Υποθέτω πως κάποτε περιείχε κατιτί Made in China. Τη βρήκα, καταχωνιασμένη μαζί με άλλες, στο ντουλάπι κάτω από τη σκάλα. Μου θύμισε κάτι που είχε γράψει ο μακαρίτης ο Yılmaz Güney περιγράφοντας σαρκαστικά τους καιρούς μας. Δεν θυμάμαι ακριβώς πως το είχε πει: η Εποχή, ή ο Πολιτισμός, του Πλαστικού. Πλαστικές σακούλες, πλαστικά λουλούδια, πλαστικό χρήμα, πλαστικές σημαίες, πλαστικές συνειδήσεις.
Μου θύμισε επίσης τον Enver Hoxha, που η Αλβανία του ήταν, υποτίθεται, ‘ο φάρος του Κόσμου’. Η Ζάκυνθος νησί του πολιτισμού!!! Exo Chora Bay baby, και κουλτούρα να φύγουμε! Όχι πως δεν παράγει η Ζάκυνθος πολιτισμό. Υπάρχουν και σήμερα αξιόλογοι Ζακυνθινοί εκπρόσωποι του πολιτισμού – πως να μην υπάρχουν με μια τόσο πλούσια παράδοση – αλλά ακόμα και η Αλβανία του Hoxha είχε κάποιους σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους, όπως ο Ismail Kadare. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση οι φωτεινές εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον έρμο και σκοτεινό κανόνα. Η απελπισμένη πάλη μιας μειοψηφίας να αποφύγει τη βρώση από το απόλυτα κυρίαρχο, αδηφάγο πλαστικό μόνο νησί του πολιτισμού δεν κάνει τη Ζάκυνθο.
Υπάρχουν, δεν ξέρω πόσοι ακριβώς, οχτώ, ή ίσως δέκα, ορισμοί του τι είναι πολιτισμός. Από αυτούς βέβαια αφορούν την περίπτωση μας μόνο αυτοί που αναφέρονται στην ύπαρξη ή παραγωγή πνευματικών αγαθών. Η Ζάκυνθος, για λόγους αντικειμενικούς, δεν μπορεί να διακριθεί στην παραγωγή υλικών.
Όσον αφορά τον τοπικό μας πολιτισμό, τα ιδιαίτερα μας γνωρίσματα, ελάχιστα πράγματα απομένουν από μια έντονα Επτανησιακή κουλτούρα. Κάποτε, η μεγαλύτερη αξία για ένα Ζακυνθινό ήταν η τιμή του. Αν σου τη θίγανε έβγαζες μαχαίρι, ή κλαδευτήρι, ή τέλος πάντων ότι είχες απάνω σου, και χυνότανε αίμα. Τώρα, αν σε πει κάποιος άτιμο θα τον κοιτάξεις με ορθάνοιχτα μάτια και θα αναρωτηθείς: Μωρέ από που τον φέρανε τούτον;
Η υπέρτατη αξία σήμερα είναι η εξυπνάδα. Όχι το να είσαι έξυπνος, αλλά το να είσαι ξύπνιος. Ο ξύπνιος δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλο IQ. Κυρίως δεν έχει αρχές – καθόλου. Δεν σέβεται τίποτα, και δεν τον ενδιαφέρει κανένας και τίποτα. Εκτός από το να κάμει τη δουλειά του. Όχι τη δουλειά που πληρώνεται να κάνει. Αυτό το κάνει αυτός που στέκεται στον αντίποδα του ξύπνιου, ο μαλάκας, ή, για να θυμόμαστε κάποιους ντόπιους, αποθνήσκοντες όρους, ο μιναδόρος. Θεωρείται μεγάλη μαλακία να κάνεις τη δουλειά για την οποία πληρώνεσαι. Ένα από τα μεγαλύτερα όνειρα του ξύπνιου είναι να είναι αργόμισθος.
Ας μου επιτραπεί εδώ μια μικρή παρένθεση για να εκθειάσω την Ελληνική εφευρετικότητα, την οποία οι Νεοζακυνθινοί έχουν εξυψώσει σε αξεπέραστη τέχνη. Δεν υπάρχει στα Αγγλικά, και σε πολλές άλλες γλώσσες στοιχηματίζω, λέξη αντίστοιχη του αργόμισθος. Όπως δεν υπάρχει και λέξη αντίστοιχη ενός άλλου ιδανικού προτερήματος των ξύπνιων, του τζαμπατζή. Γι αυτό βεβαίως οι λαοί που στερούνται τέτοιων αξιών λέγονται και κουτόφραγκοι.
Ο ξύπνιος φροντίζει – αν παρ’ ελπίδα αναγκαστεί να πάει στον τόπο της επί πληρωμή εργασίας του – να κάνει όσο το δυνατόν λιγότερα. Υπάρχει μια λαϊκή έκφραση που περιγράφει Λακωνικά αυτή τη δραστηριότητα του ξύπνιου – συμπτωματικά αρχίζει από ξύ- – αλλά ας διατηρήσουμε ένα μίνιμουμ γλαφυρότητας. Αν πάντως ο ξύπνιος είναι αρκετά ξύπνιος, δηλαδή έχει γερό δόντι, θα πάρει αύξηση και προαγωγή σαν να δούλευε σκυλίσια.
Η φράση ‘να κάμει τη δουλειά του’ σημαίνει να εξυπηρετήσει το προσωπικό του συμφέρον, το νιτερέσο του. Εννοείται πως συνήθως το συμφέρον του είναι αντίθετο με οποιονδήποτε ισχύοντα νόμο ή κανονισμό. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που ο στόχος του ξύπνιου δεν είναι παράνομος, θα φροντίσει να παρακάμψει οποιονδήποτε προηγείται για ‘να κάμει τη δουλειά του’ γρηγορότερα. Υπέρτατο αγαθό, και τελικός στόχος του ξύπνιου, είναι η καλοπέραση, που συνήθως επιτυγχάνεται μέσω του πλουτισμού. Κάθε πνευματικό αγαθό, οτιδήποτε μπορεί να του δημιουργήσει συνειδησιακά διλήμματα και να σταθεί εμπόδιο στην καλοπέραση, ο ξύπνιος επιβάλλεται να το αγνοεί και να το περιγελάει.
Η χειρότερη βρισιά λοιπόν που μπορεί κανείς να σου εκσφενδονίσει σήμερα είναι να σε πει μαλάκα, υποδηλώνοντας ότι παρουσιάζεις έλλειμμα της υπέρτατης αξίας, της εξυπνάδας. Ευτυχώς, επειδή η υπερισχύουσα ιδεολογία των ξύπνιων έχει φροντίσει για την περιφρόνηση των πάντων, ούτε η προσβολή παίρνεται στα σοβαρά. Τι σε φτύνουν, τι ψιχαλίζει, το ίδιο κάνει. Πετάς ένα ‘Μαλάκας είσαι και φαίνεσαι’, άντε και ένα φάσκελο, και καθαρίζεις. Δεν χρειάζεται να τραβήξεις μαχαίρι. Αυτό μπορεί να μην είναι πολιτισμός – με την έννοια ότι ούτε με την τοπική κουλτούρα έχει σχέση ούτε το κίνητρο είναι ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής – είναι όμως πρόοδος.
Δυστυχώς η πρόοδος σταματάει εδεπά. Από δω και πέρα μόνο καταστροφή. Σχεδόν όλα τα κακά της Ζακύνθου έχουν τη ρίζα τους στην υιοθεσία του μοντέλου του ξύπνιου και την πολιτιστική αφασία που δημιούργησε. Η καλλιέργεια και η καλαισθησία αγνοούνται. Η τιμιότητα, η ευθύτητα, η φιλαλήθεια, η δικαιοσύνη, η νομιμοφροσύνη, η φιλοπατρία, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός στο συμπολίτη και το περιβάλλον, η εργατικότητα, η ανιδιοτέλεια, η φιλία, ακόμα κι ο έρωτας μερικές φορές, θεωρούνται χαρακτηριστικά του μαλάκα. Η κοινωνική προσφορά χωρίς εγγυημένα ανταλλάγματα προκαλεί βδελυγμία μετ’ εμετού. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα δεν είναι καθόλου παράξενη η έλλειψη υποδομών, η κατάντια όσων υπάρχουν, ή ακόμα και ακραίες, τραγελαφικές καταστάσεις, όπως η απόπειρα εμπρησμού του δημαρχείου από το δήμαρχο. Οι Ζακυνθινοί ‘έκαμαν τις δουλειές τους’, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, και το νησί χαντακώθηκε.
Μέχρι και η κακή φήμη που έχει αποκτήσει συνολικά η Ζάκυνθος στην Ευρώπη λόγω των εκτρόπων, της κραιπάλης, των βιασμών, και των φονικών του Λαγανά εκεί ανάγεται. Όταν δεν μπορούν οι Ζακυνθινοί να δουν τη Ζάκυνθο σαν σπίτι τους πως να αντιληφθούν ότι το έχουν αφήσει να γίνει μπορντέλο και ότι φταίνε οι ίδιοι που εκεί μέσα θα μεγαλώσουν τα παιδιά τους; Όταν δεν αισθάνονται τη Ζάκυνθο δική τους πως θα τη διεκδικήσουν από τη μαφία των μπαρ; Πριν μου ζητήσει κανείς στοιχεία, που δεν έχω, ξεκαθαρίζω ότι τον όρο μαφία τον χρησιμοποιώ γιατί αυτό που γίνεται στο Λαγανά αποτελεί οργανωμένο έγκλημα εναντίον της Ζακύνθου. Οργανωμένο από τις τουριστικές εταιρείες του εξωτερικού που, με την συνεργασία ντόπιων, έχουν βρει διέξοδο για το κατακάθι της πελατείας τους. Γιατί κατακάθι μπορεί να είναι αλλά κανένας επιχειρηματίας δεν διώχνει πελάτες. Η δυσκολία είναι στο να βρουν μέρος – όχι βέβαια στην Ισημερινή Αφρική για να μην ανεβούν οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων και κολλήσουν και ελονοσία – που να τους ανεχτεί και να τους παρέχει τις απαιτούμενες ‘υπηρεσίες’. Και βρήκανε!
Ο καρκίνος αυτός, δεν αμαυρώνει μόνο την εικόνα όλης της Ζακύνθου αλλά εξαπλώνεται μεταστατικά. Κι αν νομίζετε πως έχουμε δει τα χειρότερα, με τα δήθεν μεμονωμένα περιστατικά, δυστυχώς δεν έχουμε πιάσει πάτο ακόμα.
Όσο για μένα, τον υπερβάλλοντα μαλάκα, ετοιμάζω τις βαλίτζες μου για να επισκεφτώ τη Ζάκυνθο σε μια βδομάδα οικογενειακώς. Το αίμα νερό δε γίνεται και αυτά τα μάγια δε λύνονται. Αν αντέξω και δε σκάσω θα βάλω καινούργια ανάρτηση τον άλλο μήνα.