Εντελώς φανταστική απεικόνιση της Μονής των
Στροφάδων, Jacob Enderlin,
Archipelagus Turbatus, Άουγκσμπουργκ 1686, σ 44.
Η ιστορία της
Μονής των Στροφάδων χάνεται στα βάθη του Μεσαίωνα. Σύμφωνα με την παράδοση – μη
επιβεβαιωμένη και πολύ προβληματική ιστορικά – το μοναστήρι ιδρύθηκε από τον Θεόδωρο
Α΄ Λάσκαρη, Αυτοκράτορα της Νίκαιας, που βασίλεψε από το 1205 μέχρι το 1222. Τα
παλαιότερα μέχρι τώρα ιστορικά στοιχεία δείχνουν πως το μοναστήρι ανήκε στην
Καθολική Εκκλησία κατά την εκπνοή του 13ου αιώνα και τις αρχές του
14ου (1). Πιστεύεται πάντως – χωρίς στοιχεία αλλά όχι και χωρίς
δικαιολογία – ότι η μονή προϋπήρχε της Φραγκοκρατίας και ήταν τότε Ορθόδοξη.
Κάποια στιγμή δηλαδή, είτε μετά την κατάληψη της Ζακύνθου από το διαβόητο
κουρσάρο Μαργαριτώνη το 1185 όταν τη νησί πέρασε στην κυριαρχία των Δυτικών,
είτε, ακόμα πιθανότερο, μετά την κατάληψη του Μοριά από τους Φράγκους το 1205,
οι Ορθόδοξοι αποβλήθηκαν και εγκαταστάθηκαν εκεί Βενεδικτίνοι.
Αυτό μάλλον δεν
ήταν αποτέλεσμα ούτε μόνο της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας της εποχής εκείνης ούτε
απλά της Λατινικής απληστίας όπως σε πάμπολλες άλλες περιπτώσεις. Τα Στροφάδια
βρίσκονταν ακριβώς πάνω στη ρότα των καραβιών που έπλεαν όχι μόνο από και προς
τους Αγίους Τόπους αλλά και τις νέες σημαντικότατες κατακτήσεις των Δυτικών
όπως η Κωνσταντινούπολη και η Θεσσαλονίκη. Αν οι νησίδες αφήνονταν στα χέρια
εχθρικά διακείμενων μοναχών, όχι μόνο δεν θα υποβοηθούνταν η Δυτική ναυτιλία
αλλά θα μπορούσαν και να αποτελέσουν ορμητήριο επιδρομών με καταστροφικά
αποτελέσματα.
Παρόλα αυτά, στις
αρχές του 15ου αιώνα η μονή ήταν, τελειωτικά πια, Ορθόδοξη (2),
δείχνοντας πως οι Δυτικοί βρήκαν πολύ βαριά την καλογερική σε αυτές τις
ειδυλλιακές αλλά απομονωμένες και, εκείνη την εποχή, εξαιρετικά επικίνδυνες
νησίδες. Άλλωστε το τελευταίο προπύργιο των Σταυροφόρων στους Αγίους Τόπους, η
Άκρα, είχε κατακτηθεί από τους Μαμελούκους το 1291. Οι Βυζαντινοί είχαν
ξαναπάρει τη Θεσσαλονίκη το 1246 και την Κωνσταντινούπολη το 1261. Η
αντιπαράθεση μεταξύ Καθολικών και Ορθοδόξων ηγεμόνων στην Ελλάδα είχε γενικώτερα
υποβιβαστεί στο επίπεδο τοπικών διενέξεων. Συνεπώς είχε μειωθεί σε κάποιο βαθμό
και η στρατηγική σημασία των Στροφάδων. Έτσι
φαίνεται πως, άγνωστο πότε ακριβώς, στη διάρκεια του 14ου αιώνα,
μεσούσης της Φραγκοκρατίας, οι Βενεδικτίνοι τις εγκατέλειψαν και
αντικαταστάθηκαν από Ορθόδοξους.
Σήμερα
μετακινείται ο ορίζοντας των γνώσεων μας για τα μεσαιωνικά Στροφάδια κατά 76
χρόνια – από το 1299 στο 1223 – με τη δημοσίευση εδώ ενός άγνωστου στους
μελετητές της ιστορίας της μονής, και του παλιότερου μέχρι τώρα, χειροπιαστού
στοιχείου. Πρόκειται για μια παπική βούλα – δηλαδή ένα επίσημο έγγραφο, στο
οποίο ο ποντίφικας αναφέρεται στον εαυτό του σαν ‘Episcopus, Servus Servorum Dei’, που σημαίνει ‘Επίσκοπος,
Δούλος των Δούλων του Θεού’ – του
Ονωρίου Γ΄ με την οποία παραχωρεί γενική φοροαπαλλαγή στη Μονή των Στροφάδων
(3):
‘Προς
τους ερημίτες της Νήσου Στροφάδια μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης.
Ονώριος,
Επίσκοπος, Δούλος των δούλων του Θεού, στον Ηγούμενο και τους Αδελφούς της
Νήσου Στροφάδια, χαιρετισμούς και Αποστολική Ευλογία. Το θρησκευτικό σας έλεος
και η θρησκευτική σας ευσέβεια δικαιούται την ανταμοιβή μιας αγαθής ευεργεσίας
και την απολαβή της προστασίας μας. Όπως γνωρίζουμε από τις μαρτυρίες πολλών,
ζείτε σαν ερημίτες μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, έτοιμοι να προσφέρετε την
κατάλληλη βοήθεια στους ναυτικούς και προσεύχεστε για τις ψυχές των ναυαγών,
προσφέροντας δωρεάν φιλανθρωπικές υπηρεσίες στους φτωχούς με τρόφιμα
παρασκευασμένα με αγάπη με τα ίδια σας τα χέρια. Γι αυτό, απαντώντας στις
αφοσιωμένες προσευχές σας αποφασίσαμε να σας απαλλάξουμε από την υποχρέωση
υποστήριξης των Αγίων Τόπων, προβλέποντας ότι από τα κέρδη της εργασία σας και
της περιουσίας σας στο νησί Στροφάδια κανένας δεν μπορεί να απαιτήσει την
δεκάτη, ούτε άλλα που οι πιστοί είναι υποχρεωμένοι να παραχωρούν σε ένα
επίσκοπο ή σε άλλους. Απολύτως κανένας.
5 Ιουλίου 1223.’
Το έγγραφο αυτό, από τα αρχεία του Βατικανού,
δημοσιεύτηκε στο βιβλίο Regesti dei Romani pontefici della Calabria, του μονσινιόρ Domenico Taccone-Gallucci, που εκδόθηκε
στη Ρώμη το 1902, στη σελίδα 137. Ο συγγραφέας δεν γνώριζε ότι ‘Strofaria’ – όπως αποκαλούνται τα Στροφάδια στο
έγγραφο – για την Καθολική Εκκλησία του Μεσαίωνα ήταν τα Στροφάδια (4). Δεν είχε
ιδέα ποιό ήταν το μοναστήρι στο οποίο αναφερόταν. Πίστεψε όμως ότι ο Ονώριος
κυριολεκτούσε όταν έγραφε για θέση μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, όχι ότι παρομοίωνε την επικίνδυνη θέση των Στροφάδων.
Υπέθεσε ότι το μοναστήρι βρισκόταν εκεί
που τοποθετούνταν τα μυθολογικά τέρατα Σκύλλα και Χάρυβδη, δηλαδή στα στενά
μεταξύ Ιταλίας και Σικελίας, όπου όμως δεν υπάρχει κανένα νησί. Πιο
συγκεκριμένα πίστευε πως το μοναστήρι είχε υπάρξει σε μια μικρή χερσόνησο κοντά
στην πόλη Σκύλλα (Scilla) της
Καλαβρίας. Έτσι, για καλή μας τύχη, περιέλαβε το έγγραφο στο βιβλίο του.
Νομίζω ότι η
σπουδαιότητα του εγγράφου δεν περιορίζεται μόνο στο ότι είναι το παλαιότερο
ντοκουμέντο για τα Στροφάδια. Όπως παρατηρεί και ο συγγραφέας (5), σημαίνει ότι
ο συγκεκριμένος πάπας είχε πάρει τα Στροφάδια υπό την προστασία του. Στο τέλος
όμως του αιώνα, όταν όπως είπαμε η σημασία των Στροφάδων είχε μειωθεί, η παπική
προστασία είχε ξεχαστεί και το μοναστήρι φαίνεται πως ήταν αναγκασμένο να
πληρώνει και πάλι φόρους (6). Αυτό πιθανότατα συνέβαλε στην όξυνση των προβλημάτων
που οδήγησαν στην εγκατάλειψη του από τους Βενεδικτίνους.
Ένα άλλο σημείο είναι ότι γράφτηκε ένα μόλις
χρόνο μετά το θάνατο του κατά παράδοση ιδρυτή της μονής, του Θεοδώρου Α΄
Λάσκαρη, και φαίνεται από τη διατύπωση του εγγράφου πως ήταν στα χέρια των
Καθολικών από μερικά τουλάχιστον χρόνια νωρίτερα. Προσφέρει έτσι μια πιθανή
εξήγηση του πως δημιουργήθηκε η περί Λάσκαρη παράδοση. Ίσως η χρονολογία κατά
την οποία το μοναστήρι πέρασε στα χέρια των Καθολικών είχε φτάσει ως τους
Ορθοδόξους, οι οποίοι τους διαδέχτηκαν εκατό ή εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα,
σαν χρονολογία ίδρυσης. Αυτοί με τη σειρά τους σε κάποια στιγμή το συνέδεσαν με
τον Βυζαντινό αυτοκράτορα που βασίλευε τότε.
Ένα τελευταίο σημείο στο οποίο αξίζει νομίζω να σταθούμε
είναι πως η φοροαπαλλαγή που παραχωρήθηκε ήταν ολική. Δεν περιοριζόταν στην απαλλαγή
από τη δεκάτη, που τα μοναστήρια συνήθως πλήρωναν στους επισκόπους, και την
ενίσχυση των Αγίων Τόπων, ένα φόρο που είχε τεθεί σε ισχύ το 1199. Ο Ονώριος
απάλλαξε τα Στροφάδια και από οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση, με παντελή αδιαφορία
για τα πιθανά δικαιώματα κτητόρων και αρχόντων ή ηγεμόνων. Αυτό ίσως είναι μια
ακόμη ένδειξη που ενισχύει την υπόθεση που είχα κάνει πριν μερικά χρόνια, με
βάση τις επιστολές του Βονιφάτιου Η΄το 1299 και του Κλήμεντος Ε΄ το 1306, ότι η
Ρώμη εξασκούσε εκτός από εκκλησιαστική και κοσμική εξουσία στα Στροφάδια (7).
Ότι αποτελούσαν δηλαδή οι νησίδες κτήση του παπικού κράτους, είτε άμεσα είτε
έμμεσα.
--------------------------------------------------------------------------
1) http://pampalaia.blogspot.co.uk/2011/09/blog-post_11.html
2) http://pampalaia.blogspot.co.uk/2011/09/blog-post_15.html
3) ‘Pro Eremitis Insulae Strofariae inter Syllam et Carybdim.
Honorius Episcopus, Servus servorum Dei, Priori et Fratribus de Insula Strofaria, salutem et Apostolicam Benedictionem, — Religiosae pietatis et piae religionis vestrae promeretur honestas, ut vos favore benevolo prosequentes, vobis gratiam impendamus, qui, sicut ex testimonio multorum accepimus, inter Syllam et Carybdim eremiticam vitam ducentes, navigantibus solatia et naufragantibus suffragia impenditis opportuna, exponendo eis gratuito pietatis officia, quae de manuum vestrarum laboribus ad pauperem victum vestrum anxie praeparatis. Hinc est quod devotionis vestrae precibus inclinati, vos a praestatione vicissim quae a vobis exigitur pro subsidio Terrae Sanctae duximus absolvendos, vobis nihilominus indulgentes ut laborum vestrorum de possessionibus, quae intra Insulam de Strofaria habetis, nullus a vobis decimas exigere vel extorquere praesumat, nec de his quae vobis a fidelibus in eleemosynam erogantur alicui Episcopo vel alii compellamini aliquam partem dare. Nulli
ergo etc, - Datum Signiae, tertio non.
Iulii, Pontificatus Nostri anno septimo.’
4) Έτσι αναφέρονται τα Στροφάδια σε επιστολή του
Κλήμεντος Ε΄ το 1306. Και εκείνη η επιστολή έχει δημιουργήσει παρεξήγηση λόγω
γραφικού λάθους (γράφτηκε Cephaluden[sis] αντί Cephalonien[sis]), που οδήγησε τους μελετητές να
πιστεύουν πως η Μονή των Στροφάδων υπαγόταν στην Επισκοπή Κεφαλού της Σικελίας
αντί για την Επισκοπή Κεφαλληνίας και Ζακύνθου (βλέπε 1).
5) Regesti
dei Romani pontefici della Calabria, σελ. 342.
6) Διονύσιος Μούσουρας, Αι μοναί Στροφάδων και Αγίου Γεωργίου των Κρημνών
Ζακύνθου, Αθήνα 2003, σ.
40.
7) Βλέπε 1 και 2.