Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

Ο καπετάν Απερίσκεπτος και ο καπετάν Κακοτυχιάς


Σας άρεσαν, μικροί, τα παραμύθια; Σας γοήτευε η εικονογράφηση τους; Μη μου πείτε όχι. Πανύψηλοι πύργοι, μαγεμένα δάση, πεντάμορφες βασιλοπούλες, λεοντόκαρδοι πρίγκιπες και κακοί μάγοι, σε βασίλεια άγνωστα και μακρινά, είναι της άκριτης και αχαλίνωτης παιδικής φαντασίας υπέροχη τροφή. Πριν από πεντακόσια χρόνια όμως τα παραμύθια ήταν μερικές φορές υπόθεση σοβαρή. Τόσο σοβαρή που ήταν εργαλείο προπαγάνδας και προσωπικής ενασχόλησης πανίσχυρων βασιλιάδων. Ελπίζω λοιπόν πως και σεις αφεντάδες μου θα καταδεχτείτε να ασχοληθείτε για λίγο με την εικονογράφηση ενός παραμυθιού, φερμένη από τον υπηρέτη αυτού του ταπεινού ιστολογίου, που κρυφοκοίταξε στιγμιαία μέσα στο παράλληλο σύμπαν του Μύθου στην προσπάθεια του να βρει σπάνιες απεικονίσεις των ενδόξων ημών προγόνων (και των όχι και τόσο ενδόξων).

Ο πρίγκιπας αυτού του έμμετρου ιπποτικού ρομάντζου είναι πραγματικός, γι αυτό και δεν είναι τέλειος – πιο συγκεκριμένα, είναι αρκετά ... μυταράς. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού ο πρίγκιπας είναι ο νεαρός Μαξιμιλιανός, ο μετέπειτα Μαξιμιλιανός Α΄, Αρχιδούκας της Αυστρίας, Βασιλιάς της Γερμανίας, και Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το παραμύθι εξιστορεί τις περιπέτειες του το 1477, στο δρόμο για τις Κάτω Χώρες και την καλή του, τη Μαρία της Βουργουνδίας. Το έγραψε ο ίδιος, μεταξύ 1505 και 1512, και οι κακές γλώσσες των φιλολόγων και των ιστορικών λένε πως βοηθήθηκε στο έργο του σημαντικά, παρόλο που δεν είναι αριστούργημα και που του πήρε εφτά ολόκληρα χρόνια. Η προετοιμασία για έκδοση πήρε άλλα πέντε και για την εικονογράφηση – 118 σχέδια συνολικά – δούλεψαν μερικοί από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της εποχής – ο Leonard Beck, ο Hans Schaüfelein και ο Hans Burgkmair. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό και συνετέλεσε στη δημοτικότητα του έργου, που γνώρισε αλλεπάλληλες επανεκδόσεις το 16ο αιώνα.
Το έργο είναι γνωστό σαν Theuerdank, το συμβολικό όνομα που διάλεξε ο Μαξιμιλιανός για τον εαυτό του (1). Ας το μεταφράσουμε ελεύθερα ‘Ευγενικός’ – στις σκέψεις, στις πράξεις, και στην καταγωγή. Στις προσπάθειες του να φτάσει στην καλή του, και να την παντρευτεί, βρίσκει αντιμέτωπους τρεις καπεταναίους, οι οποίοι ελπίζανε να είναι οι ίδιοι οι τυχεροί γαμπροί – με ότι αυτό συνεπαγόταν – και που ενθαρρυνόμενοι από ένα κακό δαιμόνιο του στήνουν αμέτρητες παγίδες. Έτσι ο γενναίος ιππότης Ευγενικός τα βάζει με άγρια κτήνη και πληρωμένους ιππότες που τον προκαλούν σε γκιόστρες, γλυτώνει στημένες κατολισθήσεις, εκρήξεις κανονιών, πυρκαγιές πλοίων, δηλητηριασμένο φαγητό, και δεκάδες άλλες δόλιες απόπειρες κατά τις ζωής του. Τα ονόματα των κακών καπεταναίων ήταν Fürwittig, Unfallo και Neidelhart. Ας τα μεταφράσουμε και αυτά, κάπως ελεύθερα, σε ‘Απερίσκεπτος’, ‘Κακοτυχιάς’ και ‘Φθονερός’.

Στην παραπάνω απεικόνιση οι τρεις καπεταναίοι, αριστερά, συνωμοτούν εναντίον του γενναίου ιππότη. Όσοι έχουν κάποια εμπειρία από απεικονίσεις Στρατιωτών – των μισθοφόρων περισσότερο γνωστών σαν stradioti – θα παρατηρήσουν ότι δύο από αυτούς – ο Απερίσκεπτος και ο Κακοτυχιάς – τους θυμίζουν έντονα. Δεν κάνουν λάθος! Δείτε μερικές ακόμα από τις πολλές απεικονίσεις.
Ο καπετάν Απερίσκεπτος.

Και ο καπετάν Κακοτυχιάς.

Τα μακριά μαλλιά και γένια, τα καστόρινα καπέλα, τα μακριά κρεμάμενα μανίκια, τα ζωνάρια και τα κυρτά σπαθιά δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για την προέλευση αυτών των καπεταναίων. Οι Στρατιώτες δεν φορούσαν στολή. Δεν διέφεραν στην εμφάνιση από τους συνηθισμένους ανθρώπους που θα έβλεπες εκείνη την εποχή στις πόλεις και τα χωριά της Τουρκοκρατούμενης ή Βενετοκρατούμενης Ελλάδας. ‘Οι στρατιώται εκείνοι υπό την διοίκησιν Ιταλού Κοντοσταύλου (Contestabile) ενδεδυμένοι μακράς περιβολάς και φέροντες μεγάλους πίλους προσωμοίαζον μάλλον προς τεχνίτας της εποχής εκείνης ή προς στρατιώτας ...’ αναφέρει για τους Στρατιώτες της Ζακύνθου ο Ζώης (2). Αναφερόμενος σε διαταγή της 15ης Σεπτεμβρίου 1555 του κυβερνήτη της Ζακύνθου Marco Barbarigo συνεχίζει, ‘Ώφειλον επίσης του λοιπού απαντες οι στρατιώται εντός διμηνίας να ενδυθώσιν ομοιομόρφως με βραχείας περισκελίδας και μικρούς πίλους και να αναρτήσωσιν επί στρατιωτικού ζωστήρος σπάθην, ούτως ώστε να παρουσιάζωνται ως αληθείς στρατιώται.
Δεν έχω βρει καμιά αναφορά στους δύο αυτούς καπεταναίους του παραμυθιού σαν καπεταναίους Στρατιωτών. Δεν είμαι σε θέση να προστρέξω στο έργο κανενός πανεπιστημιακού ερευνητή, κανενός τεχνοκριτικού, Έλληνα ή ξένου, για να υποστηρίξω τα λεγόμενα μου. Μάρτυρες μου καλώ τους ίδιους τους καλλιτέχνες και το μεγάλο Albrecht Dürer, δάσκαλο του Schaüfelein. Οι τρεις καλλιτέχνες που φιλοτέχνησαν τα 118 σχέδια του Theuerdank είναι κατά κύριο λόγο οι ίδιοι που φιλοτέχνησαν τα 237 σχέδια ενός άλλου έργου του Μαξιμιλιανού, του Weisskunig. Παρακάτω, σε σχέδιο από το Weisskunig, απεικονίζονται ελαφροί ιππείς μαχόμενοι στο πλευρό των Βενετών, φορώντας την ίδια ενδυμασία με τους καπεταναίους του Theuerdank. Οι Στρατιώτες ήταν οι γνωστότεροι ελαφροί ιππείς της Βενετίας.

Την ίδια ακριβώς εποχή, το 1515, ο Albrecht Dürer έφτιαξε ένα χάρτη του ουρανού για λογαριασμό του Μαξιμιλιανού. Πάνω του φιλοτέχνησε 4 μεγάλους αστρονόμους. Δύο Έλληνες, ένα Ρωμαίο, και ένα Πέρση, τον Abd al-Rahman al-Sufi. Τον Sufi τον ονομάζει Άραβα (το κράτος στο οποίο έζησε το 10ο αιώνα περιελάμβανε όχι μόνο την Περσία αλλά και το Ιράκ) και τον παρουσιάζει με τυπική Μουσουλμανική περιβολή.

Ιδού οι Έλληνες, ο Άρατος ο Σολεύς και ο Κλαύδιος Πτολεμαίος, με χαρακτηριστική ενδυμασία.

Ο Πτολεμαίος, κάτω από ένα αρχαιοπρεπές ιμάτιον, φέρει εφαπλωματοποιημένο επενδύτη όπως και οι καπεταναίοι του παραμυθιού μας, κάτι που δείχνει ότι ήταν οι Στρατιώτες που αποτέλεσαν το μοντέλο για την απεικόνιση των διάσημων αυτών ανδρών της αρχαιότητας.
----------------------------------------------------------------------------- 
(1)  Οι έγχρωμες απεικονίσεις των καπεταναίων είναι από το βιβλίο Die geuerlicheiten und eins teils der geschichten des loblichen streytparen vnd hochberümbten helds und Ritters herr Tewrdanncks, Νυρεμβέργη 1517. Οι ασπρόμαυρες είναι από την έκδοση του 1519.
(2)  Λ. Ζώης, Ελληνικός λόχος εν Ζακύνθω κατά τους χρόνους της δουλείας, Ο Ελληνισμός, 14, 1911. Ο Ζώης αναφέρει σαν contestabile των Στρατιωτών της Ζακύνθου το 1555 τον Δομήνικο Μούρμουρη, ο οποίος μας πληροφορεί ότι ήταν από τη Νεάπολη αλλά μίλαγε Ελληνικά. Ο Μούρμουρης δεν ήταν Ιταλός από τη Napoli di Campania αλλά Γραικός από τη Napoli di Romania, δηλαδή το Ναύπλιο. Επίσης ο Ιωάννης Σκορδίλης, ο οποίος ήταν πιθανότατα Ζακυνθινός Κρητικής καταγωγής, αναφέρεται σαν contestabile στην Κύπρο 15 χρόνια νωρίτερα (Σάθας, Μνημεία, τόμος 8ος, σσ. 350 – 351).

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Το παράπτωμα του καπετάν Σκουρδούλη

Γαλέες, γαλιόνια και γόνδολες στη Βενετία το 17ο αιώνα.
Είχαμε δει τα προβλήματα που δημιουργούσαν οι Άγγλοι πειρατές στη Ζάκυνθο στα γυρίσματα του 16ου προς το 17ο αιώνα, και τα βάσανα ναυτικών και εμπόρων όπως οι Σιγούροι και οι Σουμάκηδες. Σε μεγάλους μπελάδες μπήκε και ένας άλλος Ζακυνθινός, αυτή τη φορά στη Βενετία, και τελείως απροσδόκητα η αφορμή ήταν ένας Άγγλος κατεργάρης. Κατεργάρης με την αρχική έννοια της λέξης, αφού είχε συλληφθεί για πειρατεία και τον είχαν ρίξει στα κάτεργα.
Ο Ζακυνθινός αυτός λεγόταν Πέτρος Σκορδίλης και προερχόταν από ένα από τους πολλούς κλάδους της Κρητικής οικογένειας των Σκορδίληδων. Οι πρώτοι Σκορδίληδες πιστεύεται πως εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη το 12ο αιώνα από την Κωνσταντινούπολη και ήταν εννέα αδελφοί. Ήταν μια από τις δώδεκα οικογένειες που είναι γνωστές σαν ‘αρχοντόπουλοι’. Είναι όμως πιθανό να είχαν βρεθεί στη μεγαλόνησο ακόμα νωρίτερα, αμέσως μετά την ανακατάληψη της από τους Άραβες το 960 (1). Τους είχε δοθεί μια τεράστια έκταση γης στην ‘καβαλαρίαν και επαρχίαν’ της Ανώπολης στα Σφακιά. Είχαν πρωτοστατήσει σε κινήματα και επαναστάσεις εναντίον της Βενετίας το 13ο και 14ο αιώνα αλλά και αργότερα. Δεν κατόρθωσαν ποτέ να περιληφθούν στην κλειστή τάξη των ευγενών, τουλάχιστον όχι στην Κρήτη, είχαν όμως αποσπάσει προνόμια αντί υποχρέωσης υπηρεσίας στο στόλο.
Οι στρατιωτικές υποχρεώσεις των Σκορδίληδων φαίνεται πως οδήγησαν κάποια από τα λιγότερο εύπορα μέλη της οικογένειας να αναζητήσουν επαγγελματική διέξοδο στην προσφορά μισθοφορικών υπηρεσιών μακριά από την Κρήτη. Κάποιος Ιωάννης Σκορδίλης, Στρατιώτης, είχε διακριθεί στην πολιορκία τους Πάδουας το 1509 και πέθανε στην Αμμόχωστο το 1541 (2).
Ένας κλάδος της οικογένειας Σκορδίλη, ή και Σκορδύλη, εγκαταστάθηκε στα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας στη Ζάκυνθο, όπου είναι γνωστοί σαν Σκορδούληδες ή Σκουρδούληδες (3). Η παραφθορά του ονόματος σε Σκουρδούλης έγινε πολύ νωρίς. Ήδη το 1527, σε ένα έγγραφο που έχει διασωθεί (4), ο Οθωμανός σαντζάκμπεης του Μοριά, κάποιος İbrahim Çelebi, ζητάει αποζημίωση από τη Βενετία λόγω του ότι ο Γεώργιος Σκουρδούλης, μαζί με τους Γεώργιο Ντα Σαλέρνο (5) και Θεόδωρο Πνευματικόπουλο (6), είχαν λεηλατήσει ένα αράπικο (βορειοαφρικανικό) σκάφος που είχε εξοκείλει στη Ζάκυνθο.
Ο Πέτρος της ιστορίας μας ήταν ένας από αυτούς τους Σκορδίληδες – τους Ζακυνθινούς Σκουρδούληδες – αν και είχε μεγαλώσει στην Ισπανία. Το πως και το γιατί δεν το γνωρίζουμε, δεν ήταν όμως καθόλου παράξενο. Εκτός από τους Στρατιώτες της Βασιλικής Φρουράς, πολλοί άλλοι Έλληνες, κυρίως από τις Βενετικές κτήσεις, είχαν αναζητήσει την τύχη τους στην Ισπανία. Ανάμεσα τους καλλιτέχνες, όπως ο Γκρέκο, έμποροι και κωδικογράφοι. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία όμως ήταν ναυτικοί και πολεμιστές. Είναι χαρακτηριστικό πως 4 από τους 18 Ευρωπαίους που κατόρθωσαν να συμπληρώσουν τον πρώτο περίπλου της Γης το 1519 (τους επιζώντες της αποστολής του Μαγγελάνου) φαίνεται πως ήταν Έλληνες. Δύο πράγματα μόνο μπορούμε να συμπεράνουμε για τον πατέρα του Πέτρου Σκουρδούλη – ότι κατάφερε να επιστρέψει στη Ζάκυνθο αλλά δεν κατάφερε να πλουτίσει. Έτσι ο γιός του ήταν αναγκασμένος να δουλεύει στα κάτεργα (τις Βενετσιάνικες γαλέες) σαν capo dei provisionati, καπετάνιος δηλαδή των μισθοφόρων του πλοίου (7).
Ένας άλλος Σκορδίλης στη Βενετία, λίγες δεκαετίες νωρίτερα. Ο Ζαχαρίας Σκορδίλης, από τον Κρητικό κλάδο των Μαραφαράδων, ήταν, όπως δείχνει το πλατύγυρο σκιάδιο και το ράσο του, ιερωμένος.
Ο Πέτρος ήταν προϊόν του καιρού του και των κοινωνιών στις οποίες διαμορφώθηκε. Αν οι Βενετοί, όπως έχουμε δει, θεωρούσαν τη λέξη Άγγλος σαν συνώνυμο του πειρατή, για τους Ισπανούς ήταν συνώνυμο του διαβόλου. Η ρατσιστική προκατάληψη δεν είναι όμως ποτέ καλός σύμβουλος – ούτε τότε ήταν . Όταν μάλιστα συνοδεύεται από άφθονο κρασί και λίγη κακοτυχία μπορεί να έχει άσχημες συνέπειες, όπως δείχνει η περιγραφή του επεισοδίου που ξετυλίγεται μέσα από Βενετσιάνικα έγγραφα και μια επιστολή του Άγγλου πρέσβη στη Βενετία (8).
Μια από τις τελευταίες μέρες του Σεπτεμβρίου του 1609 η γαλέα του Francesco Loredan, στην οποία υπηρετούσε ο Πέτρος, έπιασε στη Βενετία. Αξιωματικοί και πλήρωμα ξεχύθηκαν στην πόλη. Όχι όμως όλοι. Κάποιοι έπρεπε να μείνουν για να φυλάνε το πλοίο και τους κατάδικους (9). Ο Πέτρος ήταν από αυτούς που έμειναν. Ίσως ήταν αξιωματικός υπηρεσίας, ή ίσως γιατί δεν είχε που αλλού να μείνει. Ήταν φτωχός και στη Ζάκυνθο η οικογένεια του ζούσε από το μισθό του, δεν είχε τη δυνατότητα να τον ξοδεύει σε πανδοχεία. Ανάμεσα στους κατάδικους ήταν και ένας που λεγόταν Θωμάς ο Λονδρέζος. Ο Θωμάς δήλωνε αθώος και είχε καταφέρει να φτάσει η περίπτωση του στα αυτιά του Άγγλου πρεσβευτή στη Γαληνοτάτη Δημοκρατία.
Κατεργάρης σε Βενετική γαλέα το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα.
Πρέσβης της Αγγλίας εκείνο τον καιρό ήταν ο Sir Henry Wotton, ευγενής (αλλά όχι πλούσιος), ταξιδεμένος και μορφωμένος στην Οξφόρδη. Ο Nicholas Wotton, θείος του πατέρα του, ήταν πρέσβης στη Γαλλία στα μέσα του προηγούμενου αιώνα και ο άνθρωπος που πληροφόρησε τον Ερρίκο τον 8ο για την εκτέλεση του Θωμά Μπούα. Ο Sir Henry, έχοντας μάθει ότι έφτασε η γαλέα με τον Άγγλο σκλάβο, ο οποίος, όπως λέει ο πρέσβης σε μια επιστολή του, είχε τιμωρηθεί άδικα, πέρασε με τη γόνδολα του από το σημείο που ήταν αραγμένη και που ήταν στο δρόμο του. Ο Σκουρδούλης ήταν εκείνη τη στιγμή ο ανώτερος αξιωματικός παρών επί του πλοίου. Το είχε μάλιστα τσούξει για τα καλά, ίσως για να κατανικήσει την πλήξη του πάνω στην ακινητοποιημένη γαλέα.
Ο Sir Henry άρχισε να συνομιλεί με το Θωμά το Λονδρέζο, ο οποίος προσπαθούσε να του εξηγήσει την περίπτωση του. Ο Πέτρος ενοχλήθηκε. Ο κατάδικος δεν είχε καμιά δουλειά να μιλάει με κάποιο παρείσακτο και ο Sir Henry να πλησιάσει με τη γόνδολα του το πλοίο. Ο αξιωματικός χτύπησε το Θωμά με ένα ραβδί, ρίχνοντας τον κάτω μπροστά στα μάτια του πρέσβη. Ο Sir Henry διαμαρτυρήθηκε και, παρά το ότι αποκάλυψε την ιδιότητα του, ο Πέτρος τον περιέλουσε με βρισιές και από πάνω τον προκάλεσε να χτυπηθούνε. Όπως ήταν επόμενο ο πρέσβης έστειλε το Γραμματέα του στο Κολλέγιο της Βενετικής Γερουσίας να παραπονεθεί. Το ζήτημα είχε εξελιχθεί σε σοβαρό διπλωματικό επεισόδιο, κάτι που το σκοτεινιασμένο από την οργή και το πιοτό μυαλό του Σκουρδούλη δεν είχε κατορθώσει να διακρίνει – στο πρόσωπο του πρεσβευτή ένας Βενετός στρατιωτικός είχε προσβάλει τον Άγγλο βασιλιά.
Η αντίδραση της Γερουσίας ήταν άμεση. Ο Σκουρδούλης συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές αλυσοδεμένος σαν κατάδικος, περνώντας μέσα από την πλατεία. Η ποινή, που αποφασίστηκε από το Κολλέγιο με 14 ψήφους υπέρ και 5 λευκές, ανακοινώθηκε στα γρήγορα την 4η Οκτωβρίου και ήταν εξοντωτική – ισόβια δεσμά, και αν προσπαθούσε να δραπετεύσει κρεμάλα. Στο μεταξύ, σε ένδειξη καλής θέλησης, η Γερουσία είχε την προηγούμενη μέρα αποφασίσει να ελευθερώσει το Θωμά και να του χαρίσει κάποια χρέη για ρουχισμό και άλλα πράγματα. Η απόφαση αυτή είχε παρθεί με 158 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 2 λευκές.
Ευτυχώς για το Σκορδούλη ο Wotton δεν ήταν κακός άνθρωπος. Ταράχτηκε μόλις πληροφορήθηκε το αποτέλεσμα της διαμαρτυρίας του. Ένα μήνα αργότερα, στις 5 Νοεμβρίου, ο γραμματέας του παρουσιάστηκε στη Γερουσία. Αφού τους ευχαρίστησε για την αμεσότητα της επέμβασης και την αυστηρότητα της ποινής εξήγησε πως ο πρέσβης δεν παραπονέθηκε για την προσβολή στο πρόσωπο του αλλά για την προσβολή στην ιδιότητα των πρέσβεων γενικά, και πως τώρα που η τιμή της ιδιότητας  του είχε αποκατασταθεί ζητούσε να ικανοποιήσει τον εαυτό του. ‘Έχει πληροφορηθεί,’ συνέχισε ο γραμματέας, ‘την δυστυχή ένδεια του φυλακισμένου και ακόμη περισσότερο της οικογένειας του, η οποία χωρίς τη βοήθεια του δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Φοβάται ότι τα δάκρυα τους μπορεί να φτάσουν ως τον ουρανό και να βαραίνουν τη συνείδηση του.’ Ικέτευσε λοιπόν να χαριστεί η ποινή στον Πέτρο, τον οποίο είχε συγχωρήσει, και για τον επιπλέον λόγο ότι δεν ήθελε να τους στερήσει τις υπηρεσίες κάποιου για τον οποίο είχε μάθει ότι ήταν καλός στη δουλειά του.
Η παράσταση του γραμματέα δεν είχε αποτέλεσμα και έτσι στις 23 Νοεμβρίου παρουσιάστηκε ο ίδιος ο Sir Henry, ζητώντας να δοθεί χάρη στον Έλληνα και να ξαναπροσληφθεί. ‘Αποδίδω το λάθος του όχι στη φύση του ανθρώπου αλλά στην επίδραση του κρασιού που είχε πιεί εκείνη την ημέρα,’ είπε. Τελικά, στις 7 Δεκεμβρίου, η Γερουσία αποφάσισε, με 127 ψήφους υπέρ και 1 κατά, να ελευθερώσει τον Piero Scordili di Zante για να ευχαριστηθεί ο Άγγλος πρέσβης. Έπρεπε όμως να πάει στο σπίτι του πρέσβη να ζητήσει συγγνώμη και να τον ευχαριστήσει. Έληξε έτσι, μετά από δύο και πάνω μήνες, η άσχημη περιπέτεια του Πέτρου Σκουρδούλη, χωρίς ευτυχώς τα καταστρεπτικά για τον ίδιο και την οικογένεια του αποτελέσματα που θα μπορούσε να έχει. Σίγουρα είχε πολλά να τον διδάξει. Το σημαντικότερο ίσως από όλα ήταν νομίζω η δική του ασημαντότητα μπροστά στα συμφέροντα αυτών που υπηρετούσε πιστά.
Sir Henry Wotton (1568 – 1639)
--------------------------------------------------------------------------------  
(1)  Παναγιώτα Τζιβάρα, Θησαυρίσματα, 38 (2008), σσ. 387 – 434.
(2)  Κ. Σάθας, Μνημεία, τόμος 8ος, σσ. 350 – 351. Στο έγγραφο δεν αναφέρεται ρητά σε ποιό σώμα είχε υπηρετήσει στην Ιταλία. Η Πάδουα πάντως είχε ανακαταληφθεί με αστραπιαία αντεπίθεση Στρατιωτών και στα περί Στρατιωτών έγγραφα το περιλαμβάνει ο Σάθας. Ο γιός του Ιωάννη Γεώργιος υπηρετούσε και αυτός στην Αμμόχωστο.
(3)  Πρώτη αναφορά το 1510, Λ. Ζώης, Λεξικόν, σ. 594.
(4)  Κρατικά Αρχεία Βενετίας, Miscellanea documenti turchi: documento n. 216.
5)  Στο Λεξικό του Ζώη αναφέρεται οικογένεια Ντα Σαλέρνο, από τη Νεάπολη της Καμπανίας, πολύ αργότερα, το 1683.
(6)  Αυτή είναι η παλαιότερη αναφορά στο συγκεκριμένο επώνυμο στη Ζάκυνθο. Σύμφωνα με το Λ. Ζώη η οικογένεια αυτή μαρτυρείται στη Ζάκυνθο το 1534.
(7)  Στη γαλέα, εκτός από τους ναυτικούς (scappoli) και τους κωπηλάτες (uomi da remo), επέβαινε στρατιωτικό άγημα και πυροβολητές (bombardieri). Ο όρος provisionati ήταν ήδη πολύ παλιός στις αρχές του 17ου αιώνα. Στα κράτη της βόρειας Ιταλίας δήλωνε το μόνιμο σώμα μισθοφορικού στρατού που διατηρούσαν ακόμη και σε περίοδο ειρήνης. Στους πολέμους προσελάμβαναν επιπλέον μισθοφόρους, τους οποίους απέλυαν με το τέλος των εχθροπραξιών.
(8)  Logan Pearsall Smith, The life and letters of Sir Henry Wotton, τόμος 1ος, σσ. 478 - 479.
(9)  Οι Βενετοί ήταν οι τελευταίοι που χρησιμοποίησαν καταδίκους σαν κωπηλάτες. Αναγκάστηκαν όμως να το κάνουν όταν το κόστος ελεύθερων κωπηλατών επί πληρωμή έγινε δυσβάσταχτο.

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012

Το στρατόπεδο του Μπόχαλη – μέρος Β΄

Άποψη του Κάστρου και του Γιαλού το 17ο αιώνα με ορατούς τους ανεμόμυλους της Μπόχαλης.

Το καλοκαίρι του 1479, δηλαδή αμέσως μετά το το τέλος του πολέμου με τη Βενετία, ο Μωάμεθ ο Πορθητής έβαλε σε κίνηση το τελευταίο από τα μεγαλεπήβολα σχέδια του. Μετά την Κωνσταντινούπολη ήθελε και τη Ρώμη. Σύμμαχος της Ρώμης, και κράτος παρεμβαλλόμενο γεωγραφικά ανάμεσα στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την Ιταλία, ήταν το Δουκάτο της Αγίας Μαύρας. Χρησιμοποιώντας σαν δικαιολογίες τις παλιότερες επιδρομές Στρατιωτών από εδάφη του Δουκάτου, τον γάμο του Λεονάρδου Τόκκο, για τον οποίο δεν είχε πάρει άδεια από το σουλτάνο όπως δήθεν όφειλε, και κυρίως τα οφειλόμενα στον Σαντζάκμπεη της Ηπείρου ‘κανίσκια’ (1) – σχεδιασμένη προβοκάτσια αυτό το τελευταίο – οι Οθωμανοί επιτέθηκαν στο δουκάτο.
Επικεφαλής των επιτιθέμενων ήταν ο Γκεντίκ (Φαφούτης) Αχμέτ, Πασάς του Αυλώνα στην Αλβανία, στόλαρχος και πρώην Μέγας Βεζίρης – ο ικανότερος, εμπειρότερος, και πιο ένδοξος στρατηγός της αυτοκρατορίας. Ο Λεονάρδος Τόκκο, μην μπορώντας να αντισταθεί, εγκατέλειψε το Κάστρο της Αγίας Μαύρας στη Λευκάδα για το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου στην Κεφαλονιά. Επειδή ούτε εκεί αισθάνθηκε ασφαλής έφυγε με την οικογένεια, τους θησαυρούς και τα κειμήλια του – το σημαντικότερο από τα οποία ήταν το πόδι της Αγίας Άννας – για την Ιταλία. Οι Τούρκοι κατέλαβαν διαδοχικά τη Βόνιτσα, τη Λευκάδα, και κατόπιν την Κεφαλονιά και την Ιθάκη. Παρόλο που δεν φαίνεται να συνάντησαν αντίσταση πήραν αμέτρητες χιλιάδες σκλάβους, ερημώνοντας τα πάντα. Η Ιθάκη έμεινε τελείως ακατοίκητη μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα. Μια μικρή μοίρα του Βενετικού στόλου, με διοικητή το ναύαρχο Antonio Loredan, περιορίστηκε να παρακολουθεί στενά τα τεκταινόμενα και να κάνει κάποιες ανθρωπιστικές παρεμβάσεις (2).
Σειρά είχε η Ζάκυνθος, το νοτιότερο από τα νησιά του δουκάτου. Οι Βενετοί υπήκοοι εκεί, πιθανότατα με την υποστήριξη όλου του πληθυσμού, είχαν υψώσει τη σημαία του Αγίου Μάρκου σαν μέσο προστασίας από την αναμενόμενη εισβολή. Ο Antonio Loredan ήταν αποφασισμένος να μην αφήσει τη Ζάκυνθο να έχει την τύχη των άλλων νησιών, παρόλο που διακινδύνευε ένα νέο, ακόμη πιο καταστρεπτικό για τη Βενετία πόλεμο, και ταυτόχρονα το δικό του κεφάλι. Ο Γκεντίκ Αχμέτ δεν έδειξε διάθεση για σύγκρουση, παρόλο που ο στόλος του υπερτερούσε αριθμητικά του Βενετικού στην περιοχή. Μάλλον δεν ήταν η φήμη του Loredan – ήρωα του πολέμου στην Αλβανία το 1474 και με πάνω από είκοσι χρόνια πείρα στη θάλασσα – που τον σταμάτησε. Ήταν και ο ίδιος ο Γκεντίκ ακόμη μεγαλύτερος ήρωας στα μάτια των πολεμιστών του. Γενίτσαρος, είχε ανεβεί από το τίποτα όλα τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας, είχε συντρίψει τους Γενουάτες στη Μαύρη Θάλασσα και τους Καραμανίδες πρίγκιπες της Ανατολίας. Όμως ένας νέος πόλεμος με τη Βενετία θα έμπαινε εμπόδιο στα σχέδια του σουλτάνου για επίθεση εναντίον του βασιλιά της Νεάπολης και του πάπα.
Συμβιβάστηκαν, έστειλαν για οδηγίες στην Κωνσταντινούπολη,  από το σουλτάνο και το μπάιλο (Βενετό πρεσβευτή). Στο μεταξύ συμφώνησαν να περιμένουν. Οι Τούρκοι δεν περίμεναν. Ενώ ο Loredan είχε απομακρυνθεί αποβίβασαν αγήματα για να πάρουν σκλάβους.  Ήταν 7 Σεπτεμβρίου του 1479. Στη Ζάκυνθο όμως βρισκόταν πλέον ο Πέτρος Μπούας, επικεφαλής πεντακοσίων Στρατιωτών. Κυνήγησαν τους Τούρκους, ελευθέρωσαν αιχμαλώτους και πήραν κεφάλια. Ο Γκεντίκ Αχμέτ εξαγριώθηκε και έκανε απόβαση κανονική. Οι Στρατιώτες επιτέθηκαν, πέταξαν του Τούρκους στη θάλασσα, τους πήραν και τις μπομπάρδες που είχαν αποβιβάσει για να γκρεμίσουν τα τείχη του Κάστρου (3)(4). Σε αντίποινα ο πασάς επιτέθηκε σε όποιο πλεούμενο βρέθηκε στην περιοχή και συνέχισε να κάνει μικρής κλίμακας επιδρομές. Οι αψιμαχίες έδιναν και έπαιρναν. Τελικά έφτασαν οι οδηγίες από την Πόλη.
Όλοι οι Βενετοί υπήκοοι θα αποχωρούσαν ανενόχλητοι από το νησί πριν το καταλάβει το ασκέρι του πασά – αυτή ήταν η συμφωνία. Μαζί με τους υπηκόους της Βενετίας όμως έβρισκαν την ευκαιρία και αποχωρούσαν πολλοί από τους υπόλοιπους. Οι Τούρκοι έβγαλαν έξω κρυφά 500 άνδρες πριν την εκκένωση με σκοπό να αρπάξουν όσους μπορέσουν πριν πετάξει το πουλί. Μια ομάδα 20 Στρατιωτών που είχε πάει για νερό – που να φτάσει το νερό της Μπόχαλης και του Ακρωτηριού για μέχρι και 25.000 κόσμο, χώρια τα ζωντανά –  τους πήρε χαμπάρι. Μαζεύτηκαν και οι υπόλοιποι Στρατιώτες και πετσόκοψαν τους Τούρκους μέχρι τον τελευταίο. Έτσι ολοκληρώθηκε επιτυχώς η εκκένωση του πληθυσμού. Τα υπάρχοντα τους αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν, τόσο οι απλοί κάτοικοι όσο και οι Στρατιώτες.
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα γνωστά ιστορικά γεγονότα. Μπορούμε όμως, με βάση αυτά, να προχωρήσουμε σε κάποια ακόμη συμπεράσματα. Το πρώτο πράγμα που διαφαίνεται είναι ο λόγος αποστολής του Πέτρου Μπούα. Ήταν κάτι περισσότερο από ένας παλιός, έμπειρος καπετάνιος. Ήταν τότε ο πιο σημαίνων Αρβανίτης του Μοριά. Επιπλέον, καταγόταν από την ίδια περιοχή με τους Μοραΐτες πρόσφυγες στη Ζάκυνθο. Τον γνώριζαν, πολλοί από αυτούς ήταν κατά πάσα πιθανότητα παλιοί συμπολεμιστές του, ή ακόμα και συγγενείς του. Ο Μπόχαλης, αντίθετα, προερχόταν από τα σύνορα Μάνης και Αρκαδίας, ενώ ο Μποζίκης ήταν Αργείος. Σε κείνες τις κρίσιμες και αγωνιώδεις στιγμές ο Μπούας ήταν ίσως ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να πείσει τους πρόσφυγες να πολεμήσουν, ή να αποχωρήσουν, ανάλογα με τις αποφάσεις της Βενετικής εξουσίας, αντί να δράσουν σύμφωνα με τις παρορμήσεις και τα ένστικτα τους.
Δίκαια ο Μπούας αναφέρεται σαν ο ηγέτης που προξένησε στους Τούρκους δύο βαριές ήττες, πραγματικά σωτήριες για τον πληθυσμό του νησιού. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Νικόλαος Μπόχαλης και ο Πέτρος Μποζίκης κρατούσαν σημειώσεις όσο ο Μπούας πολεμούσε. Συμμετείχαν στις μάχες και αυτό αναγνωρίζεται έμμεσα σε ένα άλλο έγγραφο. ‘Το πόσο βαρειά και σημαντική για το κράτος μας είναι η συμβολή των πιστότατων Μπόχαλη και Μποζίκη, αρχηγών των Στρατιωτών μας που βρίσκονταν στο μέρος που λέγεται Ζάκυνθος, δεν υπάρχει κανείς που να μην το γνωρίζει,’ αναφέρεται (5).  
Το τι θα περίμενε τους Ζακυνθινούς χωρίς τη γενναιότητα αυτών των ανθρώπων μπορεί να το αποδώσει πειστικότατα η παρακάτω φωτογραφία. Πρόκειται για μερικά μόνο από τα οστά των σφαγιασθέντων κατοίκων του Ιταλικού Οτράντο, το οποίο ο Γκεντίκ Αχμέτ κατέλαβε ένα χρόνο αργότερα.

Όσο όμως μεγάλη και αν ήταν η συμβολή των καπεταναίων και των παλληκαριών τους, οι πολεμικές επιτυχίες δεν ανήκουν μόνο σε αυτούς. Πεντακόσιοι ελαφροί ιππείς θα ήταν απίθανο να κατόρθωναν μόνοι τους να εξαλείψουν το Τουρκικό προγεφύρωμα. Ο Γκεντίκ Αχμέτ μπορεί να ήταν μέθυσος και αθυρόστομος, και να είχε σε αυτή την περίπτωση υποτιμήσει τον αντίπαλο, αλλά ήταν ικανός και έμπειρος στρατηγός. Είχε πάρει πολλά κάστρα μέχρι τότε και κάνει κάμποσες αποβάσεις. Πριν βγάλει στην ξηρά το πυροβολικό του θα είχε αποβιβάσει χιλιάδες πεζούς και μερικούς  τουλάχιστον ιππείς. Για την απόκρουση και δίωξη τους θα ήταν αναγκαία  η κινητοποίηση όλων όσων διέθεταν οπλισμό και ήξεραν να τον χρησιμοποιήσουν. Ακόμη και η επιστράτευση  δουλοπάροικων οπλισμένων με ότι μεταποιημένο εργαλείο είχαν διαθέσιμο πρέπει να θεωρείται πιθανή.
Ίσως οι μετέπειτα σταδιοδρομίες μελών κάποιων παλιών αρχοντικών οικογενειών της Ζακύνθου σαν καπεταναίοι Στρατιωτών, όπως των Σιγούρου και Γαήτα, να έχουν τις ρίζες τους σε αυτήν εδώ τη σύγκρουση. Το βέβαιο είναι ότι οι παλιοί Στρατιώτες που είχαν βρει καταφύγιο στο νησί τη δεκαετία του 1460, και οι γιοί τους, θα είχαν πάρει μέρος στην αναμέτρηση. Οι άνθρωποι αυτοί δεν πρέπει νομίζω να θεωρούνται  περαστικοί από τη Ζάκυνθο και άσχετοι με τους σημερινούς Ζακυνθινούς.
Τα επώνυμα όλων των οικογενειών ενός μεγάλου μέρους της βορειοδυτικής Πελοποννήσου, λίγο πριν την έναρξη του Βενετοτουρκικού πολέμου 1463 – 1469, έχουν διασωθεί χάρη στους λεπτομερείς καταλόγους που συνέταξαν οι Οθωμανοί για φορολογικούς σκοπούς. Με την έναρξη του πολέμου η περιοχή επαναστάτησε συντασσόμενη με τους Βενετούς. Μετά από κάποιες αρχικές επιτυχίες οι Βενετικές δυνάμεις ηττημένες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πρόσκαιρες κατακτήσεις τους και έτσι οι επαναστάτες κατέληξαν κατά ένα μεγάλο μέρος πρόσφυγες στη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά. Μπορούμε, χάρη στη φοροεισπρακτική επιμέλεια των Τούρκων, να γνωρίζουμε τα ονοματεπώνυμα των αρχηγών νοικοκυριών από τον πληθυσμό που αποτέλεσε την πηγή των προσφύγων.
Οι Οθωμανοί είχαν φροντίσει να επισημάνουν ποιά ήταν η κυρίαρχη γλώσσα σε κάθε χωριό, τα Ρωμαίικα ή τα Αρβανίτικα. Τα ονόματα των αρχηγών Αρβανίτικων οικογενειών τα έχει δημοσιεύσει στο διαδίκτυο ο Δημήτρης Λιθοξόου, για τους δικούς του ιδεολογικοπολιτικούς λόγους. Ανάμεσα τους εντόπισα ολόκληρη εκατοντάδα επωνύμων που μαρτυρούνται στη Ζάκυνθο, κυρίως από το 16ο αιώνα (6). Από αυτά, μέχρι και το 40% έχουν σήμερα εκλείψει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν εκλείψει και οι απόγονοι αυτών των ανθρώπων μεταξύ των σημερινών Ζακυνθινών – κάθε άλλο. Από τα υπόλοιπα υπάρχουν πολλά που είναι και σήμερα πολύ διαδεδομένα. Αυτή η εκατοντάδα επωνύμων φερόταν από σχεδόν 600 οικογένειες, δηλαδή το ένα τρίτο του συνόλου. Αν και αυτό δεν αποτελεί από μόνο του απόδειξη της ιστορικής πορείας καμιάς συγκεκριμένης οικογένειας από αυτές, ο όγκος των ονομάτων αποτελεί ισχυρότατη ένδειξη ότι ένα μεγάλο μέρος των προσφύγων, Αρβανιτών και μη, έχοντας σκορπιστεί στις διάφορες Βενετικές κτήσεις σε μια δεύτερη προσφυγιά, κατέληξε και πάλι τελειωτικά στη Ζάκυνθο – είτε με τον πρώτο εποικισμό, στα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας, είτε στην τρίτη τους προσφυγιά λίγο αργότερα, όταν υπέκυψαν οι Βενετικές κτήσεις στις οποίες είχαν καταφύγει.
Πριν τελειώσουμε ας πούμε λίγα πράγματα για τους πολέμαρχους που υπεράσπισαν τη Ζάκυνθο για πάνω από δύο μήνες το φθινόπωρο του 1479. Ο Πέτρος Μπούας φαίνεται πως ήταν σε πιο προχωρημένη ηλικία από τους άλλους δύο, και ήταν γνωστή προσωπικότητα με μεγάλη επιρροή ακόμη και πριν την έλευση των Τούρκων στο Μοριά.  Ήταν ανάμεσα στους δεκατρείς Μοραΐτες άρχοντες στους οποίους απηύθυνε επιστολή ο Μωάμεθ Β΄το 1454. Στις πόλεις και τα χωριά του κάμπου της δυτικής Πελοποννήσου έκαναν κουμάντο οι Ραούληδες, ή Ράλληδες, αλλά στις κατούνες των ανεπίδεκτων εξουσίας κατοίκων της ορεινής ζώνης μόνο ο λόγος του Μπούα είχε ίσως βαρύτητα. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου έμεινε πιστός στη Βενετία και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του για μερικά ακόμη χρόνια μετά τα γεγονότα της Ζακύνθου. Πέθανε από φυσικά αίτια μια δεκαετία αργότερα.
Για τον Πέτρο Μποζίκη θα πούμε λίγο περισσότερα, γιατί μας δίνει την ευκαιρία να δείξουμε τι θεριά φωλιάζανε κάποτε εκεί που σήμερα πίνετε τον καφέ σας και τρώτε φρυγανιά με παγωτό. Δεν είχε τόση επιρροή όσο ο Μπούας, τουλάχιστον αρχικά, ούτε ήταν πάντα πιστός στη Βενετία (7). Ιππότης του Αγίου Μάρκου ο ίδιος, είχε τρεις αδελφούς: το Γεώργιο, που ήταν μάλλον μαζί με τον Πέτρο ο μεγαλύτερος, το Δήμα, επίσης Ιππότη του Αγίου Μάρκου, και το Μέξη ή Μέξα (8). Λίγο πάνω από ένα χρόνο μετά την αναχώρηση του Πέτρου από τη Ζάκυνθο ο Μέξης ακολούθησε το Θεόδωρο Μπούα, και εξήντα άλλους Στρατιώτες και τσαγδάρους (9) από το Ναύπλιο, σε μια επιδρομή εναντίον των Τούρκων του Άργους. Σέρνοντας μαζί τους κάπου τριάντα αιχμαλώτους τράβηξαν για την επαναστατημένη Μάνη, να ενωθούν με τη δύναμη του Κροκόνδειλου Κλαδά. Όλοι οι Στρατιώτες του Μοριά ήταν δυσαρεστημένοι με την συνθήκη ειρήνης αλλά περισσότερο από όλους οι Μανιάτες, αφού η Μάνη είχε παραχωρηθεί στους Τούρκους.
Μετά την ήττα του κινήματος ο Μέξης Μποζίκης και πολλοί άλλοι πήραν τα βουνά και ξεκίνησαν αυτό που σήμερα αποκαλείται κλεφτοπόλεμος. Ο Πέτρος και οι άλλοι αδελφοί, αν και δεν είχαν βγει στο κλαρί, τους παρείχαν υποστήριξη, και χρειάστηκε να αμνηστευτούν και αυτοί από τους Βενετούς προκειμένου να μεταβούν στην Ιταλία για να πολεμήσουν στον πόλεμο της Φερράρας. Είναι ενδεικτικό ότι οι Βενετοί αμνήστευσαν τους αντάρτες με την προτροπή των Οθωμανών, σε τέτοιο σημείο απελπισίας είχαν φέρει τους Τούρκους αυτοί οι πρώτοι Κλεφταρματωλοί του Μοριά (10). Παρά τον ευσεβή πόθο των Τούρκων, και των Βενετών, ότι θα γλυτώσουν από τους Κλέφτες με την αποστολή χιλιάδων Στρατιωτών στην Ιταλία ο κλεφτοπόλεμος δεν σταμάτησε. Συνεχίστηκε για αιώνες. Τον Πέτρο ακολούθησαν στην Ιταλία 540 Στρατιώτες. Λίγο μετά το γυρισμό του από εκεί οι Τούρκοι τον κατηγόρησαν ότι ήταν ο κρυφός αρχηγός των Κλεφτών. Ίσως αυτό να έχει σχέση με το ότι την άνοιξη του 1486 ο Πέτρος, ο Δήμας, ο Μέξης, και ο γιός του Πέτρου Γεώργιος στάλθηκαν δέσμιοι στη Βενετία. Απελευθερώθηκαν όμως και επέστρεψαν στο Ναύπλιο μέσα σε ένα δίμηνο (11).
Stradiot και haydut το 16ο αιώνα. Αρματωλός και Κλέφτης, οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Το 1494 οι Μποζικαίοι ξαναπήγαν στην Ιταλία για να αντιμετωπίσουν Γαλλική εισβολή. Για τη δράση τους εκεί, όπου τον Πέτρο Μποζίκη ακολούθησαν αυτή τη φορά 520 Στρατιώτες,  μεταφέρω εδώ ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Σάθα (12) – αναγκαστικά σε μονοτονικό:

Ιδού τι έγραψε τότε προς την Γερουσίαν ο προνοητής των Στρατιωτών Κονταρίνης: «Ελθόντες οι Στρατιώται εις Βεζέβενε ενεκαρδίωσαν και παρηγόρησαν τους κατοίκους.  Ενώ ο δουξ της Αυρηλίας καθ’ εκάστην ημέραν ελεηλάτει, τώρα ήλθεν η σειρά των Στρατιωτών». Και τω όντι άμα στρατωνισθέντες εν Βεζέβενε εξήλθον «δια να ίδωσιν αν οι εχθροί έχωσιν καρδιάν δια να μετρηθώσιν – η εμπροσθοφυλακή των προχωρήσασα εν μίλιον συνήντησε 40 βαρυσιδήρους ιππείς, 100 τσαγράτορας (βαλλιστροφόρους) και τρεις τοξότας, και ορμήσασα κατ’ αυτών συνέλαβεν είκοσιν εξ αιχμαλώτους, και εφόνευσεν 9 και 12 ίππους – αν δε ήσαν πολυαριθμότεροι ουδείς θα εσώζετο. Τέλος πάντων, τελευτά η έκθεσις, οι Γάλλοι εύρον τον αντίπαλον και καθ’ εκάστην οι Στρατιώται μας κάτι κάμνουσι». Μετ’ ολίγον πεντήκοντα Στρατιώται διευθύνονται προς αυτόν το γαλλικόν στρατόπεδον δια να ίδωσιν, ως έλεγον «οποίον είδος ανθρώπων ήσαν αυτοί οι Γάλλοι». Δύο αδελφοί του Πέτρου Βουζύκη έφθασαν σχεδόν εις τα εχθρικά χαρακώματα – 17 Γάλλοι ιππείς ορμώσι κατ’ αυτών, οι δε δύο Στρατιώται προσποιηθέντες φυγήν, στρέφονται δια ταχυτάτου ελιγμού και φονεύουσι δύο και αιχμαλωτίζουσιν ισαρίθμους. Την επιούσαν οι Στρατιώται στήσαντες ενέδραν φονεύουσι εννέα και αιχμαλωτίζουσιν τριάκοντα – τότε  είς των υιών του Πέτρου Βουζύκη διώκων τους εχθρούς, δεν ηδυνήθη να σταματήση τον ίππον του, όστις πηδήσας εις τα εχθρικά χαρακώματα συνελήφθη μετά του ιππέως. Ο προνοητής επρότεινε την ανταλλαγήν του νεαρού Στρατιώτου προς πλειοτέρους Γάλλους – εικάζεται όμως ότι εφονεύθη υπό των εξωργισμένων εχθρών.

Ο Μέξης σκοτώθηκε στην πολιορκία του Ναυπλίου από τους Τούρκους το 1500 και ο Γεώργιος το 1503. Οι Μποζικαίοι συνέχισαν να υπηρετούν σαν Στρατιώτες στο Ναύπλιο, μέχρι την παραχώρηση του στους Τούρκους το 1540, και σε πολλά άλλα μέρη. Κάποιος Μιχαήλ Μποζίκης εμφανίζεται και στον κατάλογο της Ζακυνθινής κομπανίας του Δημητρίου Παλαιολόγου το 1539.
Οι Μποχαλαίοι, όπως οι Μποζικαίοι, οι Μπουαίοι, και οι περισσότερες φάρες Στρατιωτών, συνέχισαν για πολύ καιρό να είναι φυτώρια πολεμιστών. Το Νικόλαο Μπόχαλη τον ξαναβρίσκουμε στο Šibenik της Δαλματίας το 1496 με 50 Στρατιώτες. Ο Κωνσταντίνος Μπόχαλης, που αναφέρει ο Ζώης, ήταν μάλλον γιός του, γιατί και αυτός αναφέρεται σαν dominus, και δρούσε μέχρι τη δεκαετία του 1530 στην υπηρεσία της Βενετίας. Έναν άλλο Μπόχαλη συναντάμε στον 5ο τόμο της Historia del rey don Hernando el Católico του Jerónimo Zurita του 16ου αιώνα. Τον περιγράφει σαν Teodoro Bocalo Griego, Capitan de Estradiotes, hombre valiente, y muy esforçado, y de quien el Gran Capitan tuvo satisfacion en esta Guerra, δηλαδή Θεόδωρο Μπόχαλη, Έλληνα, καπετάνιο Στρατιωτών, άνδρα γενναίο, και πολύ αφοσιωμένο, από τον οποίο ήταν ικανοποιημένος ο αρχιστράτηγος σε αυτό τον πόλεμο. Είχε στις διαταγές του dozientos (doscientos) Estradiotes Griegos, muy escogida gente de cavallo, δηλαδή διακόσιους  Έλληνες Στρατιώτες, πολύ διαλεχτούς καβαλάρηδες. Ο Ισπανός ιστορικός τα λέει αυτά γιατί ο Θεόδωρος Μπόχαλης βρισκόταν στην υπηρεσία των Ισπανών το 1502 στην Ιταλία. Τόσο εντυπωσιάστηκαν από τους Στρατιώτες οι Ισπανοί ώστε ο Φερδινάνδος ο Καθολικός – ο σύζυγος της γνωστής από την ιστορία του Κολόμβου Ισαβέλλας – επιστρέφοντας στην Ισπανία το 1507 τους πήρε μαζί του. Έτσι, αυτοί οι, ως επί το πλείστον, αβασίλευτοι βουνήσιοι αποτέλεσαν από τότε, και για πολλές δεκαετίες, επίλεκτο έφιππο τμήμα της Βασιλικής Φρουράς της Ισπανίας.

----------------------------------------------------------------------------------------- 
(1)  Δώρα, που στην πραγματικότητα ήταν φόρος υποτέλειας.
(2)  Οι Βενετοί εξαγόρασαν πολλούς αιχμαλώτους, οι οποίοι λόγω της υπερπροσφοράς πουλιόντουσαν για λιγότερο από μισό τσεκίνι. Ενδεικτικά ένα άλογο κόστιζε από είκοσι και πάνω. Σε μια περίπτωση οι γαλέες προσέγγισαν μια ακτή της Ιθάκης και διέσωσαν  μερικούς απελπισμένους που προσπαθούσαν να διαφύγουν.
(3)  Τα τείχη δεν ήταν αυτά που σώζονται σήμερα και που χτίστηκαν αργότερα από τους Βενετούς με νέες προδιαγραφές για να είναι ανθεκτικά στις βολές πυροβολικού της εποχής. Επιπλέον είχαν πιθανότατα πάθει σημαντικές ζημιές από μεγάλο σεισμό μια δεκαετία νωρίτερα.
(4)  Η τοποθεσία της μάχης αυτής δεν είναι γνωστή. Πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη μας ότι η Ζάκυνθος εκείνη την εποχή δεν διέθετε ούτε έναν καρόδρομο και η δυσκολία μεταφοράς κανονιών δια ξηράς ήταν μεγάλη. Επομένως ο Γκεντίκ πρέπει να αποβιβάστηκε πολύ κοντά στο Κάστρο. Η παραλία του Άμμου προς νότον δεν ήταν η καταλληλότερη γιατί ο μοναδικός δρόμος ανάβασης – κακοτράχαλο μονοπάτι στην πραγματικότητα – σκαρφάλωνε στην αρκετά απότομη πλαγιά παράλληλα και ακριβώς κάτω από τα τείχη στο τελευταίο τμήμα του. Οι Οθωμανικές δυνάμεις θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτες κατά τη δύσκολη ανάβαση τόσο σε βολές από το κάστρο όσο και σε ξαφνικές αντεπιθέσεις. Τέτοιου είδους πληροφορίες θα ήταν διαθέσιμες στους Οθωμανούς από χρόνια. Αυτό αφήνει σαν μοναδική πιθανή εκδοχή, κατά τη γνώμη μου, την παραλία του Τσιλιβή.
(5)  Σάθας, Μνημεία, τόμος 7ος, σελ. 22.
1479, 11 Februarii
Quanti ponderi et importantie sit statui nostro expedire fidelissimos nostros Bocholi et Busichii capita Stratiotorum nostrorum qui fuerunt super loco Jacynthi nemo est qui ignoret, propterea Vadit pars quod in primo consilio qui congregabitur expediri debeant suprascripta et alia etiam capita Stratiotorum quemadmodum videbitur huic consilio, nec intrari posit sub aliqua alia material nisi expedita suprascripta (capita) Stratiotorum , et omnes de Collegio qui possunt ponere partes teneantur ponere opiniones suas, et expedita ipsa causa in nulla alia re posit intrari, nisi in rebus spectantibus a parte maris.
(6)  Σε καμία περίπτωση δεν ισχυρίζομαι ότι αυτά τα επώνυμα είναι τα μοναδικά. Πιθανότατα υπάρχουν και άλλα. Πολλά από τα επώνυμα είναι αλλοιωμένα και κάποια τελείως αγνώριστα. Πρέπει να επισημάνω ότι ο κατάλογος του Λιθοξόου είναι με Κροατικούς χαρακτήρες, μεταγραμμένος από άλλον με Κυριλλικούς, ενώ αρχικά τα επώνυμα είχαν γραφτεί με Αραβικούς. Οι αριθμοί δείχνουν νοικοκυριά με το ίδιο επώνυμο. Τα επώνυμα με αστερίσκο έχουν, από όσο ξέρω, εκλείψει στη Ζάκυνθο.
Αβράμης* [4], Ακρίτης* [2], Αλαμάνος [1], Ανδρόνικας* [3], Αρβανίτης* [1], Βαμβακάς [1], Βισβάρδης [4], Βλασσόπουλος [1], Βλαχιώτης [18], Βλάχος* [2], Βοζαΐτης [1(?)], Βυθούλκας [6], Γκλαβάς [7], Γκρέκας [2], Γολέμης [10], Γραμματικός* [6], Γραμματικόπουλος [1], Δαμιανός* [1], Δράμεσης* [7], Ζαπάντης* [6], Ζουπάνος (και Ζουρμπάνος στη Ζάκυνθο) [3-4], Καγκάδης* [7], Καλέντζης [4], Καλημάνης* [2], Καμπάσης [1], Καπαρέλλης [4], Καρδιοκάφτης [3], Κεφαλληνός [4], Κιούρκας [1-2], Κλάδης [3], Κόκλας [18], Κολοβός* [2], Κόμης [9], Κοτσώνης [2], Κουρτέσης [4], Κούτσης [25], Λαγούτσης [2], Λαμπέτης* [2], Λάτας [16], Λιβάνης [5], Λιόπεσης* [20], Λογοθέτης [4], Λουκίσας [7], Λόντζης ή Λούντζης [6], Λυκούρεσης [13], Μακρίσης* [2(?)], Μαλακάσης* [4], Μαντζάρος* [2], Μάντουκας* [4], Μάσκαρης* [4], Μαστραντώνης* [5], Ματαράγκας [4], Μαυρομ(μ)άτης [6], Μαυρωτάς [1], Μάνεσης [28], Μάτεσης [1], Μέγκουλας* [5], Μελίτης (στη Ζάκυνθο Μελίτας) [2-3], Μηλιώτης* [2], Μουζάκης [3], Μουρίκης [6], Μούσουρας [10], Μπαβάσης* [3], Μπάλτζας* [1], Μπαρμπούτσης* (όχι οικογένεια αλλά τοποθεσία ‘του Μπαρμπούτση’ στο Ρωμήρι το 1520) [9], Μπάστας [4], Μπάφης [5], Μπίτσης* [6], Μπούας [14], Νικηφόρος* [5], Ορφανός* [9], Παπαγιαννόπουλος* [8], Παπαδάτος [8], Παυλόπουλος* [3], Παύλος* [3], Πελεκάνος [4], Πέτας [14], Πλατυστόμου [4], Πλέσσας [21], Ράφτης [3], Ραψομάτης (Ραψομανίκης) [4], Ρένεσης [16], Ρίκκας* [2], Ρωμανός [3], Σαμάρης* [2], Σέρβος* [3], Σκλήβας [6], Σπάτας* [19], Σούλης [14], Σούρμπης [6], Στασινός [4], Σταυράκης [2], Στράτης ή Στρατής [3], Στρατίκης* [2], Στρούζας [1], Τρούσας [9], Φλεμοτόμος [1], Φλόκας* [2], Χαϊκάλης [5], Χαλανδρινός* (στη Ζάκυνθο Καλανδρινός) [1], Ψάρης [16].
(7)  Diana Gilliland Wright και John Melville Jones, The Greek Correspondence of Bartolomeo Minio Volume I: Dispacci from Nauplion, 1479 – 1483, 2008, File H.
(8)  Το όνομα Μέξης είναι Αρβανίτικο επώνυμο. Είναι πολύ πιθανό η μητέρα τους να ήταν το γένος Μέξη.
(9)  Πεζοί χωρικοί που φαίνεται πως στο Μεσαίωνα είχαν υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας στους Φράγκους άρχοντες. Η λέξη αναφέρεται στο Χρονικόν του Μορέως: Κράζει τινές του συγγενεῖς, φίλους τε καὶ γειτόνους, τσαγδάρους καὶ λιμαρικούς, βουλὴν μὲ αὐτοὺς ἀπῆρεν .... Το 15ο αιώνα, όταν υπήρξε ανάγκη, στρατολογήθηκαν από τους Βενετούς σαν μισθοφόροι και πολέμησαν ακόμη και στην Ιταλία. Σύμφωνα με το Σάθα ονομάστηκαν έτσι από την τσάγδα, το κοντό σιδερένιο δόρυ που χρησιμοποιούσαν.
(10)  Βλέπε 7.
(11)  Βλέπε 7.
(12)  Κωνσταντίνος Ν. Σάθας,  Έλληνες Στρατιώται εν τη Δύσει και η Αναγέννησις της Ελληνικής Τακτικής, 1885, σελ. 45.


Άδεια Creative Commons
Αυτή η εργασία από το http://pampalaia.blogspot.com/ χορηγείται με άδειαCreative Commons Αναφορά προέλευσης - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 3.0 Μη εισαγόμενο .