Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Cotovicus. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Cotovicus. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 2 Ιουνίου 2012

Ο χαμένος τάφος του Κικέρωνα


Στα μέσα του 16ου αιώνα το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής διανόησης κεντρίστηκε από το άκουσμα μιας τυχαίας αλλά σημαντικότατης αρχαιολογικής ανακάλυψης. Το Δεκέμβριο του 1544, στη Βενετική νήσο Ζάκυνθο, ο Μινορίτης μοναχός Angelus Apulus (Άγγελος από την Απουλία), κατά τη διάρκεια της θεμελιώσεως ενός μοναστηριού δίπλα στην καθολική εκκλησία της Santa Maria delle Grazie (Παναγία των Χαρίτων), είχε ανακαλύψει ένα αρχαίο τάφο. Ο τάφος, αναπαράσταση του οποίου αποτελεί η πιο πάνω εικόνα, έφερε την επιγραφή που βλέπετε, με Λατινικούς και Ελληνικούς χαρακτήρες, που σημαίνει ‘Μ. Τύλλιε Κικέρωνα χαίρε. Και συ Τερτία Αντωνία’. Μέσα στο μνήμα βρέθηκαν μερικά οστά και δύο αγγεία από γυαλί, όπως βλέπετε παρακάτω.
Το μεγαλύτερο περιείχε σκόνη και περιμετρικά υπήρχε η φράση AVE MAR. TVL.  (Χαίρε Μάρ. Τύλ.) Υποτέθηκε ότι αποτελούσε τεφροδόχο και ότι η σκόνη που περιείχε ήταν οι στάχτες του νεκρού. Το μικρότερο περιείχε μια ποσότητα άχρωμου υγρού και έμοιαζε με δακρυδόχο. Όπως είναι φυσικό ο τάφος συνδέθηκε άμεσα με τον μεγάλο Ρωμαίο φιλόσοφο, πολιτικό και ρήτορα Μάρκο Τύλλιο Κικέρωνα (Marcus Tullius Cicero) αφού η συνωνυμία ήταν απόλυτη. Σημαντική ομοιότητα υπήρχε και μεταξύ του γυναικείου ονόματος, που ήταν χαραγμένο στον τάφο στα Ελληνικά, με την πρώτη σύζυγο, και μητέρα των παιδιών του Κικέρωνα, Terentia.
Μόνο εικασίες μπορούσαν να γίνουν για το πως, και γιατί, οι στάχτες του ρήτορα, που διωκόμενος εκτελέστηκε στην Καμπανία της Ιταλίας το 43 πΧ, βρέθηκαν θαμμένες στη Ζάκυνθο, ή το ποιά ήταν η Τερτία Αντωνία της επιγραφής. Στους προηγούμενους τεσσεράμισι και πλέον αιώνες έχουν γίνει αρκετές. Στα χρόνια της Αναγέννησης λιγοστές μόνο αμφιβολίες υπήρχαν για την ταφή του Κικέρωνα στη Ζάκυνθο αλλά με το πέρασμα του χρόνου πολλαπλασιάστηκαν, έτσι που, όταν η ανεύρεση του τάφου δεν αγνοείται τελείως, οι περισσότερες γνώμες μιλούν για κενοτάφιο, συνωνυμία ή και απάτη. Μερικοί έφτασαν να αμφιβάλλουν ακόμα και για αυτή την ύπαρξη του τάφου και της επιγραφής. Πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά όταν δεν έχει διατηρηθεί κανένα ίχνος τους και, επιπλέον, δεν φαίνεται να γνωρίζει κανείς πραγματικά τι απέγιναν;
Αυτό το κείμενο είναι το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας όχι τόσο να τεκμηριωθεί η ύπαρξη του μνημείου – αυτό είναι ιδιαίτερα εύκολο αφού υπάρχουν αρκετές σχετικές μαρτυρίες – αλλά να βρεθούν αξιόπιστες πληροφορίες για την τύχη του. Οι ελάχιστες, εν Ζακύνθω, πληροφορίες σχετικά με το τί απέγινε ο τάφος και τα κτερίσματα του ουσιαστικά συνοψίζονται στα γραφτά του Παναγιώτη Χιώτη. Στον 1ο τόμο των Ιστορικών Απομνημονευμάτων (1) αναφέρει μόνο την πληροφορία, προερχόμενη από τον Παύλο Μερκάτη (2), ότι τα αγγεία κατέληξαν στην Αγγλία.
Την ίδια πληροφορία, από την ίδια πηγή, αναφέρει και ο Λεωνίδας Ζώης στο Λεξικό του (3). Στο 2ο τόμο των Ιστορικών Απομνημονευμάτων ο Χιώτης επαναλαμβάνει τα περί αγγείων στο Βρετανικό Μουσείο και προσθέτει ότι την ταφόπλακα – εννοώντας πιθανόν τη φέρουσα την επιγραφή πλάκα – την πήραν οι Ρώσοι, χωρίς να επεκτείνεται (4).
Στον 3ο τόμο όμως, όπου ασχολείται με τη δράση των Ρωσοτούρκων στα Ιόνια Νησιά, δεν αναφέρει τίποτα σχετικό με τον τάφο ή την εκκλησία της Παναγίας των Χαρίτων (5). Αντίθετα, στον 6ο τόμο, αναφέρει τη λαφυραγώγηση της Παναγίας από τους Δημοκρατικούς Γάλλους, ελάχιστα χρόνια νωρίτερα, αλλά χωρίς να μιλήσει για τον τάφο (6). Ούτε και η πληροφορία περί Βρετανικού Μουσείου φαίνεται πιθανή. Ο Άγγλος George Wheler, μετά την επίσκεψη του στη Ζάκυνθο το 1675, έγραψε (7):
Η Εκκλησία του Αγίου Ηλία βρίσκεται πάνω από την πόλη, στα δεξιά του δρόμου που οδηγεί στο κάστρο. Είναι πολύ ευχάριστο μέρος, κυκλωμένο από πορτοκαλιές – και είναι επίσης αξιοσημείωτο λόγω της φήμης του Τάφου του Κικέρωνα, ο οποίος (όπως έχουν γράψει μερικοί) είχε βρεθεί εκεί, με μια επιγραφή πάνω του, η οποία ανάφερε αυτόν, και τη γυναίκα του Tertia Antonia – από αυτόν δεν απομένει τίποτα εκτός από τον πάτο μιας υδρίας από πορφυρίτη. Ούτε μπορέσαμε να μάθουμε τι απέγιναν τα υπόλοιπα – δεν υπάρχει στη Ζάκυνθο κανένας αρκετά περίεργος, όπως στην Κέρκυρα, για το παρελθόν της χώρας τους.
Όχι μόνον δεν γνώριζαν οι Ζακυνθινοί της εποχής τι είχε απογίνει ο τάφος του Κικέρωνα αλλά έστειλαν τον Wheler σε λάθος καθολική εκκλησία – τον Άγιο Ηλία στο Ψήλωμα – και του έδειξαν θραύσμα αγγείου που δεν είχε καμία απολύτως σχέση. Ο πορφυρίτης είναι πέτρωμα που πρωτοχρησιμοποιήθηκε τη Ρωμαϊκή εποχή αλλά όσοι είχαν δει τα αγγεία από το συγκεκριμένο τάφο τα είχαν περιγράψει σαν γυάλινα. Αυτά έγιναν 78 χρόνια πριν δημιουργηθεί καν το Βρετανικό Μουσείο.
Είναι ανάγκη λοιπόν να παραμερίσουμε τις αναφορές του Χιώτη. Πρέπει επίσης να ξεκινήσουμε από την αρχή, επειδή σαν μαρτυρίες αυτοπτών έχουν κατά καιρούς παρουσιαστεί απλές αναφορές, όπως το παραπάνω απόσπασμα από τον Wheler, οι οποίες δημιουργούν σύγχυση ως προς την περίοδο εξαφάνισης του μνημείου.
Ο πρώτος επισκέπτης που αναφέρθηκε στο μνημείο αυτό ήταν ο Δομινικανός μοναχός Desiderius Lignamineus (Desiderio dal Legname) από την Πάδοβα. Πέρασε από τη Ζάκυνθο στις 18 Μαΐου 1546, μαζί με τον Geronimo Bragadin, πηγαίνοντας στην Πάδοβα από την Κρήτη. Είδε, ψηλάφησε και σχεδίασε τα ευρήματα στον οπισθόδομο του ναού (8). Είναι επίσης ο πρώτος που μίλησε για δύο μικρές γυάλινες υδρίες (vrnulae duae vitreae). Αμέσως μετά την άφιξη του στην Πάδοβα διέδωσε την είδηση στους εκεί διανοούμενους και συνέχισε να υποστηρίζει την εύρεση του τάφου του Κικέρωνα ολόκληρη την επόμενη δεκαετία.
Το 1549 τον τάφο είδε ο Γάλλος Φραγκισκανός ιερέας, εξερευνητής και χαρτογράφος André Thevet. Έγραψε γι αυτόν στο μεγάλο έργο του Le grand insulaire et pilotage, που έμεινε στην ολότητα του ανέκδοτο (9). Η περιγραφή του τάφου όμως περιέχεται στο βιβλίο για το προσκύνημα του Jean Thenaud με σχόλια του Charles Henri Auguste Schefer (10). Από εκεί μεταφράστηκε στο βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 333 μΧ – 1700, Αθήνα 1970, σ. 335:
Βρήκα στη Ζάκυνθο τον τάφο του περίφημου ρήτορα. Στο υπόγειο ενός παρεκκλησίου υπάρχει αρχαίος τάφος που στηρίζεται σε τέσσερες δωρικούς μαρμαρένιους κίονες. Μας άνοιξαν το υπόγειο (το θεωρούν πολύτιμο θησαυρό) και είδαμε τρεις τεφροδόχους από ύαλο πάχους δύο δακτύλων και ύψους δύο ποδών με τέφρα, σφραγισμένα. Επάνω στα αγγεία ήταν χαραγμένα τα γράμματα M.T.C. Τότε θυμήθηκα που οι Έλληνες και οι Λατίνοι νησιώτες μου είχαν πη ότι στη Ζάκυνθο βρίσκεται η τέφρα του μεγάλου ρήτορα.
Η μετάφραση αυτή είναι σωστή αλλά πρόκειται για λόγια του André Thevet. Δεν προέρχεται από το κείμενο του Thenaud αλλά από σημείωση του Schefer, ο οποίος το δηλώνει καθαρά. Λέει:
Το νησί της Ζακύνθου. Αυτό το νησί αναφέρεται και σαν Lesante. Ο Thevet, που το επισκέφθηκε, είδε εκεί το μαυσωλείο του Κικέρωνα και τα βιβλία που άφησε εκεί ο Άγιος Λουδοβίκος (11).
Ακολουθεί, εντός εισαγωγικών, το απόσπασμα που παρουσιάστηκε μεταφρασμένο. Ο Jean Thenaud επισκέφτηκε μεν τη Ζάκυνθο το 1512 αλλά δεν έγραψε τίποτα για τον Κικέρωνα γιατί απλούστατα ο τάφος δεν είχε βρεθεί ακόμα. Η περιγραφή είναι από την επίσκεψη του Thevet το 1549. Ο Ντίνος Κονόμος, ορμώμενος από αυτό το λάθος, έγραψε ότι ο τάφος είχε ανακαλυφθεί νωρίτερα, και υπέθεσε ότι χάθηκε στο σεισμό του 1513 και ξαναβρέθηκε το 1544, κάτι που βέβαια δεν ισχύει (12).
Το 1553 βγήκε στη Ζάκυνθο ο Άγγλος έμπορος John Locke πηγαίνοντας στους Αγίους Τόπους. Μας άφησε μια περιγραφή του τάφου, που παρουσιάζεται ολόκληρη γιατί είναι ελάχιστα γνωστή και πολύ ενδιαφέρουσα (13):
Μετά από αυτό πήγαμε σε ένα μοναστήρι καθολικών που λέγεται Santa Maria de la Croce, αυτοί είναι Δυτικοί Χριστιανοί, οι Έλληνες δεν έχουν καμία δοσοληψία μαζί τους, ούτε αυτοί με τους Έλληνες, γιατί διαφέρουν πολύ στη θρησκεία. Υπάρχουν μόνο 2 μοναχοί σε αυτό το μοναστήρι. Εκεί είδαμε το ταφικό μνημείο όπου ήταν θαμμένος ο M. T. Κικέρων με την Terentia Antonia, τη σύζυγο του. Αυτό το μνημείο βρέθηκε πριν από περίπου έξι χρόνια, όταν χτίστηκε το μοναστήρι, παλιότερα υπήρχε ένας δρόμος πάνω από το σημείο όπου βρισκόταν. Ταυτόχρονα με το μνημείο βρέθηκε, μια γυάρδα κάτω από την επιφάνεια, μια τετράγωνη λίθινη πλάκα λίγο επιμήκης, πάνω στην οποία είχε μια επιγραφή γραμμένη από δύο διαφορετικά πρόσωπα, το ένα μέρος όπως φαίνεται για τον ίδιο, και το άλλο για τη σύζυγο του, και κάτω από την ίδια πλάκα βρέθηκε ένα γυάλινο αντικείμενο, με αναλογίες παρόμοιες με ουροδοχείο, εκτός του ότι ήταν οκτάγωνο και με πολύ χοντρά τοιχώματα, μέσα στο οποίο βρίσκονταν οι στάχτες από το κεφάλι και το δεξί βραχίονα του Μαρ. Τ. Κικέρωνα, γιατί όπως ιστορείται είχε αποκεφαλιστεί  από όσο θυμάμαι στην Capua, για στάση. Και η γυναίκα του έχοντας πάρει το κεφάλι και το δεξί του βραχίονα (τα οποία είχαν σταλεί στον Αυτοκράτορα στη Ρώμη) έφυγε από τη Ρώμη, και πήγε στη Ζάκυνθο, και εκεί έθαψε το κεφάλι και το βραχίονα του, και έγραψε πάνω στο μνημείο την επιγραφή M. T. Cicero. Have. ( ή Ave). Μετά ακολουθούσε, με άλλα γράμματα, Et tu Terentia Antonia, η οποία διαφορά γραμμάτων σημαίνει ότι δεν γράφτηκαν και τα δύο ταυτόχρονα.  Το μνημείο είναι μακρύ και στενό, και βαθύ, τειχισμένο από όλες τις πλευρές σαν μνήμα, στον πάτο του οποίου βρέθηκε η αναφερθείσα πέτρα με την επιγραφή, και το αναφερθέν γυάλινο δοχείο με τις στάχτες, και επίσης ένα άλλο μικρό γυάλινο δοχείο παρόμοιου σχήματος, στο οποίο, όπως λένε, είναι τα δάκρυα των φίλων του, γιατί εκείνη την εποχή συνήθιζαν να τα μαζεύουν και να τα θάβουν μαζί με αυτούς, όπως συνήθιζαν στην Ιταλία και την Ισπανία να ξεριζώνουν τα μαλλιά τους για να τα θάψουν με τους φίλους τους. Σε αυτό τον τάφο υπήρχαν λίγα οστά.
Το Μάιο του 1556 ακολουθεί η επίσκεψη του Pellegrino Brocardi από τη Λιγουρία. Ο ιερέας, ζωγράφος και μουσικός Brocardi δεν έγραψε πολλά (14). Αναφέρει όμως ότι τα αγγεία ήταν από γυαλί και στο ένα ήταν χαραγμένα τα γράμματα TVI CICERO. Στην πλάκα η επιγραφή έλεγε M. TVLLI CICERO HAVE ET TV TERTIA ANTΩNIA. Δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε ότι υπάρχουν μικροδιαφορές στις αναμνήσεις των επισκεπτών όσον αφορά τις επιγραφές – πράγμα που μας οδηγεί στο να θεωρήσουμε εγκυρότερη την περιγραφή του Lignamineus, ο οποίος την κατέγραψε σχεδιάζοντας το μνημείο. Σε γενικές γραμμές όμως οι περιγραφές συμφωνούν. Ο John Locke, για παράδειγμα, μιλάει για οκταγωνικό σχήμα της τεφροδόχου, κάτι που αντικατοπτρίζεται στις διασωθείσες απεικονίσεις τους. Υπάρχουν και άλλοι επισκέπτες που βεβαιώνουν ότι είδαν τον τάφο, ένας από αυτούς ο Wolfgang Münzer von Babenberg το 1556, δηλαδή την ίδια χρονιά με τον Brocardi. Αυτή η χρονολογία είναι η τελευταία που κάποιος ισχυρίζεται ότι είδε το μνημείο με τα μάτια του από όσο γνωρίζει ο γράφων.
