Στη Ζάκυνθο, τον περασμένο Οκτώβριο, έτυχε να δω μια πορεία διαμαρτυρίας στην οποία, αντί για τα συνηθισμένα πανώ, προπορευόταν ένα ομοίωμα κρεμάλας. Άσχετα με το τι εξέφραζε η συγκεκριμένη πορεία, με το ποιοί και πόσοι αξίζει να τιμωρηθούν για αυτά που έκαναν, η πού δεν έκαναν, και το πως, βρήκα την πρωτοτυπία αυτή κάπως λαϊκιστική και μάλλον άνοστη. Ειδικά σε ένα νησί όπου οι κρεμάλες αποτέλεσαν μόνιμο στοιχείο του τοπίου σε μια περίοδο της Ιστορίας του, και όπου, ακόμα και όταν ‘φιλοξενούσαν’ ενόχους φοβερών εγκλημάτων, συμβόλιζαν μια ξένη, ιδιοτελή κηδεμονία. Επειδή οι πολλοί έχουν ξεχάσει, η δεν γνώριζαν ποτέ, ας έρθει όποιος θέλει για μια ακόμη βόλτα στον Εξηνταβελόνη της Αγγλοκρατίας.
Το 1820, ένας νεαρός Άγγλος διπλωμάτης, ο William Turner, διηγήθηκε σε ένα βιβλίο του (1) τα καθέκαστα μιας άγριας ιστορίας του 1813-14. Μια μέρα ο στρατηγός Campbell (2), κυβερνήτης των Ιονίων Νήσων, έκανε ιππασία. Είδε τέσσερα άτομα να κρύβονται πίσω από ένα μαντρότοιχο και τους διέταξε να πλησιάσουν. Αυτοί, προσποιούμενοι ότι έκαναν το γύρο του μαντρότοιχου, το έσκασαν. Πρόλαβε να τους δει να φεύγουν για το Μοριά με μία βάρκα. Την άλλη μέρα έμαθε ότι οι φυγάδες είχαν σκοτώσει τρία παιδιά που μάζευαν ελιές. Η υποψία ήταν ότι τους είχε βάλει κάποιος άρχοντας. Τους επικήρυξε αλλά εις μάτην.
Μια διαφορετική εκδοχή του εγκλήματος έδωσε ο Thomas Smart Hughes στο βιβλίο του Travels in Sicily, Greece and Albania (σελ. 159). Λέει ότι γυρίζοντας από το Κερί του δείξανε ένα σπίτι όπου ολόκληρη οικογένεια, μαζί και ένα μωρό, είχε ξεκληριστεί από πέντε δολοφόνους, σαν εκδίκηση για ένα κάρφωμα. Αναφέρει και αυτός την τυχαία συνάντηση του στρατηγού με τους δολοφόνους κατά τη διάρκεια της πρωινής του ιππασίας. Ακόμη πως τρείς από αυτούς τους είχε δει αργότερα στην Πάτρα, η οποία εκείνη την εποχή είχε γίνει φωλιά κακοποιών.
Η οπλοφορία στη Ζακυνθινή ύπαιθρο ήταν κανόνας σύμφωνα με τον Thomas Smart Hughes.
Από τις δύο εκδοχές αυτή του Turner είναι εγκυρότερη, γιατί δεν γνώριζε απλώς τον Campbell αλλά ήταν και συνεργάτης του στη καταδίωξη αυτών των δολοφόνων. Τον Απρίλιο του 1814 ο Turner πληροφορήθηκε πως ο ένας από τη συμμορία είχε διαπράξει φόνο στη Γαστούνη και είχε συλληφθεί. Ένας από τους υπόλοιπους είχε στα χέρια του συστατική επιστολή από το Γαλλικό κόμμα και βρισκόταν καθοδόν, σε μια προσπάθεια να τον ελευθερώσει. Ο Turner συνωμότησε με τους Τούρκους για να συλληφθεί ο φορέας της επιστολής, χωρίς άμεσο αποτέλεσμα. Η συστατική αυτή επιστολή, και οι εντυπωσιακές προσπάθειες των Βρετανών για τη σύλληψη των τεσσάρων, είναι ίσως ενδείξεις ότι υπήρχαν πολιτικά νήματα που συνέδεαν την υπόθεση με την Αγγλογαλλική αντιπαράθεση για τα Επτάνησα.
Το Μάιο οι τρεις που παρέμεναν ελεύθεροι πολιορκήθηκαν από τους Τούρκους σε ένα σπίτι στην Πάτρα. Στη μάχη που έγινε σκοτώθηκε ο ένας από αυτούς και δύο Τούρκοι. Οι άλλοι δύο πιάστηκαν, ο ένας τραυματίας, και στάλθηκαν στη Ζάκυνθο μαζί με το κεφάλι του σκοτωμένου. Το τι έγινε όταν φτάσανε τα ‘πεσκέσια’ στη Ζάκυνθο ο Turner το έμαθε τον Ιούνιο στην Τήνο, από κάποιο Μιλανέζο μάγερα, κάτοικο Ζακύνθου, που είχε γνωρίσει στα Γιάννενα. Ο στρατηγός Campbell παλούκωσε το κεφάλι σε κάποιο σημείο της πόλης και κρέμασε πάραυτα τον ένα από τους δύο ζωντανούς. Μερικές μέρες αργότερα φόρεσε στον άλλο ένα στεφάνι, φτιαγμένο από βέργες του λιόφυτου στο οποίο βρισκόταν το θύμα του τη στιγμή της δολοφονίας. Έτσι στεφανωμένο τον διαπόμπευσε σε όλη την πόλη μαστιγωνόμενο. Στο τέλος τον κρέμασε, χωρίς να επιτρέψει σε παπά να τον εξομολογήσει, κάτι που προκάλεσε φρίκη στους Ζακυνθινούς.
Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι πως, πριν κρεμαστεί, ο φονιάς κατονόμασε όχι λιγότερους από δώδεκα συνενόχους, από τους οποίους ο ένας ήταν παπάς. Πιστευόταν πως μερικοί ακόμα από αυτούς θα εκτελούνταν σύντομα γιατί η αγχόνη παρέμενε σε ετοιμότητα. Ο παπάς πάντως στάλθηκε για ισόβια καταναγκαστικά έργα στο Τσιρίγο. Ο Turner κατακρίνει τους Ζακυνθινούς, επειδή ετοίμαζαν τετραμελή αντιπροσωπεία για να πάει στο Λονδίνο να παραπονεθεί για τον Campbell (3). Είχαν, λέει, εξαγριωθεί που δεν τους άφηνε να αλληλοδολοφονούνται. Ο Campbell ζήτησε και τον τέταρτο φονιά από τους Τούρκους αλλά πήρε αρνητική απάντηση. Θα τον τιμωρούσαν οι ίδιοι για το φόνο που είχε διαπράξει στη Γαστούνη. Τα πτώματα των άλλων δύο τα κρέμασαν σε λόφους και υψώματα κοντά στην πόλη.
Αυτή η τελευταία πληροφορία μάλλον σημαίνει πως οι εκτελέσεις έγιναν μέσα στην πόλη – σε αγχόνη που φαίνεται στήθηκε ειδικά για την περίσταση και κρατήθηκε για τους συνεργούς – και τα σώματα τα εξέθεσαν αλλού, σε υπερυψωμένα σημεία, για παραδειγματισμό. Δεν μας λέει σε ποιά σημεία, πιθανότατα δεν ήξερε. Τον προηγούμενο χρόνο όμως είχε βρεθεί για λίγο στο λιμάνι της Ζακύνθου, τον Αύγουστο, και είχε γράψει το εξής:
Η πόλη (από άσπρη πέτρα) στέκεται σε ένα ημικυκλικό όρμο, τις όχθες του οποίου καταλαμβάνει – πίσω της υψώνονται δύο ψηλά, αδελφά βουνά, πάνω στο ένα από τα οποία (το προς βορράν) υπάρχει ένα περιποιημένο κάστρο και στον άλλο κρέμεται ένας άνθρωπος από μία αγχόνη. Οι ληστές του Μοριά είχαν τελευταία στείλει μια συμμορία στη Ζάκυνθο, η οποία αφού διέπραξε μερικές ληστείες και παλιανθρωπιές στα χωριά, πιάστηκε από τους στρατιώτες που είχαν σταλεί στο κατόπι τους – δύο από αυτούς είχαν πυροβοληθεί στον τόπο και τα κεφάλια τους κρεμαστεί στην πόλη – ο τρίτος είχε πιαστεί μισοπεθαμένος, και κρεμαστεί αμέσως.
Είναι φανερό πως ο τρίτος ληστής ήταν κρεμασμένος στον Εξηνταβελόνη. Δίνεται επίσης η εντύπωση πως αυτός κρεμάστηκε στον Εξηνταβελόνη και αφέθηκε εκτεθειμένος επί τόπου (4). Στο λόφο αυτό υπήρχε μόνιμη κρεμάλα και δεν θα περίμεναν να στήσουν άλλη, από φόβο ότι ο τραυματίας θα ξεψυχούσε πριν τον κρεμάσουν. Ο Εξηνταβελόνης, σε ένα χάρτη του Βασιλικού Βρετανικού Ναυτικού του 1844, φτιαγμένο από το Henry A. Moriarty, ονομάζεται Gallows Hill – Λόφος της Κρεμάλας.
Μια πληροφορία για την κρεμάλα αυτή μας δίνει ο ταγματάρχης George Keppel στο βιβλίο του ‘Narrative of a journey across the Balkan’. Μιλώντας για το 1829 αναφέρει ότι στην κορυφή ενός απότομου, κωνικού λόφου πάνω από την πόλη υπάρχει ένα ικρίωμα με τρεις βραχίονες. Όταν υπηρετούσε στη Ζάκυνθο παλιότερα, ένα πρωί κρέμονταν τρεις από αυτό – με διαταγή του στρατηγού Campbell. Το απόγευμα, κάνοντας ιππασία, παρατήρησε σε ένα Ζακυνθινό γνώριμο του ότι οι ‘φίλοι του’ ήταν ακόμα κρεμασμένοι. Ο άλλος τότε του απάντησε πως όχι, δεν ήταν οι ίδιοι, είχαν αναγκαστεί να τους ... αλλάξουν. Λέει ακόμα ότι οι Άγγλοι στρατιώτες εκείνων των χρόνων αποκαλούσαν την τριπλή κρεμάλα ‘οδοδείκτη του στρατηγού Campbell’.
Μια πληροφορία για την κρεμάλα αυτή μας δίνει ο ταγματάρχης George Keppel στο βιβλίο του ‘Narrative of a journey across the Balkan’. Μιλώντας για το 1829 αναφέρει ότι στην κορυφή ενός απότομου, κωνικού λόφου πάνω από την πόλη υπάρχει ένα ικρίωμα με τρεις βραχίονες. Όταν υπηρετούσε στη Ζάκυνθο παλιότερα, ένα πρωί κρέμονταν τρεις από αυτό – με διαταγή του στρατηγού Campbell. Το απόγευμα, κάνοντας ιππασία, παρατήρησε σε ένα Ζακυνθινό γνώριμο του ότι οι ‘φίλοι του’ ήταν ακόμα κρεμασμένοι. Ο άλλος τότε του απάντησε πως όχι, δεν ήταν οι ίδιοι, είχαν αναγκαστεί να τους ... αλλάξουν. Λέει ακόμα ότι οι Άγγλοι στρατιώτες εκείνων των χρόνων αποκαλούσαν την τριπλή κρεμάλα ‘οδοδείκτη του στρατηγού Campbell’.
Βρετανικός οδοδείκτης. Οι βραχίονες της τριπλής κρεμάλας θύμιζαν τα ‘χέρια’ του οδοδείκτη στους Βρετανούς στρατιώτες.
Η τριπλή κρεμάλα δεν ήταν όμως αρκετή για να εξυπηρετήσει την προσφερόμενη ‘πελατεία’. Το 1822 οι Βρετανικές εφημερίδες (5) έγραψαν για ένα καυγά στη Ζάκυνθο μεταξύ Ελλήνων ‘στρατιωτών’ (6) και του πληρώματος της φρεγάτας Seringapatam. Ένας ναύτης σκοτώθηκε και το αποτέλεσμα ήταν να κρεμαστούν έξι Ζακυνθινοί στον ‘ψηλότερο λόφο του Τζάντε΄. Η βιομηχανία εκτελέσεων κράτησε για πολλά χρόνια. Σε επίσκεψη του το 1830 ο Thomas Abercromby Trant αναφέρει ομάδα τεσσάρων κρεμασμένων στο ‘Ζακυνθινό λόφο’ (7).
Τα φονικά συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας. Οι κρεμάλες δεν αντιπροσώπευαν λύση ή δικαιοσύνη. Δεν ‘δούλευαν’ ακόμη και όταν έκαναν υπερωρίες – υπερωρίες πληρωμένες ακριβά, γιατί ανάμεσα στους ληστές κρεμάστηκαν και πατριώτες.
-----------------------------------------------------------------------------
(1) Journal of a Tour in the Levant, τόμος 1ος.
(2) Πρόκειται για τον υποστράτηγο James Campbell of Inverneill, ο οποίος άφησε όνομα για εκτελέσεις χωρίς δίκες και δημόσια μαστιγώματα.
(3) Πραγματικά οι Ζακυνθινοί παραπονέθηκαν, και το ζήτημα έφτασε να συζητηθεί στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, αλλά δεν εμπόδισε τον Campbell να γίνει ιππότης το 1817 και βαρονέτος το 1818. Πέθανε το 1819.
(4) Σε αυτή την περίπτωση ο Turner χρησιμοποιεί τη λέξη gibbeted και όχι hung όπως στην προηγούμενη. Το ρήμα gibbet δεν σημαίνει απλώς κρεμάω αλλά και εκθέτω το πτώμα για παραδειγματισμό.
(5) Niles’ Register, 13 Απριλίου 1822, σελ. 102, και αλλού.
(6) Προφανώς πρόκειται για Ζακυνθινούς ‘πολιτοφύλακες’ από τα χωριά, τους μόνους Έλληνες στρατιώτες στο νησί τότε.
(7) Narrative of a journey through Greece in 1830, σελ. 344.
Μακάβρια η ανάρτηση ,αλλά είτε το θέλουμε είτε οχι ειναι μέρος του παρελθόντος μας!
ΑπάντησηΔιαγραφήθα σου στείλω φωτογραφίες από κάποια απομεινάρια κατασκευών πάνω στον Εξηνταβελόνη.
Ναι, κι ας λένε πως στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Παναγιώτης μου έστειλε ένα απόκομμα από τα Επτανησιακά Φύλλα (τόμος ΣΤ΄ σελ. 133), για την τοπωνυμία Σκαρτσάδες. Τα ίδια αναφέρει ο Ζώης στο σχετικό λήμμα του Λεξικού του, υποθέτω από την ίδια πηγή, τον Κώδικα του Ανδρέα Γαήτα. Σκαρτσάδες, λέει, λεγόταν ένας λόφος στα νότια του Κάστρου, που αποκολλήθηκε από αυτό στο σεισμό του 1514. Σε αυτό το λόφο είχαν εκτεθεί, πισσωμένοι μέσα σε σιδερένια κλουβιά, οι Μουζακιώτες Σκαρτσάδες μετά τον απαγχονισμό τους από τον Campbell. Μετά από κάποιους φόνους είχαν καταφύγει στο Μοριά. Πιαστήκανε στην Πάτρα και εκδοθήκανε. Σε γενικές γραμμές η ιστορία ταιριάζει με τα λεγόμενα του Turner και του Hughes. Νομίζω πως δεν μπορεί παρά η τοποθεσία Σκαρτσάδες να είναι ο Εξηνταβελόνης ή κάποιο σημείο του. Αν όμως ξέρει κάποιος κάτι ή έχει καμιά ιδέα ας μας πει.
ΑπάντησηΔιαγραφή