Η εκκλησία του Εσταυρωμένου 501 χρόνια μετά τη
θεμελίωση της.
Υπάρχει διάχυτη η
εντύπωση πως η πόλη της Ζακύνθου ήταν στη διάρκεια της Βενετοκρατίας ουσιαστικά
ανοχύρωτη και στηριζόταν αποκλειστικά για την άμυνα της στην ισχύ του Κάστρου
του Αγίου Στεφάνου.
Είναι αλήθεια πως,
σε περιπτώσεις μεγάλου κινδύνου, όταν οι δυνάμεις του εχθρού υπερείχαν
συντριπτικά, το Κάστρο, όπως και άλλες οχυρές ή δύσβατες θέσεις, ήταν το
τελευταίο καταφύγιο του πληθυσμού. Παραμερίζοντας όμως το ζήτημα του για πόσο
καιρό θα μπορούσε το Κάστρο να υποστηρίξει με τρόφιμα και νερό τον πληθυσμό της
πόλης και των κοντινών χωριών – έναν αριθμό που συνήθως ξεπερνούσε τις 10.000 –
πρέπει κανείς να αναλογιστεί το κόστος της εγκατάλειψης των πάντων στα χέρια
του εχθρού. Στις περιπτώσεις που οι Τούρκοι κατέλαβαν την πόλη της Ζακύνθου, όπως
το 1479 και το 1571, κατέστρεψαν ότι δεν μπορούσαν να αρπάξουν. Οι Ζακυνθινοί
έχασαν σπίτια, περιβόλια, ζώα, έπιπλα, προμήθειες, εργαλεία και γενικά ότι δεν
μπορούσαν να πάρουν μέσα στο Κάστρο.
Επιπλέον, το
πρόβλημα ασφάλειας των κατοίκων ήταν συνεχές, ιδιαίτερα τη νύχτα. Ακόμη και μια
μικρή δύναμη από δύο ή τρία πειρατικά πλοία θα μπορούσε σχετικά εύκολα να
διεισδύσει αιφνιδιαστικά στις παρυφές μιας εντελώς ανοχύρωτης και αφύλαχτης
πόλης και, σιγουρεύοντας την οδό διαφυγής της, να προλάβει να λεηλατήσει και να
πάρει σκλάβους πριν αντιμετωπίσει σοβαρή αντίδραση.
Βλέπουμε λοιπόν
στην αναφορά του Προβλεπτή Tadio Morosini της 10ης Νοεμβρίου 1659 (1) να
προτείνεται η κατασκευή μικρών οχυρών στο Σταυρωμένο και τον Άγιο Ηλία,
παρόμοια με αυτά της περιοχής του Λαζαρέτου, τα οποία να επανδρώνονται κατά τη
νύχτα για προστασία από τις κουρσάρικες επιδρομές. Το Λαζαρέτο, όπως είναι
γνωστό, κάλυπτε τις παραλίες στα νότια της πόλης (Άμμοι των Κήπων) αλλά και το
δρόμο που ερχόταν από τις παραλίες του Αργασιού, του Ξεροκάστελου και του
Βασιλικού. Ο Άγιος Ηλίας ήταν το παλιό καθολικό μοναστήρι, κοντά στο Σταυρό,
και όχι το ορθόδοξο εκκλησάκι του Εξηνταβελόνη που φτιάχτηκε 24 χρόνια αργότερα.
Ένα οχυρό σε εκείνο το σημείο θα έλεγχε την δυτική πρόσβαση στην πόλη από την
αμμουδιά του Τσιλιβή και τις ακτές του Ακρωτηριού. Ο Σταυρωμένος ήταν η βόρεια
εσχατιά της πόλης, πάνω στη μακρόστενη λωρίδα γης που έφτανε ως το Κρυονέρι και
όπου μπορούσε κανείς να εμποδίσει με ευκολία την πρόσβαση από βορρά (2).
Θα ήταν λάθος να
θεωρήσει κανείς ότι δεν υπήρχαν σε αυτά τα σημεία στοιχειώδεις τουλάχιστον
οχυρώσεις πριν το 1659. Το παρακάτω σχέδιο απεικονίζει την περιοχή του
Σταυρωμένου το 1632 με βάση το χάρτη του μηχανικού Nicolò Gentilini (3).
Δίπλα στον
παραλιακό δρόμο που οδηγούσε στο Κρυονέρι ή Κρύο Νερό, όπου και η ομώνυμη πηγή
πόσιμου νερού, υπήρχε ένα παράξενο οικοδόμημα σε σχήμα ‘Π’, τα σκέλη του οποίου
έδειχναν προς την πόλη και που προσδιορίζεται σαν ‘Alogiamenti’, δηλαδή καταλύματα ή κατοικίες. Στην
αντίθετη πλευρά του οικοδομήματος απεικονίζεται κάτι σαν φράχτης. Το παράξενο
είναι ότι αυτός ο ‘φράχτης’ έφτανε μέχρι τη θάλασσα, κλείνοντας τόσο το δρόμο
όσο και την αμμουδιά (4). Παρόμοιοι φράχτες απεικονίζονται στον ίδιο χάρτη
μπροστά από τέσσερα στρατιωτικά φυλάκια: το ένα στην πλατεία Αγίου Μάρκου και
από ένα σε μικρή απόσταση από κάθε γεφύρι στα νότια της πόλης. Επιπλέον, σε θέση
κεντρική σε σχέση με τα τρία φυλάκια των γεφυριών, κάπου κοντά στον Άγιο Γιώργη
του Πετρούτσου, απεικονίζεται άλλο ένα
τέτοιο κτίριο σε σχήμα ‘Π’. Είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι η εγκατάσταση
του Σταυρωμένου ήταν αμυντική και έπαιζε ρόλο σημείου ελέγχου, άν όχι
οχυρωματικού έργου. Ήταν δηλαδή η βόρεια πύλη της πόλης.
Το Δημαρχείο του
Ρεθύμνου το κοσμεί ένας πίνακας του 17ου αιώνα, γνωστός σαν Civitas Rethymnae, ο οποίος απεικονίζει την πόλη όπως ήταν πριν την κατάληψη της από τους
Οθωμανούς το 1646. Στη μια γωνία του μπορεί κανείς να δει ένα συγκρότημα μικρών
κτιρίων με θολωτές στέγες, τοποθετημένων σε σχήμα ‘Π’.
Πρόκειται για
στρατώνα, και πιο συγκεκριμένα για τα ‘quartieri di stradioti’, τα καταλύματα δηλαδή των ελαφρών ιππέων
της Βενετίας, των Στρατιωτών (5). Τα καταλύματα αυτά, 28 τον αριθμό αν και
προβλέπονταν περισσότερα, κατασκευάστηκαν μεταξύ 1609 και 1646, είναι δηλαδή
σύγχρονα των ‘Alogiamenti’
του Σταυρωμένου. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το τείχος που, όπως και ο
‘φράχτης’ στο χάρτη του Gentilini, τα προστατεύει από την εξωτερική πλευρά και φτάνει μέχρι τη θάλασσα
διαθέτοντας και την απαραίτητη πύλη. Ο πίνακας αυτός του Ρεθύμνου μας δίνει μια
πολύ καλή ιδέα για το τί ακριβώς υπήρχε και στην άκρη της Χώρας της Ζακύνθου
εκείνη την εποχή.
Αντίθετα με το
Ρέθυμνο δεν γνωρίζουμε ποιοί επάνδρωναν αυτή την, κατά τα φαινόμενα
τυποποιημένη, Βενετική οχύρωση στη Ζάκυνθο. Γνωρίζουμε ότι εκείνη την εποχή,
και από γενεές ολόκληρες νωρίτερα, υπηρετούσαν στη Ζάκυνθο γύρω στους 130
Στρατιώτες σε καιρό ειρήνης. Από αυτούς μόνο το 10% περίπου ήταν έμμισθοι. Σε
αντίθεση με αυτούς τους stradioti provisionati οι υπόλοιποι απλώς είχαν απαλλαχθεί
από το φόρο της δεκάτης ή decima και γι αυτό αποκαλούνταν stradioti decimali. Ο Άγγελος Σουμάκης, που περιγράφει το συναγερμό του 1628, δεν μας λέει
ποιοί ήταν οι καπεταναίοι και οι ‘συντροφίες’ που τάχθηκαν στο Σταυρωμένο, αν
και δίνει την εντύπωση ότι ήταν τσιταντίνοι και πιθανόν εθελοντές ποπολάροι. ‘Ένα
μέρος από τους καβαλαρέους της στρατείας’, δηλαδή τους Στρατιώτες, λέει, βρίσκονταν
στο νότιο τομέα. Γνωρίζουμε ακόμα πως εκείνη την εποχή κάποιοι από τους
Στρατιώτες, πιθανότατα οι provisionati, είχαν τη βάση τους στο Tre Porte, δηλαδή την πύλη του Κάστρου προς τη
μεριά της Μπόχαλης.
Αυτά δεν αποκλείουν
άλλοι Στρατιώτες να είχαν τη βάση τους στο Σταυρωμένο πριν ενισχυθούν από
χωραΐτες. Ούτε όμως αποκλείεται ο Σταυρωμένος να επανδρωνόταν από πολιτοφύλακες
(cernide) ή Ιταλούς fanti. Κάτι που όμως συνηγορεί στην επάνδρωση
από Στρατιώτες, πέρα από το αντίστοιχο του Ρεθύμνου, είναι πως το άλλο παρόμοιο
συγκρότημα της Ζακύνθου, αυτό του νότιου τομέα, βρισκόταν στη γειτονιά του
Αγίου Γεωργίου του Πετρούτσου. Όχι μόνο ο Άγιος Γεώργιος ήταν ο προστάτης των
Στρατιωτών αλλά και οι ετήσιοι ιππικοί αγώνες, η λεγόμενη Γκιόστρα του Άι Γιωργιού, είχαν παραδοσιακά την
αφετηρία τους στην εκκλησία αυτή της οικογένειας Πετρούτσου.
Η εκκλησία του
Εσταυρωμένου δεν απεικονίζεται στο χάρτη. Υπάρχει μόνο το όνομα ‘Stavromeno’ έξω από το σύνορο της πόλης. Από πάνω
του απεικονίζεται υπερυψωμένη άλλη εκκλησία, η Santa Veneranda. Δεν πρόκειται για κάποια άγνωστη καθολική εκκλησία. Για τους Ιταλούς Santa Veneranda είναι η δική μας Αγία Παρασκευή. Πρόκειται λοιπόν για τον κοντινό ναό της
Αγίας Παρασκευής του Κλαψή, εξ ίσου παλιό ή και παλιότερο του Εσταυρωμένου, που
εκείνη την εποχή ανήκε στο μητροπολίτη Ρόδου Ιερεμία Βλαστό (6). Ήταν επίσης το
πρώτο, ανεπίσημο, Αγγλικό νεκροταφείο. Ο περιηγητής George Wheler έγραψε (7):
Προς το
ακρωτήριο που είναι απέναντι από την Κεφαλονιά είναι μια μικρή Ελληνική
εκκλησία, ονομαζόμενη Santa Veneranda,γύρω από την οποία συνήθιζαν παλιότερα οι Άγγλοι να
θάβουν τους νεκρούς τους – αλλά λόγω κάποιας διαφωνίας με τον παππά άλλαξαν
τελευταία τον τόπο ταφής τους – τον κάνανε ένα με δύο μίλια έξω από την πόλη,
σε μια μικρή εκκλησία στον Κάμπο πίσω από το Κάστρο. Στην πρώτη υπάρχουν αρκετά
μνημεία των Άγγλων Εμπόρων μας, οι οποίοι έχουν αφήσει τις σορούς τους εκεί – ...
Μετά από αυτή την εξήγηση
του γιατί ο πρόξενος Sir Clement Harby – τον οποίο συνάντησε ο Wheler – προχώρησε στην
ίδρυση του νεκροταφείου στη σημερινή του θέση, συνεχίζει κάνοντας κριτική στην
εύπορη Αγγλική παροικία για την έλλειψη δικής τους εκκλησίας και ιερέα. Η Αγία
Παρασκευή όμως, έστω και χωρίς τους Άγγλους, εξακολούθησε να προσελκύει
‘ενοίκους’ μέχρι σήμερα αφού συνεχίζει να υπάρχει σαν ναός κοιμητηριακός.
Προαύλιο. Φωτ. Μαρία Σιδηροκαστρίτη – Κοντονή.
Μια εύλογη απορία
που δημιουργείται είναι το γιατί απεικονίζεται στο χάρτη αυτός ο ασήμαντος
ναΐσκος έξω από την πόλη ενώ ο πιο σημαντικός ναός του Εσταυρωμένου, που έδωσε
και το όνομα του στην περιοχή, παραλείπεται. Ο λόγος φαίνεται πως είναι η σχέση
της Αγίας Παρασκευής με το στρατώνα. Στο Ναύπλιο υπήρχε γύρω στα 1500 ομώνυμη
εκκλησία λίγο έξω από τα τείχη, δίπλα σε καταυλισμό Στρατιωτών. Στο Ρέθυμνο
ένας από τους προμαχώνες λεγόταν της Santa Veneranda. Αλλού το
όνομα της έφεραν ολόκληρα οχυρά ή καστέλια όπως στη Σούδα, στα Απόλλωνα της
Ρόδου, ή στο Μεσοχώρι (Βάτικα Λακωνίας). Η Αγία Παρασκευή είναι η προστάτιδα
των ματιών και κατ’ επέκταση των τυφλών, των οφθαλμίατρων, των οπτικών κλπ. Γιατί
όχι και των σκοπών;
Χάρμα οφθαλμών η θέα από την Αγία Παρασκευή του
Κλαψή. Φαίνεται ολόκληρο το κανάλι. Κάτω από το ύψωμα και στα δεξιά αγρυπνούσαν
οι φρουροί της Χώρας.
----------------------------------------------------------------------
(1) Δημήτρης Αρβανιτάκης, Οι αναφορές των Βενετών
Προβλεπτών της Ζακύνθου (16ος – 18ος αι.), Istituto Ellenico, Βενετία 2000, 29, σ. 349.
(2) ‘...
ήγουν ο ένας καπετάνιος να πηγαίνη με όλην την συντροφίαν δια να φυλάγη έξω εις
τον Σταυρωμένο, οπού είναι η άκρη της χώρας ...’, έγραψε ο Άγγελος Σουμάκης εξιστορώντας από τη
σκοπιά του τα γεγονότα του Ρεμπελιού των Ποπολάρων στα 1628.
(3) A plan of the
"Citta del Zanthe" drawn 15 Dec. 1632, by Nicolò Gentilini, on a
scale of 60 paces to an inch, Βρετανικό Μουσείο.
(4) Πριν η παραλία σκεπαστεί από τα μπάζα σεισμών
ήταν αμμουδιά.
(5) Νίκος Δερεδάκης, http://deredakis.blogspot.co.uk/2009/12/stradioti.html
(6) Λεωνίδας Ζώης, Λεξικόν, τ. 1ος, σ.
517.
(7) A Journey into
Greece, by George Wheler Esq; In Company of Dr Spon of Lyons, Λονδίνο 1682, σ.
41.