Στρατιώτης από το ‘Έλληνες Στρατιώται εν τη Δύσει’ του Κ. Σάθα
Με την έναρξη της ‘saison’, στην αρχή της άνοιξης του 1571, οι Ζακυνθινοί πήραν μία πρόγευση του τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Δύο Τουρκικές φούστες (1) επέδραμαν στις Βολίμες, στο ορεινό βόρειο τμήμα του νησιού. Επίθεση στα ορεινά σήμαινε πως οι έφιπποι Στρατιώτες έχαναν μεγάλο μέρος της χρησιμότητας τους. Δεν μπορούσαν να κινηθούν γρήγορα στα κακοτράχαλα μονοπάτια, να αποκόψουν και να κυκλώσουν τους κουρσάρους, να τους εξοντώσουν με τις θυελλώδεις επελάσεις τους. Αρκετοί εξ άλλου από τους Ζακυνθινούς Στρατιώτες βρίσκονταν εκείνη την εποχή στην Κύπρο, όπου, όσοι ήταν ακόμα ζωντανοί, έπαιρναν μέρος στην απελπισμένη άμυνα της πολιορκημένης Φαμαγκούστας (Αμμοχώστου). Το βάρος έπεσε εκείνη τη φορά στους τσέρνιδους (άμισθους χωριάτες πολιτοφύλακες) της αραιοκατοικημένης ορεινής ζώνης, κάτω από τις διαταγές των ντόπιων ευγενών Γεωργίου Μινώτου και Κωνσταντίνου Βλαστού.
Οι Τούρκοι λεηλάτησαν το μοναστήρι του Άι Γιώργη στα Γκρεμνά, που οι περισσότεροι καλόγεροι το είχαν εγκαταλείψει κρύβοντας όσα πολύτιμα αντικείμενα μπόρεσαν, και πήραν αιχμαλώτους δύο γέροντες μοναχούς. Οι επιδρομείς έκαναν δύο ακόμα απόπειρες αποβάσεων στην περιοχή πρίν αναγκαστούν να αποχωρήσουν – κακήν κακώς παρά την υποστήριξη από τα φαλκονέτα (2) των πλοίων.
Στις αρχές του καλοκαιριού τα πράγματα ήταν πολύ πιο άσχημα. Ένας τεράστιος Οθωμανικός στόλος βρισκόταν στην περιοχή – κάπου 300 πλοία, από τα οποία πάνω από 200 ήταν κάτεργα (στα Τουρκικά η γαλέα λεγόταν kadirga). Αρχηγός του στόλου (Kaptan-ı Derya) ήταν ο Αλή Πασάς, γνωστός σαν Müezzinzade (ο γιός του μουεζίνη). Ήταν σχετικά νέος και άπειρος, άσχετος με τη θάλασσα, αλλά παντρεμένος με μια από τις κόρες του Σουλτάνου Σελίμ του Μέθυσου. Μαζί του είχε τον Μεχμέτ Σουλούκ, Μπέη της Αλεξάνδρειας, κουρσάρο πασίγνωστο στους Χριστιανούς με το όνομα Σιρόκο. Επιπλέον είχε τον Ουλούτζαλη (Uluç Ali), Πασά του Αλγερίου, ένα εξισλαμισμένο πρώην αιχμάλωτο από την Κάτω Ιταλία που χρώσταγε τη μετεωρική του άνοδο στις ικανότητες του και μόνο. Από τη στεριά κατέβαινε με μεγάλο ασκέρι να τους ενισχύσει ο Περτέβ Πασάς, φίλος και μάλλον συμπατριώτης του Σερβικής καταγωγής Μεγάλου Βεζίρη Σοκολού Μεχμέτ Πασά.
Η αρμάδα είχε καταλάβει το Ρέθυμνο αλλά είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει την Κρήτη λόγω σοβαρών απωλειών σε έμψυχο υλικό. Κατόπιν είχε λεηλατήσει τα Κύθηρα. Στις 21 Μαΐου μία μοίρα 20 πλοίων υπό τον Ουλούτζαλη είχε χτυπήσει τα μικροσκοπικά νησιά των Στροφάδων, 30 μίλια νότια της Ζακύνθου, παίρνοντας σκλάβους 35 μοναχούς και δόκιμους. Ο Χριστιανικός στόλος που θα αντιμετώπιζε την τεράστια Οθωμανική αρμάδα βρισκόταν ακόμη υπό συγκρότηση στην Ιταλία.
Οι Τούρκοι και οι Βορειοαφρικανοί αποβιβάστηκαν στη Ζάκυνθο στις 5 Ιουλίου και προχώρησαν στο εσωτερικό καίγοντας και λεηλατώντας. Ήταν πάνω από 12.000 με επικεφαλής τον Ουλούτζαλη. Στην πραγματικότητα ο αριθμός τους ήταν απροσδιόριστος γιατί μπορούσαν να πηγαινοφέρνουν όσους ήθελαν από τα καράβια και τις απέναντι ακτές. Οι Ζακυνθινοί αποσύρθηκαν σε οχυρές τοποθεσίες, κυρίως στην Terra, την καστρόπολη, αφήνοντας το Borgo della Marina και το Porto, δηλαδή τη σημερινή πόλη και το λιμάνι, στους επιτιθέμενους.
Η Ζάκυνθος το 1544, του Jerome Maurand
Οι Τούρκοι περικύκλωσαν το κάστρο, όχι χωρίς αντίσταση όπως είδαμε στην ανάρτηση για το Βούλτσο, και στα βατά σημεία του λόφου στήσανε πυροβολαρχίες και πρόχειρες οχυρώσεις. Στον Αρίγκο φτιάξανε ένα ξυλόκαστρο. Ζήτησαν, όπως συνηθιζόταν, από τον πρεβεδούρο (provveditor) Paolo Contarini να παραδοθεί το κάστρο υπό όρους αλλά αυτός αρνήθηκε. Μία από τις ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες της πολιορκίας, που, σύμφωνα με το Ντίνο Κονόμο, τη διέσωσε ο Παναγιώτης Χιώτης από τα, χαμένα πλέον, ‘Χρονικά’ του Διονυσίου Βαρβιάνη στα ‘Ιστορικά Απομνημονεύματα’, είναι η χρήση από τους πολιορκημένους φλεγόμενων βελών. Μας δίνει μάλιστα και τον τρόπο κατασκευής τους.
Ίσως φαίνεται παράξενο πως βαδίζοντας προς τα τέλη του 16ου αιώνα, για τα καλά πια στην εποχή των πυροβόλων όπλων, χρησιμοποιούνταν ακόμα τόξα και βέλη. Η αλήθεια είναι πως για τους Τούρκους, που ο στρατός τους χρησιμοποιούσε ατομικά πυροβόλα όπλα πριν ακόμη καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη, το τόξο εξακολουθούσε να είναι το κύριο όπλο βολής.
Τα πλεονεκτήματα του αρκεβουζίου, δηλαδή του πυροβόλου όπλου της εποχής, ήταν η αυξημένη διατρητικότητα και άμεση αποτελεσματικότητα (stopping power) σε μικρές αποστάσεις, το χαμηλό κόστος και η δυνατότητα μαζικής παραγωγής, καθώς και η εκπαίδευση του χρήστη μέσα σε λίγες μόνο μέρες. Το σύνθετο ‘ανακυρτωμένο’ τόξο, που βρισκόταν για αιώνες σε χρήση στην Ανατολή, απαιτούσε μεγάλη εμπειρία και χρόνο στην κατασκευή, τόσο του ίδιου όσο και των βελών. Η εκπαίδευση ενός καλού τοξότη έπαιρνε χρόνια συχνής εξάσκησης. Ο τοξότης αυτός όμως μπορούσε να πλήξει στόχους σε απόσταση υπερδιπλάσια του αρκεβουζιέρου, ο οποίος πέρα από τα 50 μέτρα δεν μπορούσε να σημαδέψει τίποτα μικρότερο από ... καραβέλα. Με επισκηπτική βολή το βέλος έφτανε μέχρι και 400 μέτρα και ο ρυθμός βολής ήταν τουλάχιστον εξαπλάσιος του αρκεβουζίου. Ένας αριθμός τοξοτών μπορούσε λοιπόν να εξαπολύσει πραγματική πύρινη βροχή εναντίον των θέσεων του εχθρού, προξενώντας σημαντικότατες ζημιές σε ξύλινες οχυρώσεις ή πλοία, να καταστρέψει εφόδια ή συσσωρευμένη πυρίτιδα, και γενικά να κάνει δύσκολη τη ζωή στους αντιπάλους.
Οι Βενετοί αναγνώριζαν τη χρησιμότητα του τόξου και ήταν η μόνη Δυτική δύναμη που χρησιμοποιούσε ακόμα μεγάλο αριθμό τοξοτών στο στρατό και το στόλο. Οι τοξότες αυτοί προέρχονταν από τις κτήσεις τους στα Βαλκάνια και ιδιαίτερα την Κρήτη, όπου διατηρούνταν ακμαία μια παράδοση τοξοβολίας δύο χιλιετηρίδων. Ο γνωστός μας John Locke είπε το 1553:
Οι Κρητικοί είναι δυνατοί άντρες, και πολύ καλοί τοξότες, είναι καλοί στο σημάδι. (3)
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η περιγραφή Κρητών τοξοτών του πλοιάρχου Roger Bodenham to 1551 (από το ίδιο βιβλίο, σσ. 75-76) ενώ παρέπλεε τις ακτές της Κρήτης μια Οθωμανική αρμάδα 250 πλοίων στο δρόμο για τη Μάλτα. Ταιριάζει σχεδόν απόλυτα με αυτή την απεικόνιση από τον Cesare Vecellio ενός Σφακιανού τοξότη σε Βενετική υπηρεσία το 16ο αιώνα.
Γίνανε προετοιμασίες σαν να είχαν πάει οι Τούρκοι εκεί. Υπάρχουν σε αυτό το νησί της Κρήτης πολλοί ξεκομμένοι άνθρωποι, που ζουν συνέχεια στα βουνά, ήρθαν κάτω να υπηρετήσουν (στο στρατό), σε αριθμό τέσσερες ή πέντε χιλιάδες, είναι καλοί τοξότες, ο καθένας με το τόξο και τα βέλη του, ένα σπαθί και ένα εγχειρίδιο, με μακριά μαλλιά, και μπότες που φτάνουν μέχρι τους βουβώνες τους, και ένα πουκάμισο αλυσιδωτής πανοπλίας, με το ένα μισό να κρέμεται μπροστά , και το άλλο μισό πίσω, τους στείλανε πίσω μόλις πέρασε ο στρατός (Τουρκικός στόλος). Πίνανε κρασί πέρα από κάθε μέτρο.
Δεν είναι γνωστό πόσο αναπτυγμένη ήταν η τοξοβολία στη Ζάκυνθο εκείνη την εποχή και πόσοι τοξότες υπήρχαν. Όπως φαίνεται ήταν αρκετοί για να παρενοχλούν σοβαρά τους εισβολείς. Κάθε κάτοικος πρόσφερε τότε όπως μπορούσε, με το όπλο, τη σκαπάνη, το κουπί ή το πουγκί του. Ανάμεσα σ’ αυτούς που ξεχώρισαν, πραγματικά αξεπέραστοι, ήταν οι Κουτουβαλαίοι.
Η οικογένεια Κουτούβαλη σχεδόν ξεκληρίστηκε στην πτώση της Μεθώνης το 1500. Μόνο δύο αγόρια γλίτωσαν, ο Ιωάννης, 20 χρονών, και ο αδελφός του Δημήτριος, μόλις 10. Εγκαταστάθηκαν στην νεοκατακτημένη από τους Βενετούς Κεφαλονιά και έγιναν και οι δύο σημαντικοί καπεταναίοι Στρατιωτών με δράση στην Ιταλία και τη Δαλματία. Το 1540 οι δύο αδελφοί στάλθηκαν από τους Βενετούς στη Ζάκυνθο για την ενίσχυση της άμυνας της και εγκαταστάθηκαν εκεί. Μία αναφορά του Paolo Contarini στις 28 Αυγούστου 1571 εξιστορεί ένα κατόρθωμα του Νικολάου Κουτούβαλη, γιού του Δημητρίου κατά το Λεωνίδα Ζώη. Ο Νικόλαος, ηλικίας τότε 51 χρόνων, μαζί με το γιό του Δημήτριο και έξι άλλους Στρατιώτες, βγήκαν ξαφνικά έφιπποι από το κάστρο, χωρίς καμιά υποστήριξη, και οπλισμένοι με λόγχες και ξίφη (a cavallo con lanza e spada) όρμησαν πάνω σε ένα πλήθος Τούρκων στον Άγιο Ηλία (4), περίπου στο σημερινό Σταυρό στο Ψήλωμα. Σκότωσαν εφτά Τούρκους τρέποντας τους υπόλοιπους σε φυγή, ενώ ο Νικόλαος έφερε στον Contarini το κεφάλι αυτού που σκότωσε.
Το παράξενο είναι πως ο ορμητικός καβαλάρης που έκοβε κεφάλια τουλάχιστον ημιεπαγγελματικά, ήταν ιερωμένος (prete Nicola Cuttuvali). Παπάς ήταν και ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος αναφέρεται ότι είχε δράση και στη θάλασσα σαν επικεφαλής στολίσκου. Δεν πρέπει όμως να παραξενευόμαστε. Η κοινωνία της Ζακύνθου ήταν ακριτική και ζούσε με το όπλο παρά πόδα. Επιπλέον οι ιερείς εκλέγονταν από τις ενορίες ή τις σκόλες (συντεχνίες). Επόμενο είναι οι Στρατιώτες να διαλέγανε δικούς τους παπάδες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ψαλτική θα ήταν αρκετά χαμηλά στον πίνακα των απαιτουμένων προσόντων και η πραότητα του χαρακτήρα μάλλον έκοβε μόρια.
Στη θάλασσα έδρασε εκείνες τις μέρες και ένας άλλος συγγενής του παπα-Νικόλα, ο Αντώνιος Κουτούβαλης. Πήρε μέρος στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου τρεις μήνες αργότερα σαν σοπρακόμιτος (κυβερνήτης) της ‘Γαλέρας του Συμβουλίου της Κοινότητας’, όπως έχουμε μάθει να λέμε εμείς οι Ζακυνθινοί. Είναι, νομίζω, καιρός να αναγνωρίσουμε ότι το έχουμε μάθει λάθος. Για να γίνει κάποιος σοπρακόμιτος Βενετσιάνικης γαλέρας, ή μάλλον γαλέας, έπρεπε να είναι από οικογένεια με τίτλο ευγενείας. Τέτοιο τίτλο δεν είχαν ακόμη αποκτήσει οι Κουτουβαλαίοι. Άρα το σκάφος δεν μπορούσε να είναι γαλέα αλλά κάποιο μικρότερο πολεμικό, πιθανότατα γαλιότα. Γι αυτό και ο κατάλογος με τις γαλέες και γαλεάτσες που πήραν μέρος στη ναυμαχία περιλαμβάνει μόνο δύο πλοία από τη Ζάκυνθο: Τη Nostra Signora (Παναγία) του Νικόλαου Μονδίνου και τη Giuditta (Ιουδήθ) του Μαρίνου Σιγούρου. Γαλιότες και φούστες πρέπει να ήταν και όλα τα άλλα Ζακυνθινά πλοία που πήραν μέρος. Στην παρακάτω λεπτομέρεια αναπαράστασης της ναυμαχίας, από τη Στοά των Χαρτών του Βατικανού, φαίνονται πολεμικά διαφορετικών διαστάσεων σε διάταξη μάχης.
Μια μέρα μετά το κατόρθωμα του Κουτούβαλη ο ίδιος ο Contarini εξόρμησε από το κάστρο επικεφαλής 130 Στρατιωτών ανατρέποντας τους εχθρούς. Οι πεζοί ξεχύθηκαν προς το Γαϊτάνι, όπου βρισκόταν το κεντρικό στρατόπεδο των Οθωμανών, και τους σκόρπισαν στον κάμπο. Κατάφεραν όμως να ανασυγκροτηθούν και να αναγκάσουν τους πολιορκημένους να κλειστούν πάλι στο κάστρο. Βλέποντας ο Ουλούτζαλης πως έχανε σε αυτόν τον πόλεμο φθοράς αναγκάστηκε να προχωρήσει σε έφοδο εναντίον των τειχών. Απέτυχε και αυτή και οι εισβολείς αποχώρησαν για να κάνουν τα ίδια στην Κεφαλονιά. Από τα δύο νησιά πήραν 6.000 αιχμαλώτους και προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές. Η κατάληξη θα μπορούσε να ήταν πολύ χειρότερη όμως. Ο Contarini και οι άρχοντες γιόρτασαν με χορό και ανέβασμα των ‘Περσών’ σε Ιταλική μετάφραση. Ο πολιτισμός στη Ζάκυνθο είναι τζαντσαμίνι (γιασεμί) που πρωτολιπάνθηκε με αίμα και πρωτάνθισε σκαρφαλωμένο στα τείχη του κάστρου.
Στις 7 Οκτωβρίου ο στόλος της Sacra Lega, περιλαμβάνοντας και πολλά καράβια από την Κρήτη, την Κέρκυρα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, διάλυσε τον Οθωμανικό στην είσοδο του Πατραϊκού Κόλπου σε μια από τις μεγαλύτερες και αιματηρότερες ναυτικές αναμετρήσεις της Ιστορίας. Ο γιός του μουεζίνη έχασε το κεφάλι του μαζί με πάνω από τα δύο τρίτα της τεράστιας αρμάδας του. Τη ζωή του έχασε και ο Μεχμέτ Σιρόκο. Ο Περτέβ Πασάς έχασε τη θέση του και την περιουσία του. Μόνο ο Ουλούτζαλης, που διακρίθηκε στη ναυμαχία και κατάφερε να οδηγήσει τα απομεινάρια του στόλου πίσω, βγήκε κερδισμένος. Πήρε τη χηρεύουσα θέση του αρχιναύαρχου.
--------------------------------------------------------------------------------------
(1) Ίσως ήταν γαλιότες και όχι φούστες. Πολλές φορές δεν γινόταν διάκριση μεταξύ των δύο, ιδιαίτερα για κουρσάρικα σκάφη. Η γαλιότα ήταν μικρότερη από τη γαλέα και μεγαλύτερη από τη φούστα. Όλα ήταν μακρόστενα πλοία με τριγωνικά πανιά και κωπηλάτες. Οι κουρσάροι πρέπει να ήταν 200 με 300 άτομα αλλά δεν θα είχαν αποβιβαστεί όλοι.
(2) Μικρά κανόνια με διαμέτρημα γύρω στα 50 χιλιοστά.
(3) The Candiots are strong men, and very good archers, and shoot neere the marke. The voyage of M. John Locke to Jerusalem, από το The Principal Navigations, Voyages, Traffiques and Discoveries of the English Nation του Richard Hakluyt, τόμος 5, σσ. 84-85, έκδοση του 1904.
(4) Ο John Locke μας πληροφορεί ότι ο Άγιος Ηλίας ανήκε στους ‘άσπρους Φλάρηδες’ (white Friers), ήταν δηλαδή μοναστήρι που ανήκε στο τάγμα των Καρμελιτών. Χαρακτηριστικό της συνεχιζόμενης παρακμής του Καθολικισμού στη Ζάκυνθο, υπήρχε μόνο ένας καλόγερος. Πεντέξι χρόνια πριν υπήρχαν δύο αλλά ο ένας πέθανε. Βρισκόταν ανάμεσα σε δύο λόφους, είχε ωραία θέα και κήπο με πορτοκαλιές, λεμονιές, ροδιές και άλλα οπωροφόρα. Ο.π. σελ. 83.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου