Και πραγματικά, είναι ένα άτομο απόλυτα κατάλληλο για μια τέτοια αποστολή, και από το οποίο μπορούμε να περιμένουμε τις καλύτερες υπηρεσίες αυτή τη στιγμή, όταν αυτές οι θάλασσες έχουν περιέλθει σε τέτοια κατάσταση που κανείς δεν τολμά να τις περάσει χωρίς ορατό κίνδυνο κακοτυχίας, και ακόμα και οι ίδιοι οι ντόπιοι δεν τολμάνε να πάνε με τα πλοιάρια τους από τη μία πόλη στην άλλη από το φόβο αυτών των πειρατών.
Αυτά έγραφε για το Γεώργιο Σουμάκη ο Βενετός κυβερνήτης της Ζακύνθου Maffio Michiel στις 6 Μαρτίου του 1603. Στα τελευταία τριάντα χρόνια του 16ου αιώνα, και στα πρώτα του 17ου, το όνομα Γεώργιος Σουμάκης ήταν γνωστό στα περισσότερα λιμάνια της Μεσογείου, και όχι μόνο. Αναφορές Βενετών αξιωματούχων, συμβόλαια, και ασφαλιστήρια δεν αφήνουν καμία αμφιβολία. Και όμως, ο άνθρωπος που το έφερε φαίνεται να ξεγλιστράει ανάμεσα από τα δάχτυλα των σημερινών ιστορικών έτσι όπως κατάφερνε να γλυτώνει από τα χέρια των πειρατών και των τελωνειακών του καιρού του. Δεν μπορεί καν να είναι σίγουρος κανείς ότι πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο κάθε φορά. Μια βρίσκεται στη Ζάκυνθο και μια στη Βενετία, μια ξεφυτρώνει στο Λονδίνο και μια φανερώνεται στην Αίγυπτο. Πότε τον αποκαλούν σινιόρ και πότε μισσέρ, πότε τον γράφουν Giorgio και πότε Zorzi.
Σύγχρονος του Γεωργίου ήταν ο συγγενής του Μιχαήλ Σουμάκης, πλούσιος έμπορος, επιχειρηματίας, ασφαλιστής, και πλοιοκτήτης εγκατεστημένος στη Βενετία. Σε δύο έγγραφα ο Μιχαήλ αναφέρεται σαν γιός του ‘ser Zorzi nobile del Zante’ (1). Ήταν ο Γεώργιος Σουμάκης στον οποίο αναφέρεται ο Maffio Michiel ο πατέρας του Μιχαήλ; Ή μήπως αυτός ο ‘ser Zorzi’ ήταν ο Γεώργιος Σουμάκης Σιδερής που μαρτυρείται στη Ζάκυνθο το 1558 (2); Υπάρχουν έγγραφα στη Βρετανία, το παλιότερο του 1579, που δείχνουν το Μιχαήλ να συνεργάζεται για τη φόρτωση και μεταφορά στη Ζάκυνθο υφασμάτων και κασσίτερου με τον αδελφό του, ο οποίος λεγόταν επίσης Zorzi (3). Σύμφωνα με τα καθ’ ημάς, θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι ο Zorzi ήταν μικρότερος αδελφός του Μιχαήλ και μάλιστα κοιλάρφανος. Οπωσδήποτε, ο δραστήριος άνδρας που όργωνε ακόμα τις θάλασσες – αλλά και τη στεριά όταν χρειαζόταν – στις αρχές του 17ου αιώνα, δεν μπορεί να ήταν ο ηλικιωμένος πατέρας του Μιχαήλ – αν ζούσε – αλλά ο αδελφός του.
Ο Τζώρτζης Σουμάκης αναφέρεται σε μια επιστολή του Σουλτάνου Μουράτ Γ΄ (4) προς το Δόγη Nicolò da Ponte, στις 18 Σεπτεμβρίου 1582, με την οποία απαιτεί αποζημίωση για ένα πλοίο Χριστιανού υπηκόου του που είχε κατασχεθεί στη Βενετία με πρωτοβουλία του Giacomo Ragazzoni (5). Στην υπόθεση, κατά την οποία μέρος των προσόδων κατέληξαν στους επαναστάτες της Μάνης (6), ήταν ανακατεμένοι εκτός από τον Σουμάκη, κάποιος Φραγκίσκος από τη Ζάκυνθο και κάποιος Θεόδωρος Γιαπίτης (ή Γραππίδης), επίσης από τη Ζάκυνθο.
Οι Σουμάκηδες εμπορεύονταν κυρίως Ζακυνθινή σταφίδα και κρασιά από την Κρήτη – από όπου είχαν μετεγκατασταθεί πριν ελάχιστες γενιές, και όπου διατηρούσαν επαφές και συγγένειες – πουλώντας τα στην Αγγλία. Τα απευθείας ταξίδια, με δικά τους μέσα, ήταν βέβαια τα πιο επικερδή. Έτσι φρόντισαν να αποκτήσουν τα κατάλληλα πλοία, και πληρώματα που γνώριζαν τις θάλασσες και το διαφορετικό εξαρτισμό των πλοίων του Ατλαντικού (7). Προσέλαβαν δηλαδή Άγγλους ναυτικούς για πλοία αγορασμένα από την Αγγλία.
Την εποχή εκείνη η Αγγλία βρισκόταν σε πόλεμο με την Ισπανία. Αυτό σήμαινε καινούργιες ευκαιρίες αλλά και καινούργιους κινδύνους για τους Σουμάκηδες. Στις αρχές του 1588 – ένα εξάμηνο πριν τα Αγγλικά πυρπολικά νικήσουν την Ισπανική Αρμάδα – ένα γαλιόνι των Σουμάκηδων συνελήφθη στην Ισπανοκρατούμενη Σικελία. Από ότι διαφαίνεται κάποιος Σουμάκης ήταν καπετάνιος. Ο τύπος του σκάφους (8) και η εμφάνιση των ναυτικών – μόνο οχτώ δεν ήταν Άγγλοι – είχαν βάλει σε υποψίες τους Ισπανούς. Αρνούνταν να πιστέψουν ότι το πλοίο δεν ήταν Αγγλικό που είχε μασκαρευτεί σε Βενετικό. Μετά από επίμονες Βενετικές διπλωματικές παραστάσεις το πλοίο και το φορτίο του απελευθερώθηκαν γύρω στον Οκτώβριο ή Νοέμβριο.
Λίγα χρόνια αργότερα ένα πλοίο του Τζώρτζη Σουμάκη, η ‘Madonna di Scopo’, πιάστηκε στην Ισπανία. Ο λόγος ήταν ο ίδιος και πιθανότατα ήταν το ίδιο πλοίο. Είχε σαλπάρει από τη Ζάκυνθο στις 25 Απριλίου του 1592 φορτωμένο με σχεδόν 120.000 λίβρες σταφίδα για την Αγγλία. Ο καπετάνιος ήταν Έλληνας και το φορτίο ανήκε στο Μιχαήλ Σουμάκη σύμφωνα με τα επίσημα χαρτιά. Στην πραγματικότητα μόνο το ένα τέταρτο του φορτίου ανήκε σε αυτόν. Το υπόλοιπο ανήκε σε Άγγλους εμπόρους. Το πλήρωμα βασανίστηκε και αναγκάστηκε να ομολογήσει. Τα κρυμμένα έγγραφα βρέθηκαν. Παρόλα αυτά το πλοίο απελευθερώθηκε, μαζί με μέρος του φορτίου του, το Φεβρουάριο του επόμενου χρόνου.
Μετά από μια δεκαετία, στα τέλη του 1602, ο κυβερνήτης της Ζακύνθου Piero Bondumier και ο απερχόμενος Βενετός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Agostino Nani, που έτυχε να βρίσκεται στο νησί, αντιμετώπισαν το επεισόδιο του πλοίου ‘Veniera’. Είχε αποπλεύσει από την Αλεξάνδρεια φορτωμένο μπαχαρικά, δέρματα, και χαλιά. Ανάμεσα στους επιβάτες του βρισκόταν και ο απερχόμενος πρόξενος της Βενετίας εκεί Zuane Da Mosto. Κοντά στο Ταίναρο έπεσαν πάνω στο πειρατικό μπρίκι (9) ‘George’ του William Piers από το Plymouth. Το ‘George’ ήταν ένα σχετικά μικρό σαπιοκάραβο αλλά είχε πάνω του 80 πάνοπλους πειρατές, τετραπλάσιους από το πλήρωμα του ‘Veniera’, και οι Βενετοί δεν αντιστάθηκαν. Παρά το ότι δεν πρόβαλαν αντίσταση η ζωή τους κινδύνεψε σοβαρά, γιατί κάποιοι από το πειρατικό τσούρμο ήθελαν να τους σκοτώσουν. Ο Piers τους έδειξε ένα αιματοβαμμένο μαχαίρι, με το οποίο είχε σκοτώσει έναν από τους ανθρώπους του για να τους προστατέψει.
Οι πειρατές κράτησαν το ‘Veniera’, μετονομάζοντας το σε ‘Fox’, και άφησαν τα θύματα τους να φτάσουν στη Ζάκυνθο πάνω στο ‘George’. Ο Bondumier είχε πληροφορίες ότι ο Piers βρισκόταν στη Μεθώνη, όπου πουλούσε το κλεμμένο εμπόρευμα. Διέταξε το πλήρωμα του ‘Veniera’ να πάνε εκεί με το ‘George’ και να προσπαθήσουν να πάρουν πίσω το πλοίο τους και το εμπόρευμα. Έστειλε το Φραγκίσκο Μονδίνο να τους συνοδέψει με το πλοίο ‘Darling’ του Άγγλου Thomas Cox. Μαζί τους θα πήγαιναν άλλα δύο πλοία Άγγλων εμπόρων που, όπως ο Cox, ήταν εγκατεστημένοι στη Ζάκυνθο. Το ένα δεν έκανε καθόλου πανιά και το άλλο τους εγκατέλειψε με την πρώτη ευκαιρία. Ταυτόχρονα με το Μονδίνο ο Bondumier έστειλε έναν άλλο Ζακυνθινό άρχοντα, το Τζώρτζη Σουμάκη, να πείσει τους Τούρκους να συλλάβουν τους πειρατές.
Ο Σουμάκης πήγε στη Γαστούνη, με διακόσια πενήντα τσεκίνια (10) στο πουγκί του, και βρήκε τον υποδιοικητή του Μοριά, καθώς ο σαντζάκμπεης έλειπε. Ο Οθωμανός αξιωματούχος δεν ήθελε να πάει στη Μεθώνη και ο Σουμάκης χρειάστηκε την επέμβαση του αδελφού του σαντζάκμπεη, που είχε χρηματίσει και αυτός σαντζάκμπεης παλιότερα, για να πειστεί ο υποδιοικητής. Ζήτησε εξακόσια τσεκίνια για τα ‘έξοδα’ του αλλά τελικά συμβιβάστηκε με τα διακόσια πενήντα. Στη Μεθώνη βρήκαν το Μονδίνο, και το σχέδιο ήταν να φέρουν τον Piers στην ξηρά, δήθεν για να συναντήσει τον υπαρχηγό του σαντζάκμπεη, και να συλληφθεί. Αν δεν το κατάφερναν θα προσπαθούσαν να τον πείσουν να τους πουλήσει το εμπόρευμα φτηνά, με τους ίδιους όρους που το πουλούσε στη Μεθώνη, και να τους επιστρέψει το πλοίο. Κάτι η ύποπτη απροθυμία του υποδιοικητή, κάτι το διπλό παιχνίδι ενός εμπόρου από τη Χίο – ενός Battista Giustinian που χρησιμοποίησαν σαν μεσάζοντα – κάτι η αδιαλλαξία του Piers, η αποστολή ναυάγησε.
Οι Βενετοί δεν έχασαν καθόλου την εμπιστοσύνη τους στις ικανότητες των Ζακυνθινών αρχόντων και μερικές βδομάδες αργότερα ανέθεσαν στο Τζώρτζη Σουμάκη καινούργια αποστολή. Ο διοικητής του Βενετικού στόλου του ζήτησε να πάει στο Αιγαίο να βρει σιτηρά για τις ανάγκες του φρουρίου της Κέρκυρας. Λόγω του ότι το πλοίο των Σιγούρων, που είχε σταλεί για να αγοράσει σιτηρά για τη Ζάκυνθο, είχε πέσει θύμα Άγγλων πειρατών λίγο νωρίτερα, ο νέος κυβερνήτης Maffio Michiel του ζήτησε να αγοράσει και για τις δικές της ανάγκες. Του έδωσε για συνοδεία και ένα μικρό Αγγλικό πλοίο, το ‘Blessing of God’. Το πλοίο του Σουμάκη το λέγανε ‘Gigante’ (11). Ας δούμε πως περιγράφει ο ίδιος τα γεγονότα που ακολούθησαν, σε ένα γράμμα που έγραψε στον αδελφό του Λουδοβίκο (η μετάφραση είναι από τα Αγγλικά αλλά το αρχικό κείμενο γράφτηκε στα Ιταλικά).
Αγαπητέ μου αδελφέ σε χαιρετώ. Το προηγούμενο γράμμα μου από το Ναβαρίνο σου έδωσε τις απαραίτητες λεπτομέρειες, και με αυτό το γράμμα θέλω να σου διηγηθώ περισσότερα για αυτό το ευλογημένο ταξίδι μου μέχρι τώρα, και παρακαλώ τον καλό Θεό να με οδηγήσει σώο πίσω. Τη 12η Φεβρουαρίου φύγαμε από το Ναβαρίνο με το Αγγλικό συνοδό για να συνεχίσω το ταξίδι μου, αν και γνώριζα πως ένα Αγγλικό πλοίο των οχτακοσίων τόνων με διακόσιους άνδρες βρισκόταν στη Μεθώνη. Το λένε ‘Dragon’, είχε πιάσει στο Λιβόρνο και επιβιβάσει τριάντα άνδρες του Μεγάλου Δούκα, και είχε δηλώσει πως είχε σαλπάρει με μοναδικό σκοπό να λεηλατήσει τους Τούρκους. Έτσι με βεβαιώσανε και το πίστεψα – γιατί ήταν ένας καπιτάνος, κάποιος Bimondo Franco, που ήταν με τους στρατιώτες του Μεγάλου Δούκα, και ένας Άγγλος από τη συνοδεία μου πήγε να τον δει, και μας είπε να μη φοβόμαστε τίποτα. Με κορόιδεψε όμως.
Το ‘Dragon’ ανήκε στον Άγγλο αριστοκράτη Thomas Sherley. Ο πατέρας του χρωστούσε πολλά χρήματα στη Βασίλισσα Ελισάβετ. Και οι τρεις γιοί της οικογένειας προσπάθησαν με την πειρατεία και άλλους τυχοδιωκτισμούς να αποκαταστήσουν τη γονική περιουσία (12). Ο μικρότερος αδελφός του, ο Anthony, είχε πριν λίγα χρόνια πάει στην Περσία και χωρίς εξουσιοδότηση είχε προσπαθήσει να στήσει συμμαχία με την Αγγλία εναντίον των Οθωμανών. Ο Thomas είχε ξεκινήσει από την Αγγλία με δύο καράβια, το γαλιόνι ‘Dragon’ και το μπρίκι ‘George’ του William Piers. Είχε επιτεθεί σε ένα Ολλανδικό πλοίο αλλά έχασε 50 από τους ανθρώπους του στη μάχη και το θήραμα ξέφυγε. Στο Λιβόρνο ο Φερδινάνδος Α΄ Μέδικος του παραχώρησε 30 ένστολους – Έλληνες, Βενετούς, και Φλωρεντινούς – για να αναπληρώσει τις απώλειες του.
Αμέσως μετά χώρισαν με τον Piers και ο Sherley έφτασε στη Τζια. Εκεί βγήκε στην ξηρά και απαίτησε να τους δοθούν τρόφιμα αλλά δημιουργήθηκε επεισόδιο. Στη συμπλοκή σκοτώθηκαν δύο ντόπιοι, αιχμαλωτίστηκε όμως ο Sherley και δύο από τους άνδρες του. Το πλήρωμα του ‘Dragon’ συνέχισε την πειρατική του δράση χωρίς τον καπετάνιο του.
O Anthony Sherley, αδελφός του Thomas. O Anthony, μαζί με το μικρότερο αδελφό τους Robert, έμεινε δέκα μέρες στη Ζάκυνθο το 1598, όταν τους πέταξαν έξω από το καράβι με το οποίο ταξίδευαν από τη Βενετία.
Συνεχίζει ο Σουμάκης:
Μόλις κινηθήκαμε προς το Αγγλικό πλοίο, έξω από τη Σαπιέντζα, σήκωσε και αυτό άγκυρα. Ήταν κάπου δύο ώρες πριν το ηλιοβασίλεμα – έτσι αρμενίζαμε στην ίδια πορεία. Μόλις είδα ότι μας πλησίαζε απευθύνθηκα στο συνοδό μου να δω τι θα πει. Ρώτησα αν είχε το κουράγιο να πολεμήσει αλλά απάντησε ‘Αν μπορείς, το καλό που σου θέλω βάλε το στα πόδια, γιατί δεν έχω καμία διάθεση να χτυπηθώ.’ Κάνοντας ανάλογα, εμπιστεύτηκα την τύχη μου στο Θεό, και πήγα προς την χώρα της Κορώνης, και καθώς έπεφτε η νύχτα ξέφυγα και ήρθα κάτω από την Κορώνη (μάλλον εννοεί το κάστρο), και το Αγγλικό, βλέποντας το, κόλλησε στο συνοδό μου. Κατά τη διάρκεια της νύχτας άλλαξα πορεία όσο καλύτερα μπορούσα για να τους αποφύγω, και το πρωί βρέθηκα ανοιχτά του Τσιρίγου, πλέοντας με όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις μεταξύ Τσιρίγου και Μήλου. Το Αγγλικό είχε μαζέψει πανιά και σταματήσει μεσοπέλαγα, ο κλέφτης ο συνοδός μου τους είχε πει τον προορισμό μας – αλλά όταν μας είδε, από τέσσερα με πέντε μίλια μακριά, έκανε πάλι πανιά. Για χάρη συντομίας δεν μπορώ να μπω σε λεπτομέρειες γιατί θα γέμιζα πενήντα κόλλες χαρτί – αρκεί να πω ότι μας κυνήγησε από τον Εσπερινό μέχρι το Ave Maria και έφτασε εντός βεληνεκούς (τα ναυτικά κανόνια της εποχής είχαν δραστικό βεληνεκές περίπου 500 μέτρα) γιατί ο αέρας μας εγκατέλειψε. Αλλά καθώς έδυε ο ήλιος ο αέρας δυνάμωσε και ξεφύγαμε. Είδαμε ότι το Αγγλικό άλλαξε πορεία και στάθηκε στα ανοιχτά. Καθώς μπαίναμε στο κόλπο της Μήλου είδαμε δύο σκάφη – νόμισα πως το ένα πρέπει να ήταν αυτό που πιάστηκε με τον πρόξενο da Mosto (το ‘Veniera’) , και το συνοδό του, και πραγματικά το ένα ήταν. Έβαλα τα λεφτά στη λάντζα του πλοίου και ξεμπαρκάρισα σε ένα ασυνήθιστο μέρος, και έτσι ξέφυγα στην πόλη της Μήλου. Δεν πρόλαβα να καλοβγώ στη στεριά και η λάντζα του πλοίου του da Mosto πλεύρισε το πλοίο μου με διαταγές προς τον καπετάνιο να με πάρει μαζί της. Ο κυβερνήτης γνώριζε ότι ήμουν εκεί γιατί το άλλο πλοίο στο λιμάνι ήταν το συνοδό μου, που είχε φτάσει εκεί πριν από μένα. Μόλις έμαθε ότι είχα βγει έξω με τα λεφτά έκανε ότι μπορούσε για να πάρει το πλοίο μου και να το κάψει, αλλά τον μεταχειρίστηκα τόσο καλά που τον έκανα, τον καπετάνιο (τον William Piers), τον καλύτερο φίλο μου, και έσωσα το πλοίο, αν και στεκόταν εκεί άχρηστο γιατί δεν μπορούσα να φύγω – γιατί παρόλο που ο καπετάνιος ήταν καλός μου φίλος, οι άνδρες του ήταν πραγματικοί σατανάδες. Καθώς στεκόμαστε εκεί άβολα είδαμε να έρχεται το ‘Dragon’ με τη λεία του, το ‘Caldiera’ (13) . Ο καπετάνιος του, μόλις έριξε άγκυρα, έστειλε και πήρε το δικό μας καπετάνιο στο καράβι του και του είπε, ‘Θέλω τα λεφτά και τον έμπορο ή θα σε βυθίσω.’ Ο καπετάνιος του είπε, ‘Ο έμπορος και τα λεφτά είναι στη στεριά, και κάμε ότι θες.’ Τότε αυτός πήρε όλους τους ναύτες και τα ρούχα τους και άφησε το πλοίο γυμνό. Μετά από δύο μέρες ο καπετάνιος μου έστειλε ένα γράμμα ζητώντας μου ένα χρηματικό ποσόν σαν λύτρα για το πλοίο του, αλλιώς θα χανόταν. Απάντησα ότι δεν μπορούσα να του δώσω τίποτα. Οι Άγγλοι άρχισαν τότε να παίρνουν τα κανόνια – όταν το είδα αυτό πήρα με το μέρος μου τον πρώτο Άγγλο καπετάνιο, ο οποίος λέγεται Piers, με τη βοήθεια δώρων, έτσι που μου έκανε μεγάλη εξυπηρέτηση, και είπε στο ‘Dragon’ ότι αν δεν με άφηναν ήσυχο θα τους πολεμούσε, γιατί δεν μπορούσε ποτέ να ανεχθεί να πάθω εγώ ζημιά ενώ μου είχε δώσει το λόγο του. Το χειρίστηκε τόσο καλά που μου άφησαν το πλοίο μου και μου δώσανε πίσω τα κανόνια μου, και επανέκτησα το πλοίο μου και τον καπετάνιο του.
Απεικόνιση γαλιονιού από το φυλλάδιο The three English brothers του 1607.
Τα βάσανα του μισσέρ Τζώρτζη δεν σταματούν όμως εδώ. Το γράμμα του συνεχίζεται:
Ενώ τα πράγματα ήταν σε αυτό το σημείο έφτασε ένα πλοίο που λέγεται ‘Bersatona’ από τα Χανιά, καπετάνιος ο Bortolo Pen υιός, με ένα φορτίο από λάδι, κρασί, και τυρί. Μόλις το είδε το ‘Dragon’ έστειλε τη λάντζα του, το κατέλαβε και λεηλάτησε το φορτίο του ‘Bersatona’. Ο άλλος Άγγλος πήρε και αυτός λίγο λάδι για το τραπέζι του και άλλα πράγματα που ήθελε – το ίδιο και το συνοδό μας (το ‘Blessing of God’) , για να μην φανούν λιγότερο γενναίοι άντρες και κύριοι. Πήραν επίσης το ημερολόγιο του καπετάνιου και το κράτησαν για δική τους χρήση. Χτες το ‘Dragon’ σήκωσε άγκυρα, αλλά καθώς το έκανε την έχασε, και έστειλε πάνω στο καράβι μας και πήρε την καλύτερη που είχαμε, και πήγε στο διάολο. Πιστεύω ότι πηγαίνει στη Τζια, γιατί ο κυβερνήτης του είχε συλληφθεί εκεί. Μου λένε ότι είναι ένας κύριος που δεν θα λήστευε ποτέ Χριστιανούς – αλλά ότι τρείς από το πλήρωμα του έκαναν ανταρσία και κατέλαβαν τα πλοία του, και λεηλατούν ότι βρουν, δε λέω τίποτα για τους άλλους δύο Άγγλους πειρατές και τους άλλους δύο Ισπανούς, οι οποίοι επίσης τριγυρίζουν σαν κουρσάροι, και έτσι είμαι σε δύσκολη θέση και δεν ξέρω κατά που να πάω, γιατί κανένας δρόμος δεν είναι ανοιχτός. Είναι πολλοί έμποροι εδώ με μικρά σκάφη από τη Μήλο που μου φέρνουν σιτηρά. Πρόσφερα πενήντα πέντε άσπρα (14) το Chilo (15) και θα πάω στα εξήντα έξι και στα εβδομήντα αν χρειαστεί. Αλλά σου λέω να πας στον Proveditore (κυβερνήτη, πρεβεδούρο) και να του τα πεις όλα για να γράψει στη Γερουσία – και να γράψεις επίσης στον Proveditore του Στόλου στην Κέρκυρα, λέγοντας του όλα όσα έγιναν – να του πεις ακόμα, ότι αν το εγκρίνει, θα πληρώσω ογδόντα για τα σιτηρά, αλλά καλύτερα να έρθει εδώ ο ίδιος, γιατί ανάμεσα σε τόσους πειρατές έχω λίγες ελπίδες να ξεφύγω. Ευλογημένη θα ήταν η ώρα αν είχαμε αρμενίσει εδώ παρέα με τα γαλιόνια του, γιατί χωρίς αμφιβολία αυτά τα δύο Αγγλικά καράβια θα είχαν πέσει στα χέρια του, γεμίζοντας τον με δόξα – και αν έρθει ακόμα και τώρα προς το Τσιρίγο δεν μπορεί παρά να κάνει αυτό που θέλει. Βλέπεις οι Άγγλοι έχουν διαβάσει τα γράμματα που βρήκαν πάνω στο ‘Bersatona’, και ξέρουν ότι η γαλέα ‘Balbi’ και άλλα πλοία έρχονται, και θα τα περιμένουνε ανάμεσα στον Κάβο Μαλιά και την Κρήτη – δεν θα κινηθούνε μακριά από κει – έτσι πρέπει να έρθει όσο πιο γρήγορα μπορεί για να σώσει αυτά τα πλοία, αλλιώς δεν βλέπω καμία πιθανότητα να ξεμπερδέψουμε. Γράφω και στον Proveditore με όλες τις πληροφορίες. Εκτός από τους Άγγλους και τους Ισπανούς υπάρχουν και άλλοι πειρατές που σπέρνουν καταστροφή στη ναυτιλία και γεμίζουν πανικό το Αρχιπέλαγος.
Αυτά για την ώρα. Προσευχήσου στο Θεό να με βγάλει σώο από αυτά, και ο Κύριος να σε φυλάει.
Μήλος, 27η Φεβρουαρίου 1602 (με το Βενετικό ημερολόγιο, 1603 με το σημερινό)
Με αγάπη ο αδελφός σου,
Τζώρτζης Σουμάκης
Ο μισσέρ Τζώρτζης μάλλον τα κατάφερε τελικά. Σε κείνους τους δύσκολους καιρούς όμως δεν μπορούσε κανείς να περιμένει ταξίδια χωρίς κινδύνους και απρόοπτα. Στις 6 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου ο πρεβεδούρος της Ζακύνθου Maffio Michiel έγραφε στο Δόγη και τη Γερουσία:
Ο Έλληνας (ένας ναύτης από Χιώτικο bertone, θύμα πειρατείας) επίσης δηλώνει ότι ο Μπέης της Δαμιέτας (το λιμάνι Dumyāṭ της Αιγύπτου) συνέλαβε το σινιόρ Γεώργιο Σουμάκη και τον έστειλε στη Ρόδο, όπου ο καπουδάν (Οθωμανός ναύαρχος) Cigala (ένας Ιταλός που αιχμαλωτίστηκε νέος και εξισλαμίστηκε) τον πήρε μαζί με το μισό του πλήρωμα πάνω στο πλοίο του.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 11 του μήνα, έγραφε:
Λόγω της σύλληψης του Γεωργίου Σουμάκη, τώρα επιβεβαιωμένης, ειδοποίησα όλους τους εγγυητές ότι τα χρήματα της ασφάλειας είναι πληρωτέα στα συνηθισμένα χρονικά περιθώρια.
Δεν έχω βρει πληροφορίες για την κατάληξη αυτής της ιστορίας, φαντάζομαι όμως πως, μετά από διπλωματική πίεση και την καταβολή σημαντικών ποσών, ο Σουμάκης και το πλήρωμα του απελευθερώθηκαν. Για έναν ευγενή με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, όπως ο μισσέρ Τζώρτζης, πρέπει να άλλαξαν χέρια κάμποσες χιλιάδες τσεκίνια. Αρκετά ίσως για να αγοράσει κανείς ένα καράβι – ας πούμε ένα καράβι λεφτά.
-----------------------------------------------------------------------------------
(1) Juergen Schulz, The new palaces of Medieval Venice, σελ. 123, σημ. 79.
(2) Λεωνίδας Ζώης, Λεξικόν, τόμος Α΄, σελ. 603. Πάντως η Maria Fusaro προειδοποιεί για λάθη και ανακρίβειες στη γενεαλογία των Σουμάκηδων, τόσο από το Λ. Ζώη όσο και από τον Α. Ραγκαβή.
(3) Maria Fusaro, Coping with transition: Greek merchants and ship owners between Venice and England in the late sixteenth century, Oxford University, 2005, σελ. 20, σημ. 87.
(4) Archivio di Stato di Venezia, Progetto Divenire, Miscellanea documenti turchi, documento n. 909.
(5) Ο Giacomo Ragazzoni, μαζί με τον αδελφό του Placido, ήταν Βενετοί μεγαλέμποροι που, αντίθετα με τον κανόνα, δεν είχαν αριστοκρατική καταγωγή. Έκαναν εμπόριο από τα Επτάνησα προς τη Βενετία και την Αγγλία, και συνεργάζονταν τόσο με τους Σουμάκηδες όσο και με τους Σιγούρους.
(6) Στις αρχές Αυγούστου του ίδιου χρόνου οι προύχοντες της Μάνης είχαν απευθύνει επιστολή στον πάπα ζητώντας βοήθεια.
(7) Η Μεσογειακή ναυτική παράδοση είχε βασιστεί για πολλούς αιώνες στα τριγωνικά πανιά, τα λεγόμενα λατίνια, ενώ η Βορειοευρωπαϊκή στα τετράγωνα. Οι Βορειοευρωπαίοι είχαν όμως από καιρό αρχίσει να χρησιμοποιούν και λατίνια, εκμεταλλευόμενοι με το συνδυασμό των πανιών τα πλεονεκτήματα και των δύο τύπων.
(8) Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι ήταν από τον τύπο πλοίων που χρησιμοποιούσαν κατά κόρον οι Άγγλοι. Οι Βενετοί τα ονόμαζαν bertoni και οι Άγγλοι race galleons. Η λέξη race δεν έχει σχέση με αγώνες ταχύτητας αλλά προέρχεται από το Γαλλικό vaisseau rasé, που σημαίνει ένα πλοίο ξυρισμένο από όλες τις περιττές υπερκατασκευές.
(9) Μικρό δικάταρτο πλοίο που προήλθε από το μπριγκαντίνι.
(10) Χρυσά Βενετικά δουκάτα. Του τα είχε δώσει ο πρεβεδούρος Bondumier για να δωροδοκήσει τους Τούρκους όπως συνηθιζόταν.
(11) Η πληροφορία για το όνομα του πλοίου του Σουμάκη αναφέρεται στην εισαγωγή του Calendar of State Papers and Manuscripts Relating to English Affairs, Existing in the Archives and Collections of Venice,and in other Libraries of Northern Italy, Volume IV, 1592 – 1603, Preface, σελ. Lxv. Στα δημοσιευμένα στο βιβλίο έγγραφα δεν αναφέρεται το όνομα του σκάφους.
(12) Στην Αγγλία τα ‘κατορθώματα’ των αδελφών εκδόθηκαν σε φυλλάδιο το 1607 και ανέβηκε θεατρικό έργο με το ίδιο θέμα.
(13) Το ‘Caldiera’ ήταν ένα μικρό Βενετικό πλοίο που μαζί με το μεγαλύτερο ‘Salvatore’ είχαν βγει στο Αιγαίο να αγοράσουν στάρι. 40 μίλια από τη Μήλο πέσανε πάνω στο ‘Dragon’. Το ‘Caldiera’ παραδόθηκε αμέσως αλλά το ‘Salvatore’ έδωσε μάχη. Μετά από μισή ώρα όμως το ‘Salvatore’ είχε αρχίσει να κάνει νερά και αναγκάστηκε να παραδοθεί και αυτό. Οι πειρατές πήραν αρκετά χρήματα και αγαθά που πούλησαν φτηνά στη Μήλο. Σύμφωνα με τον καραβοκύρη του ‘Caldiera’ οι Άγγλοι πειρατές είχαν σπίτια στη Μήλο και απολάμβαναν πλήρη ελευθερία κινήσεων.
(14) Το άσπρον ήταν Βυζαντινό νόμισμα αλλά εδώ πρόκειται για το κύριο Οθωμανικό μέσο χρηματικών συναλλαγών, που στα Τουρκικά λέγεται akçe. Ήταν ασημένιο νόμισμα με σχετικά μικρή αξία. 85 άσπρα ήταν περίπου ίσης αξίας με ένα Βενετικό τσεκίνι.
(15) Εδώ δεν πρόκειται για το γνωστό μας κιλό αλλά για το κοιλόν – 62 λίτρες, ή κάτι λιγότερο από ένα βατσέλι.