Είδαμε ότι το 1675, όταν οι Spon και Wheler τον έψαξαν, ο τάφος ήταν ήδη άφαντος. Πότε λοιπόν εξαφανίστηκε αυτό που, σύμφωνα με τον Thevet, οι μοναχοί της Παναγίας των Χαρίτων θεωρούσαν πολύτιμο θησαυρό και πως; Ο Άγγλος προσκυνητής George Sandys, περνώντας από τη Ζάκυνθο το 1610, αναφέρει τον τάφο (15) αλλά σημειώνει δίπλα στο κείμενο πως οι πληροφορίες του προέρχονται από το Giovanni Zuallardo και την επίσκεψη του το 1586. Είναι λοιπόν φανερό πως το 1610 ο τάφος δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως το 1586; Να τι ακριβώς έγραψε ο Φλαμανδός Giovanni Zuallardo (Johannes Schwallart) (16):
Λέγεται, ότι ενώ θεμελίωναν τα τείχη αυτού του μοναστηριού, βρέθηκαν εδώ δύο υδρίες σε ένα μνήμα, το ένα από τα οποία περιείχε τις στάχτες του ΜΤ Κικέρωνα, και το άλλο νερό, που λογάριαζαν πως ήταν τα δάκρυα των φίλων του, που χύθηκαν εκεί για τον κακότυχο θάνατο του. Και πάνω στο κάλυμμα του τάφου, φτιαγμένο από μια τετράγωνη πέτρα, ήταν σκαλισμένο M. Tul. Cicero Lave, & tu Ieptia Antonia, και στον αμφορέα με την τέφρα ήταν γραμμένο πάνω στο γυαλί Ave. Mar. Tul. γι αυτό πιστεύεται ότι εκεί είχε μεταφερθεί το σώμα του Κικέρωνα.
Δεν έχουμε λόγο να αμφιβάλλουμε ότι ο Zuallardo επισκέφτηκε τη Santa Maria, ή Annuntiata όπως τη λέει και όπως ήταν διαφορετικά γνωστή. Λίγες γραμμές πιο πριν μας πληροφορεί για τον τάφο της άλλης διάσημης προσωπικότητας που ήταν θαμμένη εκεί, του Ανδρέα Βεσάλιου. Η διατύπωση του όμως, και ιδιαίτερα η λέξη ‘λέγεται’ με την οποία ξεκινάει, κάθε άλλο παρά εμπνέει βεβαιότητα ότι είχε δει τον τάφο. Μήπως λοιπόν οι Τούρκοι, οι οποίοι λέει ο Zuallardo είχαν αφαιρέσει το 1571 την ταφική επιγραφή του Βέλγου ανατόμου, είχαν βανδαλίσει και τον τάφο του Κικέρωνα;
Αξίζει να δούμε τι λέει, και τι δεν λέει, ο άλλος επισκέπτης που μίλησε για τάφο του Βεσάλιου στη Σάντα Μαρία, ο Christoph Fürer von Haimendorff. Ο Γερμανός προσκυνητής πέρασε από τη Ζάκυνθο μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου 1565.  Αφού αναφέρει τον τάφο του Βεσάλιου στην Mariae de Gratia, και τη σχετική ταφική επιγραφή, συνεχίζει με κομμάτια της αρχαίας ιστορίας του νησιού, τους Αχαιούς, τους Λακεδαιμονίους, τη Ζάκανθα (17). Ούτε λέξη για τον Κικέρωνα. Στην ακριβώς προηγούμενη παράγραφο όμως είχε γράψει, περνώντας το Δυρράχιο στα αριστερά τους, πως υπήρξε τόπος εξορίας του Κικέρωνα. Πόσο πιθανό είναι να στεκόταν δίπλα στον τάφο του μεγάλου ρήτορα και να μην το αναφέρει; Γεννιέται λοιπόν η υποψία ότι οι Τούρκοι δεν είχαν καμία σχέση με την εξαφάνιση του τάφου, ότι ο θησαυρός είχε ήδη φυγαδευτεί κάπου αλλού, και ότι οι άλλοτε λαλίστατοι και προθυμότατοι μοναχοί απλώς δεν βγάζανε μιλιά για το συγκεκριμένο .
Η εύνοια της τύχης επέτρεψε να επιβιώσουν δύο μαρτυρίες, οι οποίες όχι μόνο κάνουν την υποψία αυτή βάσιμη αλλά και μας πληροφορούν που ακριβώς είχε μεταφερθεί ένα τουλάχιστον μέρος του μνημείου.
Το 1608 ένας εκκεντρικός Άγγλος περιηγητής, ο Thomas Coryat, έκανε ένα πεντάμηνο ταξίδι μετ’ επιστροφής ως τη Βενετία. Τις εντυπώσεις του τις έγραψε στο βιβλίο Coryat's Crudities: Hastily gobled up in Five Moneth's Travels, που εκδόθηκε το 1611. Εκεί, κατά την περιγραφή της περιοχής γύρω από τον Άγιο Μάρκο και το Παλάτι του Δόγη, στη σελίδα 223 του 1ου τόμου μιας επανέκδοσης του 1776, διαβάζουμε:
Σε αυτή τη σειρά κτιρίων είναι μερικές από τις κατοικίες των Clarissimoes(18), από τα οποία ένα ανήκει σε κάποιο από τους Επιτρόπους του Αγίου Μάρκου, είναι εξαιρετικά ομορφοφτιαγμένο, όλο από άσπρη πέτρα,  με μία ωραία εσωτερική αυλή τετράγωνου σχήματος, γύρω από τους τοίχους της οποίας μπορεί να δει κανείς πολλές σπουδαίες αρχαιότητες, όπως αρχαία αγάλματα μεγάλων Ρωμαίων από αλάβαστρο και άλλα πετρώματα. Εκεί διάβασα αυτή την επιγραφή γραμμένη σε κάποια λίθινη πλάκα που είναι τρία πόδια ψηλή και ενάμισι πλατιά. Marce Tulli Cicero have, & tu Terentia Antoniana. Έχω διαβάσει ότι αυτή η λίθινη πλάκα βρισκόταν μέχρι πριν λίγα χρόνια στη Ζάκυνθο, που τώρα λέγεται Zante, ένα φημισμένο νησί στο Ιόνιο Πέλαγος, από όπου τη φέρανε αργότερα στη Βενετία.
Οι σύγχρονοι του Thomas Coryat κάθε άλλο παρά σοβαρό άνθρωπο τον θεωρούσαν – ήταν κάτι σαν γελωτοποιός στην αυλή του διαδόχου του Αγγλικού θρόνου – ωστόσο, όπως είπαμε ήδη, δεν ήταν ο μοναδικός που μας άφησε τέτοια μαρτυρία. Το 1598 ο Ολλανδός Johannes Cotovicus, καθηγητής πανεπιστημίου αυτός, είχε δει την πλάκα με την επιγραφή στο ίδιο ακριβώς σημείο. Αφού αναφερθεί στο βιβλίο του (19) σε μια ευρύχωρη εκκλησία του βορείου προαστείου της Ζακύνθου, η οποία έφερε επιγραφή προς τιμήν της Υπεραγίας Κεχαριτωμένης Μαρίας (Divae Mariae Graciosae titulo insignitum), και το προσαρτημένο σε αυτήν, αρκετά ωραίο, μοναστήρι των Μινοριτών μιλάει για την ανακάλυψη του τάφου, την επιγραφή και τα άλλα ευρήματα, και τελειώνει ως εξής (20):
Υπήρχαν επίσης μικρές υδρίες σε σχήμα και μέγεθος μυροδοχείων, όπως μπορεί να δει κανείς στην επισυναπτόμενη εικόνα (21). Σε αυτές προσθέτουμε μια άποψη του τάφου, όπως ακριβώς τον είδαμε μιας και είχε μεταφερθεί στην οικία του εκλαμπρότατου Federico Contarini, περιφανέστατου Επιτρόπου του Αγίου Μάρκου, και επιμελέστατου συλλέκτη αρχαιοτήτων. Τις μικρές υδρίες όμως, που είχαν μεταφερθεί αλλού, δεν μας δόθηκε η ευκαιρία να τους ρίξουμε μια ματιά· αλλά τις είδαμε στη μορφή εκείνη που ήταν ζωγραφισμένες στον οίκο του εν λόγω Contarini.
Ο Federico Contarini, του κλάδου των Due Torri, ήταν ένας από τους πλουσιότερους Βενετούς της εποχής του. Το ισόβιο αξίωμα του επιτρόπου του Αγίου Μάρκου, το τιμητικότερο στη Βενετία μετά από αυτό του Δόγη, το είχε αγοράσει το 1571, όταν, για να μαζευτούν χρήματα για τον πόλεμο εναντίον των Τούρκων, είχε προσφερθεί σε όποιον θα πλήρωνε πρώτος 20.000 δουκάτα.
Ο Federico Contarini λίγο μετά την απονομή του αξιώματος του Επιτρόπου του Αγίου Μάρκου σε ηλικία 33 χρονών.
Λέγεται ότι ξόδεψε μεγάλα ποσά για να πλουτίσει τη συλλογή του με αρχαιότητες από σχεδόν ολόκληρη την Ελλάδα. Τη διατηρούσε στον τόπο διαμονής του, στις κατοικίες των Επιτρόπων στην Πλατεία του Αγίου Μάρκου. Η συλλογή διατηρήθηκε για περίπου έναν αιώνα μετά το θάνατο του και μετά διαλύθηκε, με ένα μόνο μέρος της να καταλήγει στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Βενετίας, το οποίο στεγάζεται και αυτό στο σύμπλεγμα κατοικιών και γραφείων των Επιτρόπων (Procuratie Nuove).
Πίνακας που απεικονίζει την άφιξη του Ερρίκου Γ΄ της Γαλλίας στη βίλλα του Federico Contarini το 1574, φιλοτεχνημένος από τον Giambattista Tiepolo το 18ο αιώνα. Ο Federico απεικονίζεται δεξιά, μπροστά στον κίονα.
Η πώληση του τάφου στο ζάπλουτο συλλέκτη (με τίνος άραγε εξουσιοδότηση;), θα μπορούσε κάλλιστα να εξηγήσει την ξαφνική σιωπή των ‘φλάρηδων’ της Σάντα Μαρία. Το ίδιο και τη λησμονιά που επιφυλάχτηκε σε μια μεγάλη αρχαιολογική ανακάλυψη – όπως τουλάχιστον την θεωρούσαν τότε οι ανά την Ευρώπη διανοούμενοι – στον τόπο που έγινε. Ας ελπίσουμε πως μια μελλοντική, πιο συστηματική και σε μεγαλύτερο βάθος έρευνα θα μπορέσει να ρίξει περισσότερο φως στα γεγονότα εκείνης της εποχής. Οι πληροφορίες που παρουσιάζονται εδώ δεν ικανοποιούν μόνο, λειψά, την περιέργεια. Θέτουν άλλα ερωτήματα, πιο προωθημένα, και επιπλέον δημιουργούν υποχρεώσεις. Δεν επιτρέπεται να αργήσει πολύ ο καιρός που η πρώην Βενετική αποικία θα αναζητήσει, και που αν βρει θα διεκδικήσει, αυτά που αρπάχτηκαν από τα σπλάχνα της.

----------------------------------------------------------------------  
(1)  Σ. 185.
(2)  Από το βιβλίο του Παύλου Μερκάτη Saggio storico statistico della città et isola di Zante, έκδοση 1811.
(3)  Τόμος Α΄, λήμμα Κικέρων, σ. 294.
(4)  Σ. 584.
(5)  Βλέπε κεφάλαιο ΚΓ΄.
(6)  Σ. 116.
(7)  A Journey into Greece, by George Wheler Esq; In Company of Dr Spon of Lyons, Λονδίνο 1682, σ. 41.
(8)  Jacobus Lucius, De M. Tvllii Ciceronis Simvl Morte, Helmaestad 1589.
Quee omnia superiori anno XVIII. Cal. Maij, cum ex Creta Venetorum colonia, vbi decennium publice bonas literas docueram , in Italiam nauigarem cum Hieronymo Bragadeno , Cydoniensium Rectore opt. & integerrimo , meis oculis inspexi , manibus attrectaui in sacrario antedicti templi, & descripsi.
(9)  Bibliothèque Nationale, MS.fr.15452 και 15453.
(10)  Le voyage d'Outremer (Egypte, Mont Sinay, Palestine) de Jean Thenaud (suivi de l'Ambassade de Domenico Trevisan auprès du Soudan d'Egypte 1512), έκδοση E. Leroux, Παρίσι 1884, σ. 17, σημ.  1.
(11)  Πρόκειται για το σταυροφόρο βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Θ΄ (1214 – 1270).
(12)  Ζάκυνθος (Πεντακόσια χρόνια) 1478-1978. Τόμος πρώτος: Καστρόλοφος και Αιγιαλός, Αθήνα, 1979, σσ. 132 – 133.
(13)  The Principal Navigations, Voyages, Traffiques and Discoveries of the English Nation του Richard Hakluyt, τόμος 5, 1904, The voyage of M. John Locke to Jerusalem, σσ. 82 – 83.
(14)  Jacopo Morelli, Dissertazione Intorno Ad Alcuni Viaggiatori Eruditi Veneziani, Βενετία 1803, σ. 34.
(15)  A relation of a journey begun Anno Domini 1610, έκδοση του 1621, σελ. 8.
(16)  Il devotissimo Viaggio Di Gierusalemme, Ρώμη 1595, σ. 86.
(17)  Itinerarium Aegypti, Arabiae, Palaestinae, Syriae, aliarumque regionum orientalium, Νυρεμβέργη 1621, σσ. 2 – 3.
(18)  Στην αρχαία Ρώμη ο τίτλος clarissimus vir ήταν προνόμιο των μελών της Γερουσίας. Στη Βενετία ήταν τίτλος των μελών του Μεγάλου Συμβουλίου, ουσιαστικά δηλαδή σήμαινε τον αριστοκράτη, αυτόν που ήταν γραμμένος στο Libro dOro.
(19)  Itinerarium Hierosolymitanum et Syriacum, 1619, σ. 50.
(20)  Η μετάφραση αυτού του αποσπάσματος έγινε με μεγάλη προθυμία και καλοσύνη από τον Earion και ο γράφων είχε μικρή μόνο συνεισφορά.
(21)  Οι απεικονίσεις που αναφέρει είναι αυτές που βλέπετε στην αρχή του κειμένου.

Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Μια περιγραφή Ζακυνθινών Στρατιωτών στην εκπνοή του 16ου αιώνα


Ο Johannes Cotovicus ήταν νομικός, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης. Το πραγματικό του όνομα ήταν Johann van Kootwyck, ή κάπως έτσι, γιατί δύσκολα βρίσκει κανείς δύο πηγές που να τον αναφέρουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Πέρασε από τη Ζάκυνθο το 1598, ταξιδεύοντας για τους Αγίους Τόπους και μας άφησε μια ενδιαφέρουσα περιγραφή της σχεδόν μόνιμης κατάστασης συναγερμού στην οποία βρισκόταν το νησί. Στο βιβλίο του, που δεν εκδόθηκε παρά το 1619 – μια δεκαετία πριν το θάνατο του – αναφέρει τα ακόλουθα (1).

Εκτός από τους στρατιώτες της φρουράς, οι οποίοι φυλάνε συνέχεια την πόλη, υπάρχει και το σώμα των ένοπλων ιππέων ή ελαφρών πεζών, οι οποίοι αποκαλούνται χυδαϊστί Stradioti. Αυτοί έχουν σταλεί στις ακτές από τη Βενετική Γερουσία για προστασία από τις συχνές πειρατικές επιδρομές, και πληρώνονται από το δημόσιο. Είναι οι καλύτεροι πολεμιστές, και ρέεπουν προς την αρπακτικότητα, χρησιμοποιούν μια ασπίδα σε μορφή πέλτης, και το κυρτό ξίφος, που λέγεται scimitar (2), και ένα μακρύ κοντάρι – φοράνε θώρακα μεταξωτό. Τα άλογα τους είναι πολύ γρήγορα, και με αυτά πέφτουν πάνω στους εχθρούς εκτελώντας αθρόες επιδρομές και λεηλασίες. Έχουν ένα αρχηγό, ή διοικητή, που τον αποκαλούν Gubernator (3), στον οποίο υπακούν όλοι. Υπηρετούν μέρα-νύχτα κυρίως το καλοκαίρι, επιτηρώντας συνεχώς με βάρδιες τις παραλίες για επιδρομές εναντίον του νησιού, κρατώντας το ασφαλές. Όταν δουν πειρατικές τριήρεις (4) να πλησιάζουν την παραλία, με ένα σημάδι σε μια κορυφή, ή μία φωτιά, ή καπνό, ανάλογα με τις συνθήκες, καλούν στα όπλα γείτονες, συναδέλφους στρατιώτες, νησιώτες, ειδοποιώντας τους να είναι έτοιμοι να αποκρούσουν τον εχθρό. Έτσι, σε ελάχιστο χρόνο, ολόκληρο το νησί γνωρίζει που να προστρέξουν και τι να πράξουν. Το χειμώνα, με τις αλλεπάλληλες καταιγίδες, οι πειρατές δεν μπορούν να αρμενίζουν στη θάλασσα με την παραμικρή ασφάλεια, και έτσι, αφού ο κίνδυνος για τους νησιώτες μειώνεται, οι περισσότερες βάρδιες σταματούν. Μένουν (οι Στρατιώτες) στα προάστια, ενώ αντίθετα το καλοκαίρι στους δρόμους και στα χωριά που είναι σκορπισμένα κοντά στις παραλίες.
Σπάθη Στρατιώτη, δώρο στο βασιλιά της Ισπανίας το 1603.

Όπως αναφέρει ο Λεωνίδας Ζώης, ο Προβλεπτής Ζακύνθου Marco Barbarigo είχε προσπαθήσει με μια διαταγή του το 1555 να κάνει τους Στρατιώτες της Ζακύνθου να μοιάζουν με τακτικό στρατό, επιβάλλοντας κάποιου είδους ‘στολή’ (5). Είναι όμως φανερό πως πάνω από σαράντα χρόνια αργότερα οι Στρατιώτες διατηρούσαν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά όσον αφορά τον οπλισμό και την ενδυμασία. Είναι χαρακτηριστική η ομοιότητα της περιγραφής του Cotovicus με αυτήν Στρατιωτών του Μοριά από τον Coriolano Cippico σχεδόν 130 χρόνια νωρίτερα. Έγραψε τότε ο σοπρακόμιτος του Βενετικού στόλου (6):

Χρησιμοποιούν ασπίδα, ξίφος, και κοντάρι – λίγοι διαθέτουν ατσάλινο θώρακα – οι άλλοι φοράνε ένα μεταξωτό θώρακα για να αμύνονται στα χτυπήματα του εχθρού.

Ο μεταξωτός θώρακας, στον οποίο αναφέρονται οι δύο συγγραφείς, ήταν στην πραγματικότητα ένα είδος πανωφοριού από υλικό που θύμιζε πάπλωμα. Συνήθως κάλυπτε ολόκληρο σχεδόν το σώμα, από το λαιμό ως κάτω από τα γόνατα, και, εξωτερικά τουλάχιστον, ήταν από μετάξι. Πάνω από αυτό συχνά φορούσαν ένα άλλο επενδύτη, μάλλον για να το κρατάει στεγνό και να το προστατεύει από τη φθορά. Ο λόγος χρήσης μεταξιού δεν ήταν κάποια ροπή προς την πολυτέλεια – λίγες στρατιωτικές μονάδες στην Ιστορία θα μπορούσαν να καυχηθούν ότι ήταν τόσο σκληραγωγημένες όσο οι Στρατιώτες. Σαν υλικό δεν είναι εύκολα διαπερατό. Τα πρώτα αλεξίσφαιρα γιλέκα κατασκευάστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα στην Αμερική από αλλεπάλληλες στρώσεις μεταξιού. Οι Στρατιώτες, των οποίων τα άλογα, τα όπλα και ο ρουχισμός ήταν, κατά κανόνα, ιδιόκτητα δεν είχαν συνήθως την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν πανοπλίες. Τις υποκαθιστούσαν λοιπόν με παλιές συνταγές και νεότερες ευρεσιτεχνίες. Όπως αποκαλύπτει ένας ανώνυμος Γάλλος, που μάλλον τους γνώριζε και σαν εχθρούς και σαν συμμάχους, στο εσωτερικό του καπέλου τους υπήρχαν κάμποσες στρώσεις από χαρτί. Βεβαιώνει μάλιστα ότι αυτή η ‘πατέντα’ είχε την αποτελεσματικότητα κράνους (7).

Οι βάρδιες που φύλαγαν οι Ζακυνθινοί στη διάρκεια της Βενετοκρατίας είναι γενικά γνωστές και μερικές από τις βίγλες, οι λεγόμενες βαρδιόλες, έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα, δείχνοντας κάποια από τα σημεία όπου περνούσαν οι ατέλειωτες ώρες της επαγρύπνησης. Γνωρίζουμε ακόμα τι γινόταν στις περιπτώσεις εκείνες που η επαγρύπνηση άγγιζε τα όρια του συναγερμού, όταν υπήρχαν πληροφορίες για μαζική επίθεση των Μωαμεθανών. Οι ‘καβαλαραίοι της στρατείας’, δηλαδή οι Στρατιώτες, λέει ο Άγγελος Σουμάκης, είχαν, εκτός από την ύπαιθρο, αναλάβει την άμυνα του νότιου τομέα της πόλης μαζί με ‘απεζούς λεγόμενους κουριέρηδες από τα χωρία’ (8). Είχαν πιάσει το Ποτάμι και είχαν στείλει αρκετούς στον Άγιο Σπυρίδωνα στο Αργάσι, με προωθημένους παρατηρητές στο ‘βουνό λεγόμενον Ραφτόπουλο’, τη σημερινή Πούντα Νταβία. Στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης με φωτιές έχουμε αναφερθεί και παλιότερα, αφού κάποια νύξη είχε κάνει ο John Locke μιλώντας για την Κεφαλονιά του 1553 και ο ηγούμενος των Στροφάδων Δανιήλ το 1532. Η αναφορά του Cotovicus όμως είναι λίγο πιο εκτενής και συγκεκριμένη.

Αυτά γίνονταν τότε που οι Ζακυνθινοί φύλαγαν βάρδιες – και ήταν πολύς ο καιρός, γενεές γενεών. Έτσι στάθηκε το νησί, έτσι δεν πουλήθηκαν οι πρόγονοι μας σκλάβοι στις παρυφές της Σαχάρας, γι αυτό υπάρχουμε. Βάρδιες θα έπρεπε να κάνουμε και τώρα – και πάντα. Γιατί όποιους δεν φροντίζουν να υπάρχει συνεχής έλεγχος και απόλυτη διαφάνεια τους τρώνε οι ... μαϊμούδες.


9/05/12

'Εγιναν μερικές αλλαγές στη μετάφραση και μία προσθήκη στις σημειώσεις μετά από τις εύστοχες παρατηρήσεις του Earion, τον οποίο υπερευχαριστώ.

---------------------------------------------------------------------------- 

(1)  Itinerarium Hierosolymitanum et Syriacum, 1619, σ. 55.

Praeter milites presidiarios, qui in vrbe assiduo excubant, adest quoq; equitum seu velitum cohors , quos vulgus Stradiotas appelat. Hi ad littus tutandu(m) contra frequentes pirataru(m) depredationes  a Senatu Veneto missi, publica stipendia merent. Sunt autem bellatores optima, & ad rapacitate proni, scuto in peltae formam vtuntur, & incuruato ense, quem scimitarram vocant, ac hasta longiore, bombycinisque vestiuntur thoracibus.Horum equi velocissimi, quibus prosperas incursiones, depraedationesq;, vbi in hostem prodeunt saepe agunt. Ducem seu praefectum habent, quem Gubernatorem vocant, cui omnes obtemperat. His id muneris praecipue incumbit, vt aestiuo te(m)pore interdiu noctuq; per vices littus obequite(n)t, assiduisq; fei e excubijs at que excursionibus  Insula vbiq; tutam reddat. Quod si pirataru(m) biremes triremeive approximare littori co(n)spexerint, signo ex edito loco dato, vel igne, vel fumo, prout te(m)poris ratio postulat, vicinosq; quosq; com(m)ilitones , Insulanosq; ad arma euoca(n)t , vtq; ad hostes pellendos praesto sint, admonent. Atque ita breuissimo momento tota pernoscit Insula, quo concurrendum, quidve agendu(m) sit. Hiberno vero tempore , cum ob continuas maris procellas piratis vix tutu(m) sit nauigare aequor, adeoq; Minus periculi Insulanis impendeat , ab excubijs vt plurimu(m) cessant; & in suburbio degunt , cu aestate contra per vicos pagosq; maritimos distribuatur.

(2)  Έτσι λέγονταν στη Δύση όλα τα κυρτά ξίφη από την Ανατολή.

(3)  Η λέξη αναφέρεται στα Λατινικά αλλά μάλλον πρόκειται για αυτόν που ο Άγγελος Σουμάκης στην Διήγησιν του Ρεμπελιού των Ποπολάρων ονομάζει ‘κουβερναδούρο’ και ‘γουβερναδόρο’.  Ήταν Βενετός, κάτι σαν στρατιωτικός διοικητής της Ζακύνθου, και δεν διοικούσε μόνο τη ‘στρατεία’, δηλαδή τους Ζακυνθινούς Στρατιώτες, αλλά και τη φρουρά της Χώρας και την πολιτοφυλακή της υπαίθρου, το ‘τσέρνιδο’. Προϊστάμενος του ήταν ο προβλεπτής/κυβερνήτης ή πρεβεδούρος όπως τον έλεγαν οι Ζακυνθινοί.

(4)  Τριήρεις στα Λατινικά του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης ονομάζονταν όλα τα πολεμικά σκάφη που χρησιμοποιούσαν κωπηλάτες, δηλαδή φούστες, γαλιότες και γαλέες (γαλέρες).

(5)  Ελληνικός λόχος εν Ζακύνθω κατά τους χρόνους της δουλείας, Ο Ελληνισμός, 14, 1911.

(6)  Incursion des Strathiotes en Asie Mineure sous Pierre Mocenigo (1472 -1474), Κωνσταντίνου Σάθα, Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος 7ος, σ. 267.

Usano targa, spade, e lancia; pochi corsaletto; gli altri si vestono di una corazza di bombagio che li difende dale percosse dell’inimico.
Στο αρχικό κείμενο στα Λατινικά οι θώρακες αναφέρονται σαν 'bombicina thorace', De Bello Asiatico, Βενετία 1594, Βιβλίο 1ο, σ. 10.

(7)  Histoire du gentil seigneur de Bayard, composée par le Loyal Serviteur, στο Choix de chroniques et mémoires sur l'histoire de France avec notices biographiques par J. A. C. Buchon, Παρίσι 1836, σ. 62.

(8) Κ. Σάθα, Το εν Ζακύνθω Αρχοντολόγιον και οι Ποπολάροι, Αθήνα 1867, σ. 19.


Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .