Στο προηγούμενο ρίξαμε μια φευγαλέα ματιά σε έναν ‘κολασμένο’ Άγγλο πάστορα και μια Αγγλίδα πόρνη στη Ζάκυνθο πριν από τετρακόσια χρόνια. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούν και κάποιοι πολύ διαφορετικοί Άγγλοι που πέρασαν από τη Ζάκυνθο – έτσι για να αποκατασταθεί μια ισορροπία και να μην συμβάλλει το ιστολόγιο, άθελα του, στο άδικο στερεότυπο που τείνει διαμορφωθεί στο νησί για ένα θαυμάσιο λαό με πολλές αρετές και τεράστια συμβολή στον παγκόσμιο πολιτισμό. Ταυτολογώ βέβαια, χάριν έμφασης, αφού η αδικία είναι αναγκαίο συστατικό κάθε στερεότυπου.
Σε τούτο το κομμάτι κεντρικό πρόσωπο είναι μια γυναίκα, η
οποία όμως δεν έγραψε τίποτα για τη Ζάκυνθο. Άλλωστε μετά βίας μπορούσε να διαβάζει
και να γράφει. Τα λίγα της γράμματα τα έμαθε ενήλικη. Είναι όμως, από κάθε
άποψη, το ακριβώς αντίθετο του William Biddulph και
πολλών άλλων Άγγλων που ταξίδεψαν στην περιοχή μας εκείνα τα χρόνια αλλά και τα
σημερινά. Η ιστορία της είναι εντυπωσιακή, σχεδόν απίστευτη, και αξίζει να τη
γνωρίζουν οι κάτοικοι ενός νησιού στο οποίο η ίδια πίστεψε πως βρέθηκε από
θαύμα.
Η Mary Fisher ήταν στα νιάτα
της δούλα, άμισθη υπηρέτρια σε μια εύπορη οικογένεια ώσπου να ξεπληρωθεί ένα
χρέος. Πλησιάζοντας Χριστούγεννα του 1651, στα 27 της χρόνια, στο σπίτι που
δούλευε έκανε κήρυγμα ο George Fox. Ήταν ο ιδρυτής
ενός νέου θρησκευτικού ρεύματος, παραφυάδας του προτεσταντισμού. Οι αντίπαλοι
τους ονόμαζαν κοροϊδευτικά Quakers, δηλαδή τρεμουλιάρηδες, επειδή ο Fox έλεγε πως
πρέπει να τρέμουμε στο άκουσμα του Θεϊκού λόγου. Έτσι πήραν την ανεπίσημη αλλά
πολύ διαδεδομένη ονομασία τους οι λεγόμενοι Κουάκεροι. Οι Κουάκεροι πίστευαν
πως όλοι οι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, σε όποια θρησκεία και αν ανήκαν,
έφεραν μέσα τους το φως του Θεού και ήταν εν δυνάμει κήρυκες του Θεϊκού λόγου.
Ήταν ειρηνιστές, αντίπαλοι της δουλείας και κατακεραύνωναν την υποκρισία του
Αγγλικανικού κλήρου. Όπως ήταν αναμενόμενο, τέτοια πιστεύω δεν ήταν αρεστά στο
κατεστημένο και τα πρώτα χρόνια διώχθηκαν σκληρά.
Η νεαρή δούλα, αλλά και ολόκληρο το νοικοκυριό στο οποίο
ανήκε, προσχώρησαν στην καινούργια ομολογία. Η Mary Fisher απελευθερώθηκε από τους αφέντες της και ξεκίνησε με τη
σειρά της τον προσηλυτισμό, αρχικά στην κομητεία της Υόρκης από όπου καταγόταν.
Για τη δράση της φυλακίστηκε δύο φορές και μαστιγώθηκε δημόσια χωρίς να
καμφθεί. Το 1655, μαζί με μια άλλη απόστολο του Κουακερισμού, την Ann Austin, ταξίδεψαν στο νησί Μπαρμπάντος των
Αντιλλών και έκαναν προσηλυτισμό με σχετική επιτυχία. Από εκεί πήγαν τον
επόμενο χρόνο στη Βοστώνη για να κάνουν κήρυγμα στους Πουριτανούς των αποικιών
της Αμερικής. Η φήμη τους όμως τις είχε προσπεράσει και με το που πάτησαν το
πόδι τους στην ξηρά συνελήφθησαν. Τις ανάγκασαν να γδυθούν για να εξετάσουν τα
σώματα τους για σημάδια μαγείας και μετά τις έριξαν στη φυλακή. Πέντε βδομάδες
αργότερα τις απέλασαν με το ίδιο πλοίο που τις είχε φέρει.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 1657 η Mary μαζί με άλλους
πέντε Κουάκερους ξεκίνησαν για τη Μεσόγειο. Η αποστολή τους ήταν σχεδόν
αδύνατη, εντελώς παρανοϊκή θα έλεγε κανείς, και εξαιρετικά επικίνδυνη: να
προσηλυτίσουν τον ισχυρότερο ίσως βασιλιά της γης, έναν άνθρωπο που πολλοί στη
Χριστιανική Δύση θεωρούσαν προσωποποίηση του Αντίχριστου, τον Τούρκο Σουλτάνο. Την
ομάδα αποτελούσαν τρεις γυναίκες από την Αγγλία και τρεις άντρες από την
Ιρλανδία: η Mary Fisher, η Mary Pierce, η Beatrice Beckley, ο John Luffe, ο John Buckley και ο John Perrot. Φτάσανε στο Λιβόρνο στις 6 Αυγούστου
και στη Ζάκυνθο ένα μήνα αργότερα. Το ότι έκαναν κήρυγμα στη Ζάκυνθο όσο
έμειναν είναι αυτονόητο αλλά δεν γνωρίζουμε πως αντιμετωπίστηκαν. Κανείς τους
πάντως δεν μιλούσε Ελληνικά και μόνο ένας ήξερε Ιταλικά.
Από τη Ζάκυνθο βρέθηκαν στη Σμύρνη στις αρχές του 1658. Ο
Άγγλος πρόξενος, στον οποίο αποκάλυψαν την αποστολή τους, τους ξεγέλασε, ή
σύμφωνα με άλλη εκδοχή τους εξανάγκασε, και βρέθηκαν σε ένα καράβι που αντί για
την Κωνσταντινούπολη είχε προορισμό τη Βενετία. Μια τρομερή καταιγίδα όμως
ανάγκασε το πλοίο να πιάσει πάλι στη Ζάκυνθο, κάτι που οι Κουάκεροι θεώρησαν
θαύμα, ή Θεϊκό σημάδι. Έτσι ο Buckley, η Mary Fisher και
η Beatrice Beckley αποβιβάστηκαν
στη Ζάκυνθο. Η Mary Pierce είχε μείνει στη
Σμύρνη και από κει αναχώρησε αργότερα για την Αγγλία. Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί
αλλά ο Buckley έφυγε
μόνος του για την Κωνσταντινούπολη.
Ο John Perrot και ο John Luffe συνέχισαν προς Βενετία με άλλο σχέδιο:
να πάνε στη Ρώμη και να προσηλυτίσουν τον ... Πάπα. Οι δύο Κουάκεροι έφτασαν
στη Ρώμη και στην προσπάθεια τους να πετύχουν ακρόαση από τον Αλέξανδρο τον 7ο
έπεσαν στα χέρια της Ιεράς Εξέτασης. Ο Luffe πέθανε ή εκτελέστηκε, δεν είναι σίγουρο, ενώ ο Perrot κλείστηκε σε
τρελοκομείο για τρία χρόνια και μετά απελευθερώθηκε. Λέγεται πως για την
απελευθέρωση του μεσολάβησε ο Άγγλος βασιλιάς Κάρολος 2ος επειδή
ήταν νόθος γιός ενός νόθου γιού του Ερρίκου του 8ου, είχε δηλαδή
βασιλικό αίμα. Μάλλον δεν ευσταθεί αλλά όπως και να έχει το πράγμα επέστρεψε
στην Αγγλία. Εκεί κόντεψε να δημιουργήσει σχίσμα στους Κουάκερους για το αν
πρέπει να φοράνε καπέλο την ώρα της προσευχής ή όχι και λίγα χρόνια αργότερα
εγκαταστάθηκε στην Τζαμάικα όπου εγκατέλειψε τον Κουακερισμό και το έριξε στην
καλοπέραση.
Στο μεταξύ οι δύο γυναίκες ξεκίνησαν από τη Ζάκυνθο για
την Αδριανούπολη όπου βρισκόταν στρατοπεδευμένος ο Σουλτάνος. Δεν είναι γνωστό
πως ταξίδεψαν. Κάποιος σύγχρονος τους έγραψε πως η Mary Fisher διέσχισε όλη την Ελλάδα με τα πόδια,
είναι όμως πολύ αμφίβολο. Επίσης δεν γνωρίζουμε τι συνέβη στη Beatrice Beckley αλλά φαίνεται
πως η Mary έφτασε
στην Αδριανούπολη μόνη της. Εκεί, ένας Θεός ξέρει πως, κατάφερε να προσεγγίσει
το Μεγάλο Βεζίρη, το γηραιό αλλά ικανότατο και αδίσταχτο Köprülü Mehmet Paşa. Ο Πασάς, γενίτσαρος από το Μπεράτι της Αλβανίας, ήταν
ο πραγματικός κυβερνήτης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σουλτάνος ήταν ο δεκαεξάχρονος Μεχμέτ ο 4ος, ο
επονομαζόμενος Κυνηγός επειδή μόνο με το κυνήγι του επέτρεπε ο Μεγάλος Βεζίρης
να ασχολείται. Όλα τα σημαντικά ζητήματα της αυτοκρατορίας ήταν δουλειά του
Πασά. Άλλη επιλογή δεν είχε ο νεαρός Σουλτάνος γιατί χωρίς τον Köprülü Mehmet Paşa η αυτοκρατορία κινδύνευε να διαλυθεί. Γι αυτό το
λόγο ήταν υποχρεωμένος να βρίσκεται σε ένα στρατόπεδο στην Αδριανούπολη ο
Μεχμέτ. Η Κωνσταντινούπολη του ήταν τόσο απαγορευμένη όσο και η άσκηση
πολιτικής.
Τι έσπρωξε τον πανίσχυρο Πασά να δεχτεί να ασχοληθεί με μια
φτωχικά ντυμένη γυναίκα από την άλλη άκρη της Ευρώπης που ισχυριζόταν πως
έφερνε μήνυμα του Θεού είναι δύσκολο να το μαντέψει κανείς. Ακόμα δυσκολότερο
είναι να μαντέψει γιατί της κανόνισε ακρόαση με το Σουλτάνο. Πάντως η Mary παρουσιάστηκε
στο πολυτελές βασιλικό τσαντίρι την επόμενη μέρα, εν μέσω αυλικών και
δραγουμάνων που ανυπομονούσαν να ακούσουν τι έχει να πει. Ο Σουλτάνος την
άκουσε με προσοχή χωρίς να την αντικρούσει και στο τέλος τη ρώτησε τι γνώμη
έχει για τον προφήτη Μωάμεθ. Αυτό ήταν βέβαια το σημείο όπου πραγματικά
παιζόταν το κεφάλι της.
‘Δεν τον γνωρίζω,’ απάντησε αυτή, ‘γνωρίζω όμως το Χριστό,
τον αληθινό προφήτη, τον Υιό του Θεού, που είναι το φως του κόσμου και φωτίζει
κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Αν οι λόγοι του προφήτη που λέτε
αποδειχτούν αληθινοί τότε θα ξέρετε ότι τον έστειλε ο Θεός. Αν όμως αποδειχτούν
ψεύτικοι τότε θα ξέρετε ότι δεν τον έστειλε ο Θεός.’ Η εξαιρετικά διπλωματική αυτή
απάντηση έσωσε τη ζωή της Mary Fisher. Ο
Σουλτάνος βέβαια δεν αλλαξοπίστησε αλλά ευγενέστατα της πρόσφερε συνοδεία μέχρι
την Κωνσταντινούπολη την οποία εκείνη αρνήθηκε.
Μετά την επιστροφή της στην Αγγλία η Mary παντρεύτηκε –
πλησίαζε πλέον τα σαράντα – και έκανε τρία παιδιά. Ο άντρας της, ναυτικός,
πνίγηκε το 1675. Αργότερα ξαναπαντρεύτηκε και το 1682 έφυγε με την οικογένεια
της για τις αποικίες της Αμερικής. Εγκαταστάθηκε στη Νότια Καρολίνα όπου πέθανε
το 1698.
Δυστυχώς έχω προβλήματα με το λογαριασμό μου και δεν μου δίνει τη δυνατότητα να απαντήσω σε σχόλια. Αν θέλετε απάντηση παρακαλώ γράψτε μου στο pampalaea@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου