φωτ. Μαρία Σιδηροκαστρίτη – Κοντονή.

Μια εύλογη απορία που δημιουργείται είναι το γιατί απεικονίζεται στο χάρτη αυτός ο ασήμαντος ναΐσκος έξω από την πόλη ενώ ο πιο σημαντικός ναός του Εσταυρωμένου, που έδωσε και το όνομα του στην περιοχή, παραλείπεται. Ο λόγος φαίνεται πως είναι η σχέση της Αγίας Παρασκευής με το στρατώνα. Στο Ναύπλιο υπήρχε γύρω στα 1500 ομώνυμη εκκλησία λίγο έξω από τα τείχη, δίπλα σε καταυλισμό Στρατιωτών. Στο Ρέθυμνο ένας από τους προμαχώνες λεγόταν της Santa Veneranda. Αλλού το όνομα της έφεραν ολόκληρα οχυρά ή καστέλια όπως στη Σούδα, στα Απόλλωνα της Ρόδου, ή στο Μεσοχώρι (Βάτικα Λακωνίας). Η Αγία Παρασκευή είναι η προστάτιδα των ματιών και κατ’ επέκταση των τυφλών, των οφθαλμίατρων, των οπτικών κλπ. Γιατί όχι και των σκοπών;
Χάρμα οφθαλμών η θέα από την Αγία Παρασκευή του Κλαψή. Φαίνεται ολόκληρο το κανάλι. Κάτω από το ύψωμα και στα δεξιά αγρυπνούσαν οι φρουροί της Χώρας.

 

---------------------------------------------------------------------- 

(1)  Δημήτρης Αρβανιτάκης, Οι αναφορές των Βενετών Προβλεπτών της Ζακύνθου (16ος – 18ος αι.), Istituto Ellenico, Βενετία 2000, 29, σ. 349.

(2)  ... ήγουν ο ένας καπετάνιος να πηγαίνη με όλην την συντροφίαν δια να φυλάγη έξω εις τον Σταυρωμένο, οπού είναι η άκρη της χώρας ...’, έγραψε ο Άγγελος Σουμάκης εξιστορώντας από τη σκοπιά του τα γεγονότα του Ρεμπελιού των Ποπολάρων στα 1628.

(3)  A plan of the "Citta del Zanthe" drawn 15 Dec. 1632, by Nicolò Gentilini, on a scale of 60 paces to an inch, Βρετανικό Μουσείο.

(4)  Πριν η παραλία σκεπαστεί από τα μπάζα σεισμών ήταν αμμουδιά.

(5)  Νίκος Δερεδάκης, http://deredakis.blogspot.co.uk/2009/12/stradioti.html

(6)  Λεωνίδας Ζώης, Λεξικόν, τ. 1ος, σ. 517.

(7)  A Journey into Greece, by George Wheler Esq; In Company of Dr Spon of Lyons, Λονδίνο 1682, σ. 41.

Σάββατο 18 Αυγούστου 2012

Παλαμικά ‘κοσμοσυντρίμματα’ στη ‘γη που είν’ απ’ ανθούς κι από τραγούδια ηλιοχυμένη'*


* The title is virtually untranslatable as it is borrowed from two different poems of Kostis Palamas. The best I can do is ‘Old worlds’ debris in the land that is sundrenched with flowers and songs’.

Η είδηση της ανακάλυψης σε ένα μικρό μοναστήρι των Φραγκισκανών, κοντά στο βόρειο άκρο της πόλης της Ζακύνθου, ενός τάφου που έφερε το όνομα του μεγάλου Ρωμαίου ρήτορα Κικέρωνα αναστάτωσε την Ευρωπαϊκή διανόηση του 16ο αιώνα. Στη Ζάκυνθο ο απόηχος της δεν έπαψε να αντηχεί ποτέ, και μάλιστα χωρίς να υπάρχει αμφισβήτηση του γεγονότος από τους ντόπιους ιστορικούς.  

The news of the discovery in a small Franciscan monastery, near the northern limit of the town of Zante, of a grave bearing the name of the great Roman orator Cicero stirred the 16th century European intelligentsia. In Zante its echo never ceased to reverberate, and the story has never been disputed by local historians.

Λιγότερα από είκοσι χρόνια μετά από εκείνη τη συγκλονιστική ανακάλυψη μια άλλη μεγάλη μορφή της Ιστορίας τάφηκε στο ίδιο μοναστήρι το 1564. Γνωστό και αυτό στους Ζακυνθινούς. Το 1784 ο Νικόλαος Σέρρας – μεταφράζοντας από τα Λατινικά στα Ιταλικά το βιβλίο του Καθολικού Επισκόπου Ζακύνθου Baldassare Remondini – είχε προσθέσει ότι, εκτός από τον Κικέρωνα, και ο Φλαμανδός πατέρας της Ανατομίας Ανδρέας Βεσάλιος είχε ταφεί στην εκκλησία Santa Maria delle Grazie. Το 1861 ένας άλλος Ζακυνθινός, ο γιατρός Δημήτριος Σιγούρος, είχε επισημάνει την αναλήθεια των ισχυρισμών περί δήθεν θανάτου του Βεσαλίου από πείνα σε κάποια ερημιά, και επαναλάβει ότι είχε πιθανότατα ενταφιαστεί στη Santa Maria delle Grazie. Τα γραπτά του Σιγούρου αποδέχθηκε αμέσως και υποστήριξε σθεναρά ο Παναγιώτης Χιώτης. Το ίδιο ανέφερε το 1880 ο Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Νικόλαος Κατραμής. (1)

Fewer than 20 years after that stupefying discovery another great historical personality was buried in the same monastery in 1564. This has also been known to the Zantiotes. In 1784 Nikolaos Serras (Nicolo Serra) – while translating from Latin to Italian the book of the Catholic Bishop of Zante Baldassare Remondini – had added that, besides Cicero, the Flemish father of Anatomy Andreas Vesalius had been buried in Santa Maria delle Grazie. In 1861 another Zantiote, the doctor Demetrios Sigouros (Demetrio Sicuro), had pointed out the falsity of the claims Vesalius had died from starvation in a deserted place and repeated he had most likely been interred in Santa Maria delle Grazie. Sigouros’ work had been immediately adopted and strenuously supported by Panagiotes Chiotes. The same was mentioned in 1880 by the Orthodox Archbishop Nikolaos Katramis. (1)

Στο τέλος του 18ου αιώνα θάφτηκε στo ίδιo μοναστήρι ο Pierre Augustin Guys, Γάλλος περιηγητής και συγγραφέας του Voyage littéraire de la Grèce. Γνωστό και αυτό. Στο δυτικό τοίχο της εκκλησίας, κοντά στο Άγιο Βήμα, μπορούσε κανείς να διαβάσει την παρακάτω επιγραφή:

At the end of the 18th century Pierre Augustin Guys, French traveller and author of the Voyage littéraire de la Grèce, was also buried in that monastery. This was also known. In the western wall of the church, near the sanctuary, one could read the inscription below (2):

Πόσες φορές θα λέγατε ότι έγιναν ανασκαφές στο χώρο αυτόν, ο οποίος θα μπορούσε, και θα έπρεπε, να ήταν το αντικείμενο πανανθρώπινου πολιτιστικού προσκυνήματος; Από όσο γνωρίζω  καμία! Εκτός βέβαια αν μπορεί να θεωρηθούν ανασκαφή οι δυναμίτες και οι μπουλντόζες που μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1953 γκρέμισαν όποιο τοίχο στεκόταν ακόμη και τον έσπρωξαν στη θάλασσα. Αναλογιζόμενος κανείς εκείνες τις ώρες της απελπισμένης ανάγκης μπορεί να δει την ενέργεια αυτή με κατανόηση. Πως όμως μπορεί να κατανοηθεί η οικοπεδοποίηση του χώρου και η παραχώρηση του για οικοδόμηση λίγο αργότερα;

How many excavations would you say have taken place at this site, which could, and should, have been the focus of a universal cultural pilgrimage? As far as I know none! Unless of course the dynamites and the bulldozers that after the catastrophic earthquakes of 1953 demolished any wall left standing and pushed it into the sea can be thought of as an archaeological dig. If someone considers those hours of desperate need he may show some understanding for such an action. But how can the turning of the site into building plots a little later be possibly justified?

Τα δύο επιγεγραμμένα θραύσματα ταφικών μνημείων που παρουσιάζονται στην αρχή της ανάρτησης είναι τα μόνα σίγουρα απομεινάρια του παλιού μοναστηριού των Φραγκισκανών. Βρέθηκαν κατά τη διάρκεια οικοδομικών εργασιών κοντά στο σημείο όπου κάποτε στεκόταν η Santa Maria. Η μαρμάρινη πλάκα, που έχει μεταμορφωθεί σε τραπέζι στην επόμενη φωτογραφία, βρέθηκε στο ίδιο περίπου σημείο αλλά πολύ βαθύτερα και ίσως είναι συντρίμμι ενός κόσμου ακόμα παλιότερου. Υπάρχει και άλλη, παρόμοια, που βρέθηκε μαζί της και που μάλλον ήταν τμήμα του ίδιου συνόλου.

The two inscribed fragments of funerary monuments presented in the beginning of the blog entry are the only certain remnants of the old Franciscan monastery. They were found during building works near the spot where Santa Maria once stood. The marble slab, which has turned into a table in the following photograph, was found around the same spot but much deeper and may be the debris of an even older world. There is another, similar one, which was found with it and is probably part of the same whole.




Και αυτό το σύμβολο των Φραγκισκανών, ίσως του 17ου αιώνα, που υπέδειξε η Μαρία Σιδηροκαστρίτη-Κοντονή, είναι πολύ πιθανό να προήλθε από την ίδια εκκλησία.

This Franciscan symbol, possibly of the 17th century, pointed out by Maria Sidirokastriti-Kontoni, could have also come from the same church.




Τα μυστικά που ίσως κρύβει η γη σε εκείνο το σημείο της Χώρας περιμένουν την αποκάλυψη τους. Η άσφαλτος των οδών Χιώτη, Κολυβά και Κολοκοτρώνη μπορεί να σκεπάζει χαμένους θησαυρούς. Η ανατολική πλευρά της οδού Κολυβά απέχει από την παραλιακή οδό Δ. Ρώμα – εκεί όπου έφτανε η θάλασσα πριν μπαζωθεί – κάπου 75 βήματα κατά μήκος της Κολοκοτρώνη, ενώ η Santa Maria απείχε κάποτε από την παλιά ακτογραμμή περίπου 50 μέτρα. Κάπου εκεί στην Κολοκοτρώνη ίσως ήταν το πλάτωμα που, πριν το 1953, απλωνόταν μπροστά από την εκκλησία. Ο μόνος τρόπος για να μάθει κανείς είναι να ψάξει. Θα απαντήσει κανείς στο κάλεσμα περασμένων αιώνων;

The secrets that may be hidden in the soil of this part of the town await their revelation. The tarmac of Chioti, Kolyva and Kolokotroni streets may be covering lost treasures. The eastern part of Kolyva Street is a distance of about 75 steps along the Kolokotroni from the coastal Roma Street – where the sea reached before the land was extended by scrap building materials – while Santa Maria once was about 50 metres from the old coastline. Somewhere in the Kolokotroni may have been the open space that, pre-1953, spread in front of the church.  The only way to learn is to search. Will anyone answer the call of past centuries?



---------------------------------------------------------------------------  

(1)  Αναλυτικότερες πληροφορίες για όσα αναφέρονται σε αυτή την παράγραφο μπορεί να βρει ο ενδιαφερόμενος στα Επτανησιακά Φύλλα του Ντίνου Κονόμου, τ. ΙΕ΄, 1, Ζάκυνθος, Άνοιξη 1989.

More detailed information about what is contained in this paragraph can be found (in Greek) in Επτανησιακά Φύλλα of Dinos Konomos, v. XV, 1, Zakynthos, Spring 1989.

(2)  Η επιγραφή είναι από το βιβλίο του Ιωάννη Ρωμανού Γρατιανός Ζώρζης αυθέντης Λευκάδος, Κέρκυρα 1870, σ. 39.

The inscription is from the book by Ioannes Romanos Γρατιανός Ζώρζης αυθέντης Λευκάδος, Corfu 1870, p. 39 (the book is in Greek).

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Πριν από 200 χρόνια και ... συνέχεια


Μερικά ακόμη σχέδια του William Gell από τα 1811*.





-----------------------------------------------------------------------  

* Τα σχέδια της σημερινής ανάρτησης είναι προσφορά του Παναγιώτη, ο οποίος είναι γέννημα-θρέμμα της περιοχής που απεικονίζεται στο δεύτερο σχέδιο της προηγούμενης.


Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .