Αυτή η ανάρτηση έχει την αφετηρία της σε ένα αστείο της περασμένης άνοιξης. Ο Παναγιώτης μου έστειλε την παραπάνω εικόνα ζητώντας μου να προσδιορίσω το γεγονός της Ζακυνθινής ιστορίας που αναπαριστούσε, την ταυτότητα του εικονιζόμενου πάνω δεξιά, και το μοναστήρι σε πρώτο πλάνο. Δεν την είχα ξαναδεί, ή τουλάχιστον δεν τη θυμόμουνα, και προσπάθησα να μαντέψω χρονολογώντας την. Τη χρονολόγησα με αρκετή επιτυχία στα 1700, ή και λίγο αργότερα, και ... έπεσα έξω και στις τρεις απαντήσεις που μου ζήτησε. Η εικόνα προέρχεται από ένα άρθρο του Ακαδημαϊκού Γεωργίου Σωτηρίου στη Νέα Εστία το 1930. Για να μην πολυλογώ, αυτό είναι το άρθρο:
(Πατήστε για μεγέθυνση)
Πρέπει να ομολογήσω ότι φέρω βαρέως την αποτυχία μου να ανακηρυχθώ επίτιμος δημότης Αργασίου – τέτοια υπόσχεση είχα πάρει σε περίπτωση που απαντούσα σωστά. Με το Αργάσι με δένουν αναμνήσεις που πάνε πίσω στα νηπιακά μου χρόνια. Τότε, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, πηγαίναμε με τον πατέρα μου και τη μάνα μου για μπάνιο στον Άγιο Στάθη και στη Μιμόζα, καβάλα και οι τρεις σε ένα κόκκινο scooter. Στα σχολικά μου χρόνια πήγαινα μόνος μου, ή και με παρέα, με το ποδήλατο. Αργότερα πηγαίναμε με ποδήλατα και με τη γυναίκα μου, πριν παντρευτούμε, μέχρι πάνω στις πλαγιές των κατάφυτων, ανοικοδόμητων τότε, λόφων. Εκτός από τη σκασίλα μου, τυχαίνει και να μην γίνεται να είναι το μοναστήρι της εικόνας η Σκοπιώτισσα που να τηνε κάμει ο Θέος. Να με συγχωρεί όποιος προσβάλλεται από την έκφραση αλλά έτσι λέμε εμείς οι Ζακυνθινοί – χαρακτηριστικά βλάσφημοι και ας το προσάπτουμε αυτό στους Κεφαλλονίτες. Πρέπει επίσης να πω ότι και ο ίδιος ο Παναγιώτης είχε έντονες αμφιβολίες για την ταυτότητα του μοναστηριού. Υποψιάζομαι μάλιστα ότι το Mαγιάτικο αστείο του έκρυβε την επιθυμία του να συζητήσει αυτές τις αμφιβολίες. Δια ταύτα επανέρχομαι δριμύτερος και δημόσια.
Οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορεί να είναι η Σκοπιώτισσα είναι οι ακόλουθοι:
1) Η Σκοπιώτισσα βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο του αυχένα του Σκοπού, σε ύψος πάνω από 400 μέτρα. Το βουνό, μεγάλος λόφος τεχνικά, χαρακτηρίζει τη μονή. Γι αυτό άλλωστε η Παναγία πήρε αυτό το επίθετο. Το εικονιζόμενο μοναστήρι αντίθετα δεν φαίνεται να βρίσκεται σε ύψωμα αλλά μάλλον δίπλα σε κάποιον όχτο, όχι ψηλότερο από 3-4 μέτρα το πολύ.
2) Το εικονιζόμενο μοναστήρι δίνει έντονα την εντύπωση ότι είναι παραθαλάσσιο, κάτι που βέβαια δεν συμβαίνει με τη Σκοπιώτισσα.
3) Ο δημιουργός φαίνεται να ατένιζε το τοπίο από μια θέση ψηλότερα από τη μονή, λίγο πίσω και δυτικά. Τέτοιο σημείο όμως στη Σκοπιώτισσα δεν υπάρχει, ο Τηλέγραφος είναι αρκετά μακριά και όχι πίσω. Ακόμη και αν ο δημιουργός φαντάστηκε τον εαυτό του να αιωρείται σε εκείνο το σημείο, τότε στα βορειοανατολικά της εκκλησίας θα έπρεπε μάλλον να απεικονίζει μέρος του όγκου της Τούρλας και όχι τη θάλασσα.
4) Αν ο δημιουργός είχε δει το τοπίο από την Τούρλα η εκκλησία θα ήταν πίσω αριστερά του (δυτικά) και όχι μπροστά και δεξιά του. Δεν θα μπορούσε να βλέπει ταυτόχρονα το Πόρτο και τη Σκοπιώτισσα χωρίς να γυρίσει το κεφάλι του.
5) Κοιτάζοντας από το Σκοπό, το Κάστρο δεν κρύβει τον ορίζοντα προς βορράν. Φαίνεται η δυτική ακτογραμμή της Ζακύνθου πίσω του, πχ Γάιδαρος, Τραγάκι κλπ.
6) Ο δημιουργός δεν ήταν νατουραλιστής, ούτε δεξιοτέχνης της προοπτικής, κάθε άλλο. Όμως έκανε εμφανή προσπάθεια να δώσει βάθος στο τοπίο. Τα γεφύρια, η Επισκοπιανή, ο Άγιος Νικόλας του Μόλου, όλα εμφανίζονται πολύ μεγαλύτερα από τα υπόλοιπα κτίρια της Χώρας, δηλαδή σημαντικά πλησιέστερα στον αγιογράφο. Αν ο αγιογράφος βρισκόταν στο Σκοπό η διαφορά απόστασης θα ήταν αμελητέα, και η διαφορά μεγέθους μεταξύ κοντινών και απομακρυσμένων κτιρίων της Χώρας θα μηδενιζόταν. Η εικονιζόμενη εκκλησία πρέπει λοιπόν να βρισκόταν κάπου γύρω στα Λαζαρέτα.
7) Ο εικονιζόμενος Άγιος Σπυρίδων, στον οποίο μάλιστα αναγράφεται δοξαστικός χαιρετισμός, δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με τη Σκοπιώτισσα από όσο γνωρίζουμε.
8) Η Σκοπιώτισσα, σε αντίθεση με την εικονιζόμενη εκκλησία, διαθέτει χαρακτηριστικό τρούλο. Αν και δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι για το αν είχε τρούλο το 1727, αναφέρεται πως σχεδιάστηκε με τέτοιον για πρώτη φορά το 1534 (1).
Η Σκοπιώτισσα από την Τούρλα, πριν από ένα αιώνα. Στο βάθος ο κόλπος του Λαγανά. Είναι φανερό πως δεν υπάρχει σημείο ψηλότερα από τη μονή από το οποίο να μπορεί κανείς να βλέπει ταυτόχρονα και το μοναστήρι και τη Χώρα.
Εφόσον είπαμε ότι, όπως δείχνει η προοπτική της εικόνας, η εκκλησία αυτή και τα γύρω κτίσματα πρέπει να βρίσκονταν κάπου στα Λαζαρέτα, είναι επόμενο να αναρωτηθούμε μήπως πρόκειται για αναπαράσταση του ίδιου του λοιμοκαθαρτηρίου. Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται για το Παλιό Λαζαρέτο. Έχουν διασωθεί απεικονίσεις του, σχέδια της κάτοψης του, και μέρος της τοιχοποιίας. Ήταν κτίσμα παραλληλόγραμμο, σχεδόν τετράγωνο. Η πύλη ήταν προς την πλευρά της θάλασσας και όχι προς το Βασιλικό. Διέθετε δύο εκκλησάκια, πολύ μικρά σε σχέση με το μέγεθος του, ένα ορθόδοξο και ένα καθολικό. Στην εικόνα μας η εκκλησία είναι μία και δεσπόζει του οχυρωμένου χώρου, ο οποίος έχει σχήμα ακανόνιστο. Πρέπει επομένως να ήταν το ένα από τα δύο μοναστήρια της περιοχής.
Μεταξύ Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίου Σπυρίδωνα στσί Σγούρνες διαλέγουμε το δεύτερο, και όχι μόνο γιατί στην εικόνα απεικονίζεται ο Άγιος Σπυρίδων. Ο άλλος λόγος είναι το σημείο που απεικονίζεται ο άγιος. Δίνεται η εντύπωση ότι πρόκειται για κάποια σπηλιά. Στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα μικρό ύψωμα, ύστατη προέκταση του Σκοπού, που πριν την κατασκευή του δημόσιου δρόμου άγγιζε σχεδόν το μοναστήρι. Αυτό το μικρό ύψωμα, το πρώτο που συναντάμε στα σύνορα του Αργασιού, χρησιμοποιήθηκε από τον αγιογράφο για να ‘στεγάσει’ την αναπαράσταση του αγίου και της οικογένειας των αφιερωτών. Είναι αυτό που φαίνεται στα αριστερά της επόμενης φωτογραφίας. Μέχρι το 1900 τουλάχιστον, αυτό το ύψωμα ήταν γυμνό από δέντρα, όπως φαίνεται σε φωτογραφία της ιδιωτικής συλλογής του Ντίνου Κονόμου (2). Παρά τα δέντρα, το σχήμα του είναι και σήμερα καθαρά ορατό, και ίδιο με την κωδονόσχημη απεικόνιση στο κάτω αριστερό άκρο της εικόνας του 1727. Πίσω του το έδαφος ανηφορίζει προς τις πλαγιές του Σκοπού, δίνοντας άλλα, μεγαλύτερα υψώματα. Στην άλλη πλευρά του δρόμου φαίνεται η πρόσφατα αναστυλωμένη εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Στο βάθος το Κάστρο.
Συγκρίνετε το σχήμα του υψώματος και τη θέση του ως προς την εκκλησία με την εικόνα του 1727.
Ο προσανατολισμός της εκκλησίας στην εικόνα και στην πραγματικότητα είναι περίπου ίδιος. Παρά το ότι οι πραγματικές αναλογίες του χώρου είναι αισθητά αλλοιωμένες στην εικόνα, αν παραβληθούν οι άξονες των εκκλησιών σε σχέση με το Κάστρο θα σχηματίσουν οξύτατη γωνία.
Το καμπαναριό μοιάζει πολύ με αυτό του 1727 και η θέση του είναι ελάχιστα διαφορετική, ο προσανατολισμός του όμως διαφέρει πολύ. Δεν υπάρχει πάντως λόγος να υποθέσουμε ότι το καμπαναριό δεν έπεσε σε κάποιο σεισμό και δεν αναστυλώθηκε με διαφορετικό προσανατολισμό.
Σε ένα χάρτη του Joseph Roux, του 1764, το μοναστήρι φαίνεται να έχει αποκτήσει και δεύτερο, οξύρυγχο καμπαναριό, καθώς και αμυντικό πύργο. Εξακολουθεί να περιβάλλεται από ανισοϋψές τείχος ακανόνιστου σχήματος, όπως στην εικόνα του 1727.
Μια άλλη παρατήρηση που μπορούμε να κάνουμε είναι ότι η εκκλησία και το καμπαναριό φαίνονται χτισμένα σε σημείο ψηλότερο από τα άλλα κτίσματα της μονής. Αυτός είναι μάλλον ο λόγος που διατηρήθηκαν. Όσα εδάφη βρίσκονταν χαμηλότερα πιθανότατα διαβρώθηκαν από τη θάλασσα. Η θαλάσσια διάβρωση έχει μεταβάλει σημαντικά την παραλία στην περιοχή. Έτσι τα ερείπια του Αγίου Κωνσταντίνου, ο οποίος ανατινάχτηκε από τους Ιταλούς στην κατοχή, βρέθηκαν μισοσκεπασμένα από το νερό, και σχετικά πρόσφατα εξαφανίστηκαν τελείως κάτω από μπάζα, όπως ανέφερε σε σχετικό άρθρο της πριν από κάμποσα χρόνια η Μαρία Σιδηροκαστρίτη – Κοντονή. Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση είναι η γέφυρα που κατασκευάστηκε στο δρόμο του Αργασιού το 1805 και σήμερα ενώνει τη θάλασσα με ... τη θάλασσα. Μπάζα, πολλά από το σεισμό του ’53, ζώνουν και τη σημερινή εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Πάνω από μπάζα έχει διαμορφωθεί ο περιβάλλων χώρος.
Κάτι που προκαλεί απορία, ίσως και σύγχυση, στο μελετητή της εικόνας του 1727, είναι πως μεταξύ της μονής και της γέφυρας της Επισκοπιανής δεν απεικονίζεται κανένα κτίσμα. Γνωρίζουμε όμως πως το 1727 βρισκόταν εκεί το Παλιό Λαζαρέτο, που ήταν και το πιο κοντινό κτίριο στον Άγιο Σπυρίδωνα. Μετά το Λαζαρέτο βρισκόταν το μοναστήρι του Αγίου Κωνσταντίνου και μετά από αυτό μερικοί ανεμόμυλοι (3). Απουσιάζουν όλα! Πρόκειται κατά τη γνώμη μου για συνειδητή επιλογή του δημιουργού. Το Λαζαρέτο ήταν τόσο μεγάλο και τόσο κοντινό που, αν απεικονιζόταν, αφενός μεν θα επισκίαζε το μοναστήρι, αφετέρου δε θα απέκρυπτε ένα σημαντικό μέρος του φόντου. Για να υπερκεράσει αυτό το πρόβλημα ο αγιογράφος επέλεξε ένα υπερυψωμένο σημείο παρατήρησης, και μετέβαλλε κάπως τις φυσικές αναλογίες του τοπίου. Κοιτάζοντας τη Χώρα από κάποιο ύψος δεν παρεμβάλλεται ο όγκος του Λαζαρέτου. Αφ’ υψηλού ήταν εξάλλου ο μόνος στεριανός τρόπος να απεικονιστεί ολόκληρο το μοναστήρι και ταυτόχρονα ολόκληρη η Χώρα. Το μικρό ύψωμα κρύβει όλα τα κτίσματα νότια του ποταμιού, αφήνοντας μόνο μια λωρίδα άμμου να φαίνεται δίπλα και από πάνω του. Έτσι τίποτα δεν επισκιάζει το μοναστήρι ή αποσπά την προσοχή.
Τι σχέση όμως έχει ο Άγιος Σπυρίδων με τη ναυμαχία της Ναυπάκτου; Ο πολιούχος της Κέρκυρας ήταν ο σημαντικότερος άγιος και προστάτης των Ορθοδόξων Επτανησίων στις αρχές του 18ου αιώνα. Η ανακήρυξη της αγιότητας του Ζακυνθινού Αγίου Διονυσίου είχε γίνει σχετικά πρόσφατα, το 1703, και το λείψανο του είχε μεταφερθεί στη Ζάκυνθο από τα Στροφάδια μόλις μια δεκαετία πριν τη δημιουργία της εικόνας. Την ίδια ακριβώς εποχή με τη μετακομιδή είχε αποδοθεί στον Άγιο Σπυρίδωνα η σωτηρία της Κέρκυρας από μεγάλη Οθωμανική επίθεση. Δεν είναι λοιπόν παράξενο να βλέπουμε μια αναδρομική απόδοση στον Άγιο Σπυρίδωνα και της λυτρωτικής για τα Ιόνια νησιά νίκης του 1571.
Η παρτέντζα του στόλου της Sacra Lega για τη μεγάλη ναυμαχία έγινε πραγματικά στις 3 Οκτωβρίου. Για να ακριβολογούμε όμως ήταν μόνο μία από τις αναχωρήσεις που οδήγησαν στη σύγκρουση στο στόμιο του Πατραϊκού. Επιπλέον, η συγκεκριμένη δεν είχε γίνει από τη Ζάκυνθο αλλά από τον κόλπο της Ηγουμενίτσας, και είχε φέρει το Χριστιανικό στόλο στο Φισκάρδο της Κεφαλονιάς. Από εκεί απέπλευσαν για τις Εχινάδες, όπου πέρασαν την τελευταία νύχτα πριν τη μάχη. Δεν προσορμίστηκαν ποτέ στη Ζάκυνθο όπως υποστηρίζει το άρθρο. Ίσως τα Ζακυνθινά πλοία, μαζί με κάποια από τα Κρητικά, να είχαν φύγει από τη Ζάκυνθο στις 3 Οκτωβρίου αλλά η ημερομηνία φαίνεται πολύ προχωρημένη. Σε αυτή την περίπτωση θα είχαν ενωθεί με το συμμαχικό στόλο στην Κεφαλονιά δυο-τρεις μέρες πριν τη ναυμαχία που έγινε στις 7 Οκτωβρίου.
Είναι αρκετά φανερή η επιθυμία του δημιουργού να τονίσει, κάπως υπερβολικά, το ρόλο της Ζακύνθου σε αυτό το σημαντικό ιστορικό γεγονός. Η υπόθεση που κάνει ο αρθρογράφος ότι ίσως πρόγονοι των αφιερωτών είχαν συμμετάσχει ενεργά στα συμβάντα φαίνεται σωστή. Μάλλον δεν είναι τυχαίο το ότι η εικόνα βρισκόταν το 1930 στην κατοχή της οικογένειας Βολτέρα. Ο Βαρθολομαίος Βολτέρας ήταν ο άνθρωπος που το 1571 είχε δώσει τη διαταγή στους Στρατιώτες Γαήτα και Βούλτσο να προχωρήσουν στην αναγνωριστική αποστολή για την οποία έγραψε ο Σπυρίδων Δε Βιάζης. Ο γενναίος υπερασπιστής του Κάστρου Polo Contarini, που απεικονίζεται στην πάνω δεξιά γωνία της εικόνας παρόλο που δεν είχε συμμετάσχει στην περίφημη ναυμαχία, ήταν στρατιωτικός και πολιτικός του προϊστάμενος.
-------------------------------------------------------------------
(1) Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος: Πεντακόσια Χρόνια (1478 – 1978), τόμος δεύτερος, Ύπαιθρος Χώρα, σελ. 45.
(2) Ύπαιθρος Χώρα, σελ. 35.
(3) Ο Άγιος Χαράλαμπος χτίστηκε ένα-δύο χρόνια αργότερα, με την επιδημία της πανούκλας.
Αγαπητέ Παύλο, δεν φαντάστηκα ποτέ μετά απο εκείνο το quiz θα έκανες τέτοια ανάλυση!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω καταλήξει οτι ο καλλιτέχνης ήθελε να απεικονίση τον Αγιο Σπυρίδωνα, αλλα μου εχει κάνει σφάλματα και με μπερδεύει. Π.χ η πόρτα και τα παράθυρα του Ναού ειναι στην αντίθετη πλευρά απο αυτή που ειναι σήμερα... Πρέπει να ήταν πολυ αφηρημένος ζωγράφος!!! Επίσης άσχετο με τον Ναό, οι 2 γέφυρες ειναι πολύ κοντά η μια με την άλλη!
Πάντος με μια τέτοια ανάρτηση ίσως αναθεωρήσω και τελικά ανακυρηχθείς επίτιμος δημότης Αργασίου!
Παναγιώτης!
Ω! πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση και χαίρομαι που συμετείχα και εγώ λίγο στο quiz.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε την εις άτοπον απαγωγή που χρησιμοποίησες έχεις χίλια δίκια.
Εχει τεθεί ομως ,οχι από μένα, η πιθανότητα να απεικονίζεται το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης του Σαβόγια (1664),κάτοψη-όψη του οποίου υπάρχει στη σελίδα 23 στο ΥΠΑΙΘΡΟΣ ΧΩΡΑ του Ντίνου Κονόμου.
Παναγιώτη, παράθυρα πρέπει να είχε και από τις δύο πλευρές. Στη φωτογραφία του Κονόμου, του 1900, νομίζω ότι μπορώ να διακρίνω ανοίγματα προς την ξηρά. Τώρα βέβαια με τα μπάζα που πέσανε για να φτιαχτεί ο δρόμος τα έχουν κλείσει. Κολλητά στον τοίχο της εκκλησίας υπάρχει τοιχίο αντιστήριξης -- έτσι το λένε Μαρία;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα γεφύρια τα στρίμωξε, έχεις δίκιο, αλλά το στρίμωγμα είναι γενικό.
Μαρία, η προσφορά σου, ιδιαίτερα στην κωδικοποίηση επιχειρημάτων, είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο πιστεύεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠες μου περισσότερα για την Αγία Αικατερίνη. Γιατί να είναι αυτή;
(Για μπάνιο στον Άγιο Στάθη και στη Μιμόζα,στα σχολικά μου χρόνια πήγαινα μόνος μου, ή και με παρέα, με το ποδήλατο.)
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια... που μου θύμισες !!!
Έχουμε πάει και μαζί ???
Γιάννης
Ποδηλατάδα ναι,σίγουρα. Με το παλιό ποδήλατο, το γερμανικό. Για μπάνιο δε θυμάμαι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι μπράβο, με το παλιό ποδήλατο, το γερμανικό του πατέρα μου !!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